Σημαντικές τροποποιήσεις στην πτωχευτική διαδικασία από τον ΕΦΚΑ, επιφέρει η αλλαγή του σχετικού νόμου και εφαρμόζεται από την 1η Μαρτίου 2021 για τις οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά τη στάση πληρωμών μια επιχείρησης ή φυσικού προσώπου. Ο ΕΦΚΑ έχει τη δυνατότητα να υπαγάγει τον πτωχευμένο στο Μητρώο Φερεγγυότητας, ενώ έχει και το δικαίωμα κατάσχεσης της 1ης κατοικίας του οφειλέτη, μετά την πάροδο έξι μηνών.
Οι κοινοποιούμενες διατάξεις περί πτώχευσης, σύμφωνα με το άρθρο 308 «Έναρξη ισχύος» του Ν.4738/2020 μετά την τροποποίησή του από το ν. 4818/2021, ισχύουν από την 1η Μαρτίου 2021 και εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που η αίτηση για υπαγωγή σε καθεστώς πτώχευσης κατατίθεται στο δικαστήριο μετά την ημερομηνία αυτή.
Τυχόν εκκρεμείς πτωχευτικές διαδικασίες κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος των νέων διατάξεων εξελίσσονται και διεκπεραιώνονται με βάση τις διατάξεις του ν.3588/2007, εκτός όπου ορίζεται διαφορετικά στο νέο νόμο ή από προϊσχύουσα του ν.3588/2007 νομοθεσία, σύμφωνα με το άρ.182 αυτού.
Ωστόσο, προβλέπεται η δυνατότητα οι εκκρεμείς πτωχευτικές διαδικασίες κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του νέου νόμου να μεταπέσουν στις νέες διατάξεις - στο στάδιο στο οποίο βρίσκονται - κατόπιν σχετικής απόφασης της συνέλευσης των πιστωτών.
Στην περίπτωση αυτή, ανεξάρτητα από τις διατάξεις που διέπουν τη συνέχιση της διαδικασίας, για την κατάταξη των πιστωτών εφαρμόζονται οι διαχρονικού δικαίου διατάξεις των νόμων που έχουν ισχύσει έως την υπαγωγή στη νέα διαδικασία.
Διευκρινίζεται ότι ως εκκρεμείς λογίζονται οι πτωχευτικές διαδικασίες οι οποίες εκκίνησαν πριν από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, δηλαδή πριν από την 1η Μαρτίου 2021 και μέχρι την εν λόγω ημερομηνία δεν έχουν περατωθεί.
«ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ»
Παύει η δυνατότητα υποβολής νέων αιτήσεων για υπαγωγή στη διαδικασία έκτακτης ειδικής διαχείρισης. Οι εν λόγω διατάξεις εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται για τις εκκρεμείς υποθέσεις. Κατ' εξαίρεση, με απόφαση της συνέλευσης των πιστωτών ειδικής διαχείρισης, που συγκαλείται με πρόσκληση του ειδικού διαχειριστή, επιτρέπεται και σε αυτή την περίπτωση η συνέχιση της διαδικασίας στο στάδιο στο οποίο βρίσκεται με αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4738/2020.
Στην περίπτωση αυτή ο ειδικός διαχειριστής ασκεί τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που επιφυλάσσονται κατά τον νέο νόμο στον σύνδικο. Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 264, προβλέπεται ότι, οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της διαδικασίας ειδικής διαχείρισης, ο οφειλέτης ή οι πιστωτές του, νομιμοποιούνται να ασκήσουν αίτηση για την ανατροπή της διαδικασίας της ειδικής διαχείρισης, εφόσον κατατεθεί ταυτόχρονα με την αίτηση ανατροπής και αίτηση επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις. Εφόσον η αίτηση ανατροπής της διαδικασίας ειδικής διαχείρισης γίνει αποδεκτή , ανατρέπονται για το μέλλον τα αποτελέσματα από την υπαγωγή του οφειλέτη σε αυτή ( αυτοδίκαιη αναστολή ατομικών διώξεων κατά της επιχείρησης, μέτρων διασφάλισης και διοικητικής εκτέλεσης, ανάληψη διοίκησης από ειδικό διαχειριστή). Τυχόν ήδη διεξαχθείσες εκποιητικές διαδικασίες μέσα στο πλαίσιο της ειδικής διαχείρισης του ν.4307/2014 δεν θίγονται, εφόσον έχει συνταχθεί η πράξη εξόφλησης του τιμήματος από τον ειδικό διαχειριστή, διότι αυτή επέχει θέση περίληψης έκθεσης κατακύρωσης του άρθρου 1005 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Τέλος, η εν λόγω αίτηση ανατροπής έπρεπε να υποβληθεί εντός εννέα (9) μηνών από τη θέση σε ισχύ του νέου άρθρου 72Α , δηλαδή μέχρι την 28η Ιουλίου 2021.
ΠΑΥΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
H κύρια αντικειμενική προϋπόθεση για την κήρυξη ενός οφειλέτη σε πτώχευση, όταν την αίτηση υποβάλλει πιστωτής ή πιστωτές αυτού, η παύση πληρωμών, προσδιορίζεται για πρώτη φορά με τρόπο τεκμαρτό, προκειμένου να διευκολυνθεί το πτωχευτικό δικαστήριο.
Το εν λόγω τεκμήριο λαμβάνει υπόψη το ύψος των μη εξυπηρετούμενων υποχρεώσεων του πτωχού οφειλέτη προς τη Φορολογική Διοίκηση, τον e-ΕΦΚΑ και τους Χρηματοδοτικούς Φορείς, οι οποίες πρέπει να ανέρχονται σε ποσοστό τουλάχιστον 40% επί των συνολικών υποχρεώσεων, καθώς και τη χρονική διάρκεια της περιόδου μη εξυπηρέτησης των εν λόγω υποχρεώσεων, η οποία πρέπει να είναι τουλάχιστον έξι (6) μηνών και η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωση να μην υπερβαίνει το ποσό των 30.000 €.
Τα ισχύοντα εφεξής κριτήρια υπαγωγής, τα οποία πρέπει να πληρούνται κατά την ημερομηνία του ισολογισμού τους είναι:
α) σύνολο ενεργητικού ( περιουσιακών στοιχείων) 350.000 €
β) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών 700.000€
γ) μέσος όρος απασχολούμενων κατά τη διάρκεια της περιόδου 10 άτομα. Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση των φυσικών προσώπων το κριτήριο που αφορά το ενεργητικό εφαρμόζεται στην περιουσία του προσώπου, όπως αυτή υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ.11 του νόμου, ενώ στα νομικά πρόσωπα, εάν το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών υπερβαίνει τα 2.000.000 € δεν θεωρούνται πολύ μικρή οντότητα, ανεξάρτητα αν πληρούν τα άλλα δύο κριτήρια. Επίσης, για τις νέες πτωχεύσεις «μικρού αντικειμένου» αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι εφεξής το Ειρηνοδικείο και όχι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, όπως ίσχυε με το προϊσχύον καθεστώς.
Μητρώο φερεγγυότητας
Οι υποκείμενες σε διατυπώσεις δημοσιότητας περιλήψεις των αιτήσεων πτώχευσης, των αποφάσεων που κηρύσσουν ή ανακαλούν την πτώχευση ή παύουν τις εργασίες της, καθώς και κάθε άλλης πρόσκλησης ή διαδικαστικής πράξης των οργάνων της πτώχευσης, δεν δημοσιεύονται πλέον στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του e-ΕΦΚΑ (τ. ΕΤΑΑ-ΤΑΝ) αλλά αναρτώνται στο «Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας - Δημοσιεύσεις» του άρθρου 213, το οποίο είναι δημόσια διαθέσιμο.
ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ: ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ
Με τις νέες διατάξεις του άρ. 87, παρ. 4 και 5, στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται -υπό προϋποθέσεις- και η πρώτη κατοικία του πτωχού οφειλέτη όταν αυτός είναι φυσικό πρόσωπο. Σε αντίθεση με τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία της πτώχευσης, η πρώτη κατοικία δεν μπορεί να σφραγιστεί από τον σύνδικο αλλά τίθεται στον οφειλέτη προθεσμία έξι (6) μηνών για την απόδοση της κατοχής της κατοικίας του.
ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ: ΕΝΕΓΓΥΟΙ ΠΙΣΤΩΤΕΣ
Στις πτωχεύσεις «μεγάλου αντικειμένου» περιορίζεται χρονικά το προνόμιο των ενέγγυων πιστωτών για την εκποίηση υπέγγυων στοιχείων του ενεργητικού της πτώχευσης, κατ' άρθρο 86, παρ.2, μόνο κατά τη διάρκεια των πρώτων εννέα (9) μηνών μετά την κήρυξη της πτώχευσης και μόνο εφόσον με την πτωχευτική απόφαση δεν έχει διαταχθεί η εκποίηση του ενεργητικού της επιχείρησης ως λειτουργικού συνόλου (ή και κατά κλάδους) σύμφωνα με το την παρ. 3 του αρ. 101 του ν.4738/2020. Αντίθετα, στις πτωχεύσεις «μικρού αντικειμένου» το προνόμιο των ενέγγυων πιστωτών παραμένει ως έχει, δηλαδή μπορούν να προβαίνουν σε πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης επί υπέγγυων περιουσιακών στοιχείων οποτεδήποτε, άνευ αντίστοιχων χρονικών περιορισμών.
ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ
Η εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων της πτώχευσης, σύμφωνα με το άρ. 158, παρ. 5, πραγματοποιείται μέσω δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού ο οποίος διεξάγεται εφεξής ηλεκτρονικά μέσω της πλατφόρμας «e-auction», σε αντίθεση με το προϊσχύον θεσμικό πλαίσιο του Ν.3588/2007, όπου η πλειοδοτική διαδικασία διεξαγόταν στο πτωχευτικό δικαστήριο ενώπιον του εισηγητή της πτώχευσης ,με φυσική παρουσία των υποψήφιων πλειοδοτών και με κατάθεση ενσφράγιστων προσφορών.
ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ: ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ & ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ e-ΕΦΚΑ
Επίσης , ρητά ορίζεται ότι οι αναγγελλόμενες απαιτήσεις του Δημοσίου και κατ' επέκταση και του e-ΕΦΚΑ, δεν υπόκεινται σε επαλήθευση του άρθρου 155. Η προθεσμία της αναγγελίας των απαιτήσεων αναστέλλεται από την 1η έως την 31η Αυγούστου. Τυχόν επίδοση αναγγελίας κατά τη διάρκεια του Αυγούστου είναι άκυρη.
ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΙΣ ΕΙΣ ΧΕΙΡΑΣ ΤΡΙΤΟΥ ΠΡΙΝ ΑΠΌ ΤΗΝ ΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ
Με τις διατάξεις του άρ.100 παρ. 2 του Ν.4738/2020 προσδιορίζεται ρητά ότι σε περίπτωση που έχουν επιβληθεί κατασχέσεις εις χείρας τρίτου πριν από την κήρυξη της πτώχευσης (ήτοι την έκδοση απόφασης πτώχευσης) δεν επηρεάζονται τα δικαιώματα του κατάσχοντος επί των μελλοντικών απαιτήσεων του οφειλέτη, οι οποίες εκχωρήθηκαν με την κατάσχεση αλλά δεν έχουν ακόμα γεννηθεί. Κατά συνέπεια η κήρυξη της πτώχευσης δεν συνεπάγεται την άρση ή αναστολή των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί πριν από την κήρυξή της σε σχέση με μελλοντικές απαιτήσεις του καθ' ου που έχουν κατασχεθεί.
ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΠΤΩΧΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ - ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
Ο οφειλέτης- φυσικό πρόσωπο που απαλλάσσεται, ανήκει σε μία από τις ακόλουθες:
α. οφειλέτης - φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει κηρυχθεί σε πτώχευση με τις διατάξεις του ν. 4738/2020
β. οφειλέτης - φυσικό πρόσωπο του οποίου η αίτηση πτώχευσης έχει απορριφθεί, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρ. 77 του ν. 4738/2020, λόγω μη επάρκειας της περιουσίας του για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας, αλλά έχει καταχωρισθεί το όνομά του στο ΗΜΦ.
γ. οφειλέτης - φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει κηρυχθεί σε πτώχευση με τις διατάξεις του ν.3588/2007 και η ημερομηνία έκδοσης της πτωχευτικής απόφασης είναι μετά την 1-1-2019 (παρ. 3 , άρ. 38 του ν.4818/2021).
δ. οφειλέτης - φυσικό πρόσωπο του οποίου η αίτηση πτώχευσης έχει απορριφθεί, σύμφωνα με το άρ. 3, παρ.4 του ν. 3588/2007, λόγω μη επάρκειας της περιουσίας του για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας αλλά έχει καταχωρισθεί το όνομά του στο ΓΕΜΗ και στα Μητρώα Πτωχεύσεων και η πτωχευτική απόφαση έχει εκδοθεί μετά την 1-1-2019 (παρ.3 , άρ. 38 του ν. 4818/2021).
Χρόνος επέλευσης απαλλαγής
• Γενικός κανόνας 36 μήνες: Ο πτωχός οφειλέτης φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πτωχευτικούς πιστωτές, μετά την πάροδο τριάντα έξι (36) μηνών από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης, εκτός εάν εντός της προθεσμίας υποβληθεί προσφυγή από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του. Η προαναφερθείσα προθεσμία δεν επηρεάζεται από την αναγγελία των απαιτήσεων των πιστωτών ή μη, δηλαδή ο οφειλέτης απαλλάσσεται από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών ακόμα και ως προς τους μη αναγγελθέντες δανειστές του. Στην περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 77, δηλαδή στην περίπτωση όπου το δικαστήριο λόγω έλλειψης ενεργητικού αντί της κήρυξης της πτώχευσης, διέταξε, απλά την καταχώριση του ονόματος του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, τότε η προαναφερθείσα προθεσμία των τριάντα έξι (36) μηνών εκκινεί από την καταχώρηση του ονόματός του στο εν λόγω μητρώο.
Ωστόσο, εκτός από τον προαναφερθέντα γενικό κανόνα υπάρχουν και οι κάτωθι παρεκκλίσεις οι οποίες διαφοροποιούν το χρόνο επέλευσης της απαλλαγής.
• Παρέκκλιση 1η: Εκποίηση περιουσίας - 12 μήνες: Η πρώτη παρέκκλιση αφορά στην ειδική περίπτωση όπου το πτωχευτικό δικαστήριο εξαίρεσε μετά από αίτηση του οφειλέτη τα καθαρά ετήσια εισοδήματά του από την πτωχευτική περιουσία, λόγω ύπαρξης και εκποίησης περιουσιακών στοιχείων ικανών να βοηθήσουν στην ανάκτηση των πιστωτών (παρ. 3, άρθ. 92 Ν.4738/2020). Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 192, στην περίπτωση αυτή, ο πτωχός οφειλέτης-φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται πλήρως μετά την πάροδο μόνο δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης.
Παρέκκλιση 2η: Προηγούμενη απαλλαγή - 5 έτη: Αν ο οφειλέτης φυσικό πρόσωπο έχει ήδη απαλλαγεί τουλάχιστον μία φορά στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν απαλλαγής του από υπόλοιπα χρεών κατά τις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν.3869/2010 (ΦΕΚ Α' 130)- Νόμος Κατσέλη, τότε, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 192 η πλήρης απαλλαγή δεν μπορεί να επέλθει πριν την πάροδο τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την αμέσως προηγούμενη απαλλαγή.
Οπότε, αν η προθεσμία της απαλλαγής, όπως υπολογίστηκε με βάση είτε τον γενικό κανόνα είτε την 1η παρέκκλιση αυτού, εκπνεύσει εντός της πενταετίας από την αμέσως προηγούμενη απαλλαγή τότε η απαλλαγή μετατίθεται στη λήξη της πενταετίας.
Παρέκκλιση 3η: Προσφυγή κατά της απαλλαγής - Απόρριψη / Αποδοχή Κατά της απαλλαγής του οφειλέτη μπορεί να ασκηθεί από τους πιστωτές του προσφυγή, οπότε ανάλογα με την εκδοθείσα απόφαση επί της προσφυγής - η οποία θα την κάνει δεκτή μερικώς ή ολικώς ή θα την απορρίπτει - θα διαφοροποιείται και ο χρόνος επέλευσης της απαλλαγής.
Απόρριψη προσφυγής Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά της απαλλαγής του οφειλέτη από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. (βλ. σχετικά επόμενη υποενότητα) η οποία απορρίφθηκε από το πτωχευτικό δικαστήριο και η σχετική απορριπτική απόφαση εκδόθηκε πριν από την συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου για την απαλλαγή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, τότε ο πτωχός οφειλέτης φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πτωχευτικούς πιστωτές μετά την συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου των δώδεκα (12) ή τριάντα έξι (36) μηνών ή πέντε (5) ετών, κατά περίπτωση. Ωστόσο, αν η απορριπτική απόφαση εκδόθηκε μετά την συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου για την απαλλαγή, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, τότε ο πτωχός οφειλέτης φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται αναδρομικά με την έκδοση της απορριπτικής απόφασης.
Απαλλασσόμενες οφειλές
Δηλαδή, αν για τις απαλλασσόμενες οφειλές του πτωχού οφειλέτη φυσικού προσώπου ευθύνονται και τρίτα μη απαλλασσόμενα συνυπόχρεα πρόσωπα ,η απαλλαγή του πρώτου δεν καταλαμβάνει τα τρίτα πρόσωπα, αλλά αυτά εξακολουθούν να ευθύνονται για την καταβολή των εν λόγω οφειλών ,εκτός αν πτώχευσαν και αυτά και συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι ισχύουσες προϋποθέσεις περί απαλλαγής.
Παράδειγμα: Πτωχός οφειλέτης φυσικό πρόσωπο ευθύνεται για την καταβολή ασφαλιστικών οφειλών οι οποίες προέρχονται από: α) μισθωτή ασφάλιση των απασχολούμενων στην ατομική του επιχείρηση, β) προσωπική ασφάλιση ως μη μισθωτός ασφαλισμένος, γ) οικοδομικές εργασίες σε ιδιωτικό οικοδομοτεχνικό έργο και δ) αχρεωστήτως καταβληθείσες συντάξεις στον θανόντα πατέρα του ως κληρονόμος. Στην περίπτωση (γ) και (δ) η απαλλαγή περιορίζεται μόνο στο πρόσωπο του πτωχού οφειλέτη φυσικού προσώπου και δεν καταλαμβάνει, τυχόν συγκυρίους του ιδιωτικού οικοδομοτεχνικού έργου ή τυχόν συγκληρονόμους του θανόντα πατρός του, αντίστοιχα, εκτός αν και αυτοί πτώχευσαν ατομικά και απαλλάχθηκαν σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις.
Ανάκληση της απαλλαγής: Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 194, η απαλλαγή του οφειλέτη δύναται να ανακληθεί, εν μέρει ή εν όλω, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης πιστωτή, εντός τριετίας από την επέλευση της απαλλαγής και εφόσον αποδεικνύεται ότι απέκρυψε δολίως ή από βαριά αμέλεια την αποκάλυψη της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης κατά την διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας ή δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το σχέδιο πληρωμών της παρ. 2 του άρθρου 92. Το πτωχευτικό δικαστήριο δύναται εναλλακτικά να θέσει και ειδικές προϋποθέσεις για την επέλευση της απαλλαγής, όπως π.χ. την εξόφληση των οφειλομένων από το σχέδιο πληρωμών.
Επιπρόσθετα από τις πτωχευτικού δικαίου διατάξεις προβλέπονται για τον σύνδικο τα εξής:
• Ασφαλιστικές οφειλές οι οποίες γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο μετά την πτώχευση και προέρχονται από τη δραστηριότητα του συνδίκου, ή του οφειλέτη κατ' αρ.94 ή συνδέονται με τα στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας, θεωρούνται «ομαδικό πίστωμα» και ο e-Ε.Φ.Κ.Α. λογίζεται ως «ομαδικός πιστωτής». Οι απαιτήσεις των ομαδικών πιστωτών ικανοποιούνται από την πτωχευτική και από την μεταπτωχευτική περιουσία.
• Ο σύνδικος διανέμει στους πιστωτές το προκύπτον από την εκποίηση της πτωχευτικής περιουσίας εκπλειστηρίασμα, αφού προαφαιρέσει τα απαιτούμενα ποσά για την ικανοποίηση των δικαστικών εξόδων, των εξόδων διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας και των ομαδικών πιστωμάτων.
• Αν από τη δράση του συνδίκου δημιουργήθηκε ομαδικό χρέος, το οποίο δεν είναι δυνατόν να εκπληρωθεί από την πτωχευτική περιουσία, αυτός υποχρεούται να αποζημιώσει τον ομαδικό πιστωτή, αν διέγνωσε ότι η περιουσία δεν προβλέπεται να επαρκέσει για την εκπλήρωση του ομαδικού χρέους τούτου αλλά με δόλο αδιαφόρησε. Σε κάθε περίπτωση που ανακύπτει ευθύνη του συνδίκου έναντι τρίτων, αν αυτοί ικανοποιηθούν σε βάρος της πτωχευτικής περιουσίας, η ομάδα των πιστωτών δικαιούται να αναζητήσει από τον σύνδικο το ποσό της απομείωσης της πτωχευτικής περιουσίας από την αιτία αυτή.
Αντώνης Βασιλόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών