Για τον καταλυτικό ρόλο των ελληνικών τραπεζών στην κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης μίλησαν οι Έλληνες τραπεζίτες στο 7o Οικονομικό Forum των Δελφών.
Oι πρόεδροι των Alpha Bank, Βασίλης Ράπανος, Eurobank, Γιώργος Ζανιάς, Εθνικής Τράπεζας, Γκίκας Χαρδούβελης και Τράπεζας Πειραιώς, Γιώργος Χαντζηνικολάου, εκτίμησαν ότι σε βάθος τριετίας οι ελληνικές τράπεζες θα διοχετεύσουν στην πραγματική οικονομία σχεδόν 40 δισ. ευρώ.
Όπως τόνισαν, οι ελληνικές τράπεζες μετατρέπονται σε «good» από «bad banks», μεταφέροντας εκτός ισολογισμών το βαρίδι των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Δεν έλειψαν και τα μηνύματα προς την ελληνική κυβέρνηση, σχετικά με τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι Βασίλης Ψάλτης (Alpha Bank), Φωκίων Καραβίας (Eurobank), Παύλος Μυλωνάς (Εθνική), αναφέρθηκαν στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας και τη στήριξη των επιχειρήσεων.
«Αγκάθι» τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
«Αγκάθι» για την ελληνική οικονομία εξακολουθούν να αποτελούν τα «κόκκινα» δάνεια, καθώς παρά το γεγονός ότι η στρόφιγγα της χρηματοδότησης έχει ανοίξει, δεν υπάρχει ικανός αριθμός επενδυτικών σχεδίων για να απορροφήσει τους πόρους, σύμφωνα με τους προέδρους των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών.
«Τα κόκκινα δάνεια έφυγαν από τις τράπεζες αλλά όχι από την ελληνική οικονομία. Δεν μπορούμε να δανείσουμε όσους είναι "κόκκινοι"» υπογράμμισε ο Γιώργος Ζανιάς, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και μη εκτελεστικός σύμβουλος της Eurobank, τονίζοντας ότι υπάρχουν τεράστιοι διαθέσιμοι πόροι. «Τα εξυπηρετούμενα δάνεια είναι στο 60% του ΑΕΠ και πρέπει να διπλασιαστούν» προσέθεσε ο κ. Ζανιάς, υποστηρίζοντας πως δεν πρέπει να δίνουμε άκριτα χρήματα, αλλά στοχευμένα, γιατί μπορεί να έρθει η επόμενη κρίση και να καταλήξουμε πάλι στα μνημόνια.
Στο ζήτημα των κόκκινων δανείων αναφέρθηκε και ο Γιώργος Χαντζηνικολάου, πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που συντόνισε ο δημοσιογράφος του Capital.gr, Λεωνίδας Στεργίου, ο κ. Χατζηνικολάου επισήμανε ότι το πρόβλημα παραμένει, εκφράζοντας την ελπίδα ο νέος επενδυτικός νόμος να λειτουργήσει γρήγορα και να πρασινίσουν τα δάνεια των υγιών. «Δεν υπάρχει θέμα χρηματοδότησης, αλλά θέμα επενδύσεων» είπε ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, εξηγώντας ότι απορρίπτονται επενδυτικά σχέδια ή γιατί δεν είναι βιώσιμα ή γιατί πολύ από τους αιτούντες δεν μπορούν να πάρουν χρηματοδότηση λόγων κόκκινων δανείων. Χαρακτήρισε δε, αναγκαία την προώθηση ριζικών μεταρρυθμίσεων, προκειμένου να καταστεί η χώρα ελκυστικός προορισμός για επενδύσεις.
Στην ανάγκη για μεταρρυθμίσεις στάθηκε και ο Βασίλειος Ράπανος, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Alpha Bank, θεωρώντας εξίσου σημαντικά να αποκτήσει η χώρα επενδυτική βαθμίδα. Τόνισε ότι η κυβέρνηση πρέπει να ενισχύσει πολίτες και επιχειρήσεις, χωρίς όμως να υποσκάψει τη δημοσιονομική σταθερότητα. Σύμφωνα με τον κ. Ράπανο, πρέπει να διατηρηθεί η κουλτούρα των πληρωμών και να γίνει κατανοητό από το πολιτικό σύστημα ότι οι τράπεζες δεν διαχειρίζονται δικό τους χρήμα αλλά χρήματα των καταθετών.
Αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκε ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, Γκίκας Χαρδούβελης, διαβλέποντας μια 15ετια ανάπτυξης, εφόσον συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, αυξηθούν σταδιακά οι μισθοί και δημιουργήσουμε έναν κουμπαρά για τους νέους.
Όσον αφορά στο χρέος, τόνισε πως αυξήθηκε σε όλες τις χώρες κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Το χρέος μας είναι βιώσιμο επειδή καταφέραμε και το κλειδώσαμε με πολύ χαμηλά επιτόκια» είπε ο κ. Χαρδούβελης. Προσέθεσε πως όσο η οικονομία πάει καλά, τα δάνεια θα μεγαλώνουν, υποστηρίζοντας πως τράπεζες και επιχειρήσεις θα χτίσουν χέρι - χέρι μια νέα Ελλάδα.
Gentiloni: Βιώσιμο το ελληνικό χρέος
Τη σκυτάλη από τους Έλληνες τραπεζίτες πήρε ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών Paolo Gentiloni, ο οποίος τόνισε πως το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Απαντώντας σε ερωτήσεις του δημοσιογράφου της ΕΡΤ, Γιώργου Παπαγεωργίου, υπογράμμισε πως η Ελλάδα πρέπει να διατηρήσει το μομέντουμ για μεταρρυθμίσεις και ανάπτυξη, προσθέτοντας ότι τον Ιούνιο θα ληφθεί η απόφαση για το αν θα αρθεί η ενισχυμένη εποπτεία της ελληνικής οικονομίας. Εκτίμησε πάντως ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο επίπεδο για να αποκτήσει η Ελλάδα επενδυτική βαθμίδα.
Σχετικά με τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία ο κ. Gentiloni υποστήριξε πως ο αντίκτυπος θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια του πολέμου, τη δυνατότητα κυρώσεων στη Ρωσία στον τομέα της ενέργειας και από την εξέλιξη του πληθωρισμού. Παραδέχθηκε πάντως ότι το ποσοστό ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας θα κυμανθεί χαμηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις, λέγοντας ότι στα μέσα Μαϊου θα υπάρξει νέα πρόβλεψη.
Μήνυμα Ράπανου (Alpha Bank) σε κυβέρνηση: Οι τράπεζες δεν μοιράζουν χρήματα δικά τους, αλλά των καταθετών
Σαφές μήνυμα προς την κυβέρνηση σχετικά με την παροχή ρευστότητας στην οικονομία απηύθυνε ο πρόεδρος της Alpha Bank, Βασίλης Ράπανος, μιλώντας στο 7ο Delphi Economic Forum.
Ο κ. Ράπανος τόνισε την ανάγκη να κατανοήσουν όλοι -το πολιτικό σύστημα και η κοινωνία– την κουλτούρα των πληρωμών, ότι «οι τράπεζες δεν μοιράζουν χρήματα δικά τους, μοιράζουν χρήματα των καταθετών» και συμπλήρωσε ότι τα χρήματα των καταθετών πρέπει να τοποθετούνται από τις τράπεζες «σε επενδύσεις, σε χρηματοδοτήσεις που ξέρουν ότι θα τις πληρώσουν». «Θα πρέπει να γίνει κατανοητό και από την Κυβέρνηση ότι έπειτα από πολλούς αγώνες αρχίσαμε να αποκαθιστούμε την εμπιστοσύνη των πολιτών στο τραπεζικό σύστημα και να πληρώνουν τα δάνειά τους», επεσήμανε χαρακτηριστικά.
«Το τραπεζικό σύστημα έχει κάνει τα τελευταία χρόνια μία τεράστια προσπάθεια να μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και παρά τις αβεβαιότητες που προκάλεσε η πανδημία, έχει να επιδείξει σημαντικά αποτελέσματα» σημείωσε ο κ. Ράπανος, υπογραμμίζοντας ότι, μέσα στο 2022, το σύνολο των συστημικών τραπεζών θα επιτύχει μονοψήφιο ποσοστό στον Δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων, όμως το τραπεζικό σύστημα «πρέπει να εξορθολογήσει περαιτέρω τους ισολογισμούς του και να επιταχύνει την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τον εντεινόμενο ανταγωνισμό, που προέρχεται και από τις πολλές άλλες χρηματοοικονομικές και τεχνολογικές εταιρείες».
Ο πρόεδρος της Alpha Bank αναφέρθηκε και στο μεγάλο στοίχημα της χρηματοδότησης της οικονομίας και της συμβολής των τραπεζών στην αξιοποίηση των πόρων από τα Ευρωπαϊκά προγράμματα και κυρίως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, επισημαίνοντας ότι οι δύο αυτές προκλήσεις συνιστούν ταυτόχρονα και ευκαιρίες, ενώ συμπλήρωσε χαρακτηριστικά: «Μόνον εάν οι τράπεζες αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με τους πελάτες, προσφέρουν νέες υπηρεσίες και, κυρίως, επιμείνουν στην πιστωτική επέκταση των τελευταίων ετών, στηρίζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα με στιβαρά επενδυτικά σχέδια, θα μπορέσουν να εκπληρώσουν την αποστολή τους έναντι της κοινωνίας και να δημιουργήσουν νέα αξία για τους μετόχους τους».
«Η έννοια του κέρδους πρέπει να επανέλθει στην κουλτούρα της επιχειρηματικής ζωής»
Σε ερώτημα του συντονιστή του πάνελ, δημοσιογράφου κ. Λεωνίδα Στεργίου σχετικά με τη μείωση των εισοδημάτων των νέων ανθρώπων βάσει έκθεσης της ΕΚΤ, ο κ. Ράπανος υπογράμμισε ότι είναι επιτακτική ανάγκη η ελληνική οικονομία να επανέλθει σε διατηρήσιμους θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, για να αυξηθούν τα εισοδήματα και να δοθούν νέες προοπτικές στους νέους. «Η χώρα δεν μπορεί να αναπτυχθεί αν δεν δώσουμε κίνητρα στους νέους ανθρώπους είτε να μείνουν εδώ, είτε να επιστρέψουν από το εξωτερικό. Χρειαζόμαστε ανθρώπινο κεφάλαιο».
Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη για επενδύσεις αλλά και για την κατανόηση της σημασίας της απόδοσης των επενδύσεων προκειμένου να προσελκύονται επενδυτές. «Και οι τράπεζες πρέπει να ανταποδώσουμε στους επενδυτές μας, έχουν επενδύσει πολλά στις τράπεζες, έχουν χάσει πολλά και πρέπει τώρα να τους δώσουμε ένα σαφές δείγμα ότι οι επενδύσεις τους θα έχουν ανταπόδοση. Άρα, η έννοια του κέρδους πρέπει να επανέλθει στην κουλτούρα της επιχειρηματικής μας ζωής. Να μην θεωρείται ενοχή το κέρδος, γιατί αλλιώς δεν θα έχουμε επενδύσεις, και αν δεν έχουμε επενδύσεις δεν θα έχουμε ανάπτυξη», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
«Θωρακισμένη η ελληνική οικονομία έναντι της σημερινής κρίσης»
Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Alpha Bank διατύπωσε και τις απόψεις του για τη νέα κρίση που πυροδοτεί ο συνδυασμός του υψηλού κόστους ενέργειας και ο πόλεμος στην Ουκρανία, σημειώνοντας ότι «το νέο σοκ έχει ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της αναμενόμενης μεγέθυνσης του ΑΕΠ και την περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού στη χώρα μας», ενώ ήλθε σε μία χρονική στιγμή που τα σημάδια της οικονομικής ανάκαμψης ήταν ήδη ορατά και οι προοπτικές πολύ ευνοϊκές, παρά τις δυσκολίες που δημιούργησε η πανδημία.
«Η αύξηση των τιμών ενέργειας και τροφίμων επηρεάζει αρνητικά την αγοραστική δύναμη όλων και πλήττει ιδιαίτερα τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα. Οι εξελίξεις αυτές θέτουν σε δοκιμασία την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία έχει να αντιμετωπίσει έναν διπλό στόχο, αφενός να ενισχύσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις ώστε να αντιμετωπίσουν το αυξημένο κόστος ενέργειας, αφετέρου δε να μην υποσκάψει την οικονομική σταθερότητα, που με τόσους κόπους κατακτήσαμε», τόνισε για να συμπληρώσει όμως ότι «το μέγεθος της σημερινής κρίσης είναι πολύ μικρότερο από εκείνο της μεγάλης δημοσιονομικής κρίσης και η ελληνική οικονομία είναι πολύ πιο θωρακισμένη από ό,τι το 2010», ενώ «όπως και στην περίπτωση της πανδημίας, η νέα κρίση επηρεάζει το σύνολο των οικονομιών και δεν είναι μόνον ελληνικό ζήτημα».
«Συνεπώς, επιτρέπει την αναζήτηση λύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ακόμη κι αν οι ρυθμοί που κινείται η Ένωση δεν είναι αυτοί που όλοι θα επιθυμούσαμε», κατέληξε ο κ. Ράπανος.
Ζανιάς (Eurobank): Χρηματοδοτήσεις άνω των 2 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης
Σε σημαντικές χρηματοδοτήσεις άνω των 2 δισ. ευρώ αναμένετα να προχωρήσει η Eurobank στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, τόνισε ο πρόεδρος της Eurobank Γιώργος Ζανιάς, κατά την τοποθέτησή του στο Οικονομικό Forum των Δελφών.O Γ. Ζανιάς χαρακτήρισε καθοριστικό τον ρόλο των τραπεζών στην κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική
Όπως σημείωσε ο κ. Ζανιάς την τελευταία μιάμιση σχεδόν δεκαετία η κατάσταση κρίσης τείνει να εξελιχθεί σε κανονικότητα.
Οι δύο πρώτες (διεθνής χρηματοπιστωτική και η κρίση χρέους) έχουν περισσότερο ενδογενή χαρακτηριστικά ενώ οι δύο τελευταίες (υγειονομική και γεωπολιτική) μπορούν να θεωρηθούν κυρίως ως εξωγενείς για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Όπως συνήθως συμβαίνει στις κρίσεις, ο ρόλος του κράτους αυξάνεται, κυρίως μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, καθώς και ο ρόλος των νομισματικών αρχών.
Οι τελευταίες, στην περίπτωση της Ευρωζώνης, φαίνεται πως ωρίμασαν μέσα από τις απανωτές κρίσεις και, ιδιαίτερα στην περίπτωση της υγειονομικής κρίσης, έδρασαν με μεγάλη «δύναμη πυρός» αλλά και αποτελεσματικά. Αυτός ο ενισχυμένος ρόλος βοηθήθηκε από την συμμετρικότητα της κρίσης, δηλαδή αφορούσε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ενώ δεν υπήρχε και θέμα ηθικού κινδύνου.
Οι τελευταίες όμως εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού λόγω των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα και στην ενεργειακή κρίση θέτουν τις νομισματικές αρχές ενώπιον διλλημάτων καθώς από τη μια πρέπει να υπάρξει κάποιος περιορισμός της νομισματικής επέκτασης ενώ, από την άλλη, πρέπει ν’ αποφευχθεί μια νέα κρίση χρέους καθώς η εγκατάλειψη της ποσοτικής χαλάρωσης και η αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους δανεισμού των κρατών. Το δίλλημα των νομισματικών αρχών ενισχύεται και από το γεγονός πως είναι τέτοιο το μείγμα των αιτίων του σημερινού πληθωρισμού, δηλαδή δεν οφείλεται σε υπερθέρμανση της οικονομίας αλλά σε σοκ από την πλευρά της προσφοράς, που η αποτελεσματικότητα των μέτρων νομισματικής πολιτικής μπορεί να μην έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι λόγοι παρέμβασης βέβαια αυξάνονται αν επηρεαστούν σημαντικά οι πληθωριστικές προσδοκίες και αρχίσει να δημιουργείται το γνωστό από το παρελθόν σπιράλ πληθωρισμού-μισθών, το οποίο ακόμη δεν έχει ενεργοποιηθεί σε ανησυχητικό βαθμό.
Επειδή όμως ο τρέχων πληθωρισμός και ιδιαίτερα το ενεργειακό κόστος επηρεάζει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, κάποιο ρόλο καλείται να διαδραματίσει και εδώ η δημοσιονομική πολιτική για να μετριαστεί η πτώση των πραγματικών εισοδημάτων, ν’ αποφευχθούν κάποια κοινωνικά προβλήματα και τα χειρότερα στην οικονομία. Τα περιθώρια όμως και σε αυτή την περίπτωση έχουν περιοριστεί λόγω της δημοσιονομικής γενναιοδωρίας που υπήρξε στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης, και περιέσωσε βέβαια τη χώρα από τα χειρότερα, αλλά και λόγω του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους στην περίπτωση της χώρας μας. Γι’ αυτό, οι οποιεσδήποτε δημοσιονομικές παροχές πρέπει να είναι στοχευμένες εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη.
Επίσης, η επάνοδος στη δημοσιονομική πειθαρχία στην περίπτωση της χώρας μας χρειάζεται και για δυο επιπλέον λόγους: πρώτον, πρέπει να είμαστε σε επενδυτική βαθμίδα όταν σταματήσουν τα «δεκανίκια» της ΕΚΤ, και δεύτερον γιατί πρέπει να σταματήσει η επάνοδος στη νοοτροπία να περιμένουμε γενναιόδωρες παροχές από το κράτος, που είχε στο πρόσφατο παρελθόν τα γνωστά αποτελέσματα.
Είναι θετικό πάντως πως τα περισσότερα μέτρα που έχουν ληφθεί είναι one-offs και δεν επιβαρύνουν σε σημαντικό βαθμό μελλοντικούς προϋπολογισμούς.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Euobank, η πρόοδος που έχει γίνει στη μείωση των κόκκινων δανείων, ιδιαίτερα τα δυο τελευταία χρόνια, είναι τεράστια.
Η διαδικασία της γρήγορης μείωσής τους ξεκίνησε το 2018 από την Eurobank και σήμερα δυο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν μονοψήφιο ποσοστό κόκκινων δανείων ενώ οι άλλες δύο έχουν χαμηλό διψήφιο ποσοστό. Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους όλες οι συστημικές τράπεζες αναμένεται να έχουν μονοψήφια ποσοστά.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα το μέγεθος αυτής της βελτίωσης, να υπενθυμίσουμε πως κάποια στιγμή τα κόκκινα ήταν περισσότερα από τα ενήμερα δάνεια. Η διαδικασία μείωσής τους συνεχίζεται και μετά την επίτευξη μονοψήφιων ποσοστών προκειμένου να πλησιάσουν περισσότερο τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που βρίσκεται κάτω του 3% ή τα ποσοστά των κόκκινων δανείων που υπήρχαν πριν το 2008 και κυμαίνονταν στο 4-5%.
Η νέα γεωπολιτική κρίση δεν έχει προς το παρόν οδηγήσει σε αύξηση των κόκκινων δανείων αλλά παρακολουθούμε στενά την κατάσταση γιατί η μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος λόγω του πληθωρισμού, και ιδιαίτερα του ενεργειακού κόστους, μπορεί να δημιουργήσει κάποια προβλήματα, τα οποία όμως αν προκύψουν θα είναι διαχειρίσιμα.
Με τις εξελίξεις αυτές, οι ελληνικές τράπεζες γίνονται πλέον “good banks” από “bad banks” που ήταν στα χρόνια της κρίσης χρέους και μπορούν πλέον ν’ ασχοληθούν με την κύρια δουλειά τους που δεν είναι άλλη από την χρηματοδότηση της ανάπτυξης της χώρας. Με αυτό ασχολούνται πλέον οι ηγεσίες και το προσωπικό του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, ο ανταγωνισμός δε για την χρηματοδότηση είναι πολύ μεγάλος, ενώ συνέχεια αναπτύσσονται νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
Εκτός από αυτό τον αναπροσανατολισμό των προτεραιοτήτων των ελληνικών τραπεζών, η δραστική μείωση των κόκκινων δανείων μείωσε πολύ, αυτό που λέμε, το κόστος του ρίσκου και αύξησε σημαντικά την οργανική κερδοφορία των τραπεζών. Η κερδοφορία αυτή αποτελεί μόνιμη πλέον πηγή αύξησης των κεφαλαίων των τραπεζών, τα οποία κεφάλαια μετά την εξυγίανση των ισολογισμών μπορούν πλέον να χρησιμοποιούνται για την αύξηση της χρηματοδότησης της οικονομίας, βοηθούμενες και από τη σημαντική ρευστότητα που τώρα διαθέτουν. Στην Eurobank πχ, εμείς σχεδιάζουμε για την επόμενη τριετία νέες εκταμιεύσεις άνω των 8 δισ. ευρώ. Αν όλες οι ελληνικές τράπεζες έχουν παρόμοιους στόχους, τότε μιλάμε για 30-40 δισ. εκταμιεύσεων τα επόμενα τρία χρόνια.
Η αύξηση χρηματοδότησης από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι μονόδρομος γιατί αυτή τη στιγμή τα εξυπηρετούμενα δάνεια ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα βρίσκονται κοντά στο 60% ενώ πριν την κρίση ξεπερνούσε το 100% και ήδη σε παρόμοιες χώρες όπως η Πορτογαλία το ποσοστό αυτό ήδη βρίσκεται στο 110%.
Ενώ βέβαια αυτές είναι θετικές εξελίξεις, πρέπει να σημειωθεί πως η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, η οποία τώρα έχει ανατεθεί στους λεγόμενους servicers, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη και αποτελεί μια εκκρεμότητα. Οι τράπεζες προσβλέπουν σε μια γρήγορη αναδιάρθρωση προκειμένου να προχωρήσει γρήγορα η εξυγίανση και της οικονομίας, η οποία βέβαια έχει ήδη ξεκινήσει, και μια σειρά από επιχειρήσεις να επανέλθουν στον τραπεζικό δανεισμό.
Καθοριστικός ο ρόλος των τραπεζών
Οι τράπεζες είναι έτοιμες να υλοποιήσουν τον αναπτυξιακό τους ρόλο. Όχι μόνο μέσω των δικών τους χρηματοδοτήσεων αλλά και μέσω του σημαντικού ρόλου που έχουν στην αποτελεσματική κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης, τόνισε ο πρόεδρος της Eurobank.
Αυτή τη στιγμή, και μετά από τόσες απανωτές κρίσεις, η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια περίοδο ανάπτυξης χτίζοντας πάνω στις ευκαιρίες που δημιουργήθηκαν μετά από τόσα χρόνια κρίσης, στις μεταρρυθμίσεις που έγιναν αλλά, και πολύ σημαντικό, στους τεράστιους πόρους που για πρώτη φορά είναι τόσοι πολλοί διαθέσιμοι μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητα και Ανάκαμψης αλλά και των Διαρθρωτικών Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων.
Ο ρόλος των Τραπεζών στην αποτελεσματική κατανομή των κεφαλαίων αναμένεται να είναι καθοριστικός. Αυτό αποτυπώνεται στις ικανότητές τους να αξιολογούν, χρηματοδοτούν και στη συνέχεια να παρακολουθούν την υλοποίηση επιχειρηματικών σχεδίων, μέσα από συγκεκριμένο πλαίσιο κανόνων και διαδικασιών.
Στο πλαίσιο των πόρων του Ταμείου, στην Eurobank, αναμένεται να προχωρήσουμε σε σημαντικές χρηματοδοτήσεις άνω των 2 δισ. ευρώ ενώ στοχεύουμε μέσω της τεχνογνωσίας μας να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις για να αξιοποιήσουν τους πόρους του προγράμματος και να υλοποιήσουν επενδύσεις που ενισχύουν τη βιώσιμη ανάπτυξη, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την ανθεκτικότητα και την καινοτομία.
Ψάλτης (Alpha Bank): Η στήριξη των επιχειρήσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα συνεχιστεί
«Οφείλουμε όλοι να προσαρμοστούμε σε ένα περιβάλλον εναλλασσόμενων – και συχνά επικαλυπτόμενων κρίσεων, να μάθουμε να τις βλέπουμε σαν ευκαιρίες θριάμβων και αλλαγών και όχι σαν απειλές καταστροφών»
Ψήφο εμπιστοσύνης στην αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας αλλά και στην ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος, παρά την δυσμενή συγκυρία και το περιβάλλον αβεβαιότητας, έδωσε ο CEO του Ομίλου Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης, στο πλαίσιο της συζήτησης “Greek banking system in unchartered waters " με τον Σωτήρη Νίκα του Bloomberg, στο 7ο Delphi Economic Forum.
«Στον τραπεζικό κλάδο έχουμε γυρίσει σελίδα και αυτό δεν περιορίζεται στα θέματα της ποιότητας του ενεργητικού και της ρευστότητας. Έχουν δρομολογηθεί αποφασιστικές αλλαγές και στο λειτουργικό μας μοντέλο και πιστεύω ακράδαντα πως είμαστε πλέον πιο ανθεκτικοί και πιο ευέλικτοι, περισσότερο έμπειροι και ικανοί. Έχει αλλάξει άρδην ο τρόπος διοίκησης μέσα από τις κρίσεις των τελευταίων ετών.
Η έννοια της «ομάδας» είναι πιο αναγκαία από ποτέ, όπως και η κινητοποίηση όλων κάτω από έναν κοινό σκοπό, να σταθούμε δίπλα στους Πελάτες μας και να στηρίξουμε ό,τι σημαίνει Πρόοδος για την οικονομία και την κοινωνία», τόνισε ο κ. Ψάλτης.
Ο CEO της Alpha Bank υπογράμμισε ότι οι δράσεις για επιστροφή σε υψηλά ποσοστά κερδοφορίας δεν εξαντλούνται στην έγκαιρη ολοκλήρωση του μετασχηματισμού και των συναλλαγών.
Προϋποθέτει ότι είμαστε ώριμοι να διαβάσουμε το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον και να το αξιοποιήσουμε ως καταλύτη για να οικοδομήσουμε την Alpha Bank και ευρύτερα το τραπεζικό σύστημα, της επόμενης δεκαετίας».
Σημείωσε, δε, πως «ο πιο καθοριστικός τρόπος κινητοποίησης ενός μεγάλου οργανισμού είναι η αλλαγή της ίδιας της κουλτούρας του» και αναφέρθηκε στα δομικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη στρατηγική αυτή, μεταξύ των οποίων η αλλαγή του τρόπου προσέγγισης αλλά και της πλατφόρμας εξυπηρέτησης των Πελατών: Το πρώτο είναι η εμφατική επιστροφή στον πυρήνα της τραπεζικής δραστηριότητας. «Λόγω της κρίσης, οι ελληνικές Τράπεζες είχαν – εξ ανάγκης – μπολιαστεί με τον φόβο της μη ανάληψης ρίσκου. Σήμερα οι συνθήκες είναι διαφορετικές και, εάν θέλουμε να επιτελέσουμε τον πραγματικό μας ρόλο, οφείλουμε να επιστρέψουμε στις αρχές της τραπεζικής διαμεσολάβησης και ενεργού διαχείρισης κινδύνων. Αυτό το σηματοδοτήσαμε εμείς πρώτοι με την τολμηρή ΑΜΚ που πραγματοποιήσαμε του 2021, δείχνοντας σαφώς τη διάθεσή μας να αναλάβουμε μεγαλύτερο ρίσκο και να στηρίξουμε τη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο» ανέφερε ο κ. Ψάλτης.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η κατανόηση ότι η φύση των τραπεζικών εργασιών είναι ανθρωποκεντρική, προϋποθέτει την κινητοποίηση του δυναμικού της Τράπεζας. «Δουλεύουμε με τους ανθρώπους μας και δημιουργούμε μία νέα Τράπεζα περισσότερο ευέλικτη, περισσότερο τολμηρή – με σεβασμό πάντοτε στους αποταμιευτές μας και τους μετόχους μας» σημείωσε ο κ. Ψάλτης, προσθέτοντας πως «συχνά, δεν είναι ούτε η κορυφή, ούτε η βάση ενός οργανισμού που αρνείται την αλλαγή. Συνεπώς, εμείς δουλεύουμε εντατικά με όλη την διοικητική ομάδα της Τράπεζας με έναν και μόνον στόχο. Να δώσουμε ορατότητα και φωνή στα χιλιάδες στελέχη μας, προκειμένου να αναλάβουν την πρωτοβουλία, την ευθύνη και να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη για τη νέα Τράπεζα».
Το τρίτο στοιχείο είναι η αποδοχή των προκλήσεων που συνεπάγεται ο ανταγωνισμός ως δομικό στοιχείο της κουλτούρας μας. Είναι αυτή η αντίληψη που γεννά, που δημιουργεί την αξία, το πλεόνασμα για τον καταναλωτή, για τον πελάτη. Το τέταρτο στοιχείο αφορά στον τρόπο εξυπηρέτησης των Πελατών. «Είναι νομίζω πλέον η στιγμή να συζητήσουμε σοβαρά για την πλατφόρμα εξυπηρέτησης των πελατών μας. Η πλατφόρμα αυτή θα πρέπει να αλλάξει – να ελαφρύνει σημαντικά, υπό την προϋπόθεση ότι θα διασφαλίσουμε την απόλυτη και ισότιμη πρόσβαση όλων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα», επεσήμανε ο κ. Ψάλτης.
Προς μία νέα σχέση Πελάτη και Εργαζόμενου – ο ρόλος του τραπεζικού καταστήματος
«Οφείλουμε να συζητήσουμε εάν το μοντέλο εργασίας αλλά και το σημερινό μοντέλο λειτουργίας του τραπεζικού καταστήματος, που έρχεται από το χθες, μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του αύριο», τόνισε συγκεκριμένα ο CΕΟ της Alpha Bank, υπογραμμίζοντας πως πλέον τόσο οι πελάτες όσο και το προσωπικό των τραπεζών μπορεί να είναι remote.
«Τα πρώτα δείγματα γραφής υπάρχουν, όπως η εξυπηρέτηση των Πελατών της Alpha Bank ανεξαρτήτως γεωγραφικής περιοχή μέσω βιντεοκλήσης από όποιον διαθέσιμο χειριστή ανά την Ελλάδα», ανέφερε χαρακτηριστικά για να προσθέσει: «Ενισχύουμε την επιμόρφωση των Πελατών μας ώστε να αξιοποιήσουν τα νέα δίκτυα και να προστατευθούν από τη διαδικτυακή απάτη, και προχωράμε στη δραστική αλλαγή της δικής μας κουλτούρας, ώστε να απαντούμε στις νέες αυτές ανάγκες τους και οδηγούμαστε σε μία νέα δυναμική σχέση που πρώτο ρόλο διαδραματίζουν οι ικανότητες του Εργαζόμενου και όχι ο τόπος κατοικίας ή ακόμη και η ειδικότητα του».
Κατά τον κ. Ψάλτη, η αλλαγή Παραδείγματος είναι εφικτή, εφόσον υπάρξει η στήριξη της θεσμικής εκπροσώπησης των Εργαζομένων και του ίδιου του Προσωπικού που «μαζί με την ισχυρή συνδρομή της Πολιτείας, κράτησαν όρθιο το τραπεζικό σύστημα τη δεκαετία της κρίσης». Μάλιστα, εξήρε τους θεσμικούς εκπροσώπους του Ομίλου και του κλάδου για την υπεύθυνη στάση τους κατά την πρόσφατη διαπραγμάτευση, που όπως είπε τον κάνει να αισιοδοξεί «ότι υπάρχει όχι μόνον περιθώριο αλλά και βούληση να διαμορφώσουμε από κοινού και με τρόπο παραγωγικό την επόμενη ημέρα για την αποδοτική και κερδοφόρο λειτουργία των τραπεζικών ιδρυμάτων και την άψογη εξυπηρέτηση των Πελατών μας».
«Συμπερασματικά, ο στόχος μας για ανάπτυξη και κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος δεν μπορεί να περιορίζεται στο να αποδείξουμε ότι είμαστε ικανοί να ανταποκριθούμε στις όποιες κρίσεις. Προϋποθέτει ότι είμαστε ώριμοι να διαβάσουμε το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον και να το αξιοποιήσουμε ως καταλύτη για να οικοδομήσουμε την Alpha Bank και ευρύτερα το τραπεζικό σύστημα, της επόμενης δεκαετίας», κατέληξε ο κ. Ψάλτης.
Οι διαδοχικές κρίσεις ως ευκαιρίες αλλαγών
Ως προς την πορεία της ελληνικής οικονομίας σε ένα περιβάλλον διαδοχικών κρίσεων, ο CEO της Alpha Bank τόνισε πως «οφείλουμε όλοι να προσαρμοστούμε σε ένα περιβάλλον εναλλασσόμενων – και συχνά επικαλυπτόμενων κρίσεων, να μάθουμε να τις βλέπουμε σαν ευκαιρίες θριάμβων και αλλαγών και όχι σαν απειλές καταστροφών» και επομένως «να προσαρμόσουμε το εθνικό μας αφήγημα και τη στρατηγική μας».
Εξέφρασε την εκτίμησή του ότι η αυξημένη αβεβαιότητα αναμένεται να έχει άμεσες επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού, καθώς η χώρα δεν έχει ακόμη επιτύχει την επενδυτική βαθμίδα, ενώ οι αυξημένες τιμές ενέργειας περιορίζουν την κερδοφορία και επιβραδύνουν τον επενδυτικό σχεδιασμό των επιχειρήσεων, εξασθενίζουν την αγοραστική δύναμη των ελληνικών νοικοκυριών, επιβαρύνουν για τρίτη συνεχή χρονιά το δημόσιο ταμείο στην προσπάθεια προστασίας τους και αποδυναμώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των ευρωπαϊκών νοικοκυριών και συνεπώς τον αριθμό των τουριστικών αφίξεων και διάρκειας διακοπών τους.
Ωστόσο, και απαντώντας σε ερώτημα του κ. Νίκα σχετικά με το αν υφίσταται απειλή της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας, ο κ. Ψάλτης εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι η ελληνική οικονομία δεν θα υποχωρήσει σε ύφεση.
Συγκεκριμένα, σημείωσε πως αναμένεται μείωση του εκτιμώμενου - πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία - ρυθμού ανάπτυξης (5,2%) κατά 1 ή ακόμη και δύο 2 ποσοστιαίες μονάδες, όμως δύσκολα η οικονομική μεγέθυνση του τρέχοντος έτους θα βρεθεί κάτω από το 3% «καθώς υπάρχουν αρκετές ισχυρές αντίρροπες δυνάμεις που μας έχουν βάλει σε μονοπάτι ανάπτυξης και θα παραμείνουμε σε αυτό, έστω και με μικρότερες ταχύτητες». Συγκεκριμένα, η πεποίθησή του εδράζεται στην επενδυτική ένεση των κεφαλαίων του ΤΑΑ, στον δεύτερο γύρο ανάκαμψης του τουρισμού λόγω της ανάγκης των ανθρώπων να ταξιδέψουν μετά από την πανδημία, με την Ελλάδα να είναι ένας ασφαλής προορισμός «μακριά από των θέατρο των πολεμικών συγκρούσεων», στην ανθεκτικότητα της καταναλωτικής δαπάνης, λόγω της υψηλής συσσώρευσης αποταμιεύσεων την περίοδο των περιοριστικών μέτρων, που μπορεί να αξιοποιηθεί για την προστασία του επιπέδου διαβίωσης στην τρέχουσα κρίση, και στη δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης «να διατηρήσει τον επεκτατικό οίστρο της δημοσιονομικής της πολιτικής και σε αυτήν την κρίση».
Επεσήμανε δε ότι η ενεργειακή κρίση, παρ’ ό,τι είναι μεγάλης κλίμακας και μακρύτερης διάρκειας από τους αρχικούς υπολογισμούς, δεν θίγει με ιδιαίτερο τρόπο την Ελλάδα, σε αντίθεση με την κρίση δανεισμού του 2010 και την κρίση του τουρισμού και μεταφορών λόγω της πανδημίας. «Εκτιμώ ότι όλα τα ανωτέρω κρατούν την Ελλάδα μέσα στο στόχο της επενδυτικής βαθμίδας αμέσως μετά την υποχώρηση της αβεβαιότητας στο διεθνές περιβάλλον. Ας μην ξεχνάμε το γεγονός ότι οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν και παράπλευρο όφελος (collateral benefit), ιδιαίτερα σημαντικό
για την Ελλάδα, καθώς διαβρώνουν την αξία και άρα το βάρος το δημόσιου χρέους σε πραγματικούς όρους», τόνισε.
Η στήριξη των επιχειρήσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα συνεχιστεί
Ο κ. Ψάλτης αναφέρθηκε, τέλος, και στα σημαντικά βήματα που έγιναν από τις τράπεζες για την επιβίωση των ελληνικών επιχειρήσεων στις συνθήκες ακραίας και αιφνίδιας κρίσης που επέβαλε η πανδημία, σημειώνοντας ότι η «η κυβερνητική πολιτική στάθηκε αρωγός στην προσπάθειά μας, απλώνοντας ένα δημοσιονομικό δίχτυ προστασίας συνολικού ύψους Ευρώ 40 δισ. (Ευρώ 23,1 το 2020 και Ευρώ 16,9 το 2021) στηρίζοντας τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τις θέσεις απασχόλησης. Η πολιτική αυτή, σε συνδυασμό με τη στήριξη (με τον ετήσιο ρυθμό πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις να φθάνει το 10% το 2020 και 3,7% το 2021 έναντι μόλις 1,7% το 2019), άμβλυνε σε σημαντικό βαθμό τις επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης, με αποτέλεσμα να αποφευχθεί ένας νέος γύρος μη εξυπηρετούμενων δανείων». Όσον αφορά στο νέο περιβάλλον πληθωρισμού των τιμών ενέργειας, δήλωσε ότι η στήριξη αυτή συνεχίζεται, καθώς οι αυξημένες ανάγκες των πελατών σε κεφάλαια κίνησης, λόγω του αυξημένου κόστους παραγωγής και μεταφοράς θα καλυφθούν με την απαραίτητη ρευστότητα εκ μέρους των τραπεζών, ενώ διατύπωσε την εκτίμηση ότι η συσσώρευση των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών περιορίζουν τη διαμόρφωση συνθηκών δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων.
«Σε κάθε περίπτωση, οι ελληνικές επιχειρήσεις που επιβίωσαν της κρίσης και άλλες που γεννήθηκαν μέσα στην κρίση έχουν ένα ανθεκτικό γονιδίωμα που είναι προϋπόθεση για την ανθεκτικότητα και την ανάπτυξή τους», κατέληξε.
Μυλωνάς (Εθνική Τράπεζα): Επιτακτική η συνεργασία με fintech
Τους παράγοντες που θα μεταμορφώσουν τις τράπεζες στο προσεχές μέλλον, με βασικό στοιχείο την καινοτομία και την τεχνολογική εξέλιξη, ανέλυσε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, από το βήμα του Delphi Economic Forum, σε συζήτηση που είχε με τον κ. Μάρκο Βερέμη, πρόεδρο της Upstream και εταίρο της BigPi Venture Capital.
Ο ίδιος τόνισε ότι εκτός από τις τεχνολογικές startups και οι παραδοσιακές μεγάλες επιχειρήσεις θα πρέπει να κινηθούν γρήγορα, να επενδύσουν στην καινοτομία, για να εξελιχθούν στο σημερινό ανταγωνιστικό περιβάλλον και να επιβιώσουν. Παράλληλα, και οι τράπεζες δεν θα πρέπει να μείνουν στάσιμες, αλλά να επενδύσουν στην τεχνολογία και να αλλάξουν.
Ήδη η Εθνική Τράπεζα έχει πραγματοποιήσει ένα πολύ μεγάλο βήμα τεχνολογικού εκσυγχρονισμού προσφέροντας μία πολύ μεγάλη γκάμα νέων ανταγωνιστικών, καινοτόμων προϊόντων στην ελληνική αγορά.
Ο κ. Μυλωνάς, επίσης, ως σημαντικό παράδειγμα της νέας εποχής για τις τράπεζες, επισήμανε τις δυνατότητες αξιοποίησης και τις προοπτικές που ανοίγονται στο πεδίο της εκμετάλλευσης των data, καθώς όπως υπογράμμισε, οι τράπεζες διαθέτουν μεγάλη ποικιλία στοιχείων για διαφορετικούς κλάδους και διαφορετικούς πελάτες.
Συνεργασία με fintech
Στο ίδιο πλαίσιο, χαρακτήρισε επιτακτική την ανάγκη συνεργασιών και συμμαχιών με εταιρείες fintech, για τις οποίες επισήμανε ότι λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά των τραπεζών.
Σημείωσε επίσης ότι οι πελάτες των τραπεζών σήμερα δεν θέλουν να επισκεφθούν το κατάστημα, με αποτέλεσμα πάνω από το 95% των συναλλαγών να διενεργείται πλέον εκτός καταστημάτων. Στο άμεσο μέλλον, πρόσθεσε ο κ. Μυλωνάς, τα καταστήματα θα χρησιμεύουν μόνο για τις μεγάλες αποφάσεις του πελάτη, όπως η αγορά κατοικίας και επενδυτικά-αποταμιευτικά προϊόντα. Γι’ αυτό το λόγο, οι τράπεζες καλούνται να προσφέρουν εξελιγμένες ψηφιακές υπηρεσίες καθώς το βασικό στοίχημα είναι ποιος θα συμβουλέψει σωστά, διατηρώντας τη σχέση με τον πελάτη.
Χρηματοδότηση startups
Σε ό,τι αφορά στη χρηματοδότηση των startups, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, ανέφερε ότι για τις τράπεζες είναι πιο δύσκολο να υποστηρίξουν τις συγκεκριμένες εταιρείες με δανεισμό καθώς το ρίσκο δεν είναι αναλογικό της απόδοσης. Ακόμη και η επένδυση των τραπεζών σε funds που συμμετέχουν σε startups, επιβαρύνεται σημαντικά από πλευράς εποπτικών κεφαλαίων.
Οι τράπεζες, ωστόσο, χρηματοδοτούν τις startups σε επόμενο στάδιο ωρίμανσης και ανάπτυξης. Ακόμη, τις στηρίζουν συμμετέχοντας σε ευρωπαϊκά και συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα ενίσχυσης της καινοτομίας.
Πριν όμως φτάσουμε στη χρηματοδότηση, ο κ. Μυλωνάς έστειλε το μήνυμα της υποστήριξης του ταλέντου και της καινοτομίας στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας τη σημασία της επένδυσης στην εκπαίδευση και κυρίως την αναγκαιότητα σύνδεσης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με τις επιχειρήσεις.
Καραβίας (Eurobank): Η Ευρώπη πρέπει να σκεφθεί και την πυρηνική ενέργεια
Οι παγκόσμιες προκλήσεις που παρουσιάζονται στο δρόμο της μετάβασης στην Πράσινη Οικονομία τέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης που πραγματοποιήθηκε μεταξύ του Φωκίωνα Καραβία, CEO της Eurobank και του καθηγητή Jeffrey Sachs, Director, Center for Sustainable Development του Columbia University, στο πλαίσιο του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών με τίτλο «New Realities», που πραγματοποιείται στους Δελφούς από 6 έως 9 Απριλίου και τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου.
«Απαιτείται μία μακροχρόνια στρατηγική για τη πράσινη μετάβαση», δήλωσε ο Αμερικανός καθηγητής, προσθέτοντας ότι «όσα συμβαίνουν στον κόσμο δεν συμβάλουν σε αυτή την μακροχρόνια στρατηγική». «Πρέπει να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.», ανέφερε χαρακτηριστικά. «Θα είναι καταστροφή η συνέχιση του πολέμου για την Ευρώπη», τόνισε, και πρόσθεσε ότι: «Η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει ειρηνευτικές πρωτοβουλίες.
Δε θα υπάρξει νικητής στη σύγκρουση της Ουκρανίας.
Ο μόνος τρόπος που μπορεί να λήξει και αυτή η κρίση είναι η δημοκρατία». Ειδικότερα, για την Ελλάδα, ο κ. Sachs ανέφερε ότι η χώρα μας μπορεί να ενισχύσει τον ρόλο της στη ΝΑ Μεσόγειο μέσω της προώθησης των υποδομών για την ηλεκτρική διασύνδεση με την Αίγυπτο και την Κύπρο.
Όσον αφορά τις παγκόσμιες προσπάθειες για τον μηδενισμό των εκπομπών CO2 ο κ. Sachs δήλωσε πως «έχουμε σοβαρό πρόβλημα. Τα καλά νέα είναι ότι ο δρόμος για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών είναι περισσότερο καθαρός από ποτέ. Τα βασικά στοιχεία δεν είναι υπό διαπραγμάτευση πλέον. Καθαρή ενέργεια. Εξηλεκτρισμός των μεταφορών, της θέρμανσης, εξηλεκτρισμός της βιομηχανίας και των κτιρίων, με τη χρήση καθαρών καυσίμων». Όπως είπε:
«Δεν ανησυχώ για τον επόμενο χρόνο, αλλά για τα επόμενα δέκα χρόνια. Θα ήθελα να δω ένα δεκαετές πλαίσιο με μακροχρόνιες προτάσεις», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «Αυτό που έχει σημασία είναι αν θα έχουμε καταφέρει τη μείωση του 55% ως το 2030 και αν θα έχουμε καταφέρει τους στόχους της πράσινης συμφωνίας. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έχει ως στόχο τα μέσα του αιώνα. Είναι ένα πλαίσιο αλλά δεν είναι σχέδιο.
Πρέπει να μιλάμε για έναν Ευρωπαϊκό Ενεργειακό Σχεδιασμό».
«Η ατζέντα είναι δεδομένη, αλλά δεν υλοποιείται με τον ρυθμό που θα μπορούσε να μας οδηγήσει στην επίτευξη των στόχων», ανέφερε και επεσήμανε την ανάγκη επίτευξης αλλαγών στο «Χρηματοπιστωτικό σύστημα σε πολλά επίπεδα».
Από την πλευρά του ο επικεφαλής της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας ανέφερε ότι «σίγουρα πρέπει να υπάρξει αλλαγή στη χρηματοδότηση για την πράσινη μετάβαση», ενώ έκανε λόγω για την ανάγκη περαιτέρω διείσδυσης των ΑΠΕ, με μείωση της εξάρτησης από το Ρωσικό αέριο.
«Η Ευρώπη πρέπει να μεταβεί σταδιακά σε άλλες μορφές ενέργειας και να σκεφθεί και την πυρηνική ενέργεια».
Όπως είπε ο κ. Καραβίας πως «είναι τεράστια η ευθύνη των τραπεζών στην Πράσινη Οικονομία. Στόχος είναι να έχουμε βιώσιμους πελάτες και να λειτουργούμε σε βιώσιμη οικονομία», ανέφερε και πρόσθεσε πως «η τράπεζα καλείται να βοηθήσει τις εταιρείες να μειώσουν τις εκπομπές CO2». Συμπλήρωσε λέγοντας ότι «ήδη δεσμεύονται κεφάλαια για πράσινα έργα, ενώ στην Ελλάδα τα επιτόκια είναι κάτω από 5% άρα έχουν όφελος αυτές οι χρηματοδοτήσεις».
Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank επεσήμανε και αυτός από την πλευρά του την ανάγκη ένταξης τη διασύνδεση των ελληνικών νησιών με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ, όπως είπε πως «ως τράπεζα είμαστε έτοιμοι να σκεφθούμε τη χρηματοδότηση πολύ σημαντικών έργων υποδομής όπως οι ηλεκτρικές διακρατικές διασυνδέσεις». Όσον αφορά την στρατιωτική εισβολή ανέφερε πως «ο μόνος δρόμος για να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι η διπλωματία». Επιπλέον, τόνισε ότι «το ενεργειακό κόστος θα είναι υψηλό στην Ευρώπη. Θα δούμε μία μικρή μείωση, αλλά δε θα επιστρέψουμε στις τιμές π
Σχόλια αναγνωστών