H ελληνική οικονομία έχει ανάγκη να προσελκύσει επιχειρήσεις από την ΕΕ να τοποθετηθούν σε τομείς της, ώστε το «micro» επιχειρείν να γίνει μικρομεσαίο επιχειρείν,τόνισε ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ
Όπως σημειώνεται σε ανακοίνωση του ΕΒΕΠ, το ενεργειακό, η πράσινη μετάβαση, ο μετασχηματισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο πληθωρισμός, η ψηφιοποίηση, είναι μερικά από τα «κεφάλαια της καθημερινότητας», μέσα από τα οποία πηγάζουν οι θερινές προκλήσεις για το 20% των ΜμΕ, που αποτελούν οι συνολικά 5 εκατ. εμπορικές επιχειρήσεις στην ΕΕ.
Πρωτίστως, σημειώνει ο κ. Κορκίδης, το επιχειρείν καλείται σήμερα να διαχειριστεί τις επιπτώσεις στις εθνικές οικονομίες από τις παγκόσμιες κρίσεις που προκαλούν πληθωριστικές πιέσεις, μειώνοντας παράλληλα την κατανάλωση και τους ρυθμούς ανάπτυξης. Βρισκόμαστε σε μια ιδιάζουσα περίοδο, το πέρας της οποίας εξακολουθεί να είναι δυσδιάκριτο.
Από την αρχή του έτους, «αυξήσεις, καθυστερήσεις και ελλείψεις» είναι οι λέξεις της χρονιάς.
Ο πληθωρισμός έχει ενισχυθεί, απομυζώντας την ικμάδα των επιχειρήσεων, αλλά και τα διαθέσιμα των νοικοκυριών, όπως και την αποδιοργάνωση των αλυσίδων διανομής, με τις ελλείψεις σε απαραίτητα προϊόντα στο διεθνές εμπόριο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι τιμές στα τρόφιμα, σύμφωνα με τον δείκτη του ΟΗΕ, είναι ήδη κοντά στα ρεκόρ του 2011, ενώ, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνεται κατά 2,6%.
Όπως σημειώνει ο ίδιος: «Καλούμαστε, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι έμποροι να απαντήσουμε, έχοντας απέναντί μας μια "ασύμμετρη απειλή", η αντιμετώπιση της οποίας δεν βγαίνει από τα μέχρι τώρα γνωστά στερεότυπα. Η ευελιξία και η διορατικότητα είναι τα δύο στοιχεία που, πλέον, πρέπει να "διαπνέουν" τις όποιες ευρωπαϊκές πολιτικές, με έμφαση στις επενδύσεις "European Localazation", για μια αυτάρκη πρωτογενή παραγωγή.
Σύμφωνα, μάλιστα, με την EuroCommerce, η τριπλή μετάβαση του χονδρικού και λιανικού εμπορίου απαιτεί επενδύσεις την επόμενη επταετία, μεταξύ 400-740 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 1,2% του ετήσιου τζίρου, ώστε να αυξηθούν από το 3,6% στο 4,8%. Συγκεκριμένα, έως το 2030, στο εμπόριο απαιτούνται επενδύσεις για ψηφιοποίηση, 245-360 δισ. ευρώ, ενώ για πράσινη μετάβαση, 130-340 δισ. ευρώ και για εκπαίδευση εργαζομένων σε νέες δεξιότητες, 25-40 δισ. ευρώ».
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, συνέχισε ο ίδιος, τα μέτρα στήριξης που λαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και η σημαντική ενίσχυση του κατώτατου μισθού, αμβλύνουν τις πληθωριστικές πιέσεις που δέχεται το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών από το ενεργειακό κόστος.
Ο κ. Κορκίδης τονίζει ακόμη, ότι η ελληνική οικονομία έχει ανάγκη να προσελκύσει επιχειρήσεις από την ΕΕ να τοποθετηθούν σε τομείς της ελληνικής οικονομίας, ώστε το «micro» επιχειρείν να γίνει μικρομεσαίο επιχειρείν, να αποκτήσει ορίζοντες ανάπτυξης συνεργιών και συνεργασιών μέσα από σχήματα που θα ενδυναμώσουν την εξωστρέφεια, αλλά και την ανταγωνιστικότητα, πέραν του γεγονότος της αύξησης θέσεων εργασίας.
Επισημαίνει ακόμη τη σημασία δημιουργίας οικονομιών κλίμακας, μέσα από μετασχηματισμούς πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, ακόμα και διαφορετικής δραστηριότητας.
Όσον αφορά στο ενεργειακό και την πράσινη μετάβαση, υπογραμμίζει ότι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά πληρώνουν σήμερα ακριβά τον χρόνο της χαμένης υπερδεκαετίας μη χρήσης των ΑΠΕ.
Η ψηφιοποίηση, επίσης, είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο με την ενσωμάτωση των ψηφιακών τεχνολογιών στις ελληνικές ΜμΕ να έχει μέλλον, «αφού 6 στις 10 έχουν συστήματα ψηφιακού μάρκετιγκ, 3 στις 10 έχουν διαδικτυακά συστήματα ελέγχου, 2 στις 10 έχουν e-shop και 2 στις 10 συμμετέχουν σε διαδικτυακή πλατφόρμα, ενώ τα καταστήματα που διαθέτουν online πωλήσεις αντιστοιχούν μεσοσταθμικά στο 1/3 του συνολικού τζίρου τους. Η επέκταση του ηλεκτρονικού εμπορίου αναμένεται να αυξηθεί έως 30% μέχρι το 2030, αλλά με σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά κλάδο».
Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό, ο Βασίλης Κορκίδης θεωρεί το γεγονός πως πρέπει να πάρουμε μαθήματα από τις οικονομικές, πανδημικές και ενεργειακές κρίσεις, ώστε η ΕΕ να επιδείξει στο μέλλον ετοιμότητα έκτακτης ανάγκης, να προχωρήσει στο άνοιγμα της ενιαίας αγοράς, να εξασφαλίσει ενεργειακό πλεόνασμα και να δημιουργήσει αυτάρκεια αγροδιατροφικών προϊόντων.
«Αναμένεται ότι η εμπειρία του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας θα οδηγήσει σε συγκεκριμένες ενέργειες, για να γίνουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες πιο ανθεκτικές στο μέλλον.
"Ο χρόνος είναι χρήμα" και πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει πολυτέλεια για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να σπαταλούν χρόνο και, άρα, χρήμα.
Η οικονομία είναι κυκλική, επομένως οι ζημίες και τα κέρδη, η ευημερία και η δυσχέρεια, αργά ή γρήγορα, επηρεάζουν κάθε ΜμΕ, και όλους μαζί, στην ΕΕ» κατέληξε ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών