Πτώση -20% στον δείκτη βαρόμετρο του αμερικανικού χρηματιστήριού S&P 500 «βλέπει» η επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs, τοποθετώντας την τιμή στόχο, σε περίπτωση ύφεσης, στις 3.150 μονάδες το 2022.
Πιο αναλυτικά, λιγότερο από ένα χρόνο πριν, η Goldman Sachs ήταν μια από τις πιο ανοδικές τράπεζες στη Wall Street, με τον επικεφαλής στρατηγικής μετοχών των ΗΠΑ να θέτει στόχο τιμής στις 5.100 μονάδες για το τέλος του 2023.
Αυτό, τελικά, αποδείχθηκε μια αποτυχημένη πρόβλεψη, με τους αναλυτές της να περικόπτουν συνέχεια τον στόχο, αρχικά στις 4.300 και μετά στις 3.150 μονάδες.
Φυσικά, είναι απλώς θέμα χρόνου η Goldman Sachs να θεωρήσει την ύφεση ως το βασικό σενάριο, καθώς μείωσε τις προβλέψεις της για το ΑΕΠ των ΗΠΑ, βλέποντας τώρα μηδενική ανάπτυξη.
Στο βασικό σενάριο, η Goldman Sachs εξακολουθεί να προβλέπει μια αναπήδηση στις 4.300 μονάδες.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της τράπεζας Dave Kostin, για όλα φταίνε τα αυξανόμενα επιτόκια και πιο συγκεκριμένα οι πραγματικές αποδόσεις: «Η αναμενόμενη πορεία των επιτοκίων είναι τώρα υψηλότερη από ό,τι υποθέταμε προηγουμένως, γεγονός που μας ωθεί να περικόψουμε τις προβλέψεις μας».
Σε κάθε περίπτωση, δεδομένου ότι το σύμπλεγμα επιτοκίων μετατοπίστηκε δραματικά, ο στρατηγικός αναλυτής της Goldman λέει ότι «το σενάριο υψηλότερου επιτοκίου που ενσωματώνουμε στο μοντέλο αποτίμησής μας υποστηρίζει δείκτη P/E 15x (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης 18x) – κάτι το οποίο συνεπάγεται πως ο στόχος για τον S&P 500 στο τέλος του έτους τοποθετείται στις 3.600 μονάδες (-5%), για τους επόμενους 6 μήνες στις 3.600 και τους επόμενους 12 μήνες στις 4000 μονάδες (+6%).
Αν μη τι άλλο, οι αποτιμήσεις των μετοχών μέχρι πρόσφατα ακολουθούσαν στενά τα πραγματικά επιτόκια.
Οι πραγματικές αποδόσεις εκτινάχθηκαν από 0,4% σε 1,3% τον περασμένο μήνα και θα μπορούσαν να φτάσουν το 1,5% μέχρι το τέλος του έτους.
Υπενθυμίζεται πως οι πραγματικές αποδόσεις στην αρχή του έτους ήταν αρνητικές, με τον δείκτη S&P 500 να αγγίζει το ιστορικό υψηλό των 4.800 και τον δείκτη P/E να εκτιμάται στο 21x.
Το χάσμα αποδόσεων μεταξύ μετοχών και επιτοκίων από την πανδημία γέρνει την ισορροπία των κινδύνων προς τα κάτω.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την αμερικανική τράπεζα, «οι προοπτικές είναι ασυνήθιστα σκοτεινές» ενώ οι περισσότεροι από τους πελάτες της τράπεζας αναμένουν μια σκληρή προσγείωση:
«Η πορεία των πληθωριστικών πιέσεων στο μέλλον, όπως επίσης της οικονομικής ανάπτυξης, των επιτοκίων, των κερδών και των αποτιμήσεων, σηματοδοτούν… σκληρή προσγείωση…».
Η Goldman Sachs για άλλη μια φορά υπαινίσσεται ότι σε ένα σενάριο ύφεσης, ο δείκτης S&P θα πέσει έως και τις 3.150 μονάδες.
«Σκληρή προσγείωση»
Σε μια ήπια ύφεση, προβλέπουμε ότι τα κέρδη θα μειωθούν και το χάσμα αποδόσεων θα διευρυνθεί, ωθώντας τον δείκτη καθοδικά, επισημαίνει η αμερικανική τράπεζα και προσθέτει:
Μια πτώση 11% στα EPS θα ήταν συνεπής με μια επιβράδυνση του πραγματικού ΑΕΠ και με τη διάμεση πτώση των EPS στη διάρκεια προηγούμενων υφέσεων κατά 13%.
Οι οικονομολόγοι της τράπεζας δίνουν πιθανότητα ύφεσης 35% τους επόμενους 12 μήνες και σημειώνουν ότι οποιαδήποτε ύφεση θα είναι πιθανώς ήπια, ελλείψει μεγάλων χρηματοοικονομικών ανισορροπιών στην οικονομία (σ.σ. αν και αυτό κρίνεται…).
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, σε περίπτωση μέτριας ύφεσης, το μοντέλο από πάνω προς τα κάτω υποδεικνύει ότι τα EPS θα μειωθεί κατά 11%, στα 200 δολ.
Ωστόσο, οι τιμές κινούνται ταχύτερα από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, επομένως υποθέτουμε ότι τα κέρδη των τιμών της αγοράς ανέρχονται στα 220 δολ.
Η εκτίμησή μας για το EPS για το 2024 προϋποθέτει ανάκαμψη 15%, στα 230 δολ.
Από την άποψη της αποτίμησης, «υποθέτουμε ότι τα πραγματικά επιτόκια θα πέσουν στο 0%, καθώς η Fed κινείται προς μείωση των επιτοκίων και το μοντέλο μας για το χάσμα αποδόσεων προτείνει διεύρυνση στις 700 μ.β.».
Οι κίνδυνοι
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, δύο κινδύνοι θα μπορούσαν να προκαλέσουν sell off σε μετοχές κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης.
Πρώτον, εάν η ανησυχία για τον πληθωρισμό περιορίσει τον βαθμό στήριξης της νομισματικής ή δημοσιονομικής πολιτικής και οι αποδόσεις των ομολόγων δεν υποχωρήσουν, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμη χαμηλότερες αποτιμήσεις ή ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις στα κέρδη.
Δεύτερον, οι αδυναμίες σε κλάδους, όπως η τεχνολογία της πληροφορίας το 2001 και τα χρηματοοικονομικά το 2008, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ακόμη πιο έντονη πτώση των κερδών και των απιτιμήσεων.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών