H Ostrum AM κρούει τον κώδωνα του κινδύνου...
Ειδικότερα, όπως αναφέρει με άρθρο του ο Stéphane Déo, επικεφαλής στρατηγικής της Ostrum Asset Management, στις 27 Ιανουαρίου, ο οίκος Fitch μετέβαλε την αξιολόγηση της Ελλάδας σε BB+.
Αυτή είναι η έκτη συνεχόμενη αναβάθμιση από τις 30 Ιουνίου 2015, όταν ο οργανισμός πιστοληπτικής αξιολόγησης έκανε την πρώτη αναβάθμιση σε CC.
Ίδια κατεύθυνση και για τον οίκο S&P, από τον οποίο η Ελλάδα είχε υποβαθμιστεί σε CCC.
Ωστόσο, από τις 29 Ιουνίου 2015 η χώρα έχει αναβαθμιστεί επτά φορές, φτάνοντας στο BB+ στις 22 Απριλίου 2022.
Τέλος, η Ελλάδα ήταν Caa3 στον Moody’s την 1η Ιουλίου 2015.
Έκτοτε αναβαθμίστηκε πέντε φορές, φτάνοντας στο Ba3 στις 6 Νοεμβρίου 2020.
Σύμφωνα με την Ostrum Asset Management, οι αναβαθμίσεις συνδέονται με τη σταθεροποίηση της οικονομίας έπειτα από μια σημαντική ελάφρυνση χρέους.
Από το β’ τρίμηνο του 2007, όταν το ελληνικό ΑΕΠ έφτασε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, τα επτά χρόνια που ακολούθησαν η δραστηριότητα συρρικνώθηκε κατά 30%.
Και ενώ οι επιδόσεις της ευρωζώνης την ίδια περίοδο κάθε άλλο παρά ένδοξες ήταν (μηδενική ανάπτυξη), η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας ήταν ακραία.
Ωστόσο, η κατάσταση έχει πλέον σταθεροποιηθεί, και το ελληνικό ΑΕΠ τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αποδώσει ευθυγραμμισμένη με αυτό της Ευρωζώνης.
Στο τελευταίο του «Άρθρο IV», το ΔΝΤ σχολιάζει:
«Η Ελλάδα άντεξε στην πανδημία, παρουσιάζοντας πολύ ισχυρότερη ανάκαμψη από την αναμενόμενη».
Είναι επίσης σημαντικό να υπογραμμιστεί η κολοσσιαία προσπάθεια βελτίωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Το καλύτερο παράδειγμα είναι το επίπεδο των επισφαλών χρεών (μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα) που, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ, είχε φτάσει στο απίστευτο επίπεδο του 47,4% το τρίτο τρίμηνο του 2013.
Το τρίτο τρίμηνο του 2022 ήταν μόλις 6,4%!
Κίνδυνοι-προκλήσεις
Ωστόσο, υπάρχει ένα σημείο που πρέπει να προσεχθεί, λέει η Ostrum AM.
Οι εξωτερικές ανισορροπίες διευρύνονται ξανά.
Αυτή, άλλωστε, ήταν μια από τις κύριες αιτίες της προηγούμενης κρίσης. Το ισοζύγιο πληρωμών έχει ανακάμψει: μεταξύ 2014 και 2019, το έλλειμμα ήταν κατά μέσο όρο μόνο 1,7% του ΑΕΠ.
Όμως η Ελλάδα έπρεπε να απορροφήσει δύο κραδασμούς που επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την εξωτερική ισορροπία.
Πρώτον, την κρίση της Covid, η οποία είχε σημαντικό αντίκτυπο στις τουριστικές ροές, άρα και στο ισοζύγιο των υπηρεσιών, το οποίο μειώθηκε σχεδόν κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες (ppt) του ΑΕΠ.
Στη συνέχεια, η ενεργειακή κρίση που διεύρυνε το έλλειμμα πετρελαίου κατά περισσότερο από 4 π.μ. του ΑΕΠ.
Δημόσια οικονομικά
Η κληρονομιά του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ είναι πολύ βαριά. Υπενθυμίζεται πως είχε φτάσει το 209,5% το πρώτο τρίμηνο του 2021 σύμφωνα με τη Eurostat.
Ωστόσο, η δυναμική είναι ενθαρρυντική.
Το πιο πρόσφατο διαθέσιμο ποσοστό για το τρίτο τρίμηνο του 2022 είναι 178,2%, μια πτώση άνω των 30 μονάδων σε δύο χρόνια, πολύ μακριά από άλλες χώρες.
Η Ελλάδα είναι σίγουρα η χώρα με μακράν το μεγαλύτερο χρέος.
Αλλά είναι επίσης η χώρα με την πιο έντονη πτωτική τροχιά.
Τα ελληνικά δημόσια οικονομικά είναι σε μεγάλο βαθμό απρόσβλητα στις μεταβολές των επιτοκίων, ενώ ο αυξανόμενος πληθωρισμός βελτιώνει τα ονομαστικά έσοδα του προϋπολογισμού.
Είναι πολύ σημαντικό να υπογραμμιστεί επίσης ο μοναδικός χαρακτήρας του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Ο ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) κατέχει περίπου το 55% του δημόσιου χρέους της Ελλάδας και η σταθμισμένη εναπομένουσα διάρκεια των δανείων ESM/EFSF είναι 31 έτη.
Λόγω του χαμηλού επιτοκίου αυτών των δανείων, το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησής τους παραμένει μέτριο.
Επομένως, τα ελληνικά δημόσια οικονομικά είναι σε μεγάλο βαθμό απρόσβλητα από τις μεταβολές των επιτοκίων, ενώ ο αυξανόμενος πληθωρισμός βελτιώνει τα ονομαστικά έσοδα του προϋπολογισμού.
Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον ελληνικό οργανισμό χρέους, η μέση εναπομένουσα διάρκεια ήταν 17,5 έτη το 2022 ενώ το μέσο επιτόκιο ήταν 1,54%.
Δομικές πτυχές
Είναι ενδιαφέρον να δούμε τα στοιχεία ESG από την Ελλάδα.
Υπήρξε μια εξέλιξη, σίγουρα λιγότερο θεαματική σε αυτόν τον τομέα αλλά εξίσου σημαντική.
Η Ελλάδα έχει δείξει πέρα από κάθε λογική ότι το ESG, και συγκεκριμένα το «G», είναι θεμελιώδες στοιχείο για την κατανόηση μιας οικονομίας.
Η αδυναμία του κράτους και η έλλειψη οργάνωσης ήταν μια από τις αιτίες της κατάρρευσης της προηγούμενης δεκαετίας.
Τα πράγματα έχουν αλλάξει, για παράδειγμα με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία έχει αφιερώσει μια «task force» για να βοηθήσει τη χώρα να θέσει σε εφαρμογή ένα σύγχρονο φορολογικό σύστημα.
Η Παγκόσμια Τράπεζα, σε ό,τι αφορά τον δείκτη «starting business», δίνει βαθμολογία 96,0 στην Ελλάδα, 11η χώρα στον κόσμο, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 91,3.
Τελευταίος δείκτης που πρέπει να επισημανθεί είναι ο δείκτης καινοτομίας.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, και εκεί η βελτίωση είναι σαφέστατη για την Ελλάδα, η οποία υστερεί πολύ και συγκλίνει προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Φαίνεται λοιπόν ότι σε μια σειρά από διαρθρωτικούς δείκτες διακυβέρνησης η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο.
Αν και αυτές οι θεμελιώδεις προσπάθειες είναι λιγότερο θεαματικές από τη βελτίωση ορισμένων οικονομικών μεταβλητών, είναι εξίσου σημαντικές μεσοπρόθεσμα, λέει η Ostrum AM.
Η προσαρμογή δεν έχει τελειώσει, η κληρονομιά είναι βαριά.
Το δημόσιο χρέος και η καθαρή εξωτερική θέση παραμένουν τα πιο αρνητικά στην Ευρώπη, με διαφορά.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών