Ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων στις 25 μ.β. τον Μάιο και θα ολοκληρώσει τον κύκλο αύξησης με μια τελευταία αύξηση 25 μ.β. τον Ιούνιο.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η Goldman Sachs μετά από την ανάλυση πολλών σημείων, μεταξύ των οποίων και των ιστορικών, αφήνοντας όμως ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική.
Αυξάνεται η αβεβαιότητα
Οι πρόσφατες τραπεζικές εντάσεις έχουν αυξήσει την αβεβαιότητα γύρω από την ΕΚΤ και τον κύκλο σύσφιξης, καθώς η μείωση του τραπεζικού δανεισμού θα μπορούσε να επιβαρύνει σημαντικά τις οικονομικές προοπτικές.
Ταυτόχρονα, ο υποκείμενος πληθωρισμός παραμένει σταθερά υψηλός στη ζώνη του ευρώ με ανθεκτικές αγορές εργασίας, αυξανόμενη αύξηση των μισθών και ισχυρή δυναμική του πυρήνα του πληθωρισμού.
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ τόνισαν ότι το βασικό πλαίσιο παραμένει για περαιτέρω αυξήσεις, αλλά ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξετάσει τον βαθμό στον οποίο οι τραπεζικές πιέσεις θα επιβαρύνουν την οικονομία.
Η πρόεδρος Lagarde υποστήριξε ότι δεν υπάρχει συμβιβασμός μεταξύ της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, αλλά ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ υποστήριξαν μια προσέγγιση διαχείρισης του κινδύνου με βραδύτερο ρυθμό αυξήσεων.
Ως εκ τούτου, η Goldman Sachs προσπαθεί να αναλύσει την ιστορική αλληλεπίδραση των τραπεζικών πιέσεων, του πληθωρισμού και της πολιτικής της ΕΚΤ.
Τα αποτελέσματά της δείχνουν ότι οι μειώσεις των τραπεζικών μετοχών έχουν ιστορικά αυστηροποιήσει τους όρους τραπεζικού δανεισμού, επιβαρύνει την ανάπτυξη και μειώσει ελαφρώς τον πυρήνα του πληθωρισμού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει συνήθως ανταποκριθεί σε μια πτώση των τραπεζικών μετοχών με χαμηλότερο επιτόκιο καταθέσεων, δεδομένης της συνεπαγόμενης επιβάρυνσης της ανάπτυξης και του πληθωρισμού.
Στη συνέχεια η Goldman Sachs χρησιμοποιεί ένα μακροοικονομικό υπόδειγμα της οικονομίας της ζώνης του ευρώ για να μελετήσει τις επιπτώσεις της τραπεζικής πίεσης και του σταθερού πληθωρισμού για τη βέλτιστη πορεία σύσφιξης.
Έτσι, εξάγει τρία συμπεράσματα:
Πρώτον, μια επιθυμητή νομισματική πολιτική αυξάνει λιγότερο τα επιτόκια εν μέσω τραπεζικής πίεσης καθώς ο χαμηλότερος τραπεζικός δανεισμός επιβραδύνει τη ζήτηση και υποκαθιστά τα υψηλότερα επιτόκια.
Σύμφωνα με το σχόλιο της Προέδρου Lagarde, η τραπεζική πίεση δεν προκαλεί συμβιβασμό μεταξύ της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, καθώς ο χαμηλότερος τραπεζικός δανεισμός μειώνει τόσο την ανάπτυξη όσο και τον πληθωρισμό.
Οι προσομοιώσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν ότι η τραπεζική πίεση που έχει παρατηρηθεί μέχρι στιγμής θα μπορούσε να υποκαταστήσει περίπου μία αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης.
Δεύτερον, η αβεβαιότητα γύρω από τις επιπτώσεις των υψηλότερων επιτοκίων για τους τραπεζικούς ισολογισμούς μπορεί να εισαγάγει μια σκέψη διαχείρισης κινδύνου που θα μπορούσε να συνεπάγεται ακόμη μεγαλύτερη προσοχή.
Τρίτον, οι ανοδικές εκπλήξεις στον πληθωρισμό μπορούν γρήγορα να ανατρέψουν την επιφυλακτικότητα που εισήγαγαν οι τραπεζικές πιέσεις.
Ενώ οι εκτιμήσεις για τη διαχείριση του κινδύνου θα μετριάσουν την αντίδραση στον υψηλότερο πληθωρισμό, ακόμη και οι μέτριες ανοδικές εκπλήξεις στον πληθωρισμό θα υποδείκνυαν υψηλότερο ρυθμό αιχμής από ό,τι πριν από την εμφάνιση των τραπεζικών πιέσεων.
Συνολικά, η ανάλυση υποστηρίζει τη βασική πρόβλεψη ότι οι τραπεζικές εντάσεις θα πείσουν το Διοικητικό Συμβούλιο να επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησης στις 25 μ.β. τον Μάιο και να ολοκληρώσει τον κύκλο αύξησης με μια τελευταία αύξηση 25 μ.β. τον Ιούνιο.
Ωστόσο, μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο είναι αρκετά πιθανή, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική
ΕΚΤ: Αυξήσεις επιτοκίων με τραπεζικές αναταράξεις
Οι προοπτικές της ΕΚΤ έχουν γίνει πιο δύσκολες.
Από τη μία πλευρά, οι πρόσφατες εντάσεις στο τραπεζικό σύστημα θα μπορούσαν να επιβαρύνουν σημαντικά τις οικονομικές προοπτικές μέσω της μείωσης του τραπεζικού δανεισμού.
Οι τελευταίες εκτιμήσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν σημαντικό αλλά διαχειρίσιμο πλήγμα στη δραστηριότητα από τις πιέσεις που έχουν παρατηρηθεί μέχρι στιγμής, της τάξης του 0,3% περίπου στο επίπεδο του ΑΕΠ.
Ωστόσο, η ανάλυσή της υπόκειται σε μεγάλες αβεβαιότητες, καθώς οι αυστηρότερες συνθήκες τραπεζικού δανεισμού είχαν στο παρελθόν εξαιρετικά μη γραμμικές επιδράσεις στην οικονομία.
Για παράδειγμα, οι εκτιμήσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν ότι το πλήγμα στη δραστηριότητα θα μπορούσε να αυξηθεί σε περισσότερο από 1% εάν οι τραπεζικές μετοχές μειώνονταν κατά 15% περαιτέρω από εδώ και πέρα.
Από την άλλη πλευρά, ο υποκείμενος πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πολύ σταθερός.
Οι συνθήκες στην αγορά εργασίας παραμένουν ανθεκτικές παρά την επιβράδυνση της ανάπτυξης, η αύξηση των μισθών συνέχισε να επιταχύνεται και ο πυρήνας του πληθωρισμού εξακολουθεί να κινείται γύρω στο 5-6% σε ετήσια βάση.
Συνεπώς, η πρόβλεψή της για τον πυρήνα του πληθωρισμού είναι αισθητά υψηλότερη από τις τελευταίες εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ, καθώς βλέπει πιο σταθερό πληθωρισμό στον τομέα των υπηρεσιών τους επόμενους μήνες.
Ως αποτέλεσμα, η Goldman Sachs προβλέπει πυρήνα πληθωρισμού 5,1% το 2023, 0,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από την εκτίμηση των εμπειρογνωμόνων τον Μάρτιο.
Ετοιμότητα από την ΕΚΤ
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ σημείωσαν ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα λάβει υπόψη του τον βαθμό στον οποίο οι τραπεζικές πιέσεις επιβαρύνουν την οικονομία, αλλά ότι το βασικό πλαίσιο παραμένει για περαιτέρω αυξήσεις υπό το πρίσμα του σταθερού πληθωρισμού.
Η πρόεδρος Lagarde τόνισε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να στηρίξει τον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως απαιτείται, και ότι δεν υπάρχει συμβιβασμός μεταξύ της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, πράγμα που σημαίνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δεν θα χρειαστεί να αποδεχθεί υψηλότερο πληθωρισμό για να διασφαλίσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Τούτου λεχθέντος, ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ τάχθηκαν υπέρ μιας προσέγγισης διαχείρισης του κινδύνου υπό το πρίσμα των αβεβαιοτήτων γύρω από το τραπεζικό στρες, ζητώντας επιβράδυνση του ρυθμού αυξήσεων.
Η ιστορική συμπεριφορά της ΕΚΤ
Η Goldman Sachs ρίχνει και μια ματιά στην ιστορική αλληλεπίδραση της τραπεζικής πίεσης, του πληθωρισμού και της πολιτικής της ΕΚΤ.
Για τον σκοπό αυτό, εκτιμά ένα στατιστικό υπόδειγμα που αποτυπώνει την κοινή δυναμική της αύξησης του ΑΕΠ, του πυρήνα του πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ, των συνθηκών τραπεζικού δανεισμού, του επιτοκίου καταθέσεων, της παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και των τραπεζικών μετοχών.
Εκτιμά αυτό το υπόδειγμα για τις 9 μεγαλύτερες χώρες της ζώνης του ευρώ με τριμηνιαία στοιχεία από το 1999 έως το 2023 και το χρησιμοποιεί για να διερευνήσει την επίδραση των κλυδωνισμών στις τραπεζικές μετοχές και στον πυρήνα του πληθωρισμού.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι μειώσεις των τραπεζικών μετοχών έχουν ιστορικά περιορίσει τις συνθήκες τραπεζικού δανεισμού, επιβαρύνουν την ανάπτυξη και μειώνουν ελαφρώς τον πυρήνα του πληθωρισμού.
Διαπιστώνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ιστορικά ανταποκριθεί σε μια πτώση των τραπεζικών μετοχών με μείωση του επιτοκίου καταθέσεων, δεδομένης της συνεπαγόμενης επιβάρυνσης της ανάπτυξης και του πληθωρισμού.
Όσον αφορά τα μεγέθη, εκτιμά ότι μια πτώση 15% στις τραπεζικές μετοχές (που αντιστοιχεί σε σοκ μιας τυπικής απόκλισης και είναι παρόμοια με την πτώση που παρατηρήθηκε μετά την εξυγίανση της SVB) ιστορικά μείωσε το πραγματικό ΑΕΠ κατά 0,5%, επιβράδυνε τον πυρήνα του πληθωρισμού κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες και μείωσε το επιτόκιο καταθέσεων κατά περίπου 15 μ.β..
Ταυτόχρονα, διαπιστώνει ότι η ΕΚΤ ιστορικά έχει ανταποκριθεί έντονα στις διαταραχές του πληθωρισμού.
Συγκεκριμένα, διαπιστώνει ότι μια ανοδική έκπληξη 0,3 ποσοστιαίων μονάδων στον πυρήνα του πληθωρισμού (που ισοδυναμεί με σοκ μιας τυπικής απόκλισης) οδήγησε συνήθως το Διοικητικό Συμβούλιο να αυξήσει το επιτόκιο καταθέσεων κατά 30 μονάδες βάσης, παρά την αρνητική επίδραση στα τραπεζικά αποθέματα, τα πρότυπα δανεισμού των τραπεζών και την ανάπτυξη.
Διασταυρώνει αυτές τις εκτιμήσεις με έναν εκτιμώμενο κανόνα Taylor, ο οποίος αποτυπώνει την ιστορική συνάρτηση αντίδρασης του Διοικητικού Συμβουλίου.
Συγκεκριμένα, συσχετίζει τις τριμηνιαίες μεταβολές του επιτοκίου καταθέσεων με τις προοπτικές του πληθωρισμού (που αποτυπώνονται με την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό επτά τριμήνων στην Έρευνα Επαγγελματικών Προβλέψεων), τις μεταβολές του ποσοστού ανεργίας και την καθυστερημένη ποσοστιαία μεταβολή των τραπεζικών μετοχών.
Οι εκτιμήσεις της Goldman Sachs επιβεβαιώνουν ότι το Διοικητικό Συμβούλιο ανταποκρίνεται ιστορικά στις μεταβολές των τραπεζικών μετοχών πέραν των μεταβολών των οικονομικών προοπτικών.
Η αντίδραση αυτή συνάδει με μια προσέγγιση διαχείρισης κινδύνου- δηλαδή, το Διοικητικό Συμβούλιο τείνει να ανταποκρίνεται στις ενδείξεις τραπεζικής πίεσης όχι μόνο στο βαθμό που συμβάλλει στην πληροφόρηση των οικονομικών προοπτικών (που αποτυπώνονται από τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό), αλλά και στις τραπεζικές εντάσεις από μόνες τους.
Επιπλέον, η αντίδραση αυτή είναι ασύμμετρη: η ΕΚΤ τείνει να ανταποκρίνεται περισσότερο στις μειώσεις των τραπεζικών αποθεμάτων παρά στις αυξήσεις, γεγονός που συνάδει με το κίνητρο της διαχείρισης κινδύνου.
Η σχέση με τον πληθωρισμό
Η ιστορική αντίδραση στις τραπεζικές μετοχές είναι και πάλι ποσοτικά μικρότερη από την αντίδραση στον πληθωρισμό.
Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται ότι η παρατηρούμενη πτώση των τραπεζικών μετοχών κατά 15% θα απαιτούσε μείωση του DFR κατά περίπου 20 μ.β., ενώ μια ανοδική έκπληξη 0,3 ποσοστιαίων μονάδων στον πληθωρισμό θα σήμαινε αύξηση κατά 30 μ.β..
Σημειώνεται ότι αυτές οι ιστορικές εκτιμήσεις υπόκεινται σε μια σημαντική επιφύλαξη: η ιστορία της ΕΚΤ είναι σχετικά σύντομη, κυριαρχείται από περιόδους χρηματοπιστωτικής πίεσης και περιπλέκεται από το χαμηλότερο όριο του επιτοκίου πολιτικής από το 2014-2022.
Περισσότερα για το μέλλον
Δεδομένης της πιθανής επιβράδυνσης της ανάπτυξης από τα αυστηρότερα πρότυπα τραπεζικού δανεισμού και της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας γύρω από τις τραπεζικές εντάσεις, η παραπάνω ανάλυση στηρίζει τη βασική πρόβλεψη της Goldman Sachs ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησης στις 25 μ.β. τον Μάιο και θα ολοκληρώσει τον κύκλο αύξησης με μια τελευταία αύξηση 25 μ.β. τον Ιούνιο.
Ωστόσο, μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο είναι αρκετά πιθανή, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική.
www.bankingnews.gr
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η Goldman Sachs μετά από την ανάλυση πολλών σημείων, μεταξύ των οποίων και των ιστορικών, αφήνοντας όμως ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική.
Αυξάνεται η αβεβαιότητα
Οι πρόσφατες τραπεζικές εντάσεις έχουν αυξήσει την αβεβαιότητα γύρω από την ΕΚΤ και τον κύκλο σύσφιξης, καθώς η μείωση του τραπεζικού δανεισμού θα μπορούσε να επιβαρύνει σημαντικά τις οικονομικές προοπτικές.
Ταυτόχρονα, ο υποκείμενος πληθωρισμός παραμένει σταθερά υψηλός στη ζώνη του ευρώ με ανθεκτικές αγορές εργασίας, αυξανόμενη αύξηση των μισθών και ισχυρή δυναμική του πυρήνα του πληθωρισμού.
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ τόνισαν ότι το βασικό πλαίσιο παραμένει για περαιτέρω αυξήσεις, αλλά ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξετάσει τον βαθμό στον οποίο οι τραπεζικές πιέσεις θα επιβαρύνουν την οικονομία.
Η πρόεδρος Lagarde υποστήριξε ότι δεν υπάρχει συμβιβασμός μεταξύ της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, αλλά ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ υποστήριξαν μια προσέγγιση διαχείρισης του κινδύνου με βραδύτερο ρυθμό αυξήσεων.
Ως εκ τούτου, η Goldman Sachs προσπαθεί να αναλύσει την ιστορική αλληλεπίδραση των τραπεζικών πιέσεων, του πληθωρισμού και της πολιτικής της ΕΚΤ.
Τα αποτελέσματά της δείχνουν ότι οι μειώσεις των τραπεζικών μετοχών έχουν ιστορικά αυστηροποιήσει τους όρους τραπεζικού δανεισμού, επιβαρύνει την ανάπτυξη και μειώσει ελαφρώς τον πυρήνα του πληθωρισμού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει συνήθως ανταποκριθεί σε μια πτώση των τραπεζικών μετοχών με χαμηλότερο επιτόκιο καταθέσεων, δεδομένης της συνεπαγόμενης επιβάρυνσης της ανάπτυξης και του πληθωρισμού.
Στη συνέχεια η Goldman Sachs χρησιμοποιεί ένα μακροοικονομικό υπόδειγμα της οικονομίας της ζώνης του ευρώ για να μελετήσει τις επιπτώσεις της τραπεζικής πίεσης και του σταθερού πληθωρισμού για τη βέλτιστη πορεία σύσφιξης.
Έτσι, εξάγει τρία συμπεράσματα:
Πρώτον, μια επιθυμητή νομισματική πολιτική αυξάνει λιγότερο τα επιτόκια εν μέσω τραπεζικής πίεσης καθώς ο χαμηλότερος τραπεζικός δανεισμός επιβραδύνει τη ζήτηση και υποκαθιστά τα υψηλότερα επιτόκια.
Σύμφωνα με το σχόλιο της Προέδρου Lagarde, η τραπεζική πίεση δεν προκαλεί συμβιβασμό μεταξύ της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, καθώς ο χαμηλότερος τραπεζικός δανεισμός μειώνει τόσο την ανάπτυξη όσο και τον πληθωρισμό.
Οι προσομοιώσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν ότι η τραπεζική πίεση που έχει παρατηρηθεί μέχρι στιγμής θα μπορούσε να υποκαταστήσει περίπου μία αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης.
Δεύτερον, η αβεβαιότητα γύρω από τις επιπτώσεις των υψηλότερων επιτοκίων για τους τραπεζικούς ισολογισμούς μπορεί να εισαγάγει μια σκέψη διαχείρισης κινδύνου που θα μπορούσε να συνεπάγεται ακόμη μεγαλύτερη προσοχή.
Τρίτον, οι ανοδικές εκπλήξεις στον πληθωρισμό μπορούν γρήγορα να ανατρέψουν την επιφυλακτικότητα που εισήγαγαν οι τραπεζικές πιέσεις.
Ενώ οι εκτιμήσεις για τη διαχείριση του κινδύνου θα μετριάσουν την αντίδραση στον υψηλότερο πληθωρισμό, ακόμη και οι μέτριες ανοδικές εκπλήξεις στον πληθωρισμό θα υποδείκνυαν υψηλότερο ρυθμό αιχμής από ό,τι πριν από την εμφάνιση των τραπεζικών πιέσεων.
Συνολικά, η ανάλυση υποστηρίζει τη βασική πρόβλεψη ότι οι τραπεζικές εντάσεις θα πείσουν το Διοικητικό Συμβούλιο να επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησης στις 25 μ.β. τον Μάιο και να ολοκληρώσει τον κύκλο αύξησης με μια τελευταία αύξηση 25 μ.β. τον Ιούνιο.
Ωστόσο, μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο είναι αρκετά πιθανή, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική
ΕΚΤ: Αυξήσεις επιτοκίων με τραπεζικές αναταράξεις
Οι προοπτικές της ΕΚΤ έχουν γίνει πιο δύσκολες.
Από τη μία πλευρά, οι πρόσφατες εντάσεις στο τραπεζικό σύστημα θα μπορούσαν να επιβαρύνουν σημαντικά τις οικονομικές προοπτικές μέσω της μείωσης του τραπεζικού δανεισμού.
Οι τελευταίες εκτιμήσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν σημαντικό αλλά διαχειρίσιμο πλήγμα στη δραστηριότητα από τις πιέσεις που έχουν παρατηρηθεί μέχρι στιγμής, της τάξης του 0,3% περίπου στο επίπεδο του ΑΕΠ.
Ωστόσο, η ανάλυσή της υπόκειται σε μεγάλες αβεβαιότητες, καθώς οι αυστηρότερες συνθήκες τραπεζικού δανεισμού είχαν στο παρελθόν εξαιρετικά μη γραμμικές επιδράσεις στην οικονομία.
Για παράδειγμα, οι εκτιμήσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν ότι το πλήγμα στη δραστηριότητα θα μπορούσε να αυξηθεί σε περισσότερο από 1% εάν οι τραπεζικές μετοχές μειώνονταν κατά 15% περαιτέρω από εδώ και πέρα.
Από την άλλη πλευρά, ο υποκείμενος πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πολύ σταθερός.
Οι συνθήκες στην αγορά εργασίας παραμένουν ανθεκτικές παρά την επιβράδυνση της ανάπτυξης, η αύξηση των μισθών συνέχισε να επιταχύνεται και ο πυρήνας του πληθωρισμού εξακολουθεί να κινείται γύρω στο 5-6% σε ετήσια βάση.
Συνεπώς, η πρόβλεψή της για τον πυρήνα του πληθωρισμού είναι αισθητά υψηλότερη από τις τελευταίες εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ, καθώς βλέπει πιο σταθερό πληθωρισμό στον τομέα των υπηρεσιών τους επόμενους μήνες.
Ως αποτέλεσμα, η Goldman Sachs προβλέπει πυρήνα πληθωρισμού 5,1% το 2023, 0,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από την εκτίμηση των εμπειρογνωμόνων τον Μάρτιο.
Ετοιμότητα από την ΕΚΤ
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ σημείωσαν ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα λάβει υπόψη του τον βαθμό στον οποίο οι τραπεζικές πιέσεις επιβαρύνουν την οικονομία, αλλά ότι το βασικό πλαίσιο παραμένει για περαιτέρω αυξήσεις υπό το πρίσμα του σταθερού πληθωρισμού.
Η πρόεδρος Lagarde τόνισε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να στηρίξει τον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως απαιτείται, και ότι δεν υπάρχει συμβιβασμός μεταξύ της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, πράγμα που σημαίνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο δεν θα χρειαστεί να αποδεχθεί υψηλότερο πληθωρισμό για να διασφαλίσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Τούτου λεχθέντος, ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ τάχθηκαν υπέρ μιας προσέγγισης διαχείρισης του κινδύνου υπό το πρίσμα των αβεβαιοτήτων γύρω από το τραπεζικό στρες, ζητώντας επιβράδυνση του ρυθμού αυξήσεων.
Η ιστορική συμπεριφορά της ΕΚΤ
Η Goldman Sachs ρίχνει και μια ματιά στην ιστορική αλληλεπίδραση της τραπεζικής πίεσης, του πληθωρισμού και της πολιτικής της ΕΚΤ.
Για τον σκοπό αυτό, εκτιμά ένα στατιστικό υπόδειγμα που αποτυπώνει την κοινή δυναμική της αύξησης του ΑΕΠ, του πυρήνα του πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ, των συνθηκών τραπεζικού δανεισμού, του επιτοκίου καταθέσεων, της παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και των τραπεζικών μετοχών.
Εκτιμά αυτό το υπόδειγμα για τις 9 μεγαλύτερες χώρες της ζώνης του ευρώ με τριμηνιαία στοιχεία από το 1999 έως το 2023 και το χρησιμοποιεί για να διερευνήσει την επίδραση των κλυδωνισμών στις τραπεζικές μετοχές και στον πυρήνα του πληθωρισμού.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι μειώσεις των τραπεζικών μετοχών έχουν ιστορικά περιορίσει τις συνθήκες τραπεζικού δανεισμού, επιβαρύνουν την ανάπτυξη και μειώνουν ελαφρώς τον πυρήνα του πληθωρισμού.
Διαπιστώνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ιστορικά ανταποκριθεί σε μια πτώση των τραπεζικών μετοχών με μείωση του επιτοκίου καταθέσεων, δεδομένης της συνεπαγόμενης επιβάρυνσης της ανάπτυξης και του πληθωρισμού.
Όσον αφορά τα μεγέθη, εκτιμά ότι μια πτώση 15% στις τραπεζικές μετοχές (που αντιστοιχεί σε σοκ μιας τυπικής απόκλισης και είναι παρόμοια με την πτώση που παρατηρήθηκε μετά την εξυγίανση της SVB) ιστορικά μείωσε το πραγματικό ΑΕΠ κατά 0,5%, επιβράδυνε τον πυρήνα του πληθωρισμού κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες και μείωσε το επιτόκιο καταθέσεων κατά περίπου 15 μ.β..
Ταυτόχρονα, διαπιστώνει ότι η ΕΚΤ ιστορικά έχει ανταποκριθεί έντονα στις διαταραχές του πληθωρισμού.
Συγκεκριμένα, διαπιστώνει ότι μια ανοδική έκπληξη 0,3 ποσοστιαίων μονάδων στον πυρήνα του πληθωρισμού (που ισοδυναμεί με σοκ μιας τυπικής απόκλισης) οδήγησε συνήθως το Διοικητικό Συμβούλιο να αυξήσει το επιτόκιο καταθέσεων κατά 30 μονάδες βάσης, παρά την αρνητική επίδραση στα τραπεζικά αποθέματα, τα πρότυπα δανεισμού των τραπεζών και την ανάπτυξη.
Διασταυρώνει αυτές τις εκτιμήσεις με έναν εκτιμώμενο κανόνα Taylor, ο οποίος αποτυπώνει την ιστορική συνάρτηση αντίδρασης του Διοικητικού Συμβουλίου.
Συγκεκριμένα, συσχετίζει τις τριμηνιαίες μεταβολές του επιτοκίου καταθέσεων με τις προοπτικές του πληθωρισμού (που αποτυπώνονται με την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό επτά τριμήνων στην Έρευνα Επαγγελματικών Προβλέψεων), τις μεταβολές του ποσοστού ανεργίας και την καθυστερημένη ποσοστιαία μεταβολή των τραπεζικών μετοχών.
Οι εκτιμήσεις της Goldman Sachs επιβεβαιώνουν ότι το Διοικητικό Συμβούλιο ανταποκρίνεται ιστορικά στις μεταβολές των τραπεζικών μετοχών πέραν των μεταβολών των οικονομικών προοπτικών.
Η αντίδραση αυτή συνάδει με μια προσέγγιση διαχείρισης κινδύνου- δηλαδή, το Διοικητικό Συμβούλιο τείνει να ανταποκρίνεται στις ενδείξεις τραπεζικής πίεσης όχι μόνο στο βαθμό που συμβάλλει στην πληροφόρηση των οικονομικών προοπτικών (που αποτυπώνονται από τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό), αλλά και στις τραπεζικές εντάσεις από μόνες τους.
Επιπλέον, η αντίδραση αυτή είναι ασύμμετρη: η ΕΚΤ τείνει να ανταποκρίνεται περισσότερο στις μειώσεις των τραπεζικών αποθεμάτων παρά στις αυξήσεις, γεγονός που συνάδει με το κίνητρο της διαχείρισης κινδύνου.
Η σχέση με τον πληθωρισμό
Η ιστορική αντίδραση στις τραπεζικές μετοχές είναι και πάλι ποσοτικά μικρότερη από την αντίδραση στον πληθωρισμό.
Συγκεκριμένα, διαπιστώνεται ότι η παρατηρούμενη πτώση των τραπεζικών μετοχών κατά 15% θα απαιτούσε μείωση του DFR κατά περίπου 20 μ.β., ενώ μια ανοδική έκπληξη 0,3 ποσοστιαίων μονάδων στον πληθωρισμό θα σήμαινε αύξηση κατά 30 μ.β..
Σημειώνεται ότι αυτές οι ιστορικές εκτιμήσεις υπόκεινται σε μια σημαντική επιφύλαξη: η ιστορία της ΕΚΤ είναι σχετικά σύντομη, κυριαρχείται από περιόδους χρηματοπιστωτικής πίεσης και περιπλέκεται από το χαμηλότερο όριο του επιτοκίου πολιτικής από το 2014-2022.
Περισσότερα για το μέλλον
Δεδομένης της πιθανής επιβράδυνσης της ανάπτυξης από τα αυστηρότερα πρότυπα τραπεζικού δανεισμού και της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας γύρω από τις τραπεζικές εντάσεις, η παραπάνω ανάλυση στηρίζει τη βασική πρόβλεψη της Goldman Sachs ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα επιβραδύνει τον ρυθμό αύξησης στις 25 μ.β. τον Μάιο και θα ολοκληρώσει τον κύκλο αύξησης με μια τελευταία αύξηση 25 μ.β. τον Ιούνιο.
Ωστόσο, μια ακόμη αύξηση 50 μ.β. τον Μάιο είναι αρκετά πιθανή, εάν οι εντάσεις στον τραπεζικό τομέα υποχωρήσουν γρήγορα και η οικονομία παραμείνει ανθεκτική.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών