Με επαίνους αλλά και οι προειδοποιήσεις ο ESM...
Τον κώδωνα του κινδύνου για την αναγκαιότητα μείωσης του χρέους και την ενίσχυση της βιωσιμότητάς του, λαμβανομένης υπόψη και της επιδείνωσης που διαπιστώνεται στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, κρούει για την Ελλάδα στην ετήσια έκθεσή του ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM).
Παράλληλα, τονίζει μεν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τραπεζικό κλάδο, αλλά επισημαίνει πως ακόμη πρέπει να γίνουν πολλά, δεδομένου ότι ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPS) παραμένει αυξημένος έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων - κάτι που υποδηλώνει ευπάθειες.
Eιδικότερα, σύμφωνα με τον ESM, «η οικονομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 5,9% το 2022, με την Ελλάδα να ανακάμπτει στα προπανδημικά επίπεδα
Η οικονομία επωφελήθηκε από την ισχυρή αγορά εργασίας, την επιστροφή της τουριστικής δραστηριότητας στα προ Covid επίπεδα και την ώθηση που προέκυψε από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ.
Ο προϋπολογισμός αυξήθηκε στο 0,1% του ΑΕΠ, βελτιούμενος σημαντικά από το -4,7% του ΑΕΠ του 2021.
Η εισπραξιμότητα βελτιώθηκε ρυθμούς ρεκόρ, προσφέροντας στην κυβέρνηση το δημοσιονομικό περιθώριο να παράσχει εκτεταμένη οικονομική στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αυτή η οικονομική ανακούφιση βοήθησε να προστατευθεί η οικονομία από τις επιπτώσεις της υψηλής πληθωριστικής πίεσης.
Η ανάπτυξη και η πληθωριστική πίεση προκάλεσαν μείωση 23 ποσοστιαίων μονάδων στον λόγο δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ - ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυθμός μείωσης που έχει καταγραφεί ποτέ στην ιστορία της ευρωζώνης σε ετήσια βάση.
«Ωστόσο, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών επιδεινώθηκε, δεδομένης της ήδη αδύναμης αφετηρίας» τονίζει ο ESM.
Στη συνέχεια, όπως επισημαίνει ο ESM, «οι χρηματοδοτικές συνθήκες “στενέψαν” κατά τη διάρκεια του έτους λόγω των επιτοκιακών αυξήσεων εκ μέρους της ΕΚΤ, με αποτέλεσμα το spread για την Ελλάδα να αυξηθεί στις 230 μονάδες βάσης, περισσότερο από το διπλάσιο του μέσου όρου του 2021.
Νομισματική πολιτική...
Ωστόσο, οι επενδυτές ενθαρρύνθηκαν από τη δέσμευση της ΕΚΤ να αντιμετωπίσει μη δικαιολογημένες και ασύμμετρες καταστάσεις στην αγορά που αποτελούν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη, μέσω της εισαγωγής του Μέσου Προστασίας Μετάδοσης (TPI).
Σημειώνεται πως οι επιτοκιακές αυξήσεις από την κεντρική τράπεζα δεν επηρεάζουν ιδιαίτερα το ελληνικό χρέος λόγω του ευνοϊκού προφίλ του (η μέση ληκτότητα είναι ιδιαίτερα μακροπρόθεσμη).
Την ίδια στιγμή, το κεφαλαιακό buffer της χώρας παρέμεινε σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών παρέμειναν σε κατάλληλα επίπεδα.
Με τη βοήθεια του σχεδίου εγγυοδοσίας «Ηρακλής» που υποστηρίζεται από την κυβέρνηση και την ισχυρή ζήτηση από τους επενδυτές, οι τράπεζες μείωσαν τον συνολικό λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων σε 8,7%, που όμως παραμένει υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των παλαιών μη εξυπηρετούμενων δανείων που βρίσκονται εκτός των ισολογισμών παραμένει αναδιάρθρωτο, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του πλαισίου ανασυγκρότησης.
Η δραστηριότητα δανεισμού από τις τράπεζες ήταν προσεκτική έως επιφυλακτική, με τον ιδιωτικό δανεισμό προς μηχανισμούς μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών να αυξάνεται κατά 5%.
Ευπάθειες
«Η Ελλάδα εξήλθε από την ενισχυμένη εποπτεία τον Αύγουστο του 2022 επιτυγχάνοντας σημαντική πρόοδο σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων σε ένα ευρύ φάσμα τομέων ο ESM.
Οι μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας για το 2023 δείχνουν αναμενόμενη επιβράδυνση.
Η ανάπτυξη προβλέπεται στο 1,2% το 2023 και ο πληθωρισμός στο 4,5%.
Η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να αποπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις που οφείλονται στον ESM/EFSF τους επόμενους 12 μήνες.
Οι κρατικές αξιολογήσεις της Ελλάδας βελτιώθηκαν καθώς οι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης έφεραν τη χώρα πιο κοντά στην επενδυτική βαθμίδα.
Η ανάλυση του ESM υποδεικνύει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα.
Ωστόσο, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει προκλήσεις για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και την ικανότητα αποπληρωμής του, που πηγάζουν από το υψηλό ακόμη επίπεδο δημόσιου και εξωτερικού χρέους, τα μεγάλα και διευρυνόμενα εξωτερικά ελλείμματα, την αδύναμη αύξηση της παραγωγικότητας και τις ευπάθειες του τραπεζικού τομέα.
Για να μετριάσει αυτές τις προκλήσεις, η Ελλάδα είναι σταθερά προσηλωμένη στη δημοσιονομική σύνεση και την αυστηρή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
www.bankingnews.gr
Παράλληλα, τονίζει μεν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τραπεζικό κλάδο, αλλά επισημαίνει πως ακόμη πρέπει να γίνουν πολλά, δεδομένου ότι ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPS) παραμένει αυξημένος έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων - κάτι που υποδηλώνει ευπάθειες.
Eιδικότερα, σύμφωνα με τον ESM, «η οικονομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 5,9% το 2022, με την Ελλάδα να ανακάμπτει στα προπανδημικά επίπεδα
Η οικονομία επωφελήθηκε από την ισχυρή αγορά εργασίας, την επιστροφή της τουριστικής δραστηριότητας στα προ Covid επίπεδα και την ώθηση που προέκυψε από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ.
Ο προϋπολογισμός αυξήθηκε στο 0,1% του ΑΕΠ, βελτιούμενος σημαντικά από το -4,7% του ΑΕΠ του 2021.
Η εισπραξιμότητα βελτιώθηκε ρυθμούς ρεκόρ, προσφέροντας στην κυβέρνηση το δημοσιονομικό περιθώριο να παράσχει εκτεταμένη οικονομική στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Αυτή η οικονομική ανακούφιση βοήθησε να προστατευθεί η οικονομία από τις επιπτώσεις της υψηλής πληθωριστικής πίεσης.
Η ανάπτυξη και η πληθωριστική πίεση προκάλεσαν μείωση 23 ποσοστιαίων μονάδων στον λόγο δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ - ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυθμός μείωσης που έχει καταγραφεί ποτέ στην ιστορία της ευρωζώνης σε ετήσια βάση.
«Ωστόσο, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών επιδεινώθηκε, δεδομένης της ήδη αδύναμης αφετηρίας» τονίζει ο ESM.
Στη συνέχεια, όπως επισημαίνει ο ESM, «οι χρηματοδοτικές συνθήκες “στενέψαν” κατά τη διάρκεια του έτους λόγω των επιτοκιακών αυξήσεων εκ μέρους της ΕΚΤ, με αποτέλεσμα το spread για την Ελλάδα να αυξηθεί στις 230 μονάδες βάσης, περισσότερο από το διπλάσιο του μέσου όρου του 2021.
Νομισματική πολιτική...
Ωστόσο, οι επενδυτές ενθαρρύνθηκαν από τη δέσμευση της ΕΚΤ να αντιμετωπίσει μη δικαιολογημένες και ασύμμετρες καταστάσεις στην αγορά που αποτελούν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη, μέσω της εισαγωγής του Μέσου Προστασίας Μετάδοσης (TPI).
Σημειώνεται πως οι επιτοκιακές αυξήσεις από την κεντρική τράπεζα δεν επηρεάζουν ιδιαίτερα το ελληνικό χρέος λόγω του ευνοϊκού προφίλ του (η μέση ληκτότητα είναι ιδιαίτερα μακροπρόθεσμη).
Την ίδια στιγμή, το κεφαλαιακό buffer της χώρας παρέμεινε σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών παρέμειναν σε κατάλληλα επίπεδα.
Με τη βοήθεια του σχεδίου εγγυοδοσίας «Ηρακλής» που υποστηρίζεται από την κυβέρνηση και την ισχυρή ζήτηση από τους επενδυτές, οι τράπεζες μείωσαν τον συνολικό λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων σε 8,7%, που όμως παραμένει υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των παλαιών μη εξυπηρετούμενων δανείων που βρίσκονται εκτός των ισολογισμών παραμένει αναδιάρθρωτο, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή του πλαισίου ανασυγκρότησης.
Η δραστηριότητα δανεισμού από τις τράπεζες ήταν προσεκτική έως επιφυλακτική, με τον ιδιωτικό δανεισμό προς μηχανισμούς μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών να αυξάνεται κατά 5%.
Ευπάθειες
«Η Ελλάδα εξήλθε από την ενισχυμένη εποπτεία τον Αύγουστο του 2022 επιτυγχάνοντας σημαντική πρόοδο σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων σε ένα ευρύ φάσμα τομέων ο ESM.
Οι μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας για το 2023 δείχνουν αναμενόμενη επιβράδυνση.
Η ανάπτυξη προβλέπεται στο 1,2% το 2023 και ο πληθωρισμός στο 4,5%.
Η Ελλάδα διατηρεί την ικανότητα να αποπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις που οφείλονται στον ESM/EFSF τους επόμενους 12 μήνες.
Οι κρατικές αξιολογήσεις της Ελλάδας βελτιώθηκαν καθώς οι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης έφεραν τη χώρα πιο κοντά στην επενδυτική βαθμίδα.
Η ανάλυση του ESM υποδεικνύει χαμηλούς κινδύνους βραχυπρόθεσμα.
Ωστόσο, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει προκλήσεις για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και την ικανότητα αποπληρωμής του, που πηγάζουν από το υψηλό ακόμη επίπεδο δημόσιου και εξωτερικού χρέους, τα μεγάλα και διευρυνόμενα εξωτερικά ελλείμματα, την αδύναμη αύξηση της παραγωγικότητας και τις ευπάθειες του τραπεζικού τομέα.
Για να μετριάσει αυτές τις προκλήσεις, η Ελλάδα είναι σταθερά προσηλωμένη στη δημοσιονομική σύνεση και την αυστηρή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών