Το νέο κοινοβούλιο θα αποτελείται από οκτώ κόμματα, λέει η DBRS Morningstar...
Στις προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να διασφαλιστούν προκειμένου το ελληνικό αξιόχρεο να ανακτήσει καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας αναφέρεται με ανάλυσή του ο καναδικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS Morningstar.
Eιδικότερα, «Μετά τις γενικές εκλογές της 25ης Ιουνίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ορκίστηκε πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Οι κάλπες επιβεβαίωσαν το ισχυρό προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας.
Με όλες σχεδόν τις ψήφους καταμετρημένες, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας του Μητσοτάκη κέρδισε το 40,55% των ψήφων (έναντι 39,85% στις εκλογές του 2019), ακολουθούμενο από τον ΣΥΡΙΖΑ, που συγκέντρωσε το 17,84% (31,53%), το ΠΑΣΟΚ 11,85% (8,10%), το ΚΚΕ
7,69% (5,30%), οι Σπαρτιάτες 4,64%, η Ελληνική Λύση 4,44% (3,7%), Νίκη 3,69% και Πλεύση Ελευθερίας 3,17%.
Το νέο κοινοβούλιο θα αποτελείται από οκτώ κόμματα.
Το νέο εκλογικό σύστημα επιβράβευσε τη ΝΔ με μπόνους, που είχε ως αποτέλεσμα μια άνετη πλειοψηφία 158 κοινοβουλευτικών εδρών στο ελληνικό κοινοβούλιο και μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση, με τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να χάνει 38 έδρες».
Σύμφωνα με τον οίκο, τα τρία βασικά συμπεράσματα που εξάγονται από τις εκλογές έχουν ως εξής:
(1) Η Νέα Δημοκρατία διατηρεί ισχυρό προβάδισμα και εξασφαλίζει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, εκλέγοντας τον ίδιο αριθμό βουλευτών με τις εκλογές του Ιουλίου 2019
(2) Ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπέστη μεγάλες απώλειες σε σύγκριση με τις εκλογές του Ιουλίου 2019, με το ποσοστό του να πέφτει από 31,53% των ψήφων στο 17,84%.
(3) Το νέο κοινοβούλιο θα είναι πιο κατακερματισμένο, αποτελούμενο από οκτώ κόμματα, έναντι έξι την περίοδο 2019-2023 , και με αξιοσημείωτη παρουσία ακροδεξιών κομμάτων.
Εκλογικά αποτελέσματα
Σύμφωνα με την DBRS, τα εκλογικά αποτελέσματα πιθανότατα επιφυλάσσουν άλλη μία περίοδο σταθερότητας στην Ελλάδα και θα εξασφαλίσουν τη συνέχεια της πολιτικής, επιτρέποντας στη νέα κυβέρνηση να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.
Η νέα κυβέρνηση θα παράσχει νομοθετική σταθερότητα, σε μια εποχή που η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί τα κονδύλια της ΕΕ για να ενισχύσει τις οικονομικές προοπτικές της.
Επιπλέον, οι μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας και δικαιοσύνης, η μείωση των ανισοτήτων και ο καθορισμός νέων πολιτικών για την αντιμετώπιση της δημογραφικής γήρανσης - συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης ενός νέου Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας αφιερωμένου στο δημογραφικό ζήτημα - φαίνεται να βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα της νέας κυβέρνησης.
Ωστόσο, η νέα ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει ζητήματα που σχετίζονται με το υψηλό χρέος του δημόσιου τομέα, τα ακόμη υψηλά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και το υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Επιπλέον, το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο διευρύνθηκε περαιτέρω και θα απαιτήσει πρόσθετες βελτιώσεις σε παράγοντες όπως η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας, προκειμένου να μετριαστεί.
«Μετά από χρόνια υψηλών δαπανών λόγω της πανδημίας COVID-19 και της ενεργειακής κρίσης, η πιθανή επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ το 2024 θα απαιτήσει δημοσιονομική πειθαρχία σε μια εποχή αυστηρότερων οικονομικών συνθηκών.
Θεωρούμε ότι η συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, μέσα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας, θα συμβάλλουν στη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας» καταλήγει ο καναδικός οίκος.
www.bankingnews.gr
Eιδικότερα, «Μετά τις γενικές εκλογές της 25ης Ιουνίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ορκίστηκε πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Οι κάλπες επιβεβαίωσαν το ισχυρό προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας.
Με όλες σχεδόν τις ψήφους καταμετρημένες, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας του Μητσοτάκη κέρδισε το 40,55% των ψήφων (έναντι 39,85% στις εκλογές του 2019), ακολουθούμενο από τον ΣΥΡΙΖΑ, που συγκέντρωσε το 17,84% (31,53%), το ΠΑΣΟΚ 11,85% (8,10%), το ΚΚΕ
7,69% (5,30%), οι Σπαρτιάτες 4,64%, η Ελληνική Λύση 4,44% (3,7%), Νίκη 3,69% και Πλεύση Ελευθερίας 3,17%.
Το νέο κοινοβούλιο θα αποτελείται από οκτώ κόμματα.
Το νέο εκλογικό σύστημα επιβράβευσε τη ΝΔ με μπόνους, που είχε ως αποτέλεσμα μια άνετη πλειοψηφία 158 κοινοβουλευτικών εδρών στο ελληνικό κοινοβούλιο και μια κατακερματισμένη αντιπολίτευση, με τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να χάνει 38 έδρες».
Σύμφωνα με τον οίκο, τα τρία βασικά συμπεράσματα που εξάγονται από τις εκλογές έχουν ως εξής:
(1) Η Νέα Δημοκρατία διατηρεί ισχυρό προβάδισμα και εξασφαλίζει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, εκλέγοντας τον ίδιο αριθμό βουλευτών με τις εκλογές του Ιουλίου 2019
(2) Ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπέστη μεγάλες απώλειες σε σύγκριση με τις εκλογές του Ιουλίου 2019, με το ποσοστό του να πέφτει από 31,53% των ψήφων στο 17,84%.
(3) Το νέο κοινοβούλιο θα είναι πιο κατακερματισμένο, αποτελούμενο από οκτώ κόμματα, έναντι έξι την περίοδο 2019-2023 , και με αξιοσημείωτη παρουσία ακροδεξιών κομμάτων.
Εκλογικά αποτελέσματα
Σύμφωνα με την DBRS, τα εκλογικά αποτελέσματα πιθανότατα επιφυλάσσουν άλλη μία περίοδο σταθερότητας στην Ελλάδα και θα εξασφαλίσουν τη συνέχεια της πολιτικής, επιτρέποντας στη νέα κυβέρνηση να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.
Η νέα κυβέρνηση θα παράσχει νομοθετική σταθερότητα, σε μια εποχή που η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί τα κονδύλια της ΕΕ για να ενισχύσει τις οικονομικές προοπτικές της.
Επιπλέον, οι μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας και δικαιοσύνης, η μείωση των ανισοτήτων και ο καθορισμός νέων πολιτικών για την αντιμετώπιση της δημογραφικής γήρανσης - συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης ενός νέου Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας αφιερωμένου στο δημογραφικό ζήτημα - φαίνεται να βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα της νέας κυβέρνησης.
Ωστόσο, η νέα ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει ζητήματα που σχετίζονται με το υψηλό χρέος του δημόσιου τομέα, τα ακόμη υψηλά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και το υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Επιπλέον, το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο διευρύνθηκε περαιτέρω και θα απαιτήσει πρόσθετες βελτιώσεις σε παράγοντες όπως η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας, προκειμένου να μετριαστεί.
«Μετά από χρόνια υψηλών δαπανών λόγω της πανδημίας COVID-19 και της ενεργειακής κρίσης, η πιθανή επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ το 2024 θα απαιτήσει δημοσιονομική πειθαρχία σε μια εποχή αυστηρότερων οικονομικών συνθηκών.
Θεωρούμε ότι η συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, μέσα σε ένα πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας, θα συμβάλλουν στη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας» καταλήγει ο καναδικός οίκος.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών