Τι εκτιμά η Morgan Stanley για τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες...
Συναντήσεις με 30 επενδυτές στην Ευρώπη, στο πλαίσια του συνεδρίου «European Financials Conference», που διοργάνωσαν την περασμένη εβδομάδα, είχαν τα στελέχη της αμερικανικής τράπεζας Morgan Stanley.
Το γενικό κλίμα κρίνεται θετικό (θετικές προοπτικές ανάπτυξης δανείων, NII, ποιότητα περιουσιακών στοιχείων και απόδοση κεφαλαίου), με τις ελληνικές τράπεζες να αποτελούν το αγαπημένο στοίχημα του επενδυτικού οίκου.
Όπως επισημαίνει, «Οι επενδυτές συνεχίζουν να καλοβλέπουν τις ελληνικές τράπεζες λόγω των χαμηλών αποτιμήσεών τους, των θετικών προοπτικών ανάπτυξης, των ευνοϊκών μακροοικονομικών δεδομένων και της απόδοσης κεφαλαίου».
Υπάρχει, όμως, ένα δολοφονικό «αλλά»: τα περιθώρια κέρδους... που αναμένεται να υποχωρήσουν.
Οι επιμέρους εκτιμήσεις
Αlpha Bank: Η διοίκηση αναμένει μείωση -5% σε ετήσια βάση στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) κυρίως λόγω του υψηλότερου beta καταθέσεων και της στροφής από τις τρέχουσες στις προθεσμιακές καταθέσεις.
Ωστόσο, σύμφωνα με την τράπεζα αυτή είναι μια συντηρητική υπόθεση, δεδομένου ότι τους πρώτους δύο μήνες του 2024, η τράπεζα δεν έχει δει σημαντική μετατόπιση στο μείγμα καταθέσεων.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, κάθε αύξηση 2% στο beta καταθέσεων μεταφράζεται σε αύξηση στο κόστος τόκων κατά ~24 εκατ. ευρώ.
Το σχετικά χαμηλό ποσοστό των προθεσμιακών καταθέσεων μπορεί να εξηγηθεί κυρίως από το μεγάλο μερίδιο των καταθέσεων μικρού μεγέθους στην καταθετική βάση της Alpha.
Η τράπεζα τόνισε επίσης ότι η Alpha δεν έχει σημαντική διατραπεζική δανειακή θέση, πράγμα που σημαίνει ότι τα περιθώρια κέρδους της τράπεζας δεν θα επηρεαστούν τόσο όσο οι άλλες ελληνικές τράπεζες όταν ξεκινήσει ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων.
Ως προς τα δάνεια, η εταιρεία τόνισε ότι παρά τον έντονο ανταγωνισμό για εταιρικά δάνεια, η τράπεζα δεν έχει συμβιβαστεί με τα spreads των εταιρικών δανείων, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα χάσει κάποια θέση στην αγορά σε νέες εκδόσεις.
Στο μέλλον, η τράπεζα αναμένει αυξητική πίεση στα spreads των εταιρικών δανείων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση, ο υψηλότερος όγκος δεν θα συμβάλλει σημαντικά στα αποτελέσματα χρήσης.
Ωστόσο, η διοίκηση σημείωσε ότι η ανάκαμψη των οργανικών ενυπόθηκων δανείων θα μπορούσε να επηρεάσει το κλίμα της αγοράς, αποδεικνύοντας ότι θα αποτελέσει θετικό καταλύτη για τις τράπεζες. Μιλώντας για την ελληνική αγορά στεγαστικών δανείων, η Alpha Bank εντόπισε την έλλειψη προσφοράς που να ανταποκρίνεται στη ζήτηση ως τον κύριο μοχλό αύξησης των τιμών των ακινήτων το 2023.
Για τις διανομές μερισμάτων και κεφαλαίου, η τράπεζα αναφέρθηκε στη συνέχιση της σταθερότητας και σε μια πιθανή ομαλοποίηση στην ποιότητα του ενεργητικού ως καταλύτη για τη χαλάρωση των διανομών κεφαλαίου.
Η τράπεζα σχεδιάζει δείκτη διανομής άνω του 25% της κεφαλαιοποίησής της μεταξύ 2024-26.
Η διοίκηση υπογράμμισε ότι στο μέλλον, οι επενδυτές μπορούν να αναμένουν μερίσματα σε μετρητά, καθώς και δυνατότητες για επαναγορές μετοχών.
Στο θέμα των συγχωνεύσεων και εξαγορών, η διοίκηση υπογράμμισε την ισχυρή ενοποίηση του ελληνικού τραπεζικού τομέα ως εμπόδιο για τη δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών. Αν μη τι άλλο, η τράπεζα θα επιδιώξει να επενδύσει σε επιχειρήσεις διαχείρισης περιουσίας στην Ελλάδα.
Σε σχέση με την ποιότητα ενεργητικού, η τράπεζα αναμένει μια θετική επίδραση δεύτερης τάξης από τις μειώσεις των επιτοκίων στο κόστος του κινδύνου.
Η ποιότητα του ενεργητικού υποστηρίζεται επίσης από το πάγωμα στα επιτόκια των ενυπόθηκων δανείων που καθιέρωσαν οι τράπεζες σε συνεργασία με την κυβέρνηση (πλαφόν στο 2,8% EURIBOR).
Αν και αυτό το πρόγραμμα πρόκειται να λήξει τον Απρίλιο, η προσδοκία της διοίκησης της Alpha Bank είναι ότι θα παραταθεί για ένα ακόμη έτος.
Για το χαρτοφυλάκιο των NPEs στον ισολογισμό, η εταιρεία ανέφερε ότι προτεραιότητα θα είναι η μείωση οργανικά.
Η τράπεζα βλέπει πιθανή άνοδο της καθοδήγησης της για το cost of risk.
Η τράπεζα φιλοδοξεί να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στην Κύπρο, μετά την Τράπεζα Κύπρου και την Ελληνική Τράπεζα (μετά την ενοποίηση της Eurobank).
Η κύρια στρατηγική της θα είναι η επέκταση της χονδρικής πίστωσης, καθώς και η αξιοποίηση της θέσης της στο Λονδίνο και στην Αθήνα από την πλευρά της διαχείρισης περιουσίας, επεκτείνοντας τις υπηρεσίες περιουσίας της στην Κύπρο.
Το μερίδιο αγοράς της τράπεζας στην Κύπρο ανέρχεται σήμερα σε περίπου 5%.
Eurobank: Ως προς τα περιθώρια κερδών, η ομάδα διαχείρισης μίλησε για πιέσεις στις τιμές των εταιρικών δανείων λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού.
Τα επόμενα 3 χρόνια, η εταιρεία προβλέπει συρρίκνωση των εταιρικών περιθωρίων κατά 50 μονάδες βάσης, η οποία, σύμφωνα με τη διοίκηση, είναι μια σχετικά συντηρητική υπόθεση.
Ως προς τα δάνεια και σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις, η Eurobank τόνισε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ίσο μερίδιο αγοράς στον εταιρικό δανεισμό.
Ωστόσο, σύμφωνα με την εταιρεία, η ζήτηση για εταιρικά δάνεια θα είναι αρκετά υψηλή στην Ελλάδα ώστε όλες οι τράπεζες να δουν αξιοπρεπή ανάπτυξη και να μην κάνουν συμβιβασμούς στα περιθώρια κέρδους για να προσελκύσουν νέες επιχειρήσεις.
Παρά τις συχνές συζητήσεις για επαναφορά των δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών, η Eurobank τόνισε ότι δεν εντάσσουν αυτή την προαιρετική δυνατότητα στο επιχειρηματικό τους σχέδιο.
Σύμφωνα με την εταιρεία και πρόκειται κυρίως για δάνεια λιανικής και όχι για εταιρικά, η αναμενόμενη αξία αυτών των δανείων είναι ~20 δισ. ευρώ.
Αυτή η ανοδική πορεία είναι απίθανο να πραγματοποιηθεί το 2024, αλλά θα μπορούσε να είναι μια πιθανή προαιρετική επιλογή το 2025 και μετά.
Σε ό,τι αφορά τη συνέργεια με την ελληνική τράπεζα, υπάρχει δυνητική υπεραξία στην Eurobank για το 2024-2026, αν συμπεριληφθούν οι συνέργειες, όπως: α) Κόστος, β) Συνέργειες από την αξιοποίηση της πλεονάζουσας ρευστότητας, γ) Συνέργειες εσόδων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση, στόχος της Eurobank είναι να αποκτήσει ποσοστό άνω του 55% στην Ελληνική Τράπεζα στο μέλλον.
Η εταιρεία συνεχίζει να θεωρεί την Ελλάδα, την Κύπρο και τη Βουλγαρία ως τις βασικές αγορές της και δεν στοχεύει σε περαιτέρω επέκταση για να γίνει παγκόσμιος παίκτης.
Από την προοπτική της ιδιωτικής τραπεζικής, η εταιρεία θα ήθελε να αναπτύξει το δίκτυό της για να ξεπεράσει αυτές τις 3 βασικές αγορές (αναφορά σε Νότια Ευρώπη, Ισραήλ).
Η διοικητικής ομάδα μέχρι το 2026 αναμένει να πραγματοποιεί περίπου το 50% των εσόδων τους στην Ελλάδα και το υπόλοιπο εκτός.
Οι ευκαιρίες της τράπεζας βρίσκονται σε συναλλαγές εξαγορών και συγχωνεύσεων, παράλληλα με την ανάπτυξη που παρατηρείται στην Ελλάδα.
Αυτό θα πρέπει να τους βοηθήσει να επιτύχουν τους στόχους του επιχειρηματικού τους σχεδίου (ή να τους υπερβούν).
Για τα κεφάλαια, η τράπεζα θα έχει την ευκαιρία να επιτύχει την αύξηση των κερδών της και σχεδιάζει να εκδώσει 1,1 δισ. ευρώ ανώτερου προνομιούχου χρέους το 2024 σε 2 εκδόσεις (β’ τρίμηνο και β’ εξάμηνο 2024).
Όσον αφορά την αξιοποίηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου, η Eurobank καθοδήγησε σε έως και 20 μ.β. επίπτωση στο κεφάλαιο από την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας. Η τράπεζα σχεδιάζει να αξιοποιήσει το υπόλοιπο του πλεονάζοντος κεφαλαίου με: 1) επιτάχυνση της αύξησης του ενεργητικού, 2) περαιτέρω επιτάχυνση της διανομής μερισμάτων και 3) συγχωνεύσεις και εξαγορές.
Όσον αφορά τα μερίσματα, η Eurobank σχεδιάζει να αυξήσει σταδιακά τη διανομή τους προς το 50%.
Αναφορικά με το DTC, το οποίο η τράπεζα αποσβένει γραμμικά (περίπου 200 εκατ. ευρώ ετησίως), η τελική λήξη των DTCs στον ισολογισμό των τραπεζών αναμένεται να συμβεί το 2041.
Μέχρι το τέλος του 2026, η τράπεζα δεν αναμένει τα DTCs να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 28% του CET1.
Η τράπεζα βλέπει ανοδική πορεία στις προβλέψεις της, η οποία θα οδηγηθεί από 1) την Ελληνική Τράπεζα και τις συνέργειες κόστους και εσόδων, 2) το χαμηλότερο δείκτη COR και 3) χαμηλότερη συμπίεση στα εταιρικά spreads.
Αυτό θα σήμαινε άνοδο του στόχου της τράπεζας για τον δείκτη ROTE στο 13% για το 2026.
ΕΤΕ: Τα στελέχη της Εθνικής Τράπεζας, όπως αναφέρει η Morgan Stanley, ρωτήθηκαν σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης δανείων PE (+7% 2023- 2026 CAGR).
Σύμφωνα με όσα υποστήριξαν, η χαμηλή διείσδυση των πιστώσεων, σε συνδυασμό με την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ, θα υποστηρίξουν την ισχυρή αύξηση των δανείων τα επόμενα χρόνια.
Η τράπεζα βλέπει έντονα σημάδια ζήτησης και πιστεύει ότι η αύξηση των δανείων θα οδηγηθεί από ένα εταιρικό CAGR 9%, ενώ από το 2025 και μετά αναμένει ότι η αύξηση των δανείων λιανικής θα επιταχυνθεί.
Tα στελέχη της ελληνικής τράπεζας συζήτησαν επίσης για την υποτονική ζήτηση στην αγορά στεγαστικών δανείων, λέγοντας ότι αυτό σχετίζεται με την έλλειψη διαθέσιμης στέγης.
Αυτό, ωστόσο, οδηγεί σε υψηλότερες τιμές, που κατά συνέπεια προσελκύουν επενδύσεις σε νέες κατοικίες - κάτι που τελικά σημαίνει ότι η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια θα αυξηθεί.
Σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό, η Εθνική ανέφερε ότι παρατηρείται έντονος ανταγωνισμός από την πλευρά της προέλευσης των δανείων, ο οποίος οδήγησε στη συμπίεση των εταιρικών περιθωρίων (μείωση κατά 20 μονάδες βάσης το 2023).
Αυτό ώθησε την Εθνική να ενσωματώσει στις οδηγίες της μια συντηρητική υπόθεση 100% μετακύλισης των μειώσεων επιτοκίων.
Από την άλλη πλευρά, ο ανταγωνισμός από την πλευρά των καταθέσεων είναι πιο περιορισμένος, πράγμα που σημαίνει ότι τα beta έχουν διατηρηθεί υπό έλεγχο.
Σε σχέση με τα NII, η Εθνική πιστεύει ότι θα μπορέσει να διατηρήσει επίπεδα παρόμοια με αυτά του 2023 έως το 2026, αν και ελαφρώς χαμηλότερα.
Αυτό επιτυγχάνεται από την αύξηση του όγκου των καταθέσεων, το χαμηλό beta καταθέσεων που οδηγεί σε ευνοϊκό κόστος χρηματοδότησης, τις προσπάθειες της Εθνικής να αυξήσει τα πάγια στοιχεία ενεργητικού (όπως τα πάγια στεγαστικά δάνεια 5 ετών) και τη μείωση του κόστους αντιστάθμισης.
Σε ό,τι αφορά το κόστος κινδύνου, η τράπεζα βλέπει περαιτέρω περιθώρια βελτίωσης, μέσω της μείωσης του κόστους προσωπικού και του εξορθολογισμού των υποκαταστημάτων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση, η πρόβλεψή της για το 2026 για κόστος κινδύνου χαμηλότερο από τις 50 μ.β. είναι συντηρητική, λαμβάνοντας υπόψη το πόσο καλά εφοδιασμένη είναι η τράπεζα, με καλύψεις σταδίου 1-3 (δάνεια μη εξυπηρετούμενα) πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η τράπεζα πιστεύει ότι είναι σε θέση να ανταγωνιστεί με κόστος κινδύνου κάτω από τις αντίστοιχες εταιρείες λόγω του εσωτερικού βραχίονα εξυπηρέτησης.
Για τη διανομή μερισμάτω και κεφαλαίου, η ΕΤΕ επανέλαβε την πρόθεσή της να διανείμει μερίσματα φέτος από τα κέρδη του 2023 και το επόμενο έτος να αυξήσει τη διανομή μερισμάτων για να συγκλίνει με τις ευρωπαϊκές εταιρείες.
Επισήμανε, επίσης, ότι η ικανότητά της να διανέμει μερίσματα περιορίζεται από τις κανονιστικές εγκρίσεις. Η τράπεζα θα επιδιώξει επίσης άλλους τρόπους για να ενισχύσει την αμοιβή του κεφαλαίου, όπως επαναγορές.
Τράπεζα Πειραιώς: Σε ό,τι αφορά τα δάνεια, η ελληνική τράπεζα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τους ομοτίμους για να επωφεληθεί από την αύξησή τους με γνώμονα το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF), δεδομένων των βαθιών πελατειακών σχέσεων της τράπεζας.
Ωστόσο, η τράπεζα τόνισε επίσης ότι το κύριο όφελος των κεφαλαίων του RRF είναι το trickle down effect, με τα κεφάλαια να αποτελούν παράγοντα και όχι κινητήρια δύναμη για την αύξηση των δανείων.
Για να το καταδείξει αυτό, από τα 1,6 δισ. ευρώ της πιστωτικής επέκτασης το 2023, τα 300 εκατ. ευρώ ήταν RRF που αφορούσαν επιχειρηματικά δάνεια.
Σε ό,τι αφορά την αγορά λιανικής, η Πειραιώς αναμένει περιορισμένη ανάπτυξη.
Η εταιρεία σημείωσε ότι η πλειονότητα των αγορών κατοικιών βασίζεται σε ίδια κεφάλαια έναντι στεγαστικών δανείων.
Η τράπεζα μίλησε επίσης για την ευκαιρία πιστωτικής ανάπτυξης από τα reperforming δάνεια, τα οποία θα μπορούσαν να ανέλθουν ως και 30 δισ. ευρώ για το σύνολο του τομέα.
Τα χαμηλά beta καταθέσεων της Πειραιώς έχουν υποστηριχθεί από τη σταθερή καταθετική της βάση και πιστεύει ότι στο μέλλον μπορεί να υπερασπιστεί το μείγμα καταθέσεων της.
Ωστόσο, στην καθοδήγηση, η τράπεζα αναμένει συντηρητικά μια αύξηση των beta καταθέσεων, καθώς και μια υψηλότερη στροφή προς τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Η Τράπεζα Πειραιώς αναμένει beta καταθέσεων στο 20% περίπου το 2024 και περίπου 25-27% το 2025-2026 από 13% το 2023.
Αναφορικά με τα κίνητρα αποζημίωσης της ανώτατης διοίκησης, αυτά, σύμφωνα με την εταιρεία, εξαρτώνται από 1) τις αποδόσεις, 2) τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων, 3) τους όγκους βιώσιμης χρηματοδότησης και 4) τον δείκτη κόστους προς έσοδα C/I.
Η Τράπεζα Πειραιώς εγκαινιάζει την ψηφιακή της τράπεζα, Snappi, στην οποία η τράπεζα προσανατολίζεται να δαπανήσει επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ ετησίως.
Η Snappi θα έχει ευρωπαϊκή τραπεζική άδεια, οπότε η Πειραιώς θα μπορεί να αναπτύξει το πρόγραμμα γρήγορα στην Ελλάδα και στη συνέχεια να προχωρήσει στην Ευρώπη.
Για την διανομή κεφαλαίου, δεδομένης της καθοδήγησης για οργανική δημιουργία καθαρών κερδών ύψους 1 δισ. ευρώ, υπάρχει περαιτέρω άνοδος στις υποθέσεις για τη διανομή μερίσματος.
Αναμένεται ότι η γενική συνέλευση των μετόχων θα επικυρώσει το μέρισμα του 2023 έως τον Ιούνιο. Μέχρι το 2026, αναμένεται να παρουσιάσει απόδοση περίπου 12% (μη προσαρμοσμένη) και περίπου 14% προσαρμοσμένη για το πλεονάζον κεφάλαιο.
Τα DTCs αντιπροσωπεύουν επί του παρόντος το 76% του CET1 της εταιρείας και η τράπεζα εκτιμά ότι θα φτάσουν περίπου το 45% έως το 2026.
www.bankingnews.gr
Το γενικό κλίμα κρίνεται θετικό (θετικές προοπτικές ανάπτυξης δανείων, NII, ποιότητα περιουσιακών στοιχείων και απόδοση κεφαλαίου), με τις ελληνικές τράπεζες να αποτελούν το αγαπημένο στοίχημα του επενδυτικού οίκου.
Όπως επισημαίνει, «Οι επενδυτές συνεχίζουν να καλοβλέπουν τις ελληνικές τράπεζες λόγω των χαμηλών αποτιμήσεών τους, των θετικών προοπτικών ανάπτυξης, των ευνοϊκών μακροοικονομικών δεδομένων και της απόδοσης κεφαλαίου».
Υπάρχει, όμως, ένα δολοφονικό «αλλά»: τα περιθώρια κέρδους... που αναμένεται να υποχωρήσουν.
Οι επιμέρους εκτιμήσεις
Αlpha Bank: Η διοίκηση αναμένει μείωση -5% σε ετήσια βάση στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) κυρίως λόγω του υψηλότερου beta καταθέσεων και της στροφής από τις τρέχουσες στις προθεσμιακές καταθέσεις.
Ωστόσο, σύμφωνα με την τράπεζα αυτή είναι μια συντηρητική υπόθεση, δεδομένου ότι τους πρώτους δύο μήνες του 2024, η τράπεζα δεν έχει δει σημαντική μετατόπιση στο μείγμα καταθέσεων.
Σύμφωνα με την Alpha Bank, κάθε αύξηση 2% στο beta καταθέσεων μεταφράζεται σε αύξηση στο κόστος τόκων κατά ~24 εκατ. ευρώ.
Το σχετικά χαμηλό ποσοστό των προθεσμιακών καταθέσεων μπορεί να εξηγηθεί κυρίως από το μεγάλο μερίδιο των καταθέσεων μικρού μεγέθους στην καταθετική βάση της Alpha.
Η τράπεζα τόνισε επίσης ότι η Alpha δεν έχει σημαντική διατραπεζική δανειακή θέση, πράγμα που σημαίνει ότι τα περιθώρια κέρδους της τράπεζας δεν θα επηρεαστούν τόσο όσο οι άλλες ελληνικές τράπεζες όταν ξεκινήσει ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων.
Ως προς τα δάνεια, η εταιρεία τόνισε ότι παρά τον έντονο ανταγωνισμό για εταιρικά δάνεια, η τράπεζα δεν έχει συμβιβαστεί με τα spreads των εταιρικών δανείων, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα χάσει κάποια θέση στην αγορά σε νέες εκδόσεις.
Στο μέλλον, η τράπεζα αναμένει αυξητική πίεση στα spreads των εταιρικών δανείων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση, ο υψηλότερος όγκος δεν θα συμβάλλει σημαντικά στα αποτελέσματα χρήσης.
Ωστόσο, η διοίκηση σημείωσε ότι η ανάκαμψη των οργανικών ενυπόθηκων δανείων θα μπορούσε να επηρεάσει το κλίμα της αγοράς, αποδεικνύοντας ότι θα αποτελέσει θετικό καταλύτη για τις τράπεζες. Μιλώντας για την ελληνική αγορά στεγαστικών δανείων, η Alpha Bank εντόπισε την έλλειψη προσφοράς που να ανταποκρίνεται στη ζήτηση ως τον κύριο μοχλό αύξησης των τιμών των ακινήτων το 2023.
Για τις διανομές μερισμάτων και κεφαλαίου, η τράπεζα αναφέρθηκε στη συνέχιση της σταθερότητας και σε μια πιθανή ομαλοποίηση στην ποιότητα του ενεργητικού ως καταλύτη για τη χαλάρωση των διανομών κεφαλαίου.
Η τράπεζα σχεδιάζει δείκτη διανομής άνω του 25% της κεφαλαιοποίησής της μεταξύ 2024-26.
Η διοίκηση υπογράμμισε ότι στο μέλλον, οι επενδυτές μπορούν να αναμένουν μερίσματα σε μετρητά, καθώς και δυνατότητες για επαναγορές μετοχών.
Στο θέμα των συγχωνεύσεων και εξαγορών, η διοίκηση υπογράμμισε την ισχυρή ενοποίηση του ελληνικού τραπεζικού τομέα ως εμπόδιο για τη δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών. Αν μη τι άλλο, η τράπεζα θα επιδιώξει να επενδύσει σε επιχειρήσεις διαχείρισης περιουσίας στην Ελλάδα.
Σε σχέση με την ποιότητα ενεργητικού, η τράπεζα αναμένει μια θετική επίδραση δεύτερης τάξης από τις μειώσεις των επιτοκίων στο κόστος του κινδύνου.
Η ποιότητα του ενεργητικού υποστηρίζεται επίσης από το πάγωμα στα επιτόκια των ενυπόθηκων δανείων που καθιέρωσαν οι τράπεζες σε συνεργασία με την κυβέρνηση (πλαφόν στο 2,8% EURIBOR).
Αν και αυτό το πρόγραμμα πρόκειται να λήξει τον Απρίλιο, η προσδοκία της διοίκησης της Alpha Bank είναι ότι θα παραταθεί για ένα ακόμη έτος.
Για το χαρτοφυλάκιο των NPEs στον ισολογισμό, η εταιρεία ανέφερε ότι προτεραιότητα θα είναι η μείωση οργανικά.
Η τράπεζα βλέπει πιθανή άνοδο της καθοδήγησης της για το cost of risk.
Η τράπεζα φιλοδοξεί να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στην Κύπρο, μετά την Τράπεζα Κύπρου και την Ελληνική Τράπεζα (μετά την ενοποίηση της Eurobank).
Η κύρια στρατηγική της θα είναι η επέκταση της χονδρικής πίστωσης, καθώς και η αξιοποίηση της θέσης της στο Λονδίνο και στην Αθήνα από την πλευρά της διαχείρισης περιουσίας, επεκτείνοντας τις υπηρεσίες περιουσίας της στην Κύπρο.
Το μερίδιο αγοράς της τράπεζας στην Κύπρο ανέρχεται σήμερα σε περίπου 5%.
Eurobank: Ως προς τα περιθώρια κερδών, η ομάδα διαχείρισης μίλησε για πιέσεις στις τιμές των εταιρικών δανείων λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού.
Τα επόμενα 3 χρόνια, η εταιρεία προβλέπει συρρίκνωση των εταιρικών περιθωρίων κατά 50 μονάδες βάσης, η οποία, σύμφωνα με τη διοίκηση, είναι μια σχετικά συντηρητική υπόθεση.
Ως προς τα δάνεια και σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις, η Eurobank τόνισε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ίσο μερίδιο αγοράς στον εταιρικό δανεισμό.
Ωστόσο, σύμφωνα με την εταιρεία, η ζήτηση για εταιρικά δάνεια θα είναι αρκετά υψηλή στην Ελλάδα ώστε όλες οι τράπεζες να δουν αξιοπρεπή ανάπτυξη και να μην κάνουν συμβιβασμούς στα περιθώρια κέρδους για να προσελκύσουν νέες επιχειρήσεις.
Παρά τις συχνές συζητήσεις για επαναφορά των δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών, η Eurobank τόνισε ότι δεν εντάσσουν αυτή την προαιρετική δυνατότητα στο επιχειρηματικό τους σχέδιο.
Σύμφωνα με την εταιρεία και πρόκειται κυρίως για δάνεια λιανικής και όχι για εταιρικά, η αναμενόμενη αξία αυτών των δανείων είναι ~20 δισ. ευρώ.
Αυτή η ανοδική πορεία είναι απίθανο να πραγματοποιηθεί το 2024, αλλά θα μπορούσε να είναι μια πιθανή προαιρετική επιλογή το 2025 και μετά.
Σε ό,τι αφορά τη συνέργεια με την ελληνική τράπεζα, υπάρχει δυνητική υπεραξία στην Eurobank για το 2024-2026, αν συμπεριληφθούν οι συνέργειες, όπως: α) Κόστος, β) Συνέργειες από την αξιοποίηση της πλεονάζουσας ρευστότητας, γ) Συνέργειες εσόδων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση, στόχος της Eurobank είναι να αποκτήσει ποσοστό άνω του 55% στην Ελληνική Τράπεζα στο μέλλον.
Η εταιρεία συνεχίζει να θεωρεί την Ελλάδα, την Κύπρο και τη Βουλγαρία ως τις βασικές αγορές της και δεν στοχεύει σε περαιτέρω επέκταση για να γίνει παγκόσμιος παίκτης.
Από την προοπτική της ιδιωτικής τραπεζικής, η εταιρεία θα ήθελε να αναπτύξει το δίκτυό της για να ξεπεράσει αυτές τις 3 βασικές αγορές (αναφορά σε Νότια Ευρώπη, Ισραήλ).
Η διοικητικής ομάδα μέχρι το 2026 αναμένει να πραγματοποιεί περίπου το 50% των εσόδων τους στην Ελλάδα και το υπόλοιπο εκτός.
Οι ευκαιρίες της τράπεζας βρίσκονται σε συναλλαγές εξαγορών και συγχωνεύσεων, παράλληλα με την ανάπτυξη που παρατηρείται στην Ελλάδα.
Αυτό θα πρέπει να τους βοηθήσει να επιτύχουν τους στόχους του επιχειρηματικού τους σχεδίου (ή να τους υπερβούν).
Για τα κεφάλαια, η τράπεζα θα έχει την ευκαιρία να επιτύχει την αύξηση των κερδών της και σχεδιάζει να εκδώσει 1,1 δισ. ευρώ ανώτερου προνομιούχου χρέους το 2024 σε 2 εκδόσεις (β’ τρίμηνο και β’ εξάμηνο 2024).
Όσον αφορά την αξιοποίηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου, η Eurobank καθοδήγησε σε έως και 20 μ.β. επίπτωση στο κεφάλαιο από την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας. Η τράπεζα σχεδιάζει να αξιοποιήσει το υπόλοιπο του πλεονάζοντος κεφαλαίου με: 1) επιτάχυνση της αύξησης του ενεργητικού, 2) περαιτέρω επιτάχυνση της διανομής μερισμάτων και 3) συγχωνεύσεις και εξαγορές.
Όσον αφορά τα μερίσματα, η Eurobank σχεδιάζει να αυξήσει σταδιακά τη διανομή τους προς το 50%.
Αναφορικά με το DTC, το οποίο η τράπεζα αποσβένει γραμμικά (περίπου 200 εκατ. ευρώ ετησίως), η τελική λήξη των DTCs στον ισολογισμό των τραπεζών αναμένεται να συμβεί το 2041.
Μέχρι το τέλος του 2026, η τράπεζα δεν αναμένει τα DTCs να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 28% του CET1.
Η τράπεζα βλέπει ανοδική πορεία στις προβλέψεις της, η οποία θα οδηγηθεί από 1) την Ελληνική Τράπεζα και τις συνέργειες κόστους και εσόδων, 2) το χαμηλότερο δείκτη COR και 3) χαμηλότερη συμπίεση στα εταιρικά spreads.
Αυτό θα σήμαινε άνοδο του στόχου της τράπεζας για τον δείκτη ROTE στο 13% για το 2026.
ΕΤΕ: Τα στελέχη της Εθνικής Τράπεζας, όπως αναφέρει η Morgan Stanley, ρωτήθηκαν σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης δανείων PE (+7% 2023- 2026 CAGR).
Σύμφωνα με όσα υποστήριξαν, η χαμηλή διείσδυση των πιστώσεων, σε συνδυασμό με την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ, θα υποστηρίξουν την ισχυρή αύξηση των δανείων τα επόμενα χρόνια.
Η τράπεζα βλέπει έντονα σημάδια ζήτησης και πιστεύει ότι η αύξηση των δανείων θα οδηγηθεί από ένα εταιρικό CAGR 9%, ενώ από το 2025 και μετά αναμένει ότι η αύξηση των δανείων λιανικής θα επιταχυνθεί.
Tα στελέχη της ελληνικής τράπεζας συζήτησαν επίσης για την υποτονική ζήτηση στην αγορά στεγαστικών δανείων, λέγοντας ότι αυτό σχετίζεται με την έλλειψη διαθέσιμης στέγης.
Αυτό, ωστόσο, οδηγεί σε υψηλότερες τιμές, που κατά συνέπεια προσελκύουν επενδύσεις σε νέες κατοικίες - κάτι που τελικά σημαίνει ότι η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια θα αυξηθεί.
Σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό, η Εθνική ανέφερε ότι παρατηρείται έντονος ανταγωνισμός από την πλευρά της προέλευσης των δανείων, ο οποίος οδήγησε στη συμπίεση των εταιρικών περιθωρίων (μείωση κατά 20 μονάδες βάσης το 2023).
Αυτό ώθησε την Εθνική να ενσωματώσει στις οδηγίες της μια συντηρητική υπόθεση 100% μετακύλισης των μειώσεων επιτοκίων.
Από την άλλη πλευρά, ο ανταγωνισμός από την πλευρά των καταθέσεων είναι πιο περιορισμένος, πράγμα που σημαίνει ότι τα beta έχουν διατηρηθεί υπό έλεγχο.
Σε σχέση με τα NII, η Εθνική πιστεύει ότι θα μπορέσει να διατηρήσει επίπεδα παρόμοια με αυτά του 2023 έως το 2026, αν και ελαφρώς χαμηλότερα.
Αυτό επιτυγχάνεται από την αύξηση του όγκου των καταθέσεων, το χαμηλό beta καταθέσεων που οδηγεί σε ευνοϊκό κόστος χρηματοδότησης, τις προσπάθειες της Εθνικής να αυξήσει τα πάγια στοιχεία ενεργητικού (όπως τα πάγια στεγαστικά δάνεια 5 ετών) και τη μείωση του κόστους αντιστάθμισης.
Σε ό,τι αφορά το κόστος κινδύνου, η τράπεζα βλέπει περαιτέρω περιθώρια βελτίωσης, μέσω της μείωσης του κόστους προσωπικού και του εξορθολογισμού των υποκαταστημάτων.
Σύμφωνα με τη διοίκηση, η πρόβλεψή της για το 2026 για κόστος κινδύνου χαμηλότερο από τις 50 μ.β. είναι συντηρητική, λαμβάνοντας υπόψη το πόσο καλά εφοδιασμένη είναι η τράπεζα, με καλύψεις σταδίου 1-3 (δάνεια μη εξυπηρετούμενα) πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η τράπεζα πιστεύει ότι είναι σε θέση να ανταγωνιστεί με κόστος κινδύνου κάτω από τις αντίστοιχες εταιρείες λόγω του εσωτερικού βραχίονα εξυπηρέτησης.
Για τη διανομή μερισμάτω και κεφαλαίου, η ΕΤΕ επανέλαβε την πρόθεσή της να διανείμει μερίσματα φέτος από τα κέρδη του 2023 και το επόμενο έτος να αυξήσει τη διανομή μερισμάτων για να συγκλίνει με τις ευρωπαϊκές εταιρείες.
Επισήμανε, επίσης, ότι η ικανότητά της να διανέμει μερίσματα περιορίζεται από τις κανονιστικές εγκρίσεις. Η τράπεζα θα επιδιώξει επίσης άλλους τρόπους για να ενισχύσει την αμοιβή του κεφαλαίου, όπως επαναγορές.
Τράπεζα Πειραιώς: Σε ό,τι αφορά τα δάνεια, η ελληνική τράπεζα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τους ομοτίμους για να επωφεληθεί από την αύξησή τους με γνώμονα το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF), δεδομένων των βαθιών πελατειακών σχέσεων της τράπεζας.
Ωστόσο, η τράπεζα τόνισε επίσης ότι το κύριο όφελος των κεφαλαίων του RRF είναι το trickle down effect, με τα κεφάλαια να αποτελούν παράγοντα και όχι κινητήρια δύναμη για την αύξηση των δανείων.
Για να το καταδείξει αυτό, από τα 1,6 δισ. ευρώ της πιστωτικής επέκτασης το 2023, τα 300 εκατ. ευρώ ήταν RRF που αφορούσαν επιχειρηματικά δάνεια.
Σε ό,τι αφορά την αγορά λιανικής, η Πειραιώς αναμένει περιορισμένη ανάπτυξη.
Η εταιρεία σημείωσε ότι η πλειονότητα των αγορών κατοικιών βασίζεται σε ίδια κεφάλαια έναντι στεγαστικών δανείων.
Η τράπεζα μίλησε επίσης για την ευκαιρία πιστωτικής ανάπτυξης από τα reperforming δάνεια, τα οποία θα μπορούσαν να ανέλθουν ως και 30 δισ. ευρώ για το σύνολο του τομέα.
Τα χαμηλά beta καταθέσεων της Πειραιώς έχουν υποστηριχθεί από τη σταθερή καταθετική της βάση και πιστεύει ότι στο μέλλον μπορεί να υπερασπιστεί το μείγμα καταθέσεων της.
Ωστόσο, στην καθοδήγηση, η τράπεζα αναμένει συντηρητικά μια αύξηση των beta καταθέσεων, καθώς και μια υψηλότερη στροφή προς τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Η Τράπεζα Πειραιώς αναμένει beta καταθέσεων στο 20% περίπου το 2024 και περίπου 25-27% το 2025-2026 από 13% το 2023.
Αναφορικά με τα κίνητρα αποζημίωσης της ανώτατης διοίκησης, αυτά, σύμφωνα με την εταιρεία, εξαρτώνται από 1) τις αποδόσεις, 2) τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων, 3) τους όγκους βιώσιμης χρηματοδότησης και 4) τον δείκτη κόστους προς έσοδα C/I.
Η Τράπεζα Πειραιώς εγκαινιάζει την ψηφιακή της τράπεζα, Snappi, στην οποία η τράπεζα προσανατολίζεται να δαπανήσει επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ ετησίως.
Η Snappi θα έχει ευρωπαϊκή τραπεζική άδεια, οπότε η Πειραιώς θα μπορεί να αναπτύξει το πρόγραμμα γρήγορα στην Ελλάδα και στη συνέχεια να προχωρήσει στην Ευρώπη.
Για την διανομή κεφαλαίου, δεδομένης της καθοδήγησης για οργανική δημιουργία καθαρών κερδών ύψους 1 δισ. ευρώ, υπάρχει περαιτέρω άνοδος στις υποθέσεις για τη διανομή μερίσματος.
Αναμένεται ότι η γενική συνέλευση των μετόχων θα επικυρώσει το μέρισμα του 2023 έως τον Ιούνιο. Μέχρι το 2026, αναμένεται να παρουσιάσει απόδοση περίπου 12% (μη προσαρμοσμένη) και περίπου 14% προσαρμοσμένη για το πλεονάζον κεφάλαιο.
Τα DTCs αντιπροσωπεύουν επί του παρόντος το 76% του CET1 της εταιρείας και η τράπεζα εκτιμά ότι θα φτάσουν περίπου το 45% έως το 2026.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών