Οι θιασώτες της δημοσιονομικής πειθαρχίας συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν με το «φρένο του χρέους» να τους δένει τα χέρια. Καιρός ήταν, σχολιάζει ο Γιάννης Παπαδημητρίου
«Είναι αυτονόητο ότι μπορούμε να μιλήσουμε» για αλλαγές στους συνταγματικούς κανόνες περί χρέους, δηλώνει ο επικεφαλής της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης (CDU) Φρίντριχ Μερτς στο οικονομικό φόρουμ της εφημερίδας Süddeutsche Zeitung την Τρίτη. Κάτι ανάλογο θα επαναλάβει την επόμενη μέρα στη Βουλή. Μιλάμε για τον γνωστό Φρίντριχ Μερτς, τον υπέρμαχο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, τον «εκλεκτό» του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τον θιασώτη του ισχνού κράτους και της φορολογικής απλούστευσης.
Αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, τον Φεβρουάριο ο Μερτς θα είναι καγκελάριος. Μόλις πέρσι το κόμμα του έσυρε στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο την «συγκυβέρνηση» υπό τον σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς για παραβίαση των κανόνων περί χρέους. Tων ιδίων κανόνων, για τους οποίους σήμερα «είναι αυτονόητο ότι μπορούμε να μιλήσουμε». Αυτή η αλλαγή ρότας υπόσχεται, αν μη τι άλλο, έναν συναρπαστικό προεκλογικό αγώνα στη Γερμανία.
Ήδη η πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Σάσκια Έσκεν προτείνει στον Μερτς μία συμφωνία για αλλαγή των κανόνων «εδώ και τώρα», με κριτήριο εάν τα νέα δάνεια θα προορίζονται για «κατανάλωση» ή για «επενδύσεις». Στην πρώτη περίπτωση είναι «κακά δάνεια» που απαγορεύονται από το συνταγματικά κατοχυρωμένο φρένο του χρέους. Στη δεύτερη περίπτωση πρόκειται για «καλά δάνεια» που δεν εμπίπτουν στους κανόνες περί χρέους.
Άλλο «κατανάλωση», άλλο «επένδυση»
Υπάρχει μία λογική σε αυτή τη διαφοροποίηση. Γίνεται αντιληπτή και σε ατομικό επίπεδο: Αν αγοράσουμε ένα μεγάλο αυτοκίνητο απλώς και μόνο για να εντυπωσιάσουμε τους φίλους μας, πρόκειται για μία καταναλωτική δαπάνη από την οποία μόνο απώλειες μπορούμε να περιμένουμε. Σε αυτή την περίπτωση ας μην δανειστούμε χρήματα, εκτός αν είμαστε βέβαιοι ότι θα εξυπηρετήσουμε το χρέος μας.
Αν όμως αγοράσουμε το ίδιο αυτοκίνητο για να το δουλέψουμε ως ταξί, τότε δεν πρόκειται για καταναλωτικό, αλλά για κεφαλαιουχικό αγαθό που θα μας βοηθήσει να δημιουργήσουμε νέο πλούτο. Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι κακή ιδέα να δανειστούμε, καθώς προσδοκούμε ότι τα μελλοντικά έσοδα θα υπερκαλύψουν κατά πολύ το απαραίτητο κεφάλαιο για την αγορά του οχήματος. Με άλλα λόγια θα αποσβέσουμε το χρέος και θα μας μείνει και κέρδος.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τον δανεισμό σε ευρύτερη κλίμακα. Όταν χρησιμοποιείται για καταναλωτικούς σκοπούς, όπως δυστυχώς συνέβη στην Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό τις προηγούμενες δεκαετίες, το αποτέλεσμα είναι αυτό που γνωρίζουμε. Όταν χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση κρίσιμων υποδομών ή για τη χρηματοδότηση της παιδείας, η επακόλουθη αύξηση της παραγωγικότητας (η οποία δεν υπολογίζεται απλώς σε ώρες εργασίας) θα μας βοηθήσει να αποσβέσουμε το χρέος και να μας μείνει και κέρδος.
Δύσκολα βγαίνει ο λογαριασμός…
Στη σημερινή Γερμανία είναι τεράστιες οι δαπάνες που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και των υποδομών. Παράλληλα πρέπει να εκπληρωθούν και άλλοι στόχοι, όπως η αύξηση των αμυντικών δαπανών με βάση τις επιταγές του ΝΑΤΟ και του Ντόναλντ Τραμπ, η εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος, η υλοποίηση των κλιματικών στόχων. Έχουμε επισημάνει επανειλημμένα ότι δεν βγαίνει αυτός ο «τετραγωνισμός του κύκλου».
Επιπλέον δε, υπάρχει μία αβέβαιη μεταβλητή στην όλη εξίσωση, που αφορά το κόστος της ενέργειας. Μπορεί η απερχόμενη κυβέρνηση να πανηγυρίζει για την απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο και την κάλυψη του 60% των αναγκών της χώρας από ανανεώσιμες πηγές, αλλά η ανακούφιση είναι προσωρινή. Ειδικοί εκτιμούν ότι οι ενεργειακές ανάγκες της Γερμανίας θα αυξηθούν και ίσως διπλασιαστούν στα επόμενα 20 χρόνια, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε το εξαιρετικά ενεργοβόρο πεδίο της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Με απλά λόγια, ο λογαριασμός δύσκολα βγαίνει χωρίς μία χαλάρωση των κανόνων του χρέους. Χρειάζεται ψύχραιμη συζήτηση, χωρίς ηθικολογίες που δεν βοηθούν κανέναν. Μία τέτοια ηθικολογία είναι ότι «δεν μπορούμε να ζούμε εις βάρος των επόμενων γενεών». Εκ πρώτης όψεως, το επιχείρημα φαίνεται ακαταμάχητο. Αν το κάνουμε εικόνα, φανταζόμαστε μία μοχθηρή γιαγιά που μεθοκοπάει, αφού προηγουμένως έσπασε τον κουμπαρά που κρύβουν τα εγγόνια της. Αλλά επαναλαμβάνουμε ότι εδώ δεν μιλάμε για καταναλωτικές δαπάνες. Και επίσης, ας αναρωτηθούμε για μια στιγμή: Οι «επόμενες γενιές» δεν ενδιαφέρονται να φοιτήσουν σε αξιοπρεπή σχολεία και πανεπιστήμια; Δεν θέλουν να μεγαλώσουν με ένα σύστημα υγείας που τους προστατεύει, με συγκοινωνίες που εξυπηρετούν, με κρατικές υπηρεσίες που λειτουργούν, με δημόσιους χώρους που συντηρούνται;
www.bankingnews.gr
Αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, τον Φεβρουάριο ο Μερτς θα είναι καγκελάριος. Μόλις πέρσι το κόμμα του έσυρε στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο την «συγκυβέρνηση» υπό τον σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς για παραβίαση των κανόνων περί χρέους. Tων ιδίων κανόνων, για τους οποίους σήμερα «είναι αυτονόητο ότι μπορούμε να μιλήσουμε». Αυτή η αλλαγή ρότας υπόσχεται, αν μη τι άλλο, έναν συναρπαστικό προεκλογικό αγώνα στη Γερμανία.
Ήδη η πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Σάσκια Έσκεν προτείνει στον Μερτς μία συμφωνία για αλλαγή των κανόνων «εδώ και τώρα», με κριτήριο εάν τα νέα δάνεια θα προορίζονται για «κατανάλωση» ή για «επενδύσεις». Στην πρώτη περίπτωση είναι «κακά δάνεια» που απαγορεύονται από το συνταγματικά κατοχυρωμένο φρένο του χρέους. Στη δεύτερη περίπτωση πρόκειται για «καλά δάνεια» που δεν εμπίπτουν στους κανόνες περί χρέους.
Άλλο «κατανάλωση», άλλο «επένδυση»
Υπάρχει μία λογική σε αυτή τη διαφοροποίηση. Γίνεται αντιληπτή και σε ατομικό επίπεδο: Αν αγοράσουμε ένα μεγάλο αυτοκίνητο απλώς και μόνο για να εντυπωσιάσουμε τους φίλους μας, πρόκειται για μία καταναλωτική δαπάνη από την οποία μόνο απώλειες μπορούμε να περιμένουμε. Σε αυτή την περίπτωση ας μην δανειστούμε χρήματα, εκτός αν είμαστε βέβαιοι ότι θα εξυπηρετήσουμε το χρέος μας.
Αν όμως αγοράσουμε το ίδιο αυτοκίνητο για να το δουλέψουμε ως ταξί, τότε δεν πρόκειται για καταναλωτικό, αλλά για κεφαλαιουχικό αγαθό που θα μας βοηθήσει να δημιουργήσουμε νέο πλούτο. Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι κακή ιδέα να δανειστούμε, καθώς προσδοκούμε ότι τα μελλοντικά έσοδα θα υπερκαλύψουν κατά πολύ το απαραίτητο κεφάλαιο για την αγορά του οχήματος. Με άλλα λόγια θα αποσβέσουμε το χρέος και θα μας μείνει και κέρδος.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τον δανεισμό σε ευρύτερη κλίμακα. Όταν χρησιμοποιείται για καταναλωτικούς σκοπούς, όπως δυστυχώς συνέβη στην Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό τις προηγούμενες δεκαετίες, το αποτέλεσμα είναι αυτό που γνωρίζουμε. Όταν χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση κρίσιμων υποδομών ή για τη χρηματοδότηση της παιδείας, η επακόλουθη αύξηση της παραγωγικότητας (η οποία δεν υπολογίζεται απλώς σε ώρες εργασίας) θα μας βοηθήσει να αποσβέσουμε το χρέος και να μας μείνει και κέρδος.
Δύσκολα βγαίνει ο λογαριασμός…
Στη σημερινή Γερμανία είναι τεράστιες οι δαπάνες που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και των υποδομών. Παράλληλα πρέπει να εκπληρωθούν και άλλοι στόχοι, όπως η αύξηση των αμυντικών δαπανών με βάση τις επιταγές του ΝΑΤΟ και του Ντόναλντ Τραμπ, η εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος, η υλοποίηση των κλιματικών στόχων. Έχουμε επισημάνει επανειλημμένα ότι δεν βγαίνει αυτός ο «τετραγωνισμός του κύκλου».
Επιπλέον δε, υπάρχει μία αβέβαιη μεταβλητή στην όλη εξίσωση, που αφορά το κόστος της ενέργειας. Μπορεί η απερχόμενη κυβέρνηση να πανηγυρίζει για την απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο και την κάλυψη του 60% των αναγκών της χώρας από ανανεώσιμες πηγές, αλλά η ανακούφιση είναι προσωρινή. Ειδικοί εκτιμούν ότι οι ενεργειακές ανάγκες της Γερμανίας θα αυξηθούν και ίσως διπλασιαστούν στα επόμενα 20 χρόνια, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε το εξαιρετικά ενεργοβόρο πεδίο της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Με απλά λόγια, ο λογαριασμός δύσκολα βγαίνει χωρίς μία χαλάρωση των κανόνων του χρέους. Χρειάζεται ψύχραιμη συζήτηση, χωρίς ηθικολογίες που δεν βοηθούν κανέναν. Μία τέτοια ηθικολογία είναι ότι «δεν μπορούμε να ζούμε εις βάρος των επόμενων γενεών». Εκ πρώτης όψεως, το επιχείρημα φαίνεται ακαταμάχητο. Αν το κάνουμε εικόνα, φανταζόμαστε μία μοχθηρή γιαγιά που μεθοκοπάει, αφού προηγουμένως έσπασε τον κουμπαρά που κρύβουν τα εγγόνια της. Αλλά επαναλαμβάνουμε ότι εδώ δεν μιλάμε για καταναλωτικές δαπάνες. Και επίσης, ας αναρωτηθούμε για μια στιγμή: Οι «επόμενες γενιές» δεν ενδιαφέρονται να φοιτήσουν σε αξιοπρεπή σχολεία και πανεπιστήμια; Δεν θέλουν να μεγαλώσουν με ένα σύστημα υγείας που τους προστατεύει, με συγκοινωνίες που εξυπηρετούν, με κρατικές υπηρεσίες που λειτουργούν, με δημόσιους χώρους που συντηρούνται;
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών