Η προσγφυγή αφορά την δήλωση των φυλασσομένων τιμαλφή, μετρητών, κ.λπ. σε θυρίδες ή εκτός Τραπεζών
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας θα εξετάσει τους επιπλέον λόγους τους οποίους επικαλούνται οι τέσσερις δικαστικές Ενώσεις στην προσφυγή τους κατά της υπουργικής απόφασης που καθορίζει το περιεχόμενο των δηλώσεων πόθεν έσχες.
Σύμφωνα με την εισηγήτρια της υπόθεσης, στο σύμβουλο Επικρατείας Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου «οι τέσσερις δικαστικές Ενώσεις ζητούν να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η υπουργική απόφαση που καθορίζει το περιεχόμενο των δηλώσεων πόθεν έσχες (περιουσιακής κατάστασης) και οικονομικών συμφερόντων, ως προς το σκέλος που αφορά την δήλωση των φυλασσομένων τιμαλφή, μετρητών, κ.λπ. σε θυρίδες ή εκτός Τραπεζών».
Οι Ενώσεις στρέφονται ως προς ορισμένες διατάξεις της από 24.11.2015 απόφασης του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου και του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, που καθορίζει το περιεχόμενο της δήλωσης πόθεν έσχες και της δήλωσης οικονομικών συμφερόντων.
Κατά την συζήτηση της υπόθεσης στην Ολομέλεια (πρόεδρος ο Νικόλαος Σακελλαρίου) η εισηγήτρια της υπόθεσης Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, επισήμανε ότι πλέον των ισχυρισμών που επικαλούνται οι δικαστικές Ενώσεις, επιπρόσθετα το ΣτΕ αυτεπάγγελτα θα εξετάσει (καθώς οι Ενώσεις δεν επικαλεστήκαν) εάν η επίμαχη υπουργική απόφαση είναι σύμφωνη με «την συνταγματική αρχή της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών και την αρχή της οργανωτικής διάκρισης των λειτουργιών», κατά το σκέλος εκείνο που «ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργικών» ανατίθεται με διάταξη νόμου «σε επιτροπή η οποία δεν ανατάσσεται στην δικαστική λειτουργία και στην οποία συμμετέχει μειοψηφικός αριθμός δικαστικών λειτουργών».
Οι Ενώσεις ζητούν να ακυρωθεί η επίμαχη υπουργική απόφαση ως προς το σκέλος εκείνο που αναφέρει στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης ότι:
1) δηλώνονται τα φυλασσόμενα εκτός των Τραπεζών μετρητά (πάνω από 15.000 ευρώ), τιμαλφή, πολύτιμα είδη και μέταλλα, πολύτιμοι λίθοι συνολικής αξίας πάνω από 30.000 ευρώ και
2) δηλώνονται τα στοιχεία των οικείων συγγενών (ενήλικων και θετών τέκνων, αδελφών, παππούδων και γιαγιάδων, εγγονών, κ.ά., την στιγμή που ο νόμος έχει καταργήσει την υποχρέωση αυτή.
Ακόμη, υποστηρίζουν ότι παραβιάζει τις συνταγματικές διατάξεις για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, αλλά και την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.
Επίσης, επισημαίνουν ότι παραβιάζεται και το κατοχυρωμένο από το Σύνταγμα (άρθρο 5) δικαίωμα στην οικονομική ελευθερία, πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν τα χρηματικά ποσά έχουν φορολογηθεί.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει:
1) Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας,
2) Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του ελεγκτικού Συνεδρίου,
3) Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος και
4) Ένωση Διοικητικών Δικαστών.
Η Ολομέλεια επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή της.
Σύμφωνα με την εισηγήτρια της υπόθεσης, στο σύμβουλο Επικρατείας Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου «οι τέσσερις δικαστικές Ενώσεις ζητούν να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική και παράνομη η υπουργική απόφαση που καθορίζει το περιεχόμενο των δηλώσεων πόθεν έσχες (περιουσιακής κατάστασης) και οικονομικών συμφερόντων, ως προς το σκέλος που αφορά την δήλωση των φυλασσομένων τιμαλφή, μετρητών, κ.λπ. σε θυρίδες ή εκτός Τραπεζών».
Οι Ενώσεις στρέφονται ως προς ορισμένες διατάξεις της από 24.11.2015 απόφασης του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου και του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, που καθορίζει το περιεχόμενο της δήλωσης πόθεν έσχες και της δήλωσης οικονομικών συμφερόντων.
Κατά την συζήτηση της υπόθεσης στην Ολομέλεια (πρόεδρος ο Νικόλαος Σακελλαρίου) η εισηγήτρια της υπόθεσης Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, επισήμανε ότι πλέον των ισχυρισμών που επικαλούνται οι δικαστικές Ενώσεις, επιπρόσθετα το ΣτΕ αυτεπάγγελτα θα εξετάσει (καθώς οι Ενώσεις δεν επικαλεστήκαν) εάν η επίμαχη υπουργική απόφαση είναι σύμφωνη με «την συνταγματική αρχή της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών και την αρχή της οργανωτικής διάκρισης των λειτουργιών», κατά το σκέλος εκείνο που «ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργικών» ανατίθεται με διάταξη νόμου «σε επιτροπή η οποία δεν ανατάσσεται στην δικαστική λειτουργία και στην οποία συμμετέχει μειοψηφικός αριθμός δικαστικών λειτουργών».
Οι Ενώσεις ζητούν να ακυρωθεί η επίμαχη υπουργική απόφαση ως προς το σκέλος εκείνο που αναφέρει στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης ότι:
1) δηλώνονται τα φυλασσόμενα εκτός των Τραπεζών μετρητά (πάνω από 15.000 ευρώ), τιμαλφή, πολύτιμα είδη και μέταλλα, πολύτιμοι λίθοι συνολικής αξίας πάνω από 30.000 ευρώ και
2) δηλώνονται τα στοιχεία των οικείων συγγενών (ενήλικων και θετών τέκνων, αδελφών, παππούδων και γιαγιάδων, εγγονών, κ.ά., την στιγμή που ο νόμος έχει καταργήσει την υποχρέωση αυτή.
Ακόμη, υποστηρίζουν ότι παραβιάζει τις συνταγματικές διατάξεις για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, αλλά και την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.
Επίσης, επισημαίνουν ότι παραβιάζεται και το κατοχυρωμένο από το Σύνταγμα (άρθρο 5) δικαίωμα στην οικονομική ελευθερία, πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν τα χρηματικά ποσά έχουν φορολογηθεί.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει:
1) Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας,
2) Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του ελεγκτικού Συνεδρίου,
3) Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος και
4) Ένωση Διοικητικών Δικαστών.
Η Ολομέλεια επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή της.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών