Η Ολομέλεια του ΣτΕ κατέληξε κατά πλειοψηφία πως η διδασκαλία των θρησκευτικών, όπως καθορίστηκε επί υπουργία Γαβρόγλου, δεν επιδιώκει την "ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης"
Τέλος στο πρόγραμμα του πρώην υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου βάζει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ κατέληξε κατά πλειοψηφία πως η διδασκαλία των θρησκευτικών, όπως καθορίστηκε επί υπουργία Γαβρόγλου, δεν επιδιώκει την "ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης".
Ειδικότερα, με τις υπ’ αριθμ. 1749 έως 1752/2019 αποφάσεις της, η Ολομέλεια του ΣτΕ κρίνει ότι τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών σε όλες τις τάξεις του σχολείου έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγματος, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).
Όπως αναφέρει το ΣτΕ, οι σχετικές αποφάσεις του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κ. Γαβρόγλου, με τις οποίες καθορίσθηκαν τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών αφενός του δημοτικού και του γυμνασίου και αφετέρου του λυκείου, είναι αντισυνταγματικές.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως σε σχέση με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, η πλειοψηφία του ανώτατου δικαστηρίου έκρινε ότι πρέπει να επιδιώκεται η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης και ότι το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους ορθόδοξους μαθητές.
Εξάλλου, οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα με την υποβολή σχετικής δήλωσης, η οποία θα μπορούσε να γίνει με μόνη την επίκληση λόγων θρησκευτικής συνείδησης, η δε Πολιτεία οφείλει, εφόσον συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών που απαλλάσσονται, να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος «ελεύθερης ώρας».
Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, σύμφωνα με ανακοίνωση, τα επίδικα προγράμματα σπουδών, όπως προκύπτει από τους σκοπούς και το περιεχόμενό τους, δεν αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των ορθόδοξων μαθητών, διότι τα μεν προγράμματα του δημοτικού και του γυμνασίου δεν περιέχουν ολοκληρωμένη -και διακριτή έναντι άλλων δογμάτων και θρησκειών- διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της ορθόδοξης εκκλησίας, το δε πρόγραμμα του λυκείου είναι αποσυνδεδεμένο από τη διδασκαλία αυτή. Αντιθέτως, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση είτε στην προβολή στοιχείων κοινών με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών (δημοτικό-γυμνάσιο) είτε στη διδασκαλία διαφόρων ηθικών και κοινωνικών ζητημάτων, τα οποία είτε είναι αντικείμενο κυρίως άλλων μαθημάτων (δημοτικό-γυμνάσιο) είτε είναι άσχετα ή και αντίθετα με την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία (λύκειο).
Κατόπιν τούτων, -καταλήγει το ΣτΕ- κρίθηκε ότι τα επίδικα προγράμματα σπουδών έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγματος, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).
Γαβρόγλου: Κατήχηση πλέον τα Θρησκευτικά, όχι μάθημα
«Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση», σημειώνει ο πρώην υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου, σχολιάζοντας σε δήλωσή του τη σημερινή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, κάνοντας λόγο για «επικίνδυνο αναχρονισμό».
«Η σημερινή απόφαση του ΣτΕ για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι αναμφισβήτητα μια ιστορική απόφαση. Καταργεί ολόκληρη την επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική εξέλιξη του μαθήματος μετά το 1974», επισημαίνει ο κ. Γαβρόγλου.
Και προσθέτει: «Καταργεί τη συνειδητή προσπάθεια χιλιάδων θεολόγων να κατακτήσουν στη συνείδηση των συναδέλφων τους αλλά και των μαθητών όπως και στην καθημερινή παιδαγωγική πράξη την πραγματική επιστημονική και παιδαγωγική ισοτιμία του μαθήματος των Θρησκευτικών με τα άλλα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος».
Ο κ. Γαβρόγλου επισημαίνει ότι με αυτή την απόφαση ακυρώνονται οι «προσπάθειες συνεννόησης με την Εκκλησία, όπου τα νέα προγράμματα σπουδών είχαν και την αποδοχή της Ιεραρχίας». Ο πρώην υπουργός θεωρεί ότι υπονομεύεται η «καθιέρωση μιας κουλτούρας διαλόγου ανάμεσα σε επιστημονικούς και θρησκευτικούς φορείς, με γνώμονα πάντοτε ότι την τελική ευθύνη των μαθημάτων την έχει η Πολιτεία».
«Το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με την σημερινή απόφαση του ΣτΕ, δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση. Δεν είναι γνώση αλλά εξέταση για την πίστη των μαθητών και των γονιών τους [...] Ένα μάθημα που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι χρήσιμο και απολύτως απαραίτητο, μετατρέπεται πια επίσημα σε άκρως επικίνδυνο αναχρονισμό», καταλήγει η δήλωση.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ κατέληξε κατά πλειοψηφία πως η διδασκαλία των θρησκευτικών, όπως καθορίστηκε επί υπουργία Γαβρόγλου, δεν επιδιώκει την "ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης".
Ειδικότερα, με τις υπ’ αριθμ. 1749 έως 1752/2019 αποφάσεις της, η Ολομέλεια του ΣτΕ κρίνει ότι τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών σε όλες τις τάξεις του σχολείου έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγματος, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).
Όπως αναφέρει το ΣτΕ, οι σχετικές αποφάσεις του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κ. Γαβρόγλου, με τις οποίες καθορίσθηκαν τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών αφενός του δημοτικού και του γυμνασίου και αφετέρου του λυκείου, είναι αντισυνταγματικές.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως σε σχέση με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, η πλειοψηφία του ανώτατου δικαστηρίου έκρινε ότι πρέπει να επιδιώκεται η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης και ότι το μάθημα αυτό απευθύνεται αποκλειστικά στους ορθόδοξους μαθητές.
Εξάλλου, οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα με την υποβολή σχετικής δήλωσης, η οποία θα μπορούσε να γίνει με μόνη την επίκληση λόγων θρησκευτικής συνείδησης, η δε Πολιτεία οφείλει, εφόσον συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών που απαλλάσσονται, να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος «ελεύθερης ώρας».
Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, σύμφωνα με ανακοίνωση, τα επίδικα προγράμματα σπουδών, όπως προκύπτει από τους σκοπούς και το περιεχόμενό τους, δεν αποβλέπουν στην ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των ορθόδοξων μαθητών, διότι τα μεν προγράμματα του δημοτικού και του γυμνασίου δεν περιέχουν ολοκληρωμένη -και διακριτή έναντι άλλων δογμάτων και θρησκειών- διδασκαλία των δογμάτων, ηθικών αξιών και παραδόσεων της ορθόδοξης εκκλησίας, το δε πρόγραμμα του λυκείου είναι αποσυνδεδεμένο από τη διδασκαλία αυτή. Αντιθέτως, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση είτε στην προβολή στοιχείων κοινών με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών (δημοτικό-γυμνάσιο) είτε στη διδασκαλία διαφόρων ηθικών και κοινωνικών ζητημάτων, τα οποία είτε είναι αντικείμενο κυρίως άλλων μαθημάτων (δημοτικό-γυμνάσιο) είτε είναι άσχετα ή και αντίθετα με την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία (λύκειο).
Κατόπιν τούτων, -καταλήγει το ΣτΕ- κρίθηκε ότι τα επίδικα προγράμματα σπουδών έρχονται σε αντίθεση με τα άρθρα 16 παρ.2 και 13 παρ.1 του Συντάγματος, με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και με την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, άρθρα 14 και 9 της ΕΣΔΑ).
Γαβρόγλου: Κατήχηση πλέον τα Θρησκευτικά, όχι μάθημα
«Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση», σημειώνει ο πρώην υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου, σχολιάζοντας σε δήλωσή του τη σημερινή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, κάνοντας λόγο για «επικίνδυνο αναχρονισμό».
«Η σημερινή απόφαση του ΣτΕ για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι αναμφισβήτητα μια ιστορική απόφαση. Καταργεί ολόκληρη την επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική εξέλιξη του μαθήματος μετά το 1974», επισημαίνει ο κ. Γαβρόγλου.
Και προσθέτει: «Καταργεί τη συνειδητή προσπάθεια χιλιάδων θεολόγων να κατακτήσουν στη συνείδηση των συναδέλφων τους αλλά και των μαθητών όπως και στην καθημερινή παιδαγωγική πράξη την πραγματική επιστημονική και παιδαγωγική ισοτιμία του μαθήματος των Θρησκευτικών με τα άλλα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος».
Ο κ. Γαβρόγλου επισημαίνει ότι με αυτή την απόφαση ακυρώνονται οι «προσπάθειες συνεννόησης με την Εκκλησία, όπου τα νέα προγράμματα σπουδών είχαν και την αποδοχή της Ιεραρχίας». Ο πρώην υπουργός θεωρεί ότι υπονομεύεται η «καθιέρωση μιας κουλτούρας διαλόγου ανάμεσα σε επιστημονικούς και θρησκευτικούς φορείς, με γνώμονα πάντοτε ότι την τελική ευθύνη των μαθημάτων την έχει η Πολιτεία».
«Το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με την σημερινή απόφαση του ΣτΕ, δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση. Δεν είναι γνώση αλλά εξέταση για την πίστη των μαθητών και των γονιών τους [...] Ένα μάθημα που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι χρήσιμο και απολύτως απαραίτητο, μετατρέπεται πια επίσημα σε άκρως επικίνδυνο αναχρονισμό», καταλήγει η δήλωση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών