Τελευταία Νέα
Οικονομία

Eurobank - Επείγει η ψήφιση του νομοσχεδίου για να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για το χρέος - Έρχεται αναβάθμιση από Fitch και Moody's

Eurobank - Επείγει η ψήφιση του νομοσχεδίου για να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για το χρέος - Έρχεται αναβάθμιση από Fitch και Moody's
Επείγει η ψήφιση του νομοσχεδίου για να μην επηρεαστεί αρνητικά η ανάπτυξη και να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για τη μείωση του χρέους, διαμηνύει η Eurobank, στην καθιερωμένη εβδομαδιαία ανάλυσή της, υπό τον τίτλο "7 Ημέρες Οικονομία".
Αναλυτικά, όπως αναφέρει:
•    Η συνεπής ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης στο εσωτερικό της κυβέρνησης και η ψήφιση του νομοσχεδίου είναι αναγκαίο να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό αφού:
- Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας απαιτούν την αποδέσμευση της δόσης των €8,8 δις από τον ΕΜΣ.
- Απαιτείται χρόνος και προσπάθεια για την διαπραγμάτευση των υπόλοιπων εκκρεμών θεμάτων που αφορούν την ελληνική οικονομία με κυριότερο αυτό της ελάφρυνσης του χρέους.
- Η πιθανότητα επιστροφής σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης για το 2014 απαιτεί ολοκλήρωση των εκκρεμών ζητημάτων που αφορούν την πραγματική οικονομία όπως η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ολοκλήρωση της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
•    Ικανοποιητικό το πρωτογενές πλεόνασμα της περιόδου Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014,  προβληματίζει η εξέλιξη των εσόδων της Κεντρικής Κυβέρνησης.
•    Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών: τον Ιανουάριο σημειώθηκε έλλειμμα €295 εκατ., μικρότερο κατά -6,1% σε σχέση με ένα χρόνο πριν λόγω της βελτίωσης του ισοζυγίου εισοδημάτων.
•    Οι καταθέσεις του εγχώριου ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα μειώθηκαν οριακά κατά -0.3% σε μηνιαία βάση το Φεβρουάριο.

Η κυβέρνηση αναμένεται να καταθέσει την Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014 το νομοσχέδιο που θα περιλαμβάνει τα συμφωνηθέντα με την τρόικα (τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την απελευθέρωση του ανταγωνισμού, το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στο πλαίσιο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, την διαδικασία επιστροφής του πρωτογενούς πλεονάσματος στην ελληνική οικονομία, κτλ)  ώστε να εξασφαλίσει την θετική απόφαση του Eurogroup της 1ης Απριλίου 2014 σχετικά με την εκταμίευση των δόσεων.
 Μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει συμφωνία στο εσωτερικό της συγκυβέρνησης για μια από τις βασικές μεταρρυθμίσεις που προτείνονται στην Έκθεση του ΟΟΣΑ για την ενίσχυση του Ανταγωνισμού στην Ελληνική Οικονομία, αυτή της απελευθέρωσης της αγοράς γάλακτος.
Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα στην Έκθεση του ΟΟΣΑ προτείνεται η κατάργηση του περιορισμού των πέντε ημερών για την ημερομηνία ζωής του γάλακτος και η εναρμόνιση της ημερομηνίας λήξης τόσο με την κοινοτική νομοθεσία όσο και με τα επιστημονικά δεδομένα (μέχρι τις 11 ημέρες). Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των εισαγωγών γάλακτος (η τιμή παραγωγού στην Ελλάδα είναι υψηλότερη της αντίστοιχης τιμής στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά περίπου 10 λεπτά του ευρώ), σε μείωση των αντίστοιχων τιμών στην εσωτερική αγορά αλλά και σε πίεση στην ήδη φθίνουσα παραγωγική δραστηριότητα του φρέσκου γάλακτος.
Κρίνουμε ότι δεν πρέπει να στεκόμαστε τόσο στις αναμενόμενες αρνητικές βραχυπρόθεσμες συνέπειες από μια πιθανή αύξηση των εισαγωγών γάλακτος στους εγχώριους παραγωγούς. Η πίεση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε αναδιοργάνωση του κλάδου ώστε μέσω της συγκέντρωσης και των νέων επενδύσεων να αυξήσει τόσο την παραγωγή του όσο και την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος. Παράλληλα, η πρόταση της κυβέρνησης για τη θεσμοθέτηση μιας νέας κατηγορίας γάλακτος τριών ημερών μπορεί να ενισχύσει το εισόδημα των παραγωγών αφού θα επιτρέψει την πώληση του γάλακτος στις τοπικές κοινωνίες άμεσα χωρίς μεσάζοντες. Βέβαια δε θα πρέπει να παραβλεφθεί σε αυτό το σημείο ότι η συγκεκριμένη λύση απαιτεί επενδύσεις στη διαδικασία μεταποίησης του προϊόντος ενώ το γάλα με μικρή διάρκεια ζωής θα πρέπει να είναι ανταγωνιστικό του γάλακτος των 11 ημερών.
Με αφορμή τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά γάλακτος είναι σκόπιμο να τονίσουμε ότι παρότι φτάσαμε σε συμφωνία με την τρόικα την προηγούμενη εβδομάδα κάτι τέτοιο δεν συνεπάγεται το τέλος της προσπάθειας από πλευράς της ελληνικής κυβέρνησης ή το τέλος της εφαρμογής του 2ου Προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (2ΠΣΕΟ). Τίποτα δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Η ψήφιση του νομοσχεδίου είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της καταβολής της δόσης. Παράλληλα, οι αξιολογήσεις από την τρόικα δεν τελειώνουν εδώ. Ακολουθεί η αξιολόγηση του Ιουνίου 2014 για την καταβολή της τελευταίας δόσης από το ΕΜΣ ενώ  οι αξιολογήσεις με τη σημερινή τους μορφή θα συνεχιστούν μέχρι τον Φεβρουάριο του 2016 όταν θα λήξει και η χρηματοδότηση από το ΔΝΤ.
Βέβαια, κάτι τέτοιο προϋποθέτει την εύρεση μιας συνεπούς λύσης στο θέμα των χρηματοδοτικών κενών ώστε να εξασφαλιστεί και νομικά το ΔΝΤ για τη συνέχιση της χρηματοδότησης. Σε αντίθετη περίπτωση, το κενό που θα δημιουργηθεί θα είναι σημαντικό και θα πρέπει να καλυφθεί με νέο δάνειο από τον ΕΜΣ.
Επίσης δε θα πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι μια σειρά από ανοικτά θέματα είναι αναγκαίο να λυθούν μέσα στους επόμενους μήνες με κυριότερο αυτό της ελάφρυνσης του χρέους.
Παράταση της αδυναμίας εύρεσης λύσης πέρα από την επόμενη εβδομάδα θα περιορίσει σημαντικά τα περιθώρια διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης ενώ θα αφήσει και σε εκκρεμότητα και το θέμα της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank με όποιες (αρνητικές) επιπτώσεις μπορεί να έχει το συγκεκριμένο γεγονός στην ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, στην αύξηση των ξένων επενδύσεων και στην επιστροφή της χώρας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014.
Την προηγούμενη εβδομάδα ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P διατήρησε την αξιολόγηση του στο Β-. Δεν θεωρούμε ως αρνητικό το συγκεκριμένο γεγονός με δεδομένη την αβεβαιότητα που δημιουργεί η καθυστέρηση στην ψήφιση του νομοσχεδίου που θα επιτρέψει την  τυπική ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης και την καταβολή της δόσης από τον ΕΜΣ. Με δεδομένο ότι θα ολοκληρωθεί η ψήφιση του νομοσχεδίου κτλ. περιμένουμε ότι οι άλλοι δύο οίκοι αξιολόγησης θα προχωρήσουν σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Κάτι τέτοιο άλλωστε είχε επισημανθεί και σε εκθέσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης στο τέλος του 2013.
Βέβαια, η συνέχιση της αδυναμίας εύρεσης συμφωνίας στο εσωτερικό της κυβέρνησης και ο συμβιβασμός προς μια σε μια μεταρρύθμιση που σκοπό θα έχει απλά να εξασφαλίσουμε την καταβολή της δόσης από τον ΕΜΣ και όχι την ενίσχυση του ανταγωνισμού θα δείξει για άλλη μια φορά την έλλειψη ιδιοκτησίας του προγράμματος από πλευράς μέρους τουλάχιστον της κυβερνητικής πλειοψηφίας και πιθανόν να περιορίσει σημαντικά τα περιθώρια αναβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Πάντως η συμφωνία με την τρόικα την προηγούμενη εβδομάδα – μετά από 7 μήνες διαπραγματεύσεων – αλλά και η αδυναμία εύρεσης συμφωνίας στο εσωτερικό της κυβέρνησης για την ψήφιση του νομοσχεδίου αντικατοπτρίζεται και στην εξέλιξη των περιθωρίων μεταξύ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων.
Αν και έχουμε σαφή βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, την τελευταία εβδομάδα ο συγκεκριμένος δείκτης ακολουθεί την πορεία της διαπραγμάτευσης. Την 26η Μαρτίου 2014 το περιθώριο των ομολόγων ήταν στις 528,5 μβ αυξημένο κατά 6,6 μβ σε εβδομαδιαία βάση,  υψηλότερα κατά 28,5 μβ από το χαμηλότερο σημείο των τελευταίων 45 μηνών (500 μβ (6/3/2014)) αλλά σημαντικά χαμηλότερα κατά 160,7 μβ από το υψηλό της 27ης Ιανουαρίου 2014 (την υψηλότερη τιμή για το 2014). Ταυτόχρονα, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών  μειώθηκε κατά -48,8 μβ ή -3,6% σε εβδομαδιαία βάση κυρίως εξαιτίας της αβεβαιότητας αναφορικά με την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα.
Σημειώστε ότι το περιθώριο των ελληνικών ομολόγων ήταν στην περιοχή των 517,0 μβ στις αρχές Ιουνίου 2010, ένα μήνα μετά την υπογραφή του 1ου Προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας και ενώ η τότε κυβέρνηση είχε μόλις αρχίσει την εφαρμογή του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων καθώς και την προσπάθεια δημοσιονομικής σύγκλισης. Τώρα όλα αυτά είναι πίσω μας και με προσπάθεια και συστηματική δουλειά μπορούν να κλείσει με συνέπεια τόσο το θέμα της ψήφισης του νομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης όσο και στη συνέχεια τα ανοικτά θέματα που απομένουν για την επόμενη περίοδο.
Η κυβέρνηση αναμένεται να καταθέσει την Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014 το νομοσχέδιο που θα περιλαμβάνει τα συμφωνηθέντα με την τρόικα (τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την απελευθέρωση του ανταγωνισμού, το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στο πλαίσιο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, την διαδικασία επιστροφής του πρωτογενούς πλεονάσματος στην ελληνική οικονομία, κτλ)  ώστε να εξασφαλίσει την θετική απόφαση του Eurogroup της 1ης Απριλίου 2014 σχετικά με την εκταμίευση των δόσεων . Μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει συμφωνία στο εσωτερικό της συγκυβέρνησης για μια από τις βασικές μεταρρυθμίσεις που προτείνονται στην Έκθεση του ΟΟΣΑ για την ενίσχυση του Ανταγωνισμού στην Ελληνική Οικονομία, αυτή της απελευθέρωσης της αγοράς γάλακτος. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα στην Έκθεση του ΟΟΣΑ προτείνεται η κατάργηση του περιορισμού των πέντε ημερών για την ημερομηνία ζωής του γάλακτος και η εναρμόνιση της ημερομηνίας λήξης τόσο με την κοινοτική νομοθεσία όσο και με τα επιστημονικά δεδομένα (μέχρι τις 11 ημέρες). Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των εισαγωγών γάλακτος (η τιμή παραγωγού στην Ελλάδα είναι υψηλότερη της αντίστοιχης τιμής στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά περίπου 10 λεπτά του ευρώ), σε μείωση των αντίστοιχων τιμών στην εσωτερική αγορά αλλά και σε πίεση στην ήδη φθίνουσα παραγωγική δραστηριότητα του φρέσκου γάλακτος.
Κρίνουμε ότι δεν πρέπει να στεκόμαστε τόσο στις αναμενόμενες αρνητικές βραχυπρόθεσμες συνέπειες από μια πιθανή αύξηση των εισαγωγών γάλακτος στους εγχώριους παραγωγούς. Η πίεση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει μεσοπρόθεσμα σε αναδιοργάνωση του κλάδου ώστε μέσω της συγκέντρωσης και των νέων επενδύσεων να αυξήσει τόσο την παραγωγή του όσο και την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος. Παράλληλα, η πρόταση της κυβέρνησης για τη θεσμοθέτηση μιας νέας κατηγορίας γάλακτος τριών ημερών μπορεί να ενισχύσει το εισόδημα των παραγωγών αφού θα επιτρέψει την πώληση του γάλακτος στις τοπικές κοινωνίες άμεσα χωρίς μεσάζοντες. Βέβαια δε θα πρέπει να παραβλεφθεί σε αυτό το σημείο ότι η συγκεκριμένη λύση απαιτεί επενδύσεις στη διαδικασία μεταποίησης του προϊόντος ενώ το γάλα με μικρή διάρκεια ζωής θα πρέπει να είναι ανταγωνιστικό του γάλακτος των 11 ημερών.
Με αφορμή τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά γάλακτος είναι σκόπιμο να τονίσουμε ότι παρότι φτάσαμε σε συμφωνία με την τρόικα την προηγούμενη εβδομάδα κάτι τέτοιο δεν συνεπάγεται το τέλος της προσπάθειας από πλευράς της ελληνικής κυβέρνησης ή το τέλος της εφαρμογής του 2ου Προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (2ΠΣΕΟ). Τίποτα δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Η ψήφιση του νομοσχεδίου είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της καταβολής της δόσης. Παράλληλα, οι αξιολογήσεις από την τρόικα δεν τελειώνουν εδώ. Ακολουθεί η αξιολόγηση του Ιουνίου 2014 για την καταβολή της τελευταίας δόσης από το ΕΜΣ ενώ  οι αξιολογήσεις με τη σημερινή τους μορφή θα συνεχιστούν μέχρι τον Φεβρουάριο του 2016 όταν θα λήξει και η χρηματοδότηση από το ΔΝΤ.
Βέβαια, κάτι τέτοιο προϋποθέτει την εύρεση μιας συνεπούς λύσης στο θέμα των χρηματοδοτικών κενών ώστε να εξασφαλιστεί και νομικά το ΔΝΤ για τη συνέχιση της χρηματοδότησης. Σε αντίθετη περίπτωση, το κενό που θα δημιουργηθεί θα είναι σημαντικό και θα πρέπει να καλυφθεί με νέο δάνειο από τον ΕΜΣ.
Επίσης δε θα πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι μια σειρά από ανοικτά θέματα είναι αναγκαίο να λυθούν μέσα στους επόμενους μήνες με κυριότερο αυτό της ελάφρυνσης του χρέους.
Παράταση της αδυναμίας εύρεσης λύσης πέρα από την επόμενη εβδομάδα θα περιορίσει σημαντικά τα περιθώρια διαπραγμάτευσης της ελληνικής κυβέρνησης ενώ θα αφήσει και σε εκκρεμότητα και το θέμα της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank με όποιες (αρνητικές) επιπτώσεις μπορεί να έχει το συγκεκριμένο γεγονός στην ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, στην αύξηση των ξένων επενδύσεων και στην επιστροφή της χώρας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014.
Την προηγούμενη εβδομάδα ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P διατήρησε την αξιολόγηση του στο Β-. Δεν θεωρούμε ως αρνητικό το συγκεκριμένο γεγονός με δεδομένη την αβεβαιότητα που δημιουργεί η καθυστέρηση στην ψήφιση του νομοσχεδίου που θα επιτρέψει την  τυπική ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης και την καταβολή της δόσης από τον ΕΜΣ. Με δεδομένο ότι θα ολοκληρωθεί η ψήφιση του νομοσχεδίου κτλ. περιμένουμε ότι οι άλλοι δύο οίκοι αξιολόγησης θα προχωρήσουν σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Κάτι τέτοιο άλλωστε είχε επισημανθεί και σε εκθέσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης στο τέλος του 2013 . Βέβαια, η συνέχιση της αδυναμίας εύρεσης συμφωνίας στο εσωτερικό της κυβέρνησης και ο συμβιβασμός προς μια σε μια μεταρρύθμιση που σκοπό θα έχει απλά να εξασφαλίσουμε την καταβολή της δόσης από τον ΕΜΣ και όχι την ενίσχυση του ανταγωνισμού θα δείξει για άλλη μια φορά την έλλειψη ιδιοκτησίας του προγράμματος από πλευράς μέρους τουλάχιστον της κυβερνητικής πλειοψηφίας και πιθανόν να περιορίσει σημαντικά τα περιθώρια αναβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Πάντως η συμφωνία με την τρόικα την προηγούμενη εβδομάδα – μετά από 7 μήνες διαπραγματεύσεων – αλλά και η αδυναμία εύρεσης συμφωνίας στο εσωτερικό της κυβέρνησης για την ψήφιση του νομοσχεδίου αντικατοπτρίζεται και στην εξέλιξη των περιθωρίων μεταξύ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων. Αν και έχουμε σαφή βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, την τελευταία εβδομάδα ο συγκεκριμένος δείκτης ακολουθεί την πορεία της διαπραγμάτευσης. Την 26η Μαρτίου 2014 το περιθώριο των ομολόγων ήταν στις 528,5 μβ αυξημένο κατά 6,6 μβ σε εβδομαδιαία βάση,  υψηλότερα κατά 28,5 μβ από το χαμηλότερο σημείο των τελευταίων 45 μηνών (500 μβ (6/3/2014)) αλλά σημαντικά χαμηλότερα κατά 160,7 μβ από το υψηλό της 27ης Ιανουαρίου 2014 (την υψηλότερη τιμή για το 2014). Ταυτόχρονα, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών  μειώθηκε κατά -48,8 μβ ή -3,6% σε εβδομαδιαία βάση κυρίως εξαιτίας της αβεβαιότητας αναφορικά με την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα.
Σημειώστε ότι το περιθώριο των ελληνικών ομολόγων ήταν στην περιοχή των 517,0 μβ στις αρχές Ιουνίου 2010, ένα μήνα μετά την υπογραφή του 1ου Προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας και ενώ η τότε κυβέρνηση είχε μόλις αρχίσει την εφαρμογή του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων καθώς και την προσπάθεια δημοσιονομικής σύγκλισης. Τώρα όλα αυτά είναι πίσω μας και με προσπάθεια και συστηματική δουλειά μπορούν να κλείσει με συνέπεια τόσο το θέμα της ψήφισης του νομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης όσο και στη συνέχεια τα ανοικτά θέματα που απομένουν για την επόμενη περίοδο.
Σύμφωνα με τα  τελικά στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού της Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014  το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού σε τροποποιημένη ταμειακή βάση ήταν πλεονασματικό κατά €0,5 δισ., βελτιωμένο κατά 161,8% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο και κατά 192,4% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Το πρωτογενές ισοζύγιο για την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014 ήταν πλεονασματικό στα €2,1 δισ., βελτιωμένο κατά 323,6% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013 και κατά 97,0% σε σχέση με το στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Η αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος έναντι του στόχου οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εσόδων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά περίπου €1,0 δισ. εξαιτίας εισροών από την ΕΕ (έσοδα από τα Ταμεία Συνοχής κτλ). Όπως έχει συμβεί συχνά στο παρελθόν, δεν έχουμε επιπλέον εισροές από την ΕΕ αλλά απλά ένα διαφορετικό χρονισμό της καταβολής των δόσεων. Κατά τη διάρκεια του έτους τα έσοδα του ΠΔΕ θα προσεγγίσουν τον αντίστοιχο ετήσιο στόχο. Ενθαρρυντικό όσον αφορά την ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας και την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2014, είναι το γεγονός ότι τα έξοδα του ΠΔΕ είναι αυξημένα κατά 117,2% σε ετήσια βάση και κατά 73,1% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Και εδώ ισχύει η παρατήρηση για τον χρονισμό που έγινε παραπάνω για τα έσοδα του ΠΔΕ.
Τα έσοδα της Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2014 εμφανίζουν αύξηση κατά 1,5% σε ετήσια βάση αλλά μείωση κατά €0,6 δισ. ή -6,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μηνιαίο στόχο. Η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ανησυχητική και προκαλεί προβληματισμό για την επίτευξη του σχετικού ετήσιου στόχου για το 2014, καθώς υπάρχει υστέρηση εσόδων ήδη από τους δύο πρώτους μήνες του έτους. Αν το φαινόμενο αυτό συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες τότε υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα δημοσιονομικό κενό για το 2014. Βέβαια, είναι πιθανό αυτή η υστέρηση να είναι συγκυριακή και τα έσοδα των επόμενων μηνών να προσεγγίσουν τους αντίστοιχους στόχους του Προϋπολογισμού 2014. Αυτό είναι το καλό ενδεχόμενο όσον αφορά την εξέλιξη των εσόδων για το 2014.
Πιο αναλυτικά, για τους δύο πρώτους μήνες του 2014, τα φορολογικά έσοδα είναι μειωμένα κατά -1,1% σε ετήσια βάση και κατά -6,2% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος (φυσικών και νομικών προσώπων) παρουσιάζουν μείωση -24,9% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Τα έσοδα από τους φόρους περιουσίας (συμπεριλαμβάνουν το Ειδικό Έκτακτο Τέλος Ακινήτων (ΕΕΤΑ) 2013, τις δόσεις των Φόρων Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) 2011-2013, κτλ) παρουσιάζουν μείωση -14,6% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Τα συνολικά έσοδα από τον ΦΠΑ για τους δύο πρώτους μήνες του 2014 ήταν επίσης μειωμένα κατά -2,5% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014. Από τις επιμέρους κατηγορίες του ΦΠΑ παρουσιάζουν μείωση αυτές των πετρελαιοειδών (-39,4% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014) και του καπνού (-24,7% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014). Αντίθετα, αύξηση παρουσιάζουν τα έσοδα από τον ΦΠΑ των υπόλοιπων κατηγοριών (9,0% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Προϋπολογισμού 2014).

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης