Ουδέποτε είχε η γερμανική πλευρά αμφισβητήσει το ορθό της επίκλησης της Ελλάδας για δικαίωμα διεκδίκησης αξιώσεων
Σοβαρές καθυστερήσεις στη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων από την ελληνική πλευρά απέδωσε σε παρελθούσες κυβερνήσεις της Ελλάδας ο πρέσβης επί τιμή Ιωάννης Μπουρλογιάννης - Τσαγκαρίδης, που βρέθηκε σήμερα στη συνεδρίαση της Διακομματικής Επιτροπής για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων στη Βουλή.
«Έπρεπε από την επανένωση της Γερμανίας να θέσουμε τις αξιώσεις μας. Έπρεπε να είμαστε έτοιμοι και οι πρώτοι που θα τις υποβάλαμε. Ήταν ήδη αργά», είπε, διηγούμενος την εμπειρία του όταν το 1995 πήγε στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών για να επιδώσει ρηματική διακοίνωση εκ μέρους της χώρας μας για τις αποζημιώσεις, διαχωρίζοντας τότε το κατοχικό δάνειο από τις αποζημιώσεις.
«Βρήκα κλειστή πόρτα», είπε, ενθυμούμενος ότι «δεν είχα προλάβει να γυρίσω στην πρεσβεία και το υπουργείο είχε εκδώσει ανακοίνωση Τύπου καταπατώντας όλα τα διπλωματικά έθιμα. Όταν ρώτησα, μου είπαν ότι ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, είχε κάνει δήλωση από την προηγούμενη μέρα ότι την επομένη ο πρέσβης θα υπέβαλε τη ρηματική διακοίνωση, και συνεπώς απαντάμε και εμείς δια του Τύπου».
Ο ίδιος υποστήριξε ότι αντέδρασε με πολλούς τρόπους τότε και προσπάθησε να ενημερώσει Γερμανούς βουλευτές και δημοσιογράφους. «Δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα από ελληνικής πλευράς. Δεύτερον, υπήρξε καθυστέρηση στην υποβολή των αιτημάτων μας. Έπρεπε να είμαστε αμέσως έτοιμοι και με συγκεκριμένα ποσά, έστω και κατά προσέγγιση», είπε, επικαλούμενος και ρηματική διακοίνωση του 1967 ότι ουδέποτε είχε η γερμανική πλευρά αμφισβητήσει το ορθό της επίκλησής μας για δικαίωμα διεκδίκης αξιώσεων.
Ιδιαίτερη σημασία όμως έχουν και όσα είπε για σήμερα. «Την προηγουμένη της μεταβίβασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ.Ρος έλεγε ότι είναι απαράδεκτο και έχει σβήσει το θέμα αυτό. Ο Γκάουκ έλεγε ότι δεν υφίσταται τέτοιο θέμα στην επίσημη επίσκεψη και το θέμα είναι μόνο ηθικό, κάτι που δεν μεταφράζεται σε χρήματα. Το υπουργείο Εξωτερικών βεβαίως αντέδρασε, λέγοντας όχι και πως το θέμα υφίσταται», είπε, σημειώνοντας πάντως πως κατά τη γνώμη του, πλέον η διαδικασία θα πρέπει να κινηθεί δια της διπλωματικής οδού.
«Στην τελευταία επίσκεψη Μέρκελ, είχε λεχθεί ότι πιθανώς το θέμα θα ετίθετο στη συνάντηση Βενιζέλου - Σταϊνμάγερ. Όμως η επισκεψη Παπούλια στη Γερμανία είναι μεταγενέστερη και στην ουσία σβήνει τα προηγούμενα», είπε.
Ο ίδιος πρότεινε να συσταθούν ολιγομελείς επιτροπές στο Ευρωκοινοβούλιο, περίπου τριών ή τεσσάρων ατόμων, παρουσία σε όλες του Μανώλη Γλέζου και να επισκεφθούν, αν όχι τις πρωτεύουσες, έστω τα γραφεία τους για να δώσουν μεμοράντουμ, ώστε όταν έρθει το θέμα στο Ευρωκοινοβούλιο να είναι όλοι ενήμεροι.
Απαντώντας σε ερωτήσεις βουλευτών της Επιτροπής, ο πρέσβης επί τιμή, υποστήριξε ότι το σημερινό επιχείρημα των Γερμανών ότι το ζήτημα δεν υπάρχει είναι «εντελώς αστήριχτο», πράγμα που είπε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο επίσημο γεύμα του Μαρτίου. Παρόλα αυτά, υποβάθμισε τη σημασία της δικαστικής οδού σήμερα.
«Η δικαστική οδός αποκλείεται, αφού η συμφωνία του ’53 προβλέπει σύνθεση δικαστηρίου που δεν μας συμφέρει, αφού θα υπάρχουν τέσσερις Γερμανοί δικαστές», είπε, ενώ «το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι απορριπτέο από εμάς, αφού οι Γερμανοί δέχονται εκεί μόνο τις υποθέσεις μετά το 2008».
Για αυτό και επέμεινε στη διπλωματική οδό, με λεπτό χειρισμό και μετά από προκαταρκτικές συνομιλίες, προκειμένου να συγκινηθεί μέρος του Ευρωκοινοβουλίου.
Διηγούμενος αργότερα τα γεγονότα της 5ης Νοεμβρίου 1995, όταν υπέβαλε νότα στη Γερμανία, υποστήριξε ότι ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών Χάρντμαν του είπε ότι το θέμα έχει λήξει και πως ό,τι ήταν να πάρουμε το πήραμε από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Μετά από τη δική του αντίδραση, δε, τον ενημέρωσε ότι δεν θα λάβει ποτέ ρηματική διακοίνωση, λόγω της προηγούμενης δημοσιοποίησης του θέματος από τον Ανδρέα Παπανδρέου στην Αθήνα, που τους οδήγησε να απαντήσουν με ανακοίνωση Τύπου.
«Στην Αθήνα ξέσπασε θύελλα», υποστήριξε, σημειώνοντας όμως παράλληλα ότι υπήρχε τότε μία διαφωνία μεταξύ Παγκάλου και Παπούλια, με τον καθένα να επιχειρεί να επωφελείται εις βάρος του άλλου και με αποτέλεσμα του «μαλλιοτραβήγματος», όπως το χαρακτήρισε, να στέλνουν διαφορετικές οδηγίες στην πρεσβεία μας στη Γερμανία.
Από την εξιστόρησή του δεν ξέφυγε ούτε ο Κώστας Σημίτης, για τον οποίο υποστήριξε ότι όταν το 1996 είχε ένα τετ-α-τετ με τον Χ. Κολ, τον ρώτησε αν έθεσε το θέμα και του απάντησε θετικά. Όταν όμως ζήτησε λεπτομέρειες, περιορίστηκε να του πει πως «ήταν μια ευχάριστη συνάντηση», καλώντας τον να ερμηνεύσει τη φράση του κατά το δοκούν.
Μιλώντας για τους Γερμανούς, δε, υποστήριξε ότι «δεν ξέρουν καλά τα θέματα αυτά» και πως πλέον δεν θέλουν να τα θυμηθούν…
Ο ίδιος δεν εμφανίστηκε αισιόδοξος για το αποτέλεσμα προσέγγισης με τις νικήτριες χώρες προκειμένου να μεσολαβήσουν, αφού όπως είπε: «δε νομίζω ότι οι δανείστριες χώρες θα κάνουν ποτέ πιέσεις προς την Γερμανία»… Εμφανίστηκε όμως ιδιαιτέρως θετικός στη διοργάνωση ενός διεθνούς συνεδρίου ή διάσκεψης με θέμα την υπόθεση διεκδίκησης των αποζημιώσεων, στον βαθμό που θα οργανωθεί με πολύ καλούς επιστήμονες.
www.bankingnews.gr
«Έπρεπε από την επανένωση της Γερμανίας να θέσουμε τις αξιώσεις μας. Έπρεπε να είμαστε έτοιμοι και οι πρώτοι που θα τις υποβάλαμε. Ήταν ήδη αργά», είπε, διηγούμενος την εμπειρία του όταν το 1995 πήγε στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών για να επιδώσει ρηματική διακοίνωση εκ μέρους της χώρας μας για τις αποζημιώσεις, διαχωρίζοντας τότε το κατοχικό δάνειο από τις αποζημιώσεις.
«Βρήκα κλειστή πόρτα», είπε, ενθυμούμενος ότι «δεν είχα προλάβει να γυρίσω στην πρεσβεία και το υπουργείο είχε εκδώσει ανακοίνωση Τύπου καταπατώντας όλα τα διπλωματικά έθιμα. Όταν ρώτησα, μου είπαν ότι ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, είχε κάνει δήλωση από την προηγούμενη μέρα ότι την επομένη ο πρέσβης θα υπέβαλε τη ρηματική διακοίνωση, και συνεπώς απαντάμε και εμείς δια του Τύπου».
Ο ίδιος υποστήριξε ότι αντέδρασε με πολλούς τρόπους τότε και προσπάθησε να ενημερώσει Γερμανούς βουλευτές και δημοσιογράφους. «Δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα από ελληνικής πλευράς. Δεύτερον, υπήρξε καθυστέρηση στην υποβολή των αιτημάτων μας. Έπρεπε να είμαστε αμέσως έτοιμοι και με συγκεκριμένα ποσά, έστω και κατά προσέγγιση», είπε, επικαλούμενος και ρηματική διακοίνωση του 1967 ότι ουδέποτε είχε η γερμανική πλευρά αμφισβητήσει το ορθό της επίκλησής μας για δικαίωμα διεκδίκης αξιώσεων.
Ιδιαίτερη σημασία όμως έχουν και όσα είπε για σήμερα. «Την προηγουμένη της μεταβίβασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ.Ρος έλεγε ότι είναι απαράδεκτο και έχει σβήσει το θέμα αυτό. Ο Γκάουκ έλεγε ότι δεν υφίσταται τέτοιο θέμα στην επίσημη επίσκεψη και το θέμα είναι μόνο ηθικό, κάτι που δεν μεταφράζεται σε χρήματα. Το υπουργείο Εξωτερικών βεβαίως αντέδρασε, λέγοντας όχι και πως το θέμα υφίσταται», είπε, σημειώνοντας πάντως πως κατά τη γνώμη του, πλέον η διαδικασία θα πρέπει να κινηθεί δια της διπλωματικής οδού.
«Στην τελευταία επίσκεψη Μέρκελ, είχε λεχθεί ότι πιθανώς το θέμα θα ετίθετο στη συνάντηση Βενιζέλου - Σταϊνμάγερ. Όμως η επισκεψη Παπούλια στη Γερμανία είναι μεταγενέστερη και στην ουσία σβήνει τα προηγούμενα», είπε.
Ο ίδιος πρότεινε να συσταθούν ολιγομελείς επιτροπές στο Ευρωκοινοβούλιο, περίπου τριών ή τεσσάρων ατόμων, παρουσία σε όλες του Μανώλη Γλέζου και να επισκεφθούν, αν όχι τις πρωτεύουσες, έστω τα γραφεία τους για να δώσουν μεμοράντουμ, ώστε όταν έρθει το θέμα στο Ευρωκοινοβούλιο να είναι όλοι ενήμεροι.
Απαντώντας σε ερωτήσεις βουλευτών της Επιτροπής, ο πρέσβης επί τιμή, υποστήριξε ότι το σημερινό επιχείρημα των Γερμανών ότι το ζήτημα δεν υπάρχει είναι «εντελώς αστήριχτο», πράγμα που είπε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο επίσημο γεύμα του Μαρτίου. Παρόλα αυτά, υποβάθμισε τη σημασία της δικαστικής οδού σήμερα.
«Η δικαστική οδός αποκλείεται, αφού η συμφωνία του ’53 προβλέπει σύνθεση δικαστηρίου που δεν μας συμφέρει, αφού θα υπάρχουν τέσσερις Γερμανοί δικαστές», είπε, ενώ «το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι απορριπτέο από εμάς, αφού οι Γερμανοί δέχονται εκεί μόνο τις υποθέσεις μετά το 2008».
Για αυτό και επέμεινε στη διπλωματική οδό, με λεπτό χειρισμό και μετά από προκαταρκτικές συνομιλίες, προκειμένου να συγκινηθεί μέρος του Ευρωκοινοβουλίου.
Διηγούμενος αργότερα τα γεγονότα της 5ης Νοεμβρίου 1995, όταν υπέβαλε νότα στη Γερμανία, υποστήριξε ότι ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών Χάρντμαν του είπε ότι το θέμα έχει λήξει και πως ό,τι ήταν να πάρουμε το πήραμε από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Μετά από τη δική του αντίδραση, δε, τον ενημέρωσε ότι δεν θα λάβει ποτέ ρηματική διακοίνωση, λόγω της προηγούμενης δημοσιοποίησης του θέματος από τον Ανδρέα Παπανδρέου στην Αθήνα, που τους οδήγησε να απαντήσουν με ανακοίνωση Τύπου.
«Στην Αθήνα ξέσπασε θύελλα», υποστήριξε, σημειώνοντας όμως παράλληλα ότι υπήρχε τότε μία διαφωνία μεταξύ Παγκάλου και Παπούλια, με τον καθένα να επιχειρεί να επωφελείται εις βάρος του άλλου και με αποτέλεσμα του «μαλλιοτραβήγματος», όπως το χαρακτήρισε, να στέλνουν διαφορετικές οδηγίες στην πρεσβεία μας στη Γερμανία.
Από την εξιστόρησή του δεν ξέφυγε ούτε ο Κώστας Σημίτης, για τον οποίο υποστήριξε ότι όταν το 1996 είχε ένα τετ-α-τετ με τον Χ. Κολ, τον ρώτησε αν έθεσε το θέμα και του απάντησε θετικά. Όταν όμως ζήτησε λεπτομέρειες, περιορίστηκε να του πει πως «ήταν μια ευχάριστη συνάντηση», καλώντας τον να ερμηνεύσει τη φράση του κατά το δοκούν.
Μιλώντας για τους Γερμανούς, δε, υποστήριξε ότι «δεν ξέρουν καλά τα θέματα αυτά» και πως πλέον δεν θέλουν να τα θυμηθούν…
Ο ίδιος δεν εμφανίστηκε αισιόδοξος για το αποτέλεσμα προσέγγισης με τις νικήτριες χώρες προκειμένου να μεσολαβήσουν, αφού όπως είπε: «δε νομίζω ότι οι δανείστριες χώρες θα κάνουν ποτέ πιέσεις προς την Γερμανία»… Εμφανίστηκε όμως ιδιαιτέρως θετικός στη διοργάνωση ενός διεθνούς συνεδρίου ή διάσκεψης με θέμα την υπόθεση διεκδίκησης των αποζημιώσεων, στον βαθμό που θα οργανωθεί με πολύ καλούς επιστήμονες.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών