Τελευταία Νέα
Οικονομία

X. Γκότσης (Παν. Πειραιώς) στο bankingnews: Άλμα στο κενό η επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή - Το ευρώ δεν προϋποθέτει μνημόνιο

X. Γκότσης (Παν. Πειραιώς) στο bankingnews: Άλμα στο κενό η επιστροφή της Ελλάδας στη δραχμή - Το ευρώ δεν προϋποθέτει μνημόνιο
Ο Draghi έσωσε το ευρώ από μια οριστική κατάρρευση - Από την αρχή της κρίσης θα έπρεπε να ιδρυθεί αναπτυξιακή τράπεζα
Το πρόβλημα με την εφαρμογή των μνημονίων, την επιστροφή στη δραχμή, την υπεραισιοδοξία ορισμένων οικονομολόγων ότι το πλάνο αυτό θα πετύχει, την απόφαση της ΕΚΤ να κλείσει τη στρόφιγγα της ρευστότητας, αλλά και το τι πρέπει να κάνει η επόμενη κυβέρνηση για να μπει στο ραντάρ των διεθνών επενδυτών, σχολιάζει και αναλύει, σε συνέντευξή του στο www.bankingnews.gr, ο έγκριτος καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Χαράλαμπος Γκότσης.
“Το καλοκαίρι του 2012 ο Mario Draghi έσωσε το ευρώ από μια οριστική κατάρρευση”, επισημαίνει, εξηγώντας τις ενέργειες και τις αποφάσεις της ΕΚΤ κατά τη διάρκεια της κρίσης, ενώ υπογραμμίζει παράλληλα ότι “η νέα κυβέρνηση, χωρίς αμφιβολία, είναι υποχρεωμένη στο ξεκίνημα της θητείας της, να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η χώρα με βάση το νέο πρόγραμμα”.
Υποστηρίζει, επίσης, ότι από την αρχή της κρίσης θα έπρεπε, επειδή τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζαν οι τράπεζες ήταν προβλέψιμα, να ιδρυθεί ένα παράλληλο τραπεζικό ίδρυμα, αναπτυξιακή τράπεζα ή ταμείο, η οποία θα φρόντιζε για τη συγκέντρωση των διαθέσιμων για αναπτυξιακούς σκοπούς κεφαλαίων, όπως επίσης και με πιθανές εκδόσεις ομολόγων από τις αγορές, αφού το χαρτοφυλάκιό της θα ήταν καθαρό.
Αναλύοντας τα λάθη στον συλλογισμό των υποστηρικτών της δραχμής και την εναλλακτική που στηρίζουν πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, ο κ. Γκότσης υπενθυμίζει αρχικά τις επιπτώσεις στα εθνικά θέματα ασφάλειας, τονίζει δε πως η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα “θα έμοιαζε με άλμα στο κενό, από ένα τρένο που τρέχει με μεγάλη ταχύτητα”.
Στην ερώτηση, τέλος, αν τελικά γίνεται ευρώ χωρίς μνημόνιο, ο κ. Γκότσης είναι σαφής:
“Η συμμετοχή στο κοινό νόμισμα δε δημιουργεί την υποχρέωση για υπογραφή μνημονίου.
Όταν μια χώρα έχει αποκλεισθεί από τις αγορές και καταφεύγει σε θεσμικούς φορείς για δανειοδότηση, τότε είναι υποχρεωμένη να υπογράψει ένα μνημόνιο, αφού και οι δανειστές με τη σειρά τους δεσμεύονται από τα καταστατικά τους, να απαιτήσουν την υπογραφή μνημονίου με συγκεκριμένες υποχρεώσεις.”

Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξη του κ. Χαράλαμπου Γκότση στο www.bankingnews.gr:

- Πώς σχολιάζετε την απόφαση της ΕΚΤ να μην αυξήσει τον Ιούνιο το όριο παροχής ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και να οδηγήσει την Ελλάδα σε οικονομική ασφυξία; Αυτή ήταν άλλωστε και η αρχή μίας αλληλουχίας γεγονότων που τελικά οδήγησαν τη χώρα σε μία τρίτη εκλογική μάχη σε 8 μήνες.

Η ΕΚΤ με τον πρόεδρό της Mario Draghi κατά τη διάρκεια της κρίσης είχε να αντιμετωπίσει πολύ σημαντικά και μάλιστα πρωτόγνωρα προβλήματα.
Το καλοκαίρι του 2012 έσωσε το ευρώ από μια οριστική κατάρρευση, παρείχε ρευστότητα στις ευρωπαϊκές τράπεζες, όταν η διατραπεζική αγορά είχε στερέψει από προσφορά, αφού η μια τράπεζα δεν εμπιστευόταν την άλλη ενώ αύξησε την προσφορά χρήματος στην αρχή με την αποδοχή ως ενέχυρο δανειακών πακέτων και στη συνέχεια με την ποσοτική χαλάρωση, με σκοπό την αναθέρμανση της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Στην περίπτωση της Ελλάδας επίσης συνέβαλε συχνά στην αποσυμπίεση εντάσεων είτε με αποφάσεις ενίοτε όμως και με παρεμβάσεις.
Για τη συνέχιση της παροχής ρευστότητας προς το τραπεζικό μας σύστημα απευθείας από την ΕΚΤ ή και τη διακοπή και συνέχιση μέσω του ELA, υπάρχουν διιστάμενες απόψεις, τόσο ως προς τη νομιμότητα όσο και τη σκοπιμότητα των αποφάσεών του.
Ο διοικητής της Bundesbank Jens Weidman υποστήριζε τη διακοπή της χρηματοδότησης ήδη από το Μάιο, ο διευθυντής όμως του Max Plank Institut καθηγητής Martin Hellwig αντίθετα, ότι η διακοπή της χρηματοδότησης ήταν αντικαταστατική και συνεπώς παράνομη.

- Έγκριτοι συνάδελφοί σας, όπως ο Κώστας Λαπαβίτσας, που προσχώρησε στη Λαϊκή Ενότητα, τάσσονται υπέρ της επιστροφής της Ελλάδας σε εθνικό νόμισμα. Υποστηρίζουν μάλιστα ότι εάν κάτι τέτοιο γίνει με συγκεκριμένο πλάνο και συντεταγμένα, δεν θα υπάρξουν οι τρομακτικές επιπτώσεις που προβλέπουν τα «στρατόπεδα» που ξεκάθαρα αντιτίθενται σε μία τέτοια επιλογή. Θεωρείτε ότι είναι υπεραισιόδοξοι; Ποιες θα ήταν κατά τη γνώμη σας οι επιπτώσεις της επιστροφής της χώρας στη δραχμή;

Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουν οι υποστηρικτές της Δραχμής, άλλωστε μεταξύ των συναδέλφων υπάρχουν ελάχιστοι, είναι ότι εστιάζουν στο θέμα του νομίσματος, ωσάν να επρόκειτο να αποφασίσουμε τώρα για την εισαγωγή του.
Η χώρα όμως βρίσκεται ήδη από το 2002 σε διαδικασίες ενσωμάτωσης με όλες τις παράλληλες ενέργειες, Ευρωσύστημα, Τραπεζική Ένωση, Δημοσιονομικό Σύμφωνο, οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη για τη διασφάλιση και τη σταθεροποίηση του ευρώ.
Έτσι μια αποχώρηση τώρα, πέρα από πιθανές επιπτώσεις στα εθνικά θέματα ασφάλειας, θα έμοιαζε με άλμα στο κενό, από ένα τρένο που τρέχει με μεγάλη ταχύτητα.
Στο σκεπτικό των υποστηρικτών της Δραχμής κυριαρχεί η άποψη, ότι για να κάνουμε κουμάντο στον τόπο μας θα πρέπει να είμαστε σε θέση να ασκούμε αυτόνομη οικονομική πολιτική.
Αυτό όμως, όπως παραδέχονται, δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτό από τους δανειστές, άρα θα πρέπει να πάμε σε εθνικό νόμισμα.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι η χώρα μας έχει αναλάβει δεσμεύσεις όχι απέναντι στην Ευρωζώνη αλλά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο που επιβάλλει ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και απαγορεύει στις χώρες να μην παράγουν διαρθρωτικά ελλείμματα πάνω από το 0,5% του ΑΕΠ τους, άλλωστε θα τους επιβάλλονται τσουχτερά πρόστιμα, όπως και η υποχρέωση για μείωση του δημοσίου χρέους στο 60% τα επόμενα 20 χρόνια, είναι υποχρεώσεις από τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επομένως, αν θέλουμε να ασκήσουμε αυτόνομη οικονομική πολιτική, χωρίς περιορισμούς και υποδείξεις, τότε θα πρέπει να αποχωρήσουμε και από την Ε.Ε.
Αυτό συνεπάγεται, ότι θα πρέπει να ξεχάσουμε τα ΕΣΠΑ, τα πακέτα Γιούνκερ και Ντράγκι, τη χρηματοδότηση των μεγάλων έργων μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων κλπ.
Χωρίς αυτά όμως, είναι γνωστό, ότι δεν κινείται τίποτα στη χώρα.

- Η Ελλάδα τελεί υπό καθεστώς capital controls από τα τέλη του περασμένου Ιουνίου. Πόσο σοβαρή θεωρείτε ότι είναι η ζημιά που έχει επέλθει στην ελληνική οικονομία και πόσος χρόνος θα απαιτηθεί για την επιστροφή στην ομαλότητα; Είναι εφικτός ο στόχος της πλήρους άρσης των capital controls έως τα τέλη του 2015;

Χωρίς αμφιβολία, η επιβολή ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων στο τραπεζικό μας σύστημα, ήταν μια πολύ αρνητική εξέλιξη.
Πέρα από τα βραχυπρόθεσμα προβλήματα που δημιουργήθηκαν κυρίως στις επιχειρήσεις που συναλλάσσονται με το εξωτερικό, είναι πιθανές και ζημιές και από την απώλεια αγορών, λόγω ασυνέπειας στην εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων.
Για τις ίδιες τις τράπεζες σημαίνει επίσης απώλεια εσόδων, λόγω μείωσης των συναλλαγών καθώς και απομάκρυνση πελατών, οι οποίοι αναζήτησαν άλλους τρόπους διενέργειας των συναλλαγών τους, οι οποίοι πιθανόν να λάβουν μόνιμο χαρακτήρα.
Οι μακροοικονομικές επιβαρύνσεις, εκτός του ότι είναι δύσκολο να υπολογιστούν αξιόπιστα, θα μας ακολουθήσουν για αρκετό χρονικό διάστημα και μετά την άρση τους, η οποία είναι πολύ πιθανό να γίνει, όταν ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και ομαλοποιηθεί η τροφοδότησή τους με ρευστότητα από την ΕΚΤ, κάτι που έχουν αναφέρει και αξιωματούχοι της.

- Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το πιο «ήπιο» από επενδυτική σκοπιά μετεκλογικό σενάριο; Ποιο πολιτικό μείγμα της νέας κυβέρνησης θεωρείτε ότι μπορεί να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, και λέγοντας πολιτικό μείγμα εννοώ τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων από αυτές που σήμερα διεκδικούν την ψήφο των πολιτών.

Για να μπει μια χώρα στο ραντάρ των διεθνών επενδυτών, αλλά και των εγχώριων, απαιτούνται δύο βασικές προϋποθέσεις.
Πρώτον, σταθερό πολιτικό περιβάλλον και δεύτερον, ένα φιλικό για το επιχειρείν κλίμα, το οποίο σχετίζεται κατά κύριο λόγο με την αποτελεσματική λειτουργία του κράτους. Δυστυχώς σε όλους τους τομείς που είναι αναγκαίες βαθιές τομές, καταγράφονται σημαντικές υστερήσεις.
Η πρόταση συνεπώς που θα περιέχει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα δομικών μεταρρυθμίσεων, πρέπει να κερδίσει και την προτίμησή μας.
Ας μην ξεχνάμε όμως, ότι, όπως αναφέρεται και σε έκθεση του ΟΟΣΑ αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο σημαντικότερος ανασταλτικός παράγων μέχρι σήμερα ήταν η έλλειψη πολιτικής βούλησης, λόγω της διαπλοκής της πολιτικής εξουσίας με τα κατεστημένα συμφέροντα.
Ο απεγκλωβισμός από τις οπισθοδρομικές αυτές δυνάμεις και ο εκσυγχρονισμός του κράτους σε όλα τα επίπεδα, αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα για την εγκατάσταση ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

- Πώς θα κατορθώσει η Ελλάδα να ενισχύσει την εσωτερική της ζήτηση, πλάνο που μέχρι στιγμής προκρίνεται από έλληνες και ξένους οικονομολόγους ως η κατάλληλη συνταγή για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας; Ποια είναι τα πρώτα βήματα που θα πρέπει να ακολουθήσει το νέο κυβερνητικό σχήμα που θα προκύψει από τις εκλογές της Κυριακής;

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται από το 2008 σε ένα υφεσιακό σπιράλ, από το οποίο, με τις πολιτικές που ασκήθηκαν, δεν κατάφερε να απαλλαγεί.
Η πολιτική αυστηρής λιτότητας, αποτέλεσμα των τριών προγραμμάτων, που συμφωνήθηκαν με τους δανειστές μας, δεν αφήνει περιθώρια ενίσχυσης της ζήτησης με στόχο καταρχήν τη σταθεροποίηση και στη συνέχεια την ανάκαμψη της οικονομίας.
Το αντίθετο μάλιστα συμβαίνει.
Η αφαίμαξη της οικονομίας με τη συνέχιση της μείωσης των δαπανών και την αύξηση της φορολογίας, λειτουργεί ανασταλτικά και στερεί ακόμη και από τις βιώσιμες επιχειρήσεις που παράγουν αξιόπιστα ανταγωνιστικά προϊόντα, την αναγκαία ζήτηση με αποτέλεσμα να τους μένουν στα ράφια.
Μόνη διέξοδος, προς το παρόν, για την αναπλήρωση της μειωμένης εσωτερικής ζήτησης, αποτελεί η στροφή προς τις αγορές του εξωτερικού.
Για να έχουμε επιτυχία θα πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα άλλων επιτυχημένων χωρών, οι οποίες επέλεξαν συγκεκριμένους τομείς δράσης, αναδεικνύοντας τους λεγόμενους παγκόσμιους κρυφούς πρωταθλητές, προσφέροντας προϊόντα υψηλής εξειδίκευσης και μεγάλης προστιθέμενης αξίας.
Η νέα κυβέρνηση, χωρίς αμφιβολία, είναι υποχρεωμένη στο ξεκίνημα της θητείας της, να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η χώρα με βάση το νέο πρόγραμμα.
Αυτές προβλέπουν την ψήφιση και εφαρμογή 233 δράσεων, που αγγίζουν τους περισσότερους τομείς της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Το μεγαλύτερο μέρος θα πρέπει να καλυφθεί το επόμενο τρίμηνο, υπό την απειλή του Grexit και του bail in των τραπεζών, ενώ η ουρά θα μας ακολουθήσει μέχρι τα μέσα του 2016.
Οι εκτιμήσεις των περισσότερων επίσημων αναλυτών συγκλίνουν στην άποψη, ότι το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους η οικονομία θα σταθεροποιηθεί και θα ξεκινήσει καταρχήν δειλά η ανάκαμψη, η οποία όμως μπορεί κάτω από προϋποθέσεις να εξελιχθεί σε αλματώδη, εμφανίζοντας δείγματα του φαινομένου του ελατηρίου, λόγω των συσσωρευμένων αδρανών δυνάμεων.

- Η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θεωρείτε ότι οι δράσεις των προηγούμενων κυβερνήσεων της χώρας, τα τελευταία χρόνια, στην κατεύθυνση τόνωσης του επιχειρείν, ήταν επαρκείς; Ποιες πρωτοβουλίες θα πρέπει να λάβει η νέα κυβέρνηση που θα αναλάβει τα ηνία της χώρας μετά την κάλπη της Κυριακής;

Το τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε διαδικασία απομόχλευσης.
Ο καθαρός δανεισμός των επιχειρήσεων συνεχώς μειώνεται, κάτι που σημαίνει ότι, κεφάλαια φεύγουν συνεχώς από τις επιχειρήσεις και καταλήγουν σε ένα τραπεζικό σύστημα που είναι ανίκανο να εκπληρώσει τη βασική του αποστολή.
Να τροφοδοτεί δηλαδή την πραγματική οικονομία με την αναγκαία ρευστότητα.
Εκτός από μερικές μεγάλες επιχειρήσεις (14-20), που έχουν τη δυνατότητα να βρουν στις αγορές χρήματα εκδίδοντας εταιρικά ομόλογα, όλες οι άλλες πάσχουν από υποχρηματοδότηση μέχρι πλήρη ασφυξία.
Κυρίως πλήττονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μάλιστα και εκείνες που είναι υγιείς και βιώσιμες.
Από την αρχή της κρίσης θα έπρεπε, επειδή τα προβλήματα που θα αντιμετώπιζαν οι τράπεζες ήταν προβλέψιμα, να ιδρυθεί ένα παράλληλο τραπεζικό ίδρυμα, αναπτυξιακή τράπεζα ή ταμείο, η οποία θα φρόντιζε για τη συγκέντρωση των διαθέσιμων για αναπτυξιακούς σκοπούς κεφαλαίων, όπως επίσης και με πιθανές εκδόσεις ομολόγων από τις αγορές, αφού το χαρτοφυλάκιό της θα ήταν καθαρό.
Σήμερα, με τη διαδικασία των τεστ αντοχής σε εξέλιξη, εκείνο στο οποίο μπορούν να ελπίζουν οι ΜΜΕ, είναι να κλείσει γρήγορα το μεγάλο θέμα των κόκκινων δανείων, ώστε να καθαρίσουν οι ισολογισμοί των τραπεζών και να μπορούν να ασχοληθούν με τη χρηματοδότηση των υγιών επιχειρήσεων.

- Υπάρχει προοπτική ανάκαμψης της Ελλάδας με τόσο υπέρογκο δημόσιο χρέος και χωρίς την προοπτική κουρέματος της ονομαστικής του αξίας; Πόσο μεγάλη ανάσα μπορεί να προσφέρει η αναδιάρθρωσή του, μέσω επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και μείωσης των επιτοκίων;

Με τα σημερινά δεδομένα, βασικός στόχος μιας αναδιάρθρωσης του χρέους θα πρέπει να είναι η ετήσια εξυπηρεσιμότητά του με σκοπό την έξοδό μας στις αγορές για την ομαλή του αναχρηματοδότηση.
Αυτό μπορεί να το προσφέρει μια γενναία επιμήκυνση του χρόνου ωρίμανσης των ομολόγων μας που κατέχουν οι επίσημοι φορείς, σε συνδυασμό με μια μείωση και σταθεροποίηση των επιτοκίων, όπως επίσης και με μια δεκαετή ακόμη περίοδο χάριτος για την αποπληρωμή τόκων. Έτσι το πρόβλημα του μεγάλου ονομαστικού μεγέθους αναβάλλεται για πολύ αργότερα, η δε αντιμετώπισή του θα γίνει σε ένα άλλο ίσως πιο ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον, αφού τόσο το παγκόσμιο χρέος, όσο και η διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα μέσω της αλματώδους αύξησης των παραγώγων προϊόντων, αναμένεται να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και η διεθνής κοινότητα θα αναγκασθεί να λάβει μεγάλες αποφάσεις.

- Γίνεται τελικά ευρώ χωρίς μνημόνιο;

Η συμμετοχή στο κοινό νόμισμα δε δημιουργεί την υποχρέωση για υπογραφή μνημονίου.
Η δανειακή σύμβαση είναι εκείνη που απαιτεί τη σύναψη ενός μνημονίου, με το οποίο μια χώρα αναλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις κατά τεκμήριο νεοφιλελεύθερης εμπνεύσεως. Όταν μια χώρα έχει αποκλεισθεί από τις αγορές και καταφεύγει σε θεσμικούς φορείς για δανειοδότηση, τότε είναι υποχρεωμένη να υπογράψει ένα μνημόνιο, αφού και οι δανειστές με τη σειρά τους δεσμεύονται από τα καταστατικά τους, να απαιτήσουν την υπογραφή μνημονίου με συγκεκριμένες υποχρεώσεις.
Το θέμα με τα μνημόνια είναι ότι μέχρι τώρα, όπου εφαρμόστηκαν, αποτέλεσαν αποτυχημένες προτάσεις εξόδου από την κρίση, χωρίς να θεραπεύουν τις αιτίες, ώστε να προσφέρουν στις χώρες την προοπτική για μια διατηρήσιμη ανάπτυξη προς όφελος των λαών τους.

Αθηνά Δημητρακοπούλου
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης