Τελευταία Νέα
Οικονομία

T. Γιαννίτσης: Η Ελλάδα βρίσκεται μακριά από την έξοδο της στις αγορές - Αποσταθεροποιεί το ασφαλιστικό

T. Γιαννίτσης: Η Ελλάδα βρίσκεται μακριά από την έξοδο της στις αγορές - Αποσταθεροποιεί το ασφαλιστικό
Ως «βασικό παράγοντα της αποσταθεροποίησης και της κρίσης που περνάει η χώρα» προσδιορίζει το συνταξιοδοτικό.
«Σημαντικό λάθος», με «πολύ σοβαρές προεκτάσεις» χαρακτηρίζει ο Τάσος Γιαννίτσης ο πρώην υπουργός Εργασίας σε συνέντευξή του, την επιλογή των δανειστών για «τεράστια» δημοσιονομική προσαρμογή «μέσα σε εξαιρετικά συντετμημένο διάστημα».
 «Θηριώδη και άνιση» εκτιμά και την αύξηση της φορολογίας, μέσω της οποίας –όπως αναφέρει– «η ελληνική πολιτική επέλεξε να κάνει τον βασικό όγκο της προσαρμογής».
Συγκεκριμένα, για τον ΕΝΦΙΑ –«έναν κατά τα άλλα σωστό φόρο, που θα έπρεπε να είχε καθιερωθεί δεκαετίες πριν»–, παρατηρεί ότι «υπήρξαν τεράστιες ασυμμετρίες, προχειρολογίες και αρνητικές επιπτώσεις με το πώς εφαρμόστηκε».
«Σε αρκετά μεγαλύτερο βαθμό από ότι ήταν οικονομικά ορθό» κρίνει, επίσης, ότι έγινε η μείωση των μισθών, «κυρίως στον επιχειρηματικό τομέα», θεωρώντας ότι και η ευελιξία στην ελληνική αγορά εργασίας πήρε «υπερβολικές μορφές».
Ως «βασικό παράγοντα της αποσταθεροποίησης και της κρίσης που περνάει η χώρα» προσδιορίζει το συνταξιοδοτικό.
Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών εκτιμά ότι το Ελληνικό Δημόσιο βρίσκεται ακόμα «πολύ μακριά» από μια βιώσιμη έξοδο στις αγορές, ενώ χαρακτηρίζει «στοιχείο-κλειδί» για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους τη μεγέθυνση.

Η κριτική που ασκήθηκε στα Μνημόνια αφορούσε περισσότερο την υπερφορολόγηση του ιδιωτικού τομέα.
Ο στόχος για άμεση παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος μπορούσε να είχε επιτευχθεί διαφορετικά;

Τα Μνημόνια όριζαν τη δημοσιονομική προσαρμογή που έπρεπε να επιτευχθεί, όχι και τα εργαλεία πολιτικής.
Εφαρμόστηκε μια πολιτική προσαρμογής όχι απλώς εμπροσθοβαρής (front-loaded) αλλά τύπου Big Bang στην τρέχουσα ορολογία, δηλαδή μια τεράστια προσαρμογή μέσα σε εξαιρετικά συντετμημένο διάστημα.
Αυτό ήταν σημαντικό λάθος, είχε πολύ σοβαρές προεκτάσεις και ήταν καθαρά επιλογή των δανειστών.
Πέραν από αυτό όμως, ενώ βασικός παράγοντας της εκτόξευσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών ήταν η μεγάλη αύξηση των δαπανών στα χρόνια πριν την κρίση (συμβολή τους κατά 80% περίπου στην αύξηση της σχέσης ελλείμματος/ΑΕΠ), η ελληνική πολιτική επέλεξε να κάνει τον βασικό όγκο της προσαρμογής με αύξηση της σχέσης των φορολογικών εσόδων/ΑΕΠ μετά το 2009. Αντίθετα, η μείωση της σχέσης δημοσιονομικές δαπάνες/ΑΕΠ μετά το 2009 συνέβαλε λιγότερο από 20% στη μείωση του ελλείμματος /ΑΕΠ.
Η αύξηση της φορολογίας ήταν θηριώδης και άνιση.
 Η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ή δημοσιονομικής ισορροπίας θα έπρεπε να έχει επιτευχθεί με ένα πιο ισόρροπο μείγμα πολιτικής μεταξύ δαπανών και φορολογίας.
Επιπλέον, η αύξηση της φορολογίας όφειλε να γίνει κυρίως με πραγματικές πολιτικές ενάντια στην εκτεταμένη φοροδιαφυγή ή τα θεσμοθετημένα προνομιακά φορολογικά καθεστώτα (π.χ. αγροτικό εισόδημα) και όχι με πρόσθετη επιβάρυνση των συνεπών φορολογούμενων, οδηγώντας σε ασφυξία την οικονομία συνολικά.

Η Ελλάδα είναι σήμερα η πέμπτη χώρα στην Ε.Ε. με την υψηλότερη φορολόγηση των ακινήτων, μέσω κυρίως του ΕΝΦΙΑ.
 Θεωρείτε αναγκαίο κακό τη φορολογική επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας των ελλήνων πολιτών;

Ο φόρος ακίνητης περιουσίας αντιπροσωπεύει σήμερα γύρω στο 1,7% του ΑΕΠ και κατατάσσει, πράγματι, την Ελλάδα στην πρώτη πεντάδα χωρών της Ε.Ε. με την υψηλότερη αντίστοιχη φορολογία. Ένας φόρος περιουσίας είναι δίκαιος και αναγκαίος, όμως πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψη τις συνθήκες κρίσης της χώρας, το πάγωμα των συναλλαγών σε ακίνητα, την ανάγκη να μην εξαιρούνται προνομιακά ειδικές κατηγορίες ακίνητης περιουσίας, το ότι τα εισοδήματα έχουν μειωθεί δραστικά, το ότι –λόγω δανεισμού– η καθαρή αξία της ακίνητης περιουσίας είναι πολύ μικρότερη από την ακαθάριστη, τη διαφορετική κατανομή εισοδήματος και ακίνητης  περιουσίας μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων, και κυρίως ότι οι χαμηλές εισοδηματικές ομάδες έχουν μεγαλύτερο ποσοστό ακίνητης περιουσίας, καθώς και τις ευρύτερες επιπτώσεις από τη φορολογία ακινήτων.
Προκειμένου να διατηρηθεί το μοντέλο της προσαρμογής μέσω φόρων και όχι δαπανών, υπήρξαν τεράστιες ασυμμετρίες, προχειρολογίες και αρνητικές επιπτώσεις με το πώς εφαρμόστηκε ένας κατά τα άλλα σωστός φόρος, που θα έπρεπε να είχε καθιερωθεί δεκαετίες πριν.

Πόσο μακριά είναι ακόμα το Ελληνικό Δημόσιο από μία βιώσιμη έξοδο στις αγορές;

Όσο μακριά είναι από την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, έλεγχο των δημοσιονομικών μεγεθών, σταθερότητα και εμπιστοσύνη στους επενδυτές, στους παραγωγούς και στην κοινωνία.
Δηλαδή, πολύ μακριά.
 
Ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν για τον περιορισμό της ανεργίας;

Επενδύσεις, βαθιά μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και επαφή με τις σύγχρονες γνώσεις, τεχνολογίες, καινοτομίες, οργανωτικά σχήματα στον χώρο της παραγωγής και της επιχειρηματικότητας, «δημιουργική καταστροφή» της κρατικής μηχανής μας, απάλειψη της εκτεταμένης διαφθοράς στο κρατικό σύστημα και του αφανούς «φόρου διαφθοράς», που καλούνται να καταβάλουν επιχειρήσεις και ιδιώτες στις συναλλαγές τους με το κράτος, είτε στην υγεία είτε στην εκπαίδευση είτε στις παραγωγικές πρωτοβουλίες είτε στο ασφαλιστικό σύστημα είτε στις επιλογές πολιτικής που γίνονται.

Συμφωνείτε με τη μείωση του κατώτατου μισθού και τις πολιτικές ενίσχυσης της ευελιξίας στην αγορά εργασίας;

Θεωρώ ότι οι μισθοί είχαν γίνει παράγοντας αποδυνάμωσης της ανταγωνιστικότητας και της δημοσιονομικής ισορροπίας, αλλά –κυρίως στον επιχειρηματικό τομέα– μειώθηκαν σε αρκετά μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι ήταν οικονομικά ορθό.
Όμως, αν η οικονομία μας αδυνατεί να παράγει με τρόπο που να οδηγεί σε όλο και καλύτερες αμοιβές, οι μισθοί δεν θα ανέβουν, ότι και αν αποφασίζεται.
Και η ευελιξία στην αγορά εργασίας πήρε υπερβολικές μορφές. Ωστόσο, πολλές επιχειρήσεις μείωσαν τους μισθούς αρκετά λιγότερο από όσο επιτρεπόταν –ορισμένες και καθόλου– ή δεν χρησιμοποίησαν καν τις ευελιξίες που θεσμοθετήθηκαν.
Άλλες, που δεν άντεχαν, έκλεισαν πλήρως.
Το λεπτό ερώτημα, πάντα, είναι ποιες αλλαγές είναι σκόπιμες για να μπορεί η χώρα να διατηρεί τη σχετική θέση της.
Μια απάντηση για τους μισθούς είναι συνάρτηση και της απάντησης για το τι πολιτικές ακολουθούνται, ώστε να ανεβαίνουν οι μισθοί και η απασχόληση, να συρρικνωθεί η μαύρη εργασία, να ισχυροποιούνται επιχειρηματικές δραστηριότητες με οργανωμένο σύστημα αμοιβών και συνθηκών εργασίας και πολλά άλλα.
Η κυριαρχία και η αποθέωση των μικρομεσαίων μονάδων δημιούργησε έναν παραγωγικό ιστό που ούτε τους ίδιους μισθούς ούτε τις ίδιες μορφές προστασίας δικαιωμάτων των εργαζόμενων ούτε την ίδια ανθεκτικότητα στον ανταγωνισμό ούτε τις ίδιες δυνατότητες μεγέθυνσης εξασφαλίζει, όπως οι κάπως μεγαλύτερες παραγωγικές μονάδες που έχουμε στη χώρα.

Ποιες αλλαγές πρέπει να γίνουν στο ασφαλιστικό μας σύστημα, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος διατήρησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης κάτω από το 16% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια;

Το 2009, η συνταξιοδοτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν 14,2%.
 Το 2014 ήταν 16,4%. Το 2000 ήταν 10,6%.
 Η κρατική χρηματοδότηση ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκε από 5,2% το 2000 σε 10,4% το 2012, για να μειωθεί στο 9,5% το 2014, λόγω των περικοπών στις συντάξεις.
Ένα εξαιρετικά μεγάλο τμήμα του πληθυσμού απολαμβάνει συντάξεις από τα 50 χρόνια του ή και πιο πριν, που τις πληρώνουν σήμερα οι νεότερες ηλικίες, ακόμα και οι άνεργοι.
Το συνταξιοδοτικό είναι βασικός παράγοντας της αποσταθεροποίησης και της κρίσης που περνάει η χώρα.
Είναι τόσα πολλά αυτά που χρειάζεται να γίνουν, ώστε δεν μπορούν να αναφερθούν εδώ.
Επιγραμματικά: Χρειάζονται όσα δεν έγιναν εδώ και πολλά χρόνια. Σε ένα πρόσφατο βιβλίο μου, με τίτλο «Το Ασφαλιστικό και η Κρίση», αναφέρομαι σε πολλά από τα ζητήματα αυτά.

Το 2016, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα πλησιάσει το ιλιγγιώδες 185% του ΑΕΠ.
Η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μιας χώρας εξαρτάται περισσότερο από το μέγεθός του ή από τις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησής του;

Θεωρώ ότι ένα τέτοιο χρέος δεν είναι βιώσιμο, με την έννοια ότι δεν είναι δυνατή η αποπληρωμή του.
Βέβαια, αν συμφωνηθούν χαμηλά επίπεδα εξυπηρέτησης, το πρόβλημα αμβλύνεται.
Όμως, και πάλι υπάρχουν σοβαρά προβλήματα για την οικονομία και την κοινωνία.
 Χρειάζεται λύση.
Επίσης, οι δύο διαστάσεις που αναφέρατε πρέπει να συμπληρωθούν από το τι πολιτικές αναπτύσσονται στη χώρα για να πετύχουμε μεγέθυνση.
Αυτό είναι το στοιχείο-κλειδί της βιωσιμότητας.
Ακόμα και χαμηλότερο ύψος χρέους/ΑΕΠ και χαμηλό επίπεδο εξυπηρέτησης δεν είναι βιώσιμα, αν είμαστε ανίκανοι να πετύχουμε μεγέθυνση και αυτή καταρρέει.
 
*Προδημοσίευση μέρους της εφ’ όλης της ύλης συνέντευξης του κυρίου Γιαννίτση, που θα δημοσιευτεί στο προσεχές τεύχος της φοιτητικής εφημερίδας «University Press»

Στέλιος Κοντέας
konteas.stelios@gmail.com

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης