Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού από κανένα δείκτη της οικονομίας δεν είναι ορατή ανάπτυξη
Τον «κώδωνα του κινδύνου» για το ελληνικό πρόγραμμα «κρούουν» οι οικονομολόγοι της βουλής υποστηρίζοντας ότι η επιτυχία του βασίζεται σε πήλινα πόδια.
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού από κανένα δείκτη της οικονομίας δεν είναι ορατή ανάπτυξη.
Το αντίθετο μάλιστα.
Αυτό που μεταδίδουν όλοι οι δείκτες από το ΑΕΠ που είναι το «βαρόμετρο» την κατανάλωση και τις εξαγωγές, μέχρι τις επενδύσεις και τα «λουκέτα» στην αγορά είναι ότι η κατάσταση παραμένει ανησυχητική.
Άλλοι δείκτες που δείχνουν ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι τουλάχιστον βραδύτερη της αναμενόμενης είναι:
Η δυσκολία ουσιαστικής ανάκαμψης των τραπεζικών καταθέσεων, η υποχώρηση της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα, η πτώση της παραγωγικότητας, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο.
Κεντρικό μήνυμα της έκθεσης που συνέταξε το Γραφείο, η οποία εστιάζει στην επόμενη μέρα της συμφωνίας με τους θεσμούς είναι ότι ο τρίτο μνημόνιο είναι μονόδρομος για την χώρα - αν και η «ανάκαμψη της οικονομίας δύσκολα θα επιτευχθεί» λόγω του «μείγματος πολιτικής» που χαρακτηρίζει το νέο πρόγραμμα που χαρακτηρίζεται εμπροσθοβαρές.
Γεγονός είναι, σύμφωνα με την έκθεση, ότι τα φορολογικά μέτρα όχι μόνον επιβαρύνουν την κατανάλωση, που αντιπροσωπεύει το 70% της οικονομίας, αλλά μπορεί να λειτουργήσουν ως αντικίνητρο για επενδύσεις.
Αναλυτικότερα, τα 10 πιο σημαντικά συμπεράσματα που εξάγονται από την έκθεση είναι:
1. Οι κίνδυνοι αποτυχίας του προγράμματος δεν έχουν ακόμη εξαλειφθεί. Η κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα «ηράκλειο» έργο, όπου βασικό ζητούμενο είναι η ανάπτυξη. Χωρίς επιστροφή στην ανάπτυξη, και το νέο πρόγραμμα θα αποτύχει. Οι συντάκτες της έκθεσης δεν συμμερίζονται την αισιοδοξία ότι οι στόχοι θα επιτευχθούν, για τους εξής λόγους:
- Η ανάκαμψη δεν είναι ορατή.
Οι συνιστώσες του ΑΕΠ, κατανάλωση, εξαγωγές και οι επενδύσεις βρίσκονται το πρώτο εξάμηνο 2016 σε καθοδική πορεία.
Δεν υπάρχει δείκτης που να επιτρέπει αισιοδοξία τους επόμενους μήνες.
Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι μάλιστα η μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών το πρώτο τρίμηνο 2016 κατά 11,7% σε ετήσια βάση.
- Δυσοίωνα είναι τα σημάδια και στην αγορά:
Μεγάλες εταιρείες πολλές από τις οποίες άνθισαν στο παρελθόν, χρεοκόπησαν.
Ταυτόχρονα χιλιάδες είναι οι μικρές επιχειρήσεις που κλείνουν ενώ άλλες μεταναστεύουν σε γειτονικές χώρες για να αποφύγουν την υψηλή φορολογία και τους κεφαλαιακούς ελέγχους που επιδεινώνουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Την εικόνα συμπληρώνει η έξοδος στο εξωτερικό χιλιάδων ειδικευμένων εργαζομένων, κυρίως νέων, ανέργων ή απλά απογοητευμένων από τις προοπτικές.
Διαφαίνεται καθαρά ο κίνδυνος να μην ανακάμψει η οικονομία, αλλά να παγιδευτεί σε μια κατάσταση στασιμότητας.
2. Την μακροοικονομική πτυχή του τρίτου Μνημονίου βαραίνουν σοβαρά ελαττώματα που μπορεί να ανατρέψουν τη μεταρρυθμιστική προοπτική.
Μεταξύ αυτών είναι ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα διαρκείας μετά το 2018 της τάξης του 3,5% και η αναβολή των αποφάσεων για μια οριστική ρύθμιση του ελληνικού χρέους.
3. Για την Αθήνα η εφαρμογή του Μνημονίου είναι μονόδρομος.
Πρώτον, γιατί έτσι εξασφαλίζονται τα απαραίτητα κεφάλαια για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, γεγονός που αποτρέπει μια απότομη στάση πληρωμών.
Δεύτερον, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα είναι δυνατή η χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων.
4. Οι σχέσεις της Ελλάδας με τους θεσμούς είναι σήμερα καλύτερες σε σχέση με το καλοκαίρι του 2015.
Αυτό μειώνει ως ένα βαθμό την αβεβαιότητα για την οικονομική πολιτική τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, οι διαφορές στην οικονομική φιλοσοφία ανάμεσα σε Ε.Ε. και ΔΝΤ που αποτυπώνονται και στις εκάστοτε δηλώσεις υπουργών, μπορεί να προκαλέσουν νέες εντάσεις και πάντως, δεν συμβάλλουν στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης στην οικονομία.
5. Στα «συν» του νέου Μνημονίου είναι ότι η χώρα θα πρέπει να προχωρήσει σε ένα ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων (θεσμικών αλλαγών σε κράτος και οικονομία), οι οποίες εφόσον εφαρμοσθούν αναμένεται να ευνοήσουν την ανάπτυξη.
6. Είναι σημαντικό ότι έχει ξεκινήσει με τους θεσμούς συζήτηση για αναθεώρηση των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος κυρίως για πρωτογενή πλεονάσματα.
Ήδη κατά την κατάρτιση του Μεσοπροθέσμου 2017-2020 πρέπει να γίνουν προβλέψεις για τα πρωτογενή ελλείμματα 2019 και 2020.
Η ελληνική πλευρά δεν αμφισβητεί τους στόχους ως το 2018, αλλά λογικά επιδιώκει πρωτογενή πλεονάσματα 1,5-2% του ΑΕΠ.
7. Το ζήτημα της γενναίας ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα διευθετηθεί μεταξύ των θεσμών, αφού ολοκληρωθεί το πρόγραμμα προσαρμογής του τρίτου Μνημονίου.
Η σχετική συζήτηση για αυτό θα ξεκινήσει από τα μέσα του 2018.
8. Πιέσεις για πρόσθετες δαπάνες θα προκύψουν στο μέλλον για τον προϋπολογισμό από τυχόν μαζικές μετατάξεις ατόμων από ιδιωτικοποιούμενες επιχειρήσεις (ΟΛΠ, ΟΣΕ κ.λπ.) σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου.
Η πρακτική αυτή, που έχει δοκιμασθεί και στο παρελθόν, για παράδειγμα στην Ολυμπιακή μπορεί να διασφαλίζει την εργασιακή και κοινωνική ειρήνη, από την άλλη όμως προκαλεί νέες δαπάνες.
Επίσης ισχυρό είναι το ενδεχόμενο να υποβαθμιστούν ποιοτικά οι δημόσιες υπηρεσίες.
9. Σε περίπτωση που ο «κόφτης» δαπανών μπει σε εφαρμογή το 2017 η εξοικονόμηση πόρων θα προέλθει κατά 45% από τους μισθούς του Δημοσίου και κατά 15% από τις συντάξεις.
10. Η εύθραυστη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι ακόμα και στην περίπτωση που επιτευχθούν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης (αλλά με χαμηλότερο ποσοστό, κοντά στο 1%), σε βάθος χρόνου η βιωσιμότητα του χρέους επηρεάζεται αρνητικά.
Αναμένεται η νέα έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από το ΔΝΤ που θα αξιολογηθεί την αναγκαιότητα για ένα νέο «κούρεμα».
Στη βάση αυτή θα κριθεί και η συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού από κανένα δείκτη της οικονομίας δεν είναι ορατή ανάπτυξη.
Το αντίθετο μάλιστα.
Αυτό που μεταδίδουν όλοι οι δείκτες από το ΑΕΠ που είναι το «βαρόμετρο» την κατανάλωση και τις εξαγωγές, μέχρι τις επενδύσεις και τα «λουκέτα» στην αγορά είναι ότι η κατάσταση παραμένει ανησυχητική.
Άλλοι δείκτες που δείχνουν ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι τουλάχιστον βραδύτερη της αναμενόμενης είναι:
Η δυσκολία ουσιαστικής ανάκαμψης των τραπεζικών καταθέσεων, η υποχώρηση της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα, η πτώση της παραγωγικότητας, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο.
Κεντρικό μήνυμα της έκθεσης που συνέταξε το Γραφείο, η οποία εστιάζει στην επόμενη μέρα της συμφωνίας με τους θεσμούς είναι ότι ο τρίτο μνημόνιο είναι μονόδρομος για την χώρα - αν και η «ανάκαμψη της οικονομίας δύσκολα θα επιτευχθεί» λόγω του «μείγματος πολιτικής» που χαρακτηρίζει το νέο πρόγραμμα που χαρακτηρίζεται εμπροσθοβαρές.
Γεγονός είναι, σύμφωνα με την έκθεση, ότι τα φορολογικά μέτρα όχι μόνον επιβαρύνουν την κατανάλωση, που αντιπροσωπεύει το 70% της οικονομίας, αλλά μπορεί να λειτουργήσουν ως αντικίνητρο για επενδύσεις.
Αναλυτικότερα, τα 10 πιο σημαντικά συμπεράσματα που εξάγονται από την έκθεση είναι:
1. Οι κίνδυνοι αποτυχίας του προγράμματος δεν έχουν ακόμη εξαλειφθεί. Η κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα «ηράκλειο» έργο, όπου βασικό ζητούμενο είναι η ανάπτυξη. Χωρίς επιστροφή στην ανάπτυξη, και το νέο πρόγραμμα θα αποτύχει. Οι συντάκτες της έκθεσης δεν συμμερίζονται την αισιοδοξία ότι οι στόχοι θα επιτευχθούν, για τους εξής λόγους:
- Η ανάκαμψη δεν είναι ορατή.
Οι συνιστώσες του ΑΕΠ, κατανάλωση, εξαγωγές και οι επενδύσεις βρίσκονται το πρώτο εξάμηνο 2016 σε καθοδική πορεία.
Δεν υπάρχει δείκτης που να επιτρέπει αισιοδοξία τους επόμενους μήνες.
Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι μάλιστα η μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών το πρώτο τρίμηνο 2016 κατά 11,7% σε ετήσια βάση.
- Δυσοίωνα είναι τα σημάδια και στην αγορά:
Μεγάλες εταιρείες πολλές από τις οποίες άνθισαν στο παρελθόν, χρεοκόπησαν.
Ταυτόχρονα χιλιάδες είναι οι μικρές επιχειρήσεις που κλείνουν ενώ άλλες μεταναστεύουν σε γειτονικές χώρες για να αποφύγουν την υψηλή φορολογία και τους κεφαλαιακούς ελέγχους που επιδεινώνουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Την εικόνα συμπληρώνει η έξοδος στο εξωτερικό χιλιάδων ειδικευμένων εργαζομένων, κυρίως νέων, ανέργων ή απλά απογοητευμένων από τις προοπτικές.
Διαφαίνεται καθαρά ο κίνδυνος να μην ανακάμψει η οικονομία, αλλά να παγιδευτεί σε μια κατάσταση στασιμότητας.
2. Την μακροοικονομική πτυχή του τρίτου Μνημονίου βαραίνουν σοβαρά ελαττώματα που μπορεί να ανατρέψουν τη μεταρρυθμιστική προοπτική.
Μεταξύ αυτών είναι ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα διαρκείας μετά το 2018 της τάξης του 3,5% και η αναβολή των αποφάσεων για μια οριστική ρύθμιση του ελληνικού χρέους.
3. Για την Αθήνα η εφαρμογή του Μνημονίου είναι μονόδρομος.
Πρώτον, γιατί έτσι εξασφαλίζονται τα απαραίτητα κεφάλαια για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, γεγονός που αποτρέπει μια απότομη στάση πληρωμών.
Δεύτερον, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα είναι δυνατή η χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων.
4. Οι σχέσεις της Ελλάδας με τους θεσμούς είναι σήμερα καλύτερες σε σχέση με το καλοκαίρι του 2015.
Αυτό μειώνει ως ένα βαθμό την αβεβαιότητα για την οικονομική πολιτική τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, οι διαφορές στην οικονομική φιλοσοφία ανάμεσα σε Ε.Ε. και ΔΝΤ που αποτυπώνονται και στις εκάστοτε δηλώσεις υπουργών, μπορεί να προκαλέσουν νέες εντάσεις και πάντως, δεν συμβάλλουν στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης στην οικονομία.
5. Στα «συν» του νέου Μνημονίου είναι ότι η χώρα θα πρέπει να προχωρήσει σε ένα ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων (θεσμικών αλλαγών σε κράτος και οικονομία), οι οποίες εφόσον εφαρμοσθούν αναμένεται να ευνοήσουν την ανάπτυξη.
6. Είναι σημαντικό ότι έχει ξεκινήσει με τους θεσμούς συζήτηση για αναθεώρηση των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος κυρίως για πρωτογενή πλεονάσματα.
Ήδη κατά την κατάρτιση του Μεσοπροθέσμου 2017-2020 πρέπει να γίνουν προβλέψεις για τα πρωτογενή ελλείμματα 2019 και 2020.
Η ελληνική πλευρά δεν αμφισβητεί τους στόχους ως το 2018, αλλά λογικά επιδιώκει πρωτογενή πλεονάσματα 1,5-2% του ΑΕΠ.
7. Το ζήτημα της γενναίας ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα διευθετηθεί μεταξύ των θεσμών, αφού ολοκληρωθεί το πρόγραμμα προσαρμογής του τρίτου Μνημονίου.
Η σχετική συζήτηση για αυτό θα ξεκινήσει από τα μέσα του 2018.
8. Πιέσεις για πρόσθετες δαπάνες θα προκύψουν στο μέλλον για τον προϋπολογισμό από τυχόν μαζικές μετατάξεις ατόμων από ιδιωτικοποιούμενες επιχειρήσεις (ΟΛΠ, ΟΣΕ κ.λπ.) σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου.
Η πρακτική αυτή, που έχει δοκιμασθεί και στο παρελθόν, για παράδειγμα στην Ολυμπιακή μπορεί να διασφαλίζει την εργασιακή και κοινωνική ειρήνη, από την άλλη όμως προκαλεί νέες δαπάνες.
Επίσης ισχυρό είναι το ενδεχόμενο να υποβαθμιστούν ποιοτικά οι δημόσιες υπηρεσίες.
9. Σε περίπτωση που ο «κόφτης» δαπανών μπει σε εφαρμογή το 2017 η εξοικονόμηση πόρων θα προέλθει κατά 45% από τους μισθούς του Δημοσίου και κατά 15% από τις συντάξεις.
10. Η εύθραυστη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι ακόμα και στην περίπτωση που επιτευχθούν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης (αλλά με χαμηλότερο ποσοστό, κοντά στο 1%), σε βάθος χρόνου η βιωσιμότητα του χρέους επηρεάζεται αρνητικά.
Αναμένεται η νέα έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από το ΔΝΤ που θα αξιολογηθεί την αναγκαιότητα για ένα νέο «κούρεμα».
Στη βάση αυτή θα κριθεί και η συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών