Συνέντευξη του Γερμανού καθηγητή στο Αθηναϊκό Πρακτορείο
Επενδυτικό ενδιαφέρον από Γερμανούς επιχειρηματίες για την Ελλάδα, διαπιστώνει ο καθηγητής του Ινστιτούτου Ifo, Gabriel Feibermayr, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Διαπιστώνω ότι Γερμανοί επιχειρηματίες ενδιαφέρονται για επενδύσεις στην Ελλάδα, αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες.
Η ήρεμη πολιτική κατάσταση συμβάλλει φυσικά σε αυτό.
Όσο η Ελλάδα δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας του γερμανικού Τύπου τόσο καλύτερα, αυτό έχει θετικό αντίκτυπο στις οικονομικές σχέσεις», επισήμανε στη συνέντευξή του ο διευθυντής του τμήματος εξωτερικής οικονομίας του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας Λάιπνιτς (Ifο) του Μονάχου.
«Η αίσθηση ότι μπορεί να συνεργαστεί κανείς με την παρούσα αριστερή κυβέρνηση θεωρείται από πολλούς πλέον ως δεδομένη. Το γεγονός ότι η πολιτική κατάσταση είναι ήρεμη, έχει βέβαια την αξία του, βοηθά, αλλά δεν είναι αρκετό από μόνο του», προσέθεσε.
Στο ερώτημα τι θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να προσελκύσει επενδύσεις απάντησε ότι «οι δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι τους τελευταίους μήνες υπάρχει μια ανοδική τάση», όμως «το κύριο πρόβλημα για να ευημερήσει η Ελλάδα είναι να αυξήσει την παραγωγικότητα της. Γι αυτό πρέπει να ληφθούν μια σειρά από μέτρα, όπως είναι η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων».
Ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Μονάχου, πρόσθεσε ότι τόσο ο ίδιος όσο και το -ιδιαίτερως επικριτικό προς την Ελλάδα- Ινστιτούτο Ιfo, θεωρούν ότι «η σημερινή κατάσταση είναι αποτέλεσμα της λανθασμένης απόφαση του 2010» και θέτουν «το μεγάλο ερώτημα» εάν ήταν ορθό «να επιλεγεί η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ ή θα ήταν καλύτερα να είχε αποχωρήσει». Η απάντησή τους είναι πως «θα ήταν ίσως καλύτερα για όλους, για τους δανειστές, ακόμα και για τις γερμανικές τράπεζες και την Ελλάδα φυσικά, ότι πρέπει να αποχωρήσει από το ευρώ, σε συνδυασμό με μια ολοκληρωτική διαγραφή του χρέους όπως στην Αργεντινή».
Ο Αυστριακός οικονομολόγος πιστεύει, ότι «αυτό το οποίο χρειάζεται η Ελλάδα είναι ένα πραγματικό βιώσιμο μοντέλο ώστε μετά να πείτε στην Ευρώπη: ιδού το σχέδιο για τη νέα Ελλάδα και να ζητήσετε την υποστήριξή της».
Πρέπει «να πείτε πάμε πίσω στο εθνικό νόμισμα προσωρινά, διαγράψτε το χρέος μας άνευ όρων και θα εφαρμόσουμε ένα βιώσιμο πρόγραμμα ανάπτυξης.
Στην Ιρλανδία όπου δεν υπήρχαν οξείες πολιτικές αντιπαραθέσεις αυτό έγινε επί τη βάσει ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης».
Κατά την άποψη του Γκάμπριελ Φέλμπερμάιερ, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν καταστροφικό, διότι αμέσως μετά ένα πρόγραμμα βοήθειας θα εξασφάλιζε «ότι δεν θα επικρατήσει το χάος στη χώρα, ώστε να μην οδηγηθούμε σε μαζική ανεργία ή έλλειψη φαρμάκων.
Τότε θα δινόταν η ευκαιρία να δημιουργηθεί ένα νέο όραμα για την επάνοδο της χώρας στην ευρωζώνη».
Είπε επίσης στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η αυστηρή πολιτική λιτότητας η οποία εφαρμόζεται στην Ελλάδα δεν είναι ασύμβατη με την ανάπτυξη. «Ο Γερμανός υφυπουργός Χανς-Γιόακιμ Φούχτελ απαρίθμησε (στο συνέδριο του Εληνογερμανικού Επιμελητηρίου) μεν μια σειρά από πολύ καλά συγκεκριμένα σχέδια και αυτό είναι θετικό.
Το ερώτημα όμως το οποίο τίθεται είναι αν μπορούν να αποτελέσουν τη σπίθα που θα ανάψει τη φωτιά της ανάκαμψης», συμπλήρωσε.
Κατά τον Αυστριακό καθηγητή Οικονομίας όσοι επιμένουν να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη το κάνουν διότι «το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι η Ελλάδα, αλλά η Ιταλία, η Ισπανία ίσως κι η Γαλλία».
«Η κατάσταση εκεί δεν είναι ακριβώς ίδια αλλά είναι κατά βάση όμοια. Ούτε γι΄ αυτούς δεν είναι το σωστό νόμισμα το ευρώ, αλλά ούτε και για τη Γερμανία είναι...», προσθέτει. Ωστόσο δεν τάσσεται υπέρ της κατάργησης του ευρώ, αλλά όπως λέει «θέλουμε να καταστήσουμε την νομισματική ένωση μια ελεύθερη ένωση στην οποία να μπορεί μια χώρα μέλος, σε ορισμένες μόνο ειδικές περιπτώσεις, δεν θα είναι δηλαδή ο κανόνας, να αποχωρεί από το ευρώ, να επαναφέρει το εθνικό της νόμισμα με νέα ισοτιμία και μετά να ξαναμπεί.
Απαιτείται όμως γι αυτό μια συντεταγμένη αποχώρηση και βεβαίως η επιτήρηση της διαδικασίας, ώστε η χώρα να επανέλθει στην ευρωζώνη μόνον όταν έχουν εφαρμοστεί οι απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».
Τονίζει μάλιστα, ότι «αυτό θα ήταν ακόμα και σήμερα καλύτερο να γίνει για την Ελλάδα» και ότι η αυστηρή λιτότητα δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση εξόδου κάποιας χώρας από το ευρώ, «διότι αν αποχωρήσει κανείς από την ευρωζώνη μπορεί να μην εφαρμόσει την πολιτική αυτή, αφού η ανάκαμψη της οικονομίας χάρη στις χαμηλές ισοτιμίες του νομίσματος θα έλθει από μόνη της».
Το πρόβλημα της χώρας μας είναι κατά την άποψή του η ανταγωνιστικότητα και «εάν υπάρξει μια νέα δραχμή, αν δηλαδή μπορεί να υποτιμήσει το νόμισμά της, οι επενδύσεις θα αυξηθούν αμέσως». Εάν μάλιστα «γίνει ταυτόχρονα με την αποχώρηση από το ευρώ και την συνεπακόλουθη υποτίμηση της νέας δραχμής και το κούρεμα του χρέους θα υπάρξει αμέσως μια μεγάλη εισροή ξένων κεφαλαίων στην Ελλάδα».
Επίσης, στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο διευθυντής του τμήματος εξωτερικής οικονομίας του Ινστιτούτου Ifο του Μονάχου, επισημαίνει ότι «για βασικά προϊόντα, χωρίς τα οποία η χώρα δεν μπορεί να λειτουργήσει, όπως είναι το πετρέλαιο και τα φάρμακα θα υπάρξει πρόβλημα, γι΄ αυτό θα χρειασθεί την βοήθεια των Ευρωπαίων φίλων της», οι οποίοι και θα την έδιναν, αφού «θα ήταν μια συμφωνία η οποία βασίζεται στην αμοιβαιότητα».
Παραδέχεται μεν ότι κατάσταση θα είναι αρχικά δραματική, «αλλά θα γίνουν όλα γρήγορα» και «σε δυο χρόνια θα έχει λειτουργήσει».
Κατά την μεταβατική δε φάση θα πρέπει να υπάρξει ένα πρόγραμμα, οπότε «θα είναι αναγκαίο να χορηγηθούν δάνεια» να βρεθούν «κάποιες λύσεις, όπως είναι η βοήθεια εκτάκτου ανάγκης, ώστε να αντιμετωπισθούν οι όποιες ελλείψεις».
Για το ενδεχόμενο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ο Γκάμπριελ Φέλμπερμάιερ εκτιμά ότι «μέχρι τις γερμανικές εκλογές δεν θα συμβεί τίποτα.
Μετά τις γερμανικές εκλογές μπορώ να το φανταστώ».
Εκτιμά ότι «στο τέλος το ΔΝΤ θα παραμείνει» στο πρόγραμμα για την Ελλάδα, αφού προηγηθεί η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, προσθέτει όμως, ότι το θεωρεί και αυτό προβληματικό:
«Πιστεύω ότι είναι καλύτερα να γίνει κούρεμα χρέους, όπως έγινε στην Αργεντινή και σε άλλες χώρες, με μια ανοικτή δήλωση πτώχευσης» αν και το «κούρεμα του ελληνικού χρέους σημαίνει ότι θα έχουν ζημιές τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και η Μπούντεσμπανκ (Bundesbank) όσο και οι ιδιωτικές τράπεζες, και φυσικά δεν τους αρέσει.
Έτσι όμως αποφεύγεται στο μέλλον και στο μεσοδιάστημα η αναζωπύρωση της κρίσης στην Ελλάδα».
Ο Αυστριακός οικονομολόγους του βαυαρικού Iνστιτούτου Ifo απαντά αρνητικά στο ερώτημα εάν στις αναλύσεις τους παίζει κάποιο ρόλο η γεωπολιτική θέση μιας χώρας, όπως η Ελλάδα. Κατά την άποψή του όμως «η Ευρώπη πρέπει επειγόντως να αρχίσει να σκέφτεται γεωστρατηγικά, όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο ή στο Αιγαίο, αλλά διεθνώς. Είναι λάθος να μην σκέφτεται γεωστρατηγικά, αλλά έτσι είναι», όπως είπε.
Συμμερίζεται και ο ίδιος τις απόψεις του πρώην και του νυν προέδρου του Ιfo, των Βέρνερ Ζιν και Κλέμενς Φιστ, περί ανάγκης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, επειδή «μια νομισματική ένωση πρέπει να βασίζεται στο αμοιβαίο όφελος για όλους». Ε
άν δεν συμβαίνει αυτό τότε η κατάσταση θα λιμνάζει», όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο.
Ο κ. Φέλμπερμάιερ λέει επίσης ότι «φυσικά και θα υπάρξει χάος» στην περίπτωση αποχώρησης και άλλων χωρών από το ευρώ, την οποία όμως δεν την χαρακτηρίζει «έξοδο από το ευρώ, αλλά φάση προσαρμογής». Γι΄ αυτό «θα έπρεπε καταρχάς να γίνει μια δημόσια συζήτηση για το ότι η νομισματική ένωση πρέπει να αναπνεύσει, να γίνει κατανοητό το γιατί δεν έχει νόημα να είναι κανείς μέλος της νομισματικής ένωσης», λέει συμπληρώνει όμως ότι «χρειαζόμαστε μηχανισμούς και προγράμματα ώστε να μην προκύψει ακριβώς το χάος. Η Ευρωζώνη θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Χωρίς αυτήν η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία θα βρίσκονται σε μόνιμη στασιμότητα».
Στο ερώτημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ αν μπορεί να πείσει κανείς να γίνουν αποδεκτά σκληρά μέτρα κουνώντας το δάχτυλο σε ολόκληρους λαούς και μάλιστα από όσους δεν έχουν καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση, ο Γκάμπριελ Φέλμπερμάιερ απαντά: «Το ερώτημα είναι αν το σημερινό status quo είναι δημοκρατικά νομιμοποιημένο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για την αρχή της δημιουργίας μιας ένωσης μεταφοράς χρεών άλλων.
Σήμερα έχουμε ένα σύστημα σύμφωνα με το οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, χωρίς να νομιμοποιείται, διαθέτει λ.χ. χρήματα για να σωθούν οι ελληνικές τράπεζες».
Ο διευθυντής του τμήματος εξωτερικής οικονομίας του Ινστιτούτου Ifο καταλήγει πως «πρέπει να δεχτούμε ότι αυτό το status quo δεν εξυπηρετεί ούτε την Ελλάδα, ούτε την Γερμανία, αλλά και γενικά ότι χρειαζόμαστε μια λύση η οποία να επιτρέπει μια νέα αρχή.
Γι΄ αυτό και πρέπει να γίνει ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους συνοδευόμενο από την έξοδο από το ευρώ και βέβαια από μηχανισμούς και προγράμματα στήριξης της εξόδου από την κρίση, διότι ασφαλώς το χρέος δεν θα μπορεί να αποπληρωθεί ούτε με την υποτιμημένη δραχμή. Πρέπει να λάβει χώρα ένα δούναι και λαβείν».
«Διαπιστώνω ότι Γερμανοί επιχειρηματίες ενδιαφέρονται για επενδύσεις στην Ελλάδα, αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες.
Η ήρεμη πολιτική κατάσταση συμβάλλει φυσικά σε αυτό.
Όσο η Ελλάδα δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας του γερμανικού Τύπου τόσο καλύτερα, αυτό έχει θετικό αντίκτυπο στις οικονομικές σχέσεις», επισήμανε στη συνέντευξή του ο διευθυντής του τμήματος εξωτερικής οικονομίας του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας Λάιπνιτς (Ifο) του Μονάχου.
«Η αίσθηση ότι μπορεί να συνεργαστεί κανείς με την παρούσα αριστερή κυβέρνηση θεωρείται από πολλούς πλέον ως δεδομένη. Το γεγονός ότι η πολιτική κατάσταση είναι ήρεμη, έχει βέβαια την αξία του, βοηθά, αλλά δεν είναι αρκετό από μόνο του», προσέθεσε.
Στο ερώτημα τι θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να προσελκύσει επενδύσεις απάντησε ότι «οι δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι τους τελευταίους μήνες υπάρχει μια ανοδική τάση», όμως «το κύριο πρόβλημα για να ευημερήσει η Ελλάδα είναι να αυξήσει την παραγωγικότητα της. Γι αυτό πρέπει να ληφθούν μια σειρά από μέτρα, όπως είναι η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων».
Ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Μονάχου, πρόσθεσε ότι τόσο ο ίδιος όσο και το -ιδιαίτερως επικριτικό προς την Ελλάδα- Ινστιτούτο Ιfo, θεωρούν ότι «η σημερινή κατάσταση είναι αποτέλεσμα της λανθασμένης απόφαση του 2010» και θέτουν «το μεγάλο ερώτημα» εάν ήταν ορθό «να επιλεγεί η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ ή θα ήταν καλύτερα να είχε αποχωρήσει». Η απάντησή τους είναι πως «θα ήταν ίσως καλύτερα για όλους, για τους δανειστές, ακόμα και για τις γερμανικές τράπεζες και την Ελλάδα φυσικά, ότι πρέπει να αποχωρήσει από το ευρώ, σε συνδυασμό με μια ολοκληρωτική διαγραφή του χρέους όπως στην Αργεντινή».
Ο Αυστριακός οικονομολόγος πιστεύει, ότι «αυτό το οποίο χρειάζεται η Ελλάδα είναι ένα πραγματικό βιώσιμο μοντέλο ώστε μετά να πείτε στην Ευρώπη: ιδού το σχέδιο για τη νέα Ελλάδα και να ζητήσετε την υποστήριξή της».
Πρέπει «να πείτε πάμε πίσω στο εθνικό νόμισμα προσωρινά, διαγράψτε το χρέος μας άνευ όρων και θα εφαρμόσουμε ένα βιώσιμο πρόγραμμα ανάπτυξης.
Στην Ιρλανδία όπου δεν υπήρχαν οξείες πολιτικές αντιπαραθέσεις αυτό έγινε επί τη βάσει ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης».
Κατά την άποψη του Γκάμπριελ Φέλμπερμάιερ, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν καταστροφικό, διότι αμέσως μετά ένα πρόγραμμα βοήθειας θα εξασφάλιζε «ότι δεν θα επικρατήσει το χάος στη χώρα, ώστε να μην οδηγηθούμε σε μαζική ανεργία ή έλλειψη φαρμάκων.
Τότε θα δινόταν η ευκαιρία να δημιουργηθεί ένα νέο όραμα για την επάνοδο της χώρας στην ευρωζώνη».
Είπε επίσης στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η αυστηρή πολιτική λιτότητας η οποία εφαρμόζεται στην Ελλάδα δεν είναι ασύμβατη με την ανάπτυξη. «Ο Γερμανός υφυπουργός Χανς-Γιόακιμ Φούχτελ απαρίθμησε (στο συνέδριο του Εληνογερμανικού Επιμελητηρίου) μεν μια σειρά από πολύ καλά συγκεκριμένα σχέδια και αυτό είναι θετικό.
Το ερώτημα όμως το οποίο τίθεται είναι αν μπορούν να αποτελέσουν τη σπίθα που θα ανάψει τη φωτιά της ανάκαμψης», συμπλήρωσε.
Κατά τον Αυστριακό καθηγητή Οικονομίας όσοι επιμένουν να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη το κάνουν διότι «το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι η Ελλάδα, αλλά η Ιταλία, η Ισπανία ίσως κι η Γαλλία».
«Η κατάσταση εκεί δεν είναι ακριβώς ίδια αλλά είναι κατά βάση όμοια. Ούτε γι΄ αυτούς δεν είναι το σωστό νόμισμα το ευρώ, αλλά ούτε και για τη Γερμανία είναι...», προσθέτει. Ωστόσο δεν τάσσεται υπέρ της κατάργησης του ευρώ, αλλά όπως λέει «θέλουμε να καταστήσουμε την νομισματική ένωση μια ελεύθερη ένωση στην οποία να μπορεί μια χώρα μέλος, σε ορισμένες μόνο ειδικές περιπτώσεις, δεν θα είναι δηλαδή ο κανόνας, να αποχωρεί από το ευρώ, να επαναφέρει το εθνικό της νόμισμα με νέα ισοτιμία και μετά να ξαναμπεί.
Απαιτείται όμως γι αυτό μια συντεταγμένη αποχώρηση και βεβαίως η επιτήρηση της διαδικασίας, ώστε η χώρα να επανέλθει στην ευρωζώνη μόνον όταν έχουν εφαρμοστεί οι απαιτούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».
Τονίζει μάλιστα, ότι «αυτό θα ήταν ακόμα και σήμερα καλύτερο να γίνει για την Ελλάδα» και ότι η αυστηρή λιτότητα δεν είναι αναγκαία στην περίπτωση εξόδου κάποιας χώρας από το ευρώ, «διότι αν αποχωρήσει κανείς από την ευρωζώνη μπορεί να μην εφαρμόσει την πολιτική αυτή, αφού η ανάκαμψη της οικονομίας χάρη στις χαμηλές ισοτιμίες του νομίσματος θα έλθει από μόνη της».
Το πρόβλημα της χώρας μας είναι κατά την άποψή του η ανταγωνιστικότητα και «εάν υπάρξει μια νέα δραχμή, αν δηλαδή μπορεί να υποτιμήσει το νόμισμά της, οι επενδύσεις θα αυξηθούν αμέσως». Εάν μάλιστα «γίνει ταυτόχρονα με την αποχώρηση από το ευρώ και την συνεπακόλουθη υποτίμηση της νέας δραχμής και το κούρεμα του χρέους θα υπάρξει αμέσως μια μεγάλη εισροή ξένων κεφαλαίων στην Ελλάδα».
Επίσης, στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο διευθυντής του τμήματος εξωτερικής οικονομίας του Ινστιτούτου Ifο του Μονάχου, επισημαίνει ότι «για βασικά προϊόντα, χωρίς τα οποία η χώρα δεν μπορεί να λειτουργήσει, όπως είναι το πετρέλαιο και τα φάρμακα θα υπάρξει πρόβλημα, γι΄ αυτό θα χρειασθεί την βοήθεια των Ευρωπαίων φίλων της», οι οποίοι και θα την έδιναν, αφού «θα ήταν μια συμφωνία η οποία βασίζεται στην αμοιβαιότητα».
Παραδέχεται μεν ότι κατάσταση θα είναι αρχικά δραματική, «αλλά θα γίνουν όλα γρήγορα» και «σε δυο χρόνια θα έχει λειτουργήσει».
Κατά την μεταβατική δε φάση θα πρέπει να υπάρξει ένα πρόγραμμα, οπότε «θα είναι αναγκαίο να χορηγηθούν δάνεια» να βρεθούν «κάποιες λύσεις, όπως είναι η βοήθεια εκτάκτου ανάγκης, ώστε να αντιμετωπισθούν οι όποιες ελλείψεις».
Για το ενδεχόμενο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ο Γκάμπριελ Φέλμπερμάιερ εκτιμά ότι «μέχρι τις γερμανικές εκλογές δεν θα συμβεί τίποτα.
Μετά τις γερμανικές εκλογές μπορώ να το φανταστώ».
Εκτιμά ότι «στο τέλος το ΔΝΤ θα παραμείνει» στο πρόγραμμα για την Ελλάδα, αφού προηγηθεί η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, προσθέτει όμως, ότι το θεωρεί και αυτό προβληματικό:
«Πιστεύω ότι είναι καλύτερα να γίνει κούρεμα χρέους, όπως έγινε στην Αργεντινή και σε άλλες χώρες, με μια ανοικτή δήλωση πτώχευσης» αν και το «κούρεμα του ελληνικού χρέους σημαίνει ότι θα έχουν ζημιές τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και η Μπούντεσμπανκ (Bundesbank) όσο και οι ιδιωτικές τράπεζες, και φυσικά δεν τους αρέσει.
Έτσι όμως αποφεύγεται στο μέλλον και στο μεσοδιάστημα η αναζωπύρωση της κρίσης στην Ελλάδα».
Ο Αυστριακός οικονομολόγους του βαυαρικού Iνστιτούτου Ifo απαντά αρνητικά στο ερώτημα εάν στις αναλύσεις τους παίζει κάποιο ρόλο η γεωπολιτική θέση μιας χώρας, όπως η Ελλάδα. Κατά την άποψή του όμως «η Ευρώπη πρέπει επειγόντως να αρχίσει να σκέφτεται γεωστρατηγικά, όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο ή στο Αιγαίο, αλλά διεθνώς. Είναι λάθος να μην σκέφτεται γεωστρατηγικά, αλλά έτσι είναι», όπως είπε.
Συμμερίζεται και ο ίδιος τις απόψεις του πρώην και του νυν προέδρου του Ιfo, των Βέρνερ Ζιν και Κλέμενς Φιστ, περί ανάγκης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, επειδή «μια νομισματική ένωση πρέπει να βασίζεται στο αμοιβαίο όφελος για όλους». Ε
άν δεν συμβαίνει αυτό τότε η κατάσταση θα λιμνάζει», όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο.
Ο κ. Φέλμπερμάιερ λέει επίσης ότι «φυσικά και θα υπάρξει χάος» στην περίπτωση αποχώρησης και άλλων χωρών από το ευρώ, την οποία όμως δεν την χαρακτηρίζει «έξοδο από το ευρώ, αλλά φάση προσαρμογής». Γι΄ αυτό «θα έπρεπε καταρχάς να γίνει μια δημόσια συζήτηση για το ότι η νομισματική ένωση πρέπει να αναπνεύσει, να γίνει κατανοητό το γιατί δεν έχει νόημα να είναι κανείς μέλος της νομισματικής ένωσης», λέει συμπληρώνει όμως ότι «χρειαζόμαστε μηχανισμούς και προγράμματα ώστε να μην προκύψει ακριβώς το χάος. Η Ευρωζώνη θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Χωρίς αυτήν η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία θα βρίσκονται σε μόνιμη στασιμότητα».
Στο ερώτημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ αν μπορεί να πείσει κανείς να γίνουν αποδεκτά σκληρά μέτρα κουνώντας το δάχτυλο σε ολόκληρους λαούς και μάλιστα από όσους δεν έχουν καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση, ο Γκάμπριελ Φέλμπερμάιερ απαντά: «Το ερώτημα είναι αν το σημερινό status quo είναι δημοκρατικά νομιμοποιημένο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για την αρχή της δημιουργίας μιας ένωσης μεταφοράς χρεών άλλων.
Σήμερα έχουμε ένα σύστημα σύμφωνα με το οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, χωρίς να νομιμοποιείται, διαθέτει λ.χ. χρήματα για να σωθούν οι ελληνικές τράπεζες».
Ο διευθυντής του τμήματος εξωτερικής οικονομίας του Ινστιτούτου Ifο καταλήγει πως «πρέπει να δεχτούμε ότι αυτό το status quo δεν εξυπηρετεί ούτε την Ελλάδα, ούτε την Γερμανία, αλλά και γενικά ότι χρειαζόμαστε μια λύση η οποία να επιτρέπει μια νέα αρχή.
Γι΄ αυτό και πρέπει να γίνει ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους συνοδευόμενο από την έξοδο από το ευρώ και βέβαια από μηχανισμούς και προγράμματα στήριξης της εξόδου από την κρίση, διότι ασφαλώς το χρέος δεν θα μπορεί να αποπληρωθεί ούτε με την υποτιμημένη δραχμή. Πρέπει να λάβει χώρα ένα δούναι και λαβείν».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών