Η απαίτηση του ΔΝΤ για ψήφιση συγκεκριμένων οικονομικών μέτρων μελλοντικής εφαρμογής «είναι ιδιαίτερα παράλογη και δεν μπορεί να υιοθετηθεί» - «Όσο λάθος και αν κάνει [το ΔΝΤ], τουλάχιστον είναι συνεπές» στη στάση του
Αισιόδοξος για την ευτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος οικονομικής διάσωσης της Ελλάδος στο επόμενο προγραμματισμένο Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου 2017, εμφανίστηκε σε συνέντευξή του στην έγκυρη αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal (WSJ) σήμερα Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017 ο Έλληνας υπουργός Οικονομίας, Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Μάλιστα, όπως εκτίμησε, η (επικείμενη) συμφωνία με τους πιστωτές θα βοηθήσει την Ελλάδα να δανειστεί ξανά από τις διεθνείς αγορές ομολόγων μέχρι το τέλος του 2017, καθώς θα ανοίξει το δρόμο της περίληψης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ.
«Το πιό σημαντικό είναι ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ μας [Ελλάδα] και των ηγετών της Ε.Ε. αναφορικά με τις οικονομικές προβολές του ΔΝΤ για το πως θα συμπεριφερθεί η ελληνική οικονομία. Είμαστε σίγουροι ότι έχουμε περάσει το δυσκολότερο μέρος» μιας συμφωνίας, όπως είπε ο Έλληνας υπουργός.
Για τον ίδιο, δεν είναι ξεκάθαρο ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι υποστηρίζουν τη θέση του ΔΝΤ για απαραίτητη ψήφιση σήμερα μελλοντικών μέτρων από την Ελλάδα.
Όπως επισημαίνει, η απαίτηση του ΔΝΤ για ψήφιση συγκεκριμένων οικονομικών μέτρων μελλοντικής εφαρμογής «είναι ιδιαίτερα παράλογη και δεν μπορεί να υιοθετηθεί».
Αντ' αυτών, τονίζει, ότι η διατήρηση της ισχύος του μηχανισμού αυτόματων δημοσιονομικών περικοπών σε περιπτώσεις αποκλίσεων του ελληνικού προϋπολογισμού αποτελεί ένα προτεινόμενο μέτρο καθ' όλα αποδεκτό από την Ε.Ε., επαρκές για τη διόρθωση δημοσιονομικών αστοχιών.
Ο Παπαδημητρίου αρνήθηκε, ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με τους δανειστές την παραχώρηση μείωσης του αφορολόγητου εισοδήματος ή οποιαδήποτε επιπλέον περικοπή στις δαπάνες του προϋπολογισμού.
Όπως είπε, οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να κινηθούν σε διαφορετική κατεύθυνση, προς την αποδοχή του υφιστάμενου μηχανισμού αυτόματων περικοπών, που παρέχει την εγγύηση που αναζητούν οι διεθνείς δανειστές.
«Στο τέλος, πιστεύω ότι αυτή θα είναι η συμφωνία, επειδή δεν υπάρχει καμία άλλη λογική πρόταση που να μπορεί να προσφέρει η ελληνική κυβέρνηση», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός.
Ο ίδιος δεν παρέλειψε να τονίσει, ότι η Ελλάδα επιθυμεί συμφωνία και στην αναδιάρθρωση του χρέους της, που θα μπορούσε να προκύψει με μείωση της πραγματικής αξίας ή της παρούσας αξίας (present value) αυτού.
Μάλιστα, προτείνει την εφαρμογή σταθερού - αντί κυμαινόμενου - επιτοκίου σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο, για να αφαιρεθεί το άχθος της εξυπηρέτησης του χρέους όταν τα επιτόκια θα αρχίσουν να αυξάνονται.
Σύμφωνα με τον Παπαδημητρίου, ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, «εργάζεται μέσω διαφόρων καναλιών» επικοινωνίας με τους δανειστές για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων, διακρίνοντας «διάθεση, όσο μπορούμε να δούμε, να επιστρέψει η αποστολή [των πιστωτών] στην Ελλάδα και να διευθετήσει τις λεπτομέρειες της διαπραγμάτευσης».
Ο Παπαδημητρίου δεν αρνήθηκε την ύπαρξη διαφωνιών στο εσωτερικό της κυβέρνησης αναφορικά με τους χειρισμούς της διαπραγμάτευσης και την κατεύθυνση που θα πρέπει να επιδιωχθεί, υπενθυμίζοντας ότι αυτά συμβαίνουν ακόμα και στο εσωτερικό της γερμανικής κυβέρνησης, για να τονίσει: «Δεν δίνω πολλή σημασία σε αυτά. Η διαπραγμάτευση είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η ελληνική κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές, ότι κάποια πράγματα δεν είναι διαπραγματεύσιμα».
Ο υπουργός Οικονομίας απέρριψε οποιαδήποτε σκέψη για επιβολή από τους δανειστές μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ, χαρακτηρίζοντάς τα «αχρείαστα», αρνούμενος την εφαρμογή τους ακόμα και για ένα έτος.
Αντ' αυτών, υποστηρίζει την άποψη του ΔΝΤ για μικρότερα πλεονάσματα της τάξης του 1,5%, ενώ θεωρεί ότι το ιδανικό, βιώσιμο μέγεθος αυτών θα προσδιοριστεί και από την έκταση και το είδος της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Ο Παπαδημητρίου αρνείται να χαρακτηρίσει «φιλική» ή «εχθρική» τη στάση του ΔΝΤ απέναντι στην Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι «όσο λάθος και αν κάνει [το ΔΝΤ], τουλάχιστον είναι συνεπές» στη στάση του.
Ο ίδιος χαρακτήρισε φιλόδοξο, αλλά εφικτό το στόχο ανάπτυξης 2,7% το 2017 για την Ελλάδα, τονίζοντας το μεγάλο ενδιαφέρον που έχουν εκδηλώσει επενδυτές για την Ελλάδα και το συγκριτικό πλεονέκτημα του εργατικού δυναμικού της χώρας, που είναι «εξαιρετικά καλά κατηρτισμένο και χαρισματικό».
Ο υπουργός απέρριψε κάθε σκέψη για προκήρυξη πρόωρων εκλογών, εκτιμώντας ότι αυτό θα έβλαπτε την προοπτική σταθεροποίησης και ομαλοποίησης της κατάστασης στην Ελλάδα και θα απομάκρυνε επίδοξους επενδυτές.
www.bankingnews.gr
Μάλιστα, όπως εκτίμησε, η (επικείμενη) συμφωνία με τους πιστωτές θα βοηθήσει την Ελλάδα να δανειστεί ξανά από τις διεθνείς αγορές ομολόγων μέχρι το τέλος του 2017, καθώς θα ανοίξει το δρόμο της περίληψης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ.
«Το πιό σημαντικό είναι ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ μας [Ελλάδα] και των ηγετών της Ε.Ε. αναφορικά με τις οικονομικές προβολές του ΔΝΤ για το πως θα συμπεριφερθεί η ελληνική οικονομία. Είμαστε σίγουροι ότι έχουμε περάσει το δυσκολότερο μέρος» μιας συμφωνίας, όπως είπε ο Έλληνας υπουργός.
Για τον ίδιο, δεν είναι ξεκάθαρο ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι υποστηρίζουν τη θέση του ΔΝΤ για απαραίτητη ψήφιση σήμερα μελλοντικών μέτρων από την Ελλάδα.
Όπως επισημαίνει, η απαίτηση του ΔΝΤ για ψήφιση συγκεκριμένων οικονομικών μέτρων μελλοντικής εφαρμογής «είναι ιδιαίτερα παράλογη και δεν μπορεί να υιοθετηθεί».
Αντ' αυτών, τονίζει, ότι η διατήρηση της ισχύος του μηχανισμού αυτόματων δημοσιονομικών περικοπών σε περιπτώσεις αποκλίσεων του ελληνικού προϋπολογισμού αποτελεί ένα προτεινόμενο μέτρο καθ' όλα αποδεκτό από την Ε.Ε., επαρκές για τη διόρθωση δημοσιονομικών αστοχιών.
Ο Παπαδημητρίου αρνήθηκε, ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με τους δανειστές την παραχώρηση μείωσης του αφορολόγητου εισοδήματος ή οποιαδήποτε επιπλέον περικοπή στις δαπάνες του προϋπολογισμού.
Όπως είπε, οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να κινηθούν σε διαφορετική κατεύθυνση, προς την αποδοχή του υφιστάμενου μηχανισμού αυτόματων περικοπών, που παρέχει την εγγύηση που αναζητούν οι διεθνείς δανειστές.
«Στο τέλος, πιστεύω ότι αυτή θα είναι η συμφωνία, επειδή δεν υπάρχει καμία άλλη λογική πρόταση που να μπορεί να προσφέρει η ελληνική κυβέρνηση», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός.
Ο ίδιος δεν παρέλειψε να τονίσει, ότι η Ελλάδα επιθυμεί συμφωνία και στην αναδιάρθρωση του χρέους της, που θα μπορούσε να προκύψει με μείωση της πραγματικής αξίας ή της παρούσας αξίας (present value) αυτού.
Μάλιστα, προτείνει την εφαρμογή σταθερού - αντί κυμαινόμενου - επιτοκίου σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο, για να αφαιρεθεί το άχθος της εξυπηρέτησης του χρέους όταν τα επιτόκια θα αρχίσουν να αυξάνονται.
Σύμφωνα με τον Παπαδημητρίου, ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, «εργάζεται μέσω διαφόρων καναλιών» επικοινωνίας με τους δανειστές για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων, διακρίνοντας «διάθεση, όσο μπορούμε να δούμε, να επιστρέψει η αποστολή [των πιστωτών] στην Ελλάδα και να διευθετήσει τις λεπτομέρειες της διαπραγμάτευσης».
Ο Παπαδημητρίου δεν αρνήθηκε την ύπαρξη διαφωνιών στο εσωτερικό της κυβέρνησης αναφορικά με τους χειρισμούς της διαπραγμάτευσης και την κατεύθυνση που θα πρέπει να επιδιωχθεί, υπενθυμίζοντας ότι αυτά συμβαίνουν ακόμα και στο εσωτερικό της γερμανικής κυβέρνησης, για να τονίσει: «Δεν δίνω πολλή σημασία σε αυτά. Η διαπραγμάτευση είναι μια δύσκολη υπόθεση. Η ελληνική κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές, ότι κάποια πράγματα δεν είναι διαπραγματεύσιμα».
Ο υπουργός Οικονομίας απέρριψε οποιαδήποτε σκέψη για επιβολή από τους δανειστές μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ, χαρακτηρίζοντάς τα «αχρείαστα», αρνούμενος την εφαρμογή τους ακόμα και για ένα έτος.
Αντ' αυτών, υποστηρίζει την άποψη του ΔΝΤ για μικρότερα πλεονάσματα της τάξης του 1,5%, ενώ θεωρεί ότι το ιδανικό, βιώσιμο μέγεθος αυτών θα προσδιοριστεί και από την έκταση και το είδος της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Ο Παπαδημητρίου αρνείται να χαρακτηρίσει «φιλική» ή «εχθρική» τη στάση του ΔΝΤ απέναντι στην Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι «όσο λάθος και αν κάνει [το ΔΝΤ], τουλάχιστον είναι συνεπές» στη στάση του.
Ο ίδιος χαρακτήρισε φιλόδοξο, αλλά εφικτό το στόχο ανάπτυξης 2,7% το 2017 για την Ελλάδα, τονίζοντας το μεγάλο ενδιαφέρον που έχουν εκδηλώσει επενδυτές για την Ελλάδα και το συγκριτικό πλεονέκτημα του εργατικού δυναμικού της χώρας, που είναι «εξαιρετικά καλά κατηρτισμένο και χαρισματικό».
Ο υπουργός απέρριψε κάθε σκέψη για προκήρυξη πρόωρων εκλογών, εκτιμώντας ότι αυτό θα έβλαπτε την προοπτική σταθεροποίησης και ομαλοποίησης της κατάστασης στην Ελλάδα και θα απομάκρυνε επίδοξους επενδυτές.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών