Πρόκειται για ένα λογαριασμό το ύψος του οποίου θα φθάνει τα 8,2 δισ. ευρώ
Στο 4,5% του ΑΕΠ οδηγούν τον στόχο του πλεονάσματος για το 2019 οι απαιτήσεις των δανειστών για πρόσθετα μέτρα 1% του ΑΕΠ από την πλευρά του αφορολογήτου.
Έτσι αν η πρόβλεψη για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ ή 6,4 δισ. αποτελούσε «βουνό» για την κυβέρνηση με το επιπλέον 1% ποσοστό της λιτότητας ή 1,8 διs. ευρώ - για το οποίο επιμένουν και δεν διαπραγματεύονται με τίποτα οι θεσμοί - οι συνθήκες σε δημοσιονομικό πεδίο γίνονται ακόμη πιο ακραίες.
Και επειδή το 2019 είναι ένα προεκλογικό έτος το μόνο που δεν θέλει η κυβέρνηση Τσίπρα είναι λίγο πριν οι Έλληνες φορολογούμενοι πάρουν τον δρόμο για την κάλπη να μάθουν για το «πεσκέσι» που τους επιφυλάσσει ο νέος προϋπολογισμός.
Πρόκειται για ένα λογαριασμό το ύψος του οποίου θα φθάνει τα 8,2 δισ. ευρώ με αποτέλεσμα τα αντίμετρα τα οποία επιχειρεί να προβάλλει το Μαξίμου - ως αντιστάθμισμα απέναντι στο νέο «σκληρό» πακέτο μέτρων - να ωχριούν μπροστά στη νέα λαίλαπα που θα έρθει να σαρώσει τα νοικοκυριά.
Γι΄ αυτό ακριβώς τον λόγο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δίνει μάχη με τους πιστωτές προκειμένου μέτρα και αντίμετρα να εφαρμοστούν ταυτόχρονα, δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου του 2019.
Σε αυτή την βάση θα πρέπει να βρεθεί ένας μηχανισμός (σ.σ. μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018) που να πιστοποιεί ότι υπάρχει υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα και έτσι η Αθήνα μπορεί να προχωρήσει στα αντίμετρα χωρίς το «πράσινο φως» από την Eurostat στις 22 Απριλίου του 2017.
Παρά τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς ότι ένας τέτοιος μηχανισμός μπορεί να λειτουργήσει κανονικά διότι ο Δεκέμβριος είναι ένας μήνας από τον οποίο μπορούν να εξαχθούν ασφαλή δημοσιονομικά συμπεράσματα για την πορεία των δημοσίων εντούτοις οι πιστωτές δεν συμμερίζονται την ελληνική πρόταση αφήνοντας υπονοούμενα ότι η πρόβλεψη δεν συγκεντρώνει τον προβλεπόμενο βαθμό ασφάλειας.
Με αυτό τον τρόπο ξεκαθαρίζουν ότι τα «αντίμετρα» δεν θα εφαρμοστούν παράλληλα με τα μέτρα, αλλά μόνο εφόσον υπάρξει υπέρβαση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Ως πιθανά «αντίμετρα» εξετάζονται η μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών εισφορών, η μείωση της φορολογίας για τα φυσικά πρόσωπα, η μείωση του φόρου ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) και η θέσπιση αναπτυξιακών προγραμμάτων και προγραμμάτων απασχόλησης.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με δεδομένο ότι οι δανειστές επιμένουν σε ένα πρόσθετο «πακέτο» μέτρων συνολικού ύψους 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ - το οποίο αναλύεται σε 1% από το αφορολόγητο το 2019 και 1% από τις συντάξεις το 2020 - οι προβλέψεις για συμφωνία στο Eurogroup της επόμενης Δευτέρας 20η Μαρτίου δεν έχουν καμία τύχη.
Συνεπώς οι δύο πλευρές έχουν αρχίσει να στρέφουν το βλέμμα τους προς το άτυπο Eurogroup της 7ης Απριλίου (θα πραγματοποιηθεί στην Μάλτα), ενώ οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος μετατίθενται πλέον για την σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης που θα πραγματοποιηθεί στις 22 Μαΐου.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, το νέο ύψος του αφορολογήτου ορίου από την 1η-1-2019 αναμένεται να διαμορφωθεί περί τα 5.600 ευρώ για τον άγαμο και θα αυξάνεται κλιμακωτά, ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων κάθε νοικοκυριού.
Όσον αφορά στις συντάξεις, ο χρόνος κατάργησης της προσωπικής διαφοράς και η εφάπαξ ή σταδιακή επιβολή του μέτρου παραμένουν υπό συζήτηση.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Έτσι αν η πρόβλεψη για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ ή 6,4 δισ. αποτελούσε «βουνό» για την κυβέρνηση με το επιπλέον 1% ποσοστό της λιτότητας ή 1,8 διs. ευρώ - για το οποίο επιμένουν και δεν διαπραγματεύονται με τίποτα οι θεσμοί - οι συνθήκες σε δημοσιονομικό πεδίο γίνονται ακόμη πιο ακραίες.
Και επειδή το 2019 είναι ένα προεκλογικό έτος το μόνο που δεν θέλει η κυβέρνηση Τσίπρα είναι λίγο πριν οι Έλληνες φορολογούμενοι πάρουν τον δρόμο για την κάλπη να μάθουν για το «πεσκέσι» που τους επιφυλάσσει ο νέος προϋπολογισμός.
Πρόκειται για ένα λογαριασμό το ύψος του οποίου θα φθάνει τα 8,2 δισ. ευρώ με αποτέλεσμα τα αντίμετρα τα οποία επιχειρεί να προβάλλει το Μαξίμου - ως αντιστάθμισμα απέναντι στο νέο «σκληρό» πακέτο μέτρων - να ωχριούν μπροστά στη νέα λαίλαπα που θα έρθει να σαρώσει τα νοικοκυριά.
Γι΄ αυτό ακριβώς τον λόγο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δίνει μάχη με τους πιστωτές προκειμένου μέτρα και αντίμετρα να εφαρμοστούν ταυτόχρονα, δηλαδή από την 1η Ιανουαρίου του 2019.
Σε αυτή την βάση θα πρέπει να βρεθεί ένας μηχανισμός (σ.σ. μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018) που να πιστοποιεί ότι υπάρχει υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα και έτσι η Αθήνα μπορεί να προχωρήσει στα αντίμετρα χωρίς το «πράσινο φως» από την Eurostat στις 22 Απριλίου του 2017.
Παρά τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς ότι ένας τέτοιος μηχανισμός μπορεί να λειτουργήσει κανονικά διότι ο Δεκέμβριος είναι ένας μήνας από τον οποίο μπορούν να εξαχθούν ασφαλή δημοσιονομικά συμπεράσματα για την πορεία των δημοσίων εντούτοις οι πιστωτές δεν συμμερίζονται την ελληνική πρόταση αφήνοντας υπονοούμενα ότι η πρόβλεψη δεν συγκεντρώνει τον προβλεπόμενο βαθμό ασφάλειας.
Με αυτό τον τρόπο ξεκαθαρίζουν ότι τα «αντίμετρα» δεν θα εφαρμοστούν παράλληλα με τα μέτρα, αλλά μόνο εφόσον υπάρξει υπέρβαση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Ως πιθανά «αντίμετρα» εξετάζονται η μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών εισφορών, η μείωση της φορολογίας για τα φυσικά πρόσωπα, η μείωση του φόρου ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) και η θέσπιση αναπτυξιακών προγραμμάτων και προγραμμάτων απασχόλησης.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με δεδομένο ότι οι δανειστές επιμένουν σε ένα πρόσθετο «πακέτο» μέτρων συνολικού ύψους 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ - το οποίο αναλύεται σε 1% από το αφορολόγητο το 2019 και 1% από τις συντάξεις το 2020 - οι προβλέψεις για συμφωνία στο Eurogroup της επόμενης Δευτέρας 20η Μαρτίου δεν έχουν καμία τύχη.
Συνεπώς οι δύο πλευρές έχουν αρχίσει να στρέφουν το βλέμμα τους προς το άτυπο Eurogroup της 7ης Απριλίου (θα πραγματοποιηθεί στην Μάλτα), ενώ οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος μετατίθενται πλέον για την σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης που θα πραγματοποιηθεί στις 22 Μαΐου.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, το νέο ύψος του αφορολογήτου ορίου από την 1η-1-2019 αναμένεται να διαμορφωθεί περί τα 5.600 ευρώ για τον άγαμο και θα αυξάνεται κλιμακωτά, ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων κάθε νοικοκυριού.
Όσον αφορά στις συντάξεις, ο χρόνος κατάργησης της προσωπικής διαφοράς και η εφάπαξ ή σταδιακή επιβολή του μέτρου παραμένουν υπό συζήτηση.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών