Το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ευάλωτο σε μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές
Ευοίωνες, χαρακτηρίζει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, υπενθυμίζοντας στην έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας του Ιουλίου 2017, ότι το τρέχον έτος αναμένεται θετικός ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, κατά 1,6%.
Επίσης, η ενιαία νομισματική πολιτική στη ζώνη του ευρώ παραμένει διευκολυντική, ενώ πιθανή ένταξη των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ θα βελτίωνε περαιτέρω τις συνθήκες χρηματοδότησης στην Ελλάδα.
Σε συνδυασμό με την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης των καταθετών και των επενδυτών, οι παραπάνω παράγοντες αναμένεται να διευκολύνουν τον τραπεζικό τομέα στην προσπάθειά του για αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και για διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησής του.
Η ενίσχυση του διαμεσολαβητικού ρόλου των τραπεζών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου της χώρας με έμφαση στην καινοτομία και τον εξαγωγικό προσανατολισμό, ώστε να επιτευχθεί αειφόρος και διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού.
Το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ευάλωτο σε μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές.
Επιπροσθέτως, διεθνώς το εποπτικό και θεσμικό περιβάλλον γίνεται συνεχώς αυστηρότερο, καθώς οι αρχές και οι κυβερνήσεις δεν θέλουν να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (Minimum Requirement of Own Funds and Eligible Liabilities – MREL) στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανάκαμψη και εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων.
Η απαίτηση αυτή, η οποία αναλύεται στο Ειδικό Θέμα IΙ, αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι τα ιδρύματα θα έχουν εκδώσει επαρκή χρηματοοικονομικά μέσα επιλέξιμα για διαγραφή ή μετατροπή σε μετοχικό κεφάλαιο, ώστε να μπορούν να απορροφήσουν ζημίες χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή να απαιτηθεί η διάσωσή τους με δημόσιους πόρους.
Ταυτόχρονα, σημαντική εξέλιξη αποτελεί και η υιοθέτηση από την 1η Ιανουαρίου 2018 του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9 σχετικά με το σχηματισμό προβλέψεων απομείωσης και την αναγνώριση εσόδων από τόκους για τα χρηματοοικονομικά μέσα, ανάλογα με την πιστωτική τους ποιότητα, το οποίο αποτελεί αντικείμενο του Ειδικού Θέματος ΙΙΙ.
Η κυριότερη καινοτομία του νέου ΔΠΧΑ 9 έγκειται στην υιοθέτηση ενός μοντέλου «αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών» (expected credit loss), έναντι του υφιστάμενου πλαισίου, το οποίο είχε ως προϋπόθεση να υπάρξει αντικειμενική απόδειξη απομείωσης της αξίας του περιουσιακού στοιχείου (incurred loss).
Γίνεται συνεπώς αντιληπτό ότι η υιοθέτηση και σταδιακή εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 θα συνεπάγεται δυνητικά την ανάγκη σχηματισμού αυξημένων προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.
Τέλος, χρήζει αναφοράς ότι τα πιστωτικά ιδρύματα ολοκλήρωσαν τις ενέργειές τους για την ενίσχυση της εταιρικής τους διακυβέρνησης, μεταξύ άλλων με την ανανέωση των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων τους.
Στο πλαίσιο αυτό, στο Ειδικό Θέμα ΙV περιγράφεται το θεσμικό πλαίσιο, η διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης της καταλληλότητας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των επικεφαλής των κρίσιμων λειτουργιών ενός πιστωτικού ιδρύματος, καθώς αναπτύσσονται διεξοδικά τα καθορισμένα κριτήρια αξιολόγησης.
www.bankingnews.gr
Επίσης, η ενιαία νομισματική πολιτική στη ζώνη του ευρώ παραμένει διευκολυντική, ενώ πιθανή ένταξη των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ θα βελτίωνε περαιτέρω τις συνθήκες χρηματοδότησης στην Ελλάδα.
Σε συνδυασμό με την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης των καταθετών και των επενδυτών, οι παραπάνω παράγοντες αναμένεται να διευκολύνουν τον τραπεζικό τομέα στην προσπάθειά του για αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και για διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησής του.
Η ενίσχυση του διαμεσολαβητικού ρόλου των τραπεζών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου της χώρας με έμφαση στην καινοτομία και τον εξαγωγικό προσανατολισμό, ώστε να επιτευχθεί αειφόρος και διατηρήσιμη ανάπτυξη.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού.
Το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ευάλωτο σε μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές.
Επιπροσθέτως, διεθνώς το εποπτικό και θεσμικό περιβάλλον γίνεται συνεχώς αυστηρότερο, καθώς οι αρχές και οι κυβερνήσεις δεν θέλουν να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (Minimum Requirement of Own Funds and Eligible Liabilities – MREL) στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανάκαμψη και εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων.
Η απαίτηση αυτή, η οποία αναλύεται στο Ειδικό Θέμα IΙ, αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι τα ιδρύματα θα έχουν εκδώσει επαρκή χρηματοοικονομικά μέσα επιλέξιμα για διαγραφή ή μετατροπή σε μετοχικό κεφάλαιο, ώστε να μπορούν να απορροφήσουν ζημίες χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή να απαιτηθεί η διάσωσή τους με δημόσιους πόρους.
Ταυτόχρονα, σημαντική εξέλιξη αποτελεί και η υιοθέτηση από την 1η Ιανουαρίου 2018 του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9 σχετικά με το σχηματισμό προβλέψεων απομείωσης και την αναγνώριση εσόδων από τόκους για τα χρηματοοικονομικά μέσα, ανάλογα με την πιστωτική τους ποιότητα, το οποίο αποτελεί αντικείμενο του Ειδικού Θέματος ΙΙΙ.
Η κυριότερη καινοτομία του νέου ΔΠΧΑ 9 έγκειται στην υιοθέτηση ενός μοντέλου «αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών» (expected credit loss), έναντι του υφιστάμενου πλαισίου, το οποίο είχε ως προϋπόθεση να υπάρξει αντικειμενική απόδειξη απομείωσης της αξίας του περιουσιακού στοιχείου (incurred loss).
Γίνεται συνεπώς αντιληπτό ότι η υιοθέτηση και σταδιακή εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 θα συνεπάγεται δυνητικά την ανάγκη σχηματισμού αυξημένων προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.
Τέλος, χρήζει αναφοράς ότι τα πιστωτικά ιδρύματα ολοκλήρωσαν τις ενέργειές τους για την ενίσχυση της εταιρικής τους διακυβέρνησης, μεταξύ άλλων με την ανανέωση των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων τους.
Στο πλαίσιο αυτό, στο Ειδικό Θέμα ΙV περιγράφεται το θεσμικό πλαίσιο, η διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης της καταλληλότητας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των επικεφαλής των κρίσιμων λειτουργιών ενός πιστωτικού ιδρύματος, καθώς αναπτύσσονται διεξοδικά τα καθορισμένα κριτήρια αξιολόγησης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών