O ΣΕΒ κάνει λόγο για ανεπαρκείς επενδύσεις που οδηγούν σε τουριστικό προϊόν υποδεέστερης ποιότητας
Για ανεπαρκείς επενδύσεις που οδηγούν σε τουριστικό προϊόν υποδεέστερης ποιότητας και κερδοφορίας, που οδηγεί ακολούθως σε μικρότερες επενδύσεις, κ.ο.κ., κάνει λόγο ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), στην εβδομαδιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, με τίτλο: «Ο ελληνικός τουρισμός και η κάθοδος των μυρίων!».
O ΣΕΒ επισημαίνει ότι ο κύκλος εργασιών στον κλάδο εξακολουθεί σε όρους όγκου να επιδεικνύει υποτονικούς ρυθμούς επέκτασης.
Βρίσκεται, επίσης, σε χαμηλότερα επίπεδα από εκείνα που επικρατούσαν πριν την κρίση, αν και σε υψηλότερα σχετικά επίπεδα από εκείνα που επικρατούν σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Επίσης, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις (τουρισμός εξωτερικού) ανά διανυκτέρευση, παρά τη σταδιακή αύξηση τους από το 2011 μέχρι το 2015, και την συγκυριακή (ελπίζουμε) πτώση τους το 2016, εξακολουθούν σε πραγματικούς όρους να βρίσκονται σήμερα σε χαμηλότερα επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών των καταλυμάτων.
Τα παραπάνω, όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, συνδυάζονται με την καθήλωση των επενδύσεων στον τουριστικό κλάδο, εξέλιξη η οποία επιδρά αρνητικά τόσο στην ποιότητα των τουριστικών υποδομών, όσο και στις τιμές των προσφερόμενων καταλυμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΕΒ προτείνει μια σειρά ρηξικέλευθων λύσεων, προκειμένου να τονωθούν οι τουριστικές επενδύσεις και να αναβαθμιστεί η ποιότητα του προϊόντος:
Πρώτον, με την επιστροφή στις αγορές και με την έξοδο από το Μνημόνιο, να εδραιωθεί η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, που η απουσία της μέχρι σήμερα δεν επέτρεψε, λόγω οξυμένης αβεβαιότητας, να γίνουν επενδύσεις που να αξιοποιούν και τις τεράστιες εισροές ταξιδιωτών από το εξωτερικό και την φυγή προς τα εμπρός, δηλαδή προς την ποιότητα και τους ταξιδιώτες υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου και διαφοροποιημένης ζήτησης υπηρεσιών πέραν του καλοκαιρινού τουρισμού.
Δεύτερον, να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, όπως τονίζεται και στην ομιλία του Προέδρου του ΣΕΤΕ κ. Γιάννη Ρέτσου στην Γενική Συνέλευση του 2017, που, πέραν των τάσεων συμπίεσης των τιμών των καταλυμάτων όπως διαμορφώνονται διεθνώς, έχει να αντιμετωπίσει και τιμωρητικούς φορολογικούς συντελεστές μετά την αύξηση του ΦΠΑ στα καταλύματα στο 13% (από 6,5% προηγουμένως) και την εστίαση και τις μεταφορές επιβατών σε 24% (από 13% προηγουμένως).
Τρίτον, να διευκολυνθούν οι επενδύσεις σε νέες υποδομές ώστε να γίνουν και με την συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, και έτσι, να αποκτήσει ο ελληνικός τουρισμός διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική λόγω εξειδικευμένου προϊόντος υψηλών ποιοτικών χαρακτηριστικών.
O ΣΕΒ επισημαίνει ότι ο κύκλος εργασιών στον κλάδο εξακολουθεί σε όρους όγκου να επιδεικνύει υποτονικούς ρυθμούς επέκτασης.
Βρίσκεται, επίσης, σε χαμηλότερα επίπεδα από εκείνα που επικρατούσαν πριν την κρίση, αν και σε υψηλότερα σχετικά επίπεδα από εκείνα που επικρατούν σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Επίσης, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις (τουρισμός εξωτερικού) ανά διανυκτέρευση, παρά τη σταδιακή αύξηση τους από το 2011 μέχρι το 2015, και την συγκυριακή (ελπίζουμε) πτώση τους το 2016, εξακολουθούν σε πραγματικούς όρους να βρίσκονται σήμερα σε χαμηλότερα επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών των καταλυμάτων.
Τα παραπάνω, όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, συνδυάζονται με την καθήλωση των επενδύσεων στον τουριστικό κλάδο, εξέλιξη η οποία επιδρά αρνητικά τόσο στην ποιότητα των τουριστικών υποδομών, όσο και στις τιμές των προσφερόμενων καταλυμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΕΒ προτείνει μια σειρά ρηξικέλευθων λύσεων, προκειμένου να τονωθούν οι τουριστικές επενδύσεις και να αναβαθμιστεί η ποιότητα του προϊόντος:
Πρώτον, με την επιστροφή στις αγορές και με την έξοδο από το Μνημόνιο, να εδραιωθεί η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, που η απουσία της μέχρι σήμερα δεν επέτρεψε, λόγω οξυμένης αβεβαιότητας, να γίνουν επενδύσεις που να αξιοποιούν και τις τεράστιες εισροές ταξιδιωτών από το εξωτερικό και την φυγή προς τα εμπρός, δηλαδή προς την ποιότητα και τους ταξιδιώτες υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου και διαφοροποιημένης ζήτησης υπηρεσιών πέραν του καλοκαιρινού τουρισμού.
Δεύτερον, να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, όπως τονίζεται και στην ομιλία του Προέδρου του ΣΕΤΕ κ. Γιάννη Ρέτσου στην Γενική Συνέλευση του 2017, που, πέραν των τάσεων συμπίεσης των τιμών των καταλυμάτων όπως διαμορφώνονται διεθνώς, έχει να αντιμετωπίσει και τιμωρητικούς φορολογικούς συντελεστές μετά την αύξηση του ΦΠΑ στα καταλύματα στο 13% (από 6,5% προηγουμένως) και την εστίαση και τις μεταφορές επιβατών σε 24% (από 13% προηγουμένως).
Τρίτον, να διευκολυνθούν οι επενδύσεις σε νέες υποδομές ώστε να γίνουν και με την συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, και έτσι, να αποκτήσει ο ελληνικός τουρισμός διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική λόγω εξειδικευμένου προϊόντος υψηλών ποιοτικών χαρακτηριστικών.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών