Το «παζάρι» για μικρότερα πλεονάσματα που θα ξεκινήσει η ελληνική πλευρά αποκάλυψε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος
Επαναδιαπραγμάτευση των στόχων στα πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν «κλειδώσει» στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και στο 2,2% του ΑΕΠ για την περίοδο από το 2023 ώς το 2060, θα επιδιώξει η κυβέρνηση ώστε να εξαλείψει μελλοντικούς κινδύνους λήψης πρόσθετων μέτρων που θα εγείρουν οι δανειστές στη μετά το μνημόνιο εποχή.
Η Αθήνα έχει αρχίσει πλέον να εξοικειώνεται πλήρως με το σενάριο της ασφυκτικής εποπτείας που θα ακολουθήσει και θα συνοδεύεται από νέες δεσμεύσεις («ουρές» από την 4η αξιολόγηση), δεραγχή εποπτεία και όρους για το ελληνικό χρέος.
Με τον διάβολο (για πιθανά δημοσιονομικά κενά στο υπό κατάρτιση υβριδικό μνημόνιο) να παραμονεύει, στο οικονομικό επιτελείο κάνουν σχέδια για το πώς θα φτάσουν στην πολυπόθητη χαλάρωση των στόχων.
Το «παζάρι» για μικρότερα πλεονάσματα που θα ξεκινήσει η ελληνική πλευρά αποκάλυψε χθες ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, μετά την περιπετειώδη έναρξη της ομιλίας του στον Πειραιά, στα μέλη της οργανωτικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο υπουργός Οικονομικών θεωρεί εφικτή την προσπάθεια για πλεονάσματα 3,5% τα επόμενα τέσσερα χρόνια, παρά ταύτα η Αθήνα θα πρέπει να εκμεταλλευτεί τη συζήτηση που έχει ανοίξει σε επίπεδο ευρωζώνης για οριστικό τέλος στην πολιτική της σκληρής λιτότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα θα μπορούσε να αποσπάσει κάτι σε όφελος των πολιτών της ανοίγοντας εκ νέου το θέμα στις τεχνικές συζητήσεις που θα ξεκινήσουν για το χρέος και την «επόμενη μέρα» των Μνημονίων, ελπίζοντας ότι αυτή την φορά οι δανειστές θα τείνουν «ευήκοα ώτα» στην ελληνική πρόταση.
Εφόσον η προσπάθεια μείωσης των πλεονασμάτων έχει αίσιο αποτέλεσμα, τότε πιθανότατα θα ανοίξει και ο «δρόμος» για φοροελαφρύνσεις, ο οποίος για την ώρα παραμένει απροσπέλαστος λόγω των ενστάσεων από το ΔΝΤ.
Οι νέοι στόχοι στα πλεονάσματα θα αποτυπωθούν και στο νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής που θα αποστείλει η κυβέρνηση ώς τις 21 Απριλίου στις Βρυξέλλες.
Το νέο Μεσοπρόθεσμο, που θα καταρτίσει το οικονομικό επιτελείο σε συνεργασία με τους θεσμούς και θα ψηφίσει στη συνέχεια η ελληνική Βουλή, θα εκτείνεται ώς το 2022.
Θα αφορά δηλαδή την τετραετία 2019-2022 και όχι τα έτη 2018-2021 που προβλέπει το υφιστάμενο σχέδιο.
Λόγω της νέας προσπάθειας για μικρότερα πλεονάσματα (σ.σ. στο 2% του ΑΕΠ, αν όχι από το 2019, από το 2020), το νέο Μεσοπρόθεσμο έχει φέτος ιδιαίτερη σημασία για την κυβέρνηση.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Η Αθήνα έχει αρχίσει πλέον να εξοικειώνεται πλήρως με το σενάριο της ασφυκτικής εποπτείας που θα ακολουθήσει και θα συνοδεύεται από νέες δεσμεύσεις («ουρές» από την 4η αξιολόγηση), δεραγχή εποπτεία και όρους για το ελληνικό χρέος.
Με τον διάβολο (για πιθανά δημοσιονομικά κενά στο υπό κατάρτιση υβριδικό μνημόνιο) να παραμονεύει, στο οικονομικό επιτελείο κάνουν σχέδια για το πώς θα φτάσουν στην πολυπόθητη χαλάρωση των στόχων.
Το «παζάρι» για μικρότερα πλεονάσματα που θα ξεκινήσει η ελληνική πλευρά αποκάλυψε χθες ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, μετά την περιπετειώδη έναρξη της ομιλίας του στον Πειραιά, στα μέλη της οργανωτικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο υπουργός Οικονομικών θεωρεί εφικτή την προσπάθεια για πλεονάσματα 3,5% τα επόμενα τέσσερα χρόνια, παρά ταύτα η Αθήνα θα πρέπει να εκμεταλλευτεί τη συζήτηση που έχει ανοίξει σε επίπεδο ευρωζώνης για οριστικό τέλος στην πολιτική της σκληρής λιτότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα θα μπορούσε να αποσπάσει κάτι σε όφελος των πολιτών της ανοίγοντας εκ νέου το θέμα στις τεχνικές συζητήσεις που θα ξεκινήσουν για το χρέος και την «επόμενη μέρα» των Μνημονίων, ελπίζοντας ότι αυτή την φορά οι δανειστές θα τείνουν «ευήκοα ώτα» στην ελληνική πρόταση.
Εφόσον η προσπάθεια μείωσης των πλεονασμάτων έχει αίσιο αποτέλεσμα, τότε πιθανότατα θα ανοίξει και ο «δρόμος» για φοροελαφρύνσεις, ο οποίος για την ώρα παραμένει απροσπέλαστος λόγω των ενστάσεων από το ΔΝΤ.
Οι νέοι στόχοι στα πλεονάσματα θα αποτυπωθούν και στο νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής που θα αποστείλει η κυβέρνηση ώς τις 21 Απριλίου στις Βρυξέλλες.
Το νέο Μεσοπρόθεσμο, που θα καταρτίσει το οικονομικό επιτελείο σε συνεργασία με τους θεσμούς και θα ψηφίσει στη συνέχεια η ελληνική Βουλή, θα εκτείνεται ώς το 2022.
Θα αφορά δηλαδή την τετραετία 2019-2022 και όχι τα έτη 2018-2021 που προβλέπει το υφιστάμενο σχέδιο.
Λόγω της νέας προσπάθειας για μικρότερα πλεονάσματα (σ.σ. στο 2% του ΑΕΠ, αν όχι από το 2019, από το 2020), το νέο Μεσοπρόθεσμο έχει φέτος ιδιαίτερη σημασία για την κυβέρνηση.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών