Η κυβέρνηση σηκώνοντας το γάντι της «σιδηράς κυρίας» του Ταμείου επέλεξε να στείλει αυστηρό μήνυμα στο Ταμείο
Με το υπερπλεόνασμα του 2017 που «χτίστηκε» με τις θυσίες των φορολογουμένων και των αυτοαπασχολούμενων φθάνοντας στα 7,5 δισ. ευρώ ή στο 4,2% του ΑΕΠ σε όρους Μνημονίου θα επιχειρήσει η κυβέρνηση να «αποκρούσει» τις νέες αξιώσεις του ΔΝΤ για τα μέτρα της διετίας 2019 - 2020.
Μολονότι δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει οι επίσημες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές (σ.σ. μέσα Μάιου θα έρθουν οι επικεφαλής στην Αθήνα) και η ελληνική πλευρά βρίσκεται ήδη στα «χαρακώματα» με το Ταμείο μετά τις άγονες συναντήσεις Τσακαλώτου - Χουλιαράκη στην Ουάσιγκτον.
Μπορεί η γενική διευθύντρια του διεθνούς οργανισμού Κριστίν Λαγκάρντ να τις χαρακτήρισε παραγωγικές πλην, όμως, τώρα που έκατσε η σκόνη από την εαρινή σύνοδο και καθάρισε η ατμόσφαιρα μόνο πρόοδος δεν μπορεί να υπήρξε.
Η κυβέρνηση σηκώνοντας το γάντι της «σιδηράς κυρίας» του Ταμείου επέλεξε να στείλει αυστηρό μήνυμα στο Ταμείο πολώνοντας από νωρίς το κλίμα των διαπραγματεύσεων.
«Δεν θα έρθει και το τέλος του κόσμου αν το ΔΝΤ δεν μπει στο ελληνικό πρόγραμμα» διεμήνυσε ο Πρωθυπουργός δίνοντας το στίγμα ότι η Αθήνα δεν έχει ανάγκη: ούτε την παρουσία του, ούτε τα ακριβά λεφτά του, ούτε την υπογραφή του Ταμείου για να βγει η χώρα στις διεθνείς αγορές.
Επί της ουσίας όμως το έχει ανάγκη ως μία δεύτερη υποστηριχτική φωνή στο θέμα της απομείωσης του ελληνικού χρέους.
Με την Γερμανία να μην θέλει να απελευθερώσει από τώρα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης - επιλέγοντας να παίζει καθυστερήσεις και να προωθεί ένα νέο πρόγραμμα με αυστηρά «ανταλλάγματα», μέσω του οποίου η Ελλάδα θα παραδίδει μεταρρυθμίσεις για να παίρνει τις «ανάσες» χρέους που έχουν αποφασιστεί - το ΔΝΤ μάλλον το έχει ανάγκη τουλάχιστον σε αυτή την φάση.
Άλλωστε, όπως αναφέρουν πηγές από την Ουάσιγκτον τα υψηλά πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ ως το 2022) η Αθήνα τα συμφώνησε με τους Ευρωπαίους και όχι με το ΔΝΤ, το οποίο από την πρώτη στιγμή ήταν συντηρητικό στις προβλέψεις του.
Κορυφαία σημασία γα το Ταμείο είναι τα πλεόνασμα να είναι τα πλεονάσματα να είναι διατηρήσιμα και όχι παροδικά.
Να στηρίζονται δηλαδή σε επαναλαμβανόμενα έσοδα και όχι σε «one off» μέτρα τα οποία θέτουν σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Άλλωστε, το νέο ρεκόρ του 4,2% που πέτυχε η χώρα στο πλεόνασμα του 2017 προέρχεται από την γενική κυβέρνηση που σημαίνει ότι εκτός της μεγάλης συνεισφοράς που είχαν σε αυτό οι φόροι και ο ΕΦΚΑ ( σ.σ. για τον οποίο μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο από το ΣτΕ η σκιά της αντισυνταγματικότητας έχει πέφτει βαριά πάνω του) σημαντική είναι η συμμετοχή των ποσών από τις εκκρεμείς συντάξεις (180.000 κύριες και 40.000 επικουρικές) των φόρων που έχουν παρακρατηθεί και δεν έχουν αποδοθεί αλλά και από το «στοκ» των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Τα χρέη αυτά φθάνουν τα 3,39 δισ. ευρώ στο τέλος Φεβρουαρίου, έναντι 3,153 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο 2018.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στους δανειστές ότι μέχρι το καλοκαίρι θα τα έχει μηδενίσει πλην όμως οι ροές χρηματοδότησης είναι εξωφρενικά χαμηλές.
Μόλις 30 εκατ. ευρώ, ήταν τον Φεβρουάριο τα λεφτά που διατέθηκαν στην αγορά και δεν κατέστη δυνατόν να την ενυδατώσουν και να μαλακώσουν τα σημάδια από την βαριά φορολογία.
Από την πρόοδο σε αυτά τα χρέη θα κριθεί τον επόμενο μήνα και η τύχη της δόσης του 1 δισ. ευρώ που εκκρεμεί από τον Μάρτιο και θα αποδεσμευτεί μόνο εφόσον διαπιστωθεί το βουνό αυτό κατεβαίνει.
Το ποσόν είναι διαθέσιμο προς την Αθήνα από την 1η Μαΐου έως και την 15η Ιουνίου, σύμφωνα με τη σχετική απόφαση του ESM.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Μολονότι δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει οι επίσημες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές (σ.σ. μέσα Μάιου θα έρθουν οι επικεφαλής στην Αθήνα) και η ελληνική πλευρά βρίσκεται ήδη στα «χαρακώματα» με το Ταμείο μετά τις άγονες συναντήσεις Τσακαλώτου - Χουλιαράκη στην Ουάσιγκτον.
Μπορεί η γενική διευθύντρια του διεθνούς οργανισμού Κριστίν Λαγκάρντ να τις χαρακτήρισε παραγωγικές πλην, όμως, τώρα που έκατσε η σκόνη από την εαρινή σύνοδο και καθάρισε η ατμόσφαιρα μόνο πρόοδος δεν μπορεί να υπήρξε.
Η κυβέρνηση σηκώνοντας το γάντι της «σιδηράς κυρίας» του Ταμείου επέλεξε να στείλει αυστηρό μήνυμα στο Ταμείο πολώνοντας από νωρίς το κλίμα των διαπραγματεύσεων.
«Δεν θα έρθει και το τέλος του κόσμου αν το ΔΝΤ δεν μπει στο ελληνικό πρόγραμμα» διεμήνυσε ο Πρωθυπουργός δίνοντας το στίγμα ότι η Αθήνα δεν έχει ανάγκη: ούτε την παρουσία του, ούτε τα ακριβά λεφτά του, ούτε την υπογραφή του Ταμείου για να βγει η χώρα στις διεθνείς αγορές.
Επί της ουσίας όμως το έχει ανάγκη ως μία δεύτερη υποστηριχτική φωνή στο θέμα της απομείωσης του ελληνικού χρέους.
Με την Γερμανία να μην θέλει να απελευθερώσει από τώρα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης - επιλέγοντας να παίζει καθυστερήσεις και να προωθεί ένα νέο πρόγραμμα με αυστηρά «ανταλλάγματα», μέσω του οποίου η Ελλάδα θα παραδίδει μεταρρυθμίσεις για να παίρνει τις «ανάσες» χρέους που έχουν αποφασιστεί - το ΔΝΤ μάλλον το έχει ανάγκη τουλάχιστον σε αυτή την φάση.
Άλλωστε, όπως αναφέρουν πηγές από την Ουάσιγκτον τα υψηλά πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ ως το 2022) η Αθήνα τα συμφώνησε με τους Ευρωπαίους και όχι με το ΔΝΤ, το οποίο από την πρώτη στιγμή ήταν συντηρητικό στις προβλέψεις του.
Κορυφαία σημασία γα το Ταμείο είναι τα πλεόνασμα να είναι τα πλεονάσματα να είναι διατηρήσιμα και όχι παροδικά.
Να στηρίζονται δηλαδή σε επαναλαμβανόμενα έσοδα και όχι σε «one off» μέτρα τα οποία θέτουν σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Άλλωστε, το νέο ρεκόρ του 4,2% που πέτυχε η χώρα στο πλεόνασμα του 2017 προέρχεται από την γενική κυβέρνηση που σημαίνει ότι εκτός της μεγάλης συνεισφοράς που είχαν σε αυτό οι φόροι και ο ΕΦΚΑ ( σ.σ. για τον οποίο μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο από το ΣτΕ η σκιά της αντισυνταγματικότητας έχει πέφτει βαριά πάνω του) σημαντική είναι η συμμετοχή των ποσών από τις εκκρεμείς συντάξεις (180.000 κύριες και 40.000 επικουρικές) των φόρων που έχουν παρακρατηθεί και δεν έχουν αποδοθεί αλλά και από το «στοκ» των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Τα χρέη αυτά φθάνουν τα 3,39 δισ. ευρώ στο τέλος Φεβρουαρίου, έναντι 3,153 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο 2018.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στους δανειστές ότι μέχρι το καλοκαίρι θα τα έχει μηδενίσει πλην όμως οι ροές χρηματοδότησης είναι εξωφρενικά χαμηλές.
Μόλις 30 εκατ. ευρώ, ήταν τον Φεβρουάριο τα λεφτά που διατέθηκαν στην αγορά και δεν κατέστη δυνατόν να την ενυδατώσουν και να μαλακώσουν τα σημάδια από την βαριά φορολογία.
Από την πρόοδο σε αυτά τα χρέη θα κριθεί τον επόμενο μήνα και η τύχη της δόσης του 1 δισ. ευρώ που εκκρεμεί από τον Μάρτιο και θα αποδεσμευτεί μόνο εφόσον διαπιστωθεί το βουνό αυτό κατεβαίνει.
Το ποσόν είναι διαθέσιμο προς την Αθήνα από την 1η Μαΐου έως και την 15η Ιουνίου, σύμφωνα με τη σχετική απόφαση του ESM.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών