Αναμφισβήτητα δεν οδηγεί στον απεγκλωβισμό της Ελλάδας από την εποπτεία των δανειστών
Η συμφωνία για το χρέος, αν και απέχει πολύ από το πλαίσιο των παρεμβάσεων του περσινού Eurogroup και ακόμη περισσότερο από αυτό του 2012, κινείται εντούτοις προς τη σωστή κατεύθυνση από τη στιγμή που διασφαλίζει την έξοδο από τα μνημόνια και δημιουργεί τον καθαρό διάδρομο μέχρι το 2032 που ήθελε η χώρα.
Ωστόσο, διέπεται και από αρκετά αρνητικά σημεία.
Αναμφισβήτητα δεν οδηγεί στον απεγκλωβισμό της Ελλάδας από την εποπτεία των δανειστών, ενώ απαιτείται επίσπευση των μεταμνημονιακών μεταρρυθμίσεων, ώστε η οικονομία να πιάσει τις πάλαι ποτέ καλές επιδόσεις που είχε στην ανάπτυξη.
Οι περικοπές όμως στις συντάξεις από το 2019 και στο αφορολόγητο από το 2020 υπονομεύουν την οικονομική ανάταση της χώρας.
H κηδεμονία και η δημοσιονομική εξυγίανση της οικονομίας δεν θα σταματήσουν μετά τις 20 Αυγούστου που ολοκληρώνεται το πρόγραμμα, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις για τις επόμενες δεκαετίες είναι «αλυσοδεμένες» με πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% έως και το 2022 και 2,2% έως και το 2060, δηλαδή μια μόνιμη πίεση για πολλές δεκαετίες.
Το πιο σημαντικό είναι ότι το χρέος ελαφρύνεται, έστω και μεσοπρόθεσμα, και αυτό είναι θετικό.
Δεν είναι, όμως, η οριστική λύση του προβλήματος, δεδομένου ότι η βιωσιμότητα του χρέους θα επανεξεταστεί με νέα ανάλυση που θα γίνει στο μακρινό 2032.
Τώρα, αν η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ έμεινε ικανοποιημένη από τα μέτρα ελάφρυνσης του Europgroup, θα το μάθουμε στις 4 Ιουλίου με την έκθεση αξιολόγησης που θα παρουσιάσει το Ταμείο στο πλαίσιο του άρθρου 4, καθώς και το αν θα υπάρξει αλλαγή στην περσινή αναφορά του που το χαρακτήριζε «εξαιρετικά μη βιώσιμο».
Αλλο αρνητικό σημείο είναι ότι τα κέρδη της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA’s) έχουν συνδεθεί με μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να υλοποιήσει η κυβέρνηση για να μπορέσει να τα εισπράξει.
Με το προηγούμενο πλαίσιο αποφάσεων του Eurogroup δεν χρειαζόταν να τα διεκδικήσει, αφού η επιστροφή τους εθεωρείτο δεδομένη. Με άλλα λόγια, οι δανειστές δεν μας κάνουν χάρη με την επιστροφή των 4,5 δισ. ευρώ από τα ANFA’s ούτε με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους με τόσα προαπαιτούμενα που εφάρμοσε η Ελλάδα από το 2010 που μπήκε στα μνημόνια.
Μόνο τα μέτρα από το 2015 και μετά φθάνουν τα 450…
Τα θετικά σημεία της συμφωνίας
- Η 10ετής επιμήκυνση για την αποπληρωμή δανείου του 2ου μνημονίου από τον EFSF, η 10ετής περίοδος χάριτος και το μαξιλάρι ασφαλείας είναι θετικές αποφάσεις που δίνουν μια ανάσα τα επόμενα χρόνια στη χώρα, καθώς χαλαρώνουν τους όρους αποπληρωμής μέρους του χρέους της χώρας. Βέβαια, από το 2020 ξεκινά η αποπληρωμή των δανείων ύψους 52,9 δισ. ευρώ που ελήφθησαν με το 1ο Μνημόνιο (δάνεια ευρωζώνης).
- Η χώρα κέρδισε ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στο οποίο οι αποπληρωμές είναι σχετικά χαμηλές και μπορεί να δανειστεί από τις αγορές ανανεώνοντας δάνεια που λήγουν με το 2020 («ακούρευτα» ομόλογα που έχει η ΕΚΤ στο χαρτοφυλάκιό της, δάνεια ΔΝΤ), με επιτόκια που μπορεί να κινούνται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Πολλά θα εξαρτηθούν από το εάν η χώρα θα καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών.
- Είναι κέρδος επίσης ότι σε μια περίοδο που οι διεθνείς αγορές είναι ευμετάβλητες, η Ελλάδα έχει εξασφαλισμένα κεφάλαια 24,1 δισ. για να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της για περίπου 2 χρόνια.
- Στα θετικά ότι η Ελλάδα, παρά το τεράστιο μέγεθος του χρέους της, μπορεί να μην καταβάλλει για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες εξυπηρέτησής του ποσά μεγαλύτερα του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω του 20% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα.
- Μειώνεται το κόστος για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, έστω και με την εξόφληση μέρους των ακριβών δανείων από το ΔΝΤ.
Τα αρνητικά σημεία της συμφωνίας
- Η ενισχυμένη εποπτεία δεν είναι καθαρή έξοδος καθώς προβλέπονται αυστηροί τριμηνιαίοι έλεγχοι.
Το πλαίσιο μεταμνημονιακής εποπτείας περιλαμβάνει τα ψηφισμένα μέτρα για τη μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων, που θα δοκιμάσουν τις αντοχές νοικοκυριών τα οποία έχουν ισοπεδωθεί από τα προηγούμενα μνημόνια, δύο νέες αναπροσαρμογές στις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων και στον λογαριασμό του ΕΝΦΙΑ, περιορισμό των «κόκκινων» δανείων και πώληση αυτών σε funds, ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακινήτων.
- Οι θεσμοί θα έχουν τη δυνατότητα να ζητούν και νέα μέτρα αν η Ελλάδα αποκλίνει από τον στόχο για τη διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% ώς το 2022. Δηλαδή θα εισηγούνται διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση που διαπιστώνουν παρεκκλίσεις.
- Η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων 2,2% του ΑΕΠ έως και το 2060 δεσμεύει τη χώρα σε μια σφικτή περιοριστική πολιτική και οδηγεί σε ένα πλαίσιο λιτότητας για δεκαετίες.
- Η επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ από τις αγοραπωλησίες ελληνικών ομολόγων συνδέεται με δεσμεύσεις του «προγράμματος μεταμνημονιακής παρακολούθησης».
- Στην Ελλάδα θα δοθεί μια τελική δόση 15 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι το 3o δάνειο του ESM φτάνει στα 61,9 δισ. ευρώ (επί συνόλου 86 δισ. ευρώ).
Περίπου 25 δισ. ευρώ μένουν αδιάθετα και θα μπορούσαν να δοθούν για την πλήρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, μειώνοντας περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
- Ο γαλλικός μηχανισμός ελάφρυνσης του χρέους, που προέβλεπε μια αυξημένη παρέμβαση για μείωση του χρέους εάν η Ελλάδα είχε χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, μπήκε στα συρτάρια.
- H οριστική βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες, καθώς βάσει του ανακοινωθέντος, θα επανεξεταστεί από το 2032 και εάν είναι απαραίτητο, τότε θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα (μακροπρόθεσμα).
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, διέπεται και από αρκετά αρνητικά σημεία.
Αναμφισβήτητα δεν οδηγεί στον απεγκλωβισμό της Ελλάδας από την εποπτεία των δανειστών, ενώ απαιτείται επίσπευση των μεταμνημονιακών μεταρρυθμίσεων, ώστε η οικονομία να πιάσει τις πάλαι ποτέ καλές επιδόσεις που είχε στην ανάπτυξη.
Οι περικοπές όμως στις συντάξεις από το 2019 και στο αφορολόγητο από το 2020 υπονομεύουν την οικονομική ανάταση της χώρας.
H κηδεμονία και η δημοσιονομική εξυγίανση της οικονομίας δεν θα σταματήσουν μετά τις 20 Αυγούστου που ολοκληρώνεται το πρόγραμμα, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις για τις επόμενες δεκαετίες είναι «αλυσοδεμένες» με πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% έως και το 2022 και 2,2% έως και το 2060, δηλαδή μια μόνιμη πίεση για πολλές δεκαετίες.
Το πιο σημαντικό είναι ότι το χρέος ελαφρύνεται, έστω και μεσοπρόθεσμα, και αυτό είναι θετικό.
Δεν είναι, όμως, η οριστική λύση του προβλήματος, δεδομένου ότι η βιωσιμότητα του χρέους θα επανεξεταστεί με νέα ανάλυση που θα γίνει στο μακρινό 2032.
Τώρα, αν η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ έμεινε ικανοποιημένη από τα μέτρα ελάφρυνσης του Europgroup, θα το μάθουμε στις 4 Ιουλίου με την έκθεση αξιολόγησης που θα παρουσιάσει το Ταμείο στο πλαίσιο του άρθρου 4, καθώς και το αν θα υπάρξει αλλαγή στην περσινή αναφορά του που το χαρακτήριζε «εξαιρετικά μη βιώσιμο».
Αλλο αρνητικό σημείο είναι ότι τα κέρδη της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA’s) έχουν συνδεθεί με μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να υλοποιήσει η κυβέρνηση για να μπορέσει να τα εισπράξει.
Με το προηγούμενο πλαίσιο αποφάσεων του Eurogroup δεν χρειαζόταν να τα διεκδικήσει, αφού η επιστροφή τους εθεωρείτο δεδομένη. Με άλλα λόγια, οι δανειστές δεν μας κάνουν χάρη με την επιστροφή των 4,5 δισ. ευρώ από τα ANFA’s ούτε με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους με τόσα προαπαιτούμενα που εφάρμοσε η Ελλάδα από το 2010 που μπήκε στα μνημόνια.
Μόνο τα μέτρα από το 2015 και μετά φθάνουν τα 450…
Τα θετικά σημεία της συμφωνίας
- Η 10ετής επιμήκυνση για την αποπληρωμή δανείου του 2ου μνημονίου από τον EFSF, η 10ετής περίοδος χάριτος και το μαξιλάρι ασφαλείας είναι θετικές αποφάσεις που δίνουν μια ανάσα τα επόμενα χρόνια στη χώρα, καθώς χαλαρώνουν τους όρους αποπληρωμής μέρους του χρέους της χώρας. Βέβαια, από το 2020 ξεκινά η αποπληρωμή των δανείων ύψους 52,9 δισ. ευρώ που ελήφθησαν με το 1ο Μνημόνιο (δάνεια ευρωζώνης).
- Η χώρα κέρδισε ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στο οποίο οι αποπληρωμές είναι σχετικά χαμηλές και μπορεί να δανειστεί από τις αγορές ανανεώνοντας δάνεια που λήγουν με το 2020 («ακούρευτα» ομόλογα που έχει η ΕΚΤ στο χαρτοφυλάκιό της, δάνεια ΔΝΤ), με επιτόκια που μπορεί να κινούνται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Πολλά θα εξαρτηθούν από το εάν η χώρα θα καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών.
- Είναι κέρδος επίσης ότι σε μια περίοδο που οι διεθνείς αγορές είναι ευμετάβλητες, η Ελλάδα έχει εξασφαλισμένα κεφάλαια 24,1 δισ. για να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της για περίπου 2 χρόνια.
- Στα θετικά ότι η Ελλάδα, παρά το τεράστιο μέγεθος του χρέους της, μπορεί να μην καταβάλλει για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες εξυπηρέτησής του ποσά μεγαλύτερα του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω του 20% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα.
- Μειώνεται το κόστος για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, έστω και με την εξόφληση μέρους των ακριβών δανείων από το ΔΝΤ.
Τα αρνητικά σημεία της συμφωνίας
- Η ενισχυμένη εποπτεία δεν είναι καθαρή έξοδος καθώς προβλέπονται αυστηροί τριμηνιαίοι έλεγχοι.
Το πλαίσιο μεταμνημονιακής εποπτείας περιλαμβάνει τα ψηφισμένα μέτρα για τη μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων, που θα δοκιμάσουν τις αντοχές νοικοκυριών τα οποία έχουν ισοπεδωθεί από τα προηγούμενα μνημόνια, δύο νέες αναπροσαρμογές στις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων και στον λογαριασμό του ΕΝΦΙΑ, περιορισμό των «κόκκινων» δανείων και πώληση αυτών σε funds, ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακινήτων.
- Οι θεσμοί θα έχουν τη δυνατότητα να ζητούν και νέα μέτρα αν η Ελλάδα αποκλίνει από τον στόχο για τη διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% ώς το 2022. Δηλαδή θα εισηγούνται διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση που διαπιστώνουν παρεκκλίσεις.
- Η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων 2,2% του ΑΕΠ έως και το 2060 δεσμεύει τη χώρα σε μια σφικτή περιοριστική πολιτική και οδηγεί σε ένα πλαίσιο λιτότητας για δεκαετίες.
- Η επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ από τις αγοραπωλησίες ελληνικών ομολόγων συνδέεται με δεσμεύσεις του «προγράμματος μεταμνημονιακής παρακολούθησης».
- Στην Ελλάδα θα δοθεί μια τελική δόση 15 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι το 3o δάνειο του ESM φτάνει στα 61,9 δισ. ευρώ (επί συνόλου 86 δισ. ευρώ).
Περίπου 25 δισ. ευρώ μένουν αδιάθετα και θα μπορούσαν να δοθούν για την πλήρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, μειώνοντας περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
- Ο γαλλικός μηχανισμός ελάφρυνσης του χρέους, που προέβλεπε μια αυξημένη παρέμβαση για μείωση του χρέους εάν η Ελλάδα είχε χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, μπήκε στα συρτάρια.
- H οριστική βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες, καθώς βάσει του ανακοινωθέντος, θα επανεξεταστεί από το 2032 και εάν είναι απαραίτητο, τότε θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα (μακροπρόθεσμα).
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών