Επιβάλλαμε στην Ελλάδα υπερβολική λιτότητα
Ικανοποιημένος με τη συμφωνία που επετεύχθη στο Eurogroup αναφορικά με το ελληνικό χρέος, εμφανίζεται ο Benoit Cœuré, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα, Figaro.
Ταυτόχρονα, όμως, ο κ. Coeure τονίζει ότι αυτή η συμφωνία καθιστά το χρέος βιώσιμο σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι μπορεί να χρειαστεί νέα παρέμβαση σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ενώ συμβουλεύει την Ελλάδα να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
Όπως υπογραμμίζει η Ελλάδα βγαίνοντας από το μνημόνιο «σταματά να συζητά με την ΕΕ και το ΔΝΤ αλλά ξεκινά να συζητά με τις αγορές.
Πρόκειται για έναν διάλογο που δεν θα είναι ευκολότερος ή πιο ευχάριστος».
Απατώντας σε ερώτηση αναφορικά με το τι θα έπρεπε η Ευρώπη να κάνει διαφορετικά στην περίπτωση διάσωσης της Ελλάδας, παραδέχεται ότι εφαρμόστηκε υπερβολική λιτότητα το μεγαλύτερο μέρος της οποίας το φορτώθηκε ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος και φορολογούμενος.
Αναλυτικά οι απαντήσεις του μέλους της ΕΚΤ σε δύο ερωτήσεις που αφορούν την Ελλάδα.
Την περασμένη Τρίτη λάβατε μέρος στη σύνοδο του Eurogroup για την Ελλάδα. Είστε ευχαριστημένος με τη συμφωνία; Είναι αρκετή η ελάφρυνση του χρέους;
Πρόκειται για ένα σημείο - καμπής για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Η Ελλάδα μπορεί, πλέον, να απελευθερωθεί από την ευρωπαϊκή ηγεμονία.
Οι θυσίες που έκανε η ελληνική κοινωνία, βοηθούμενη από την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, είχαν αποτέλεσμα.
Για όσους έχουν αμφιβολίες γι' αυτήν την αλληλεγγύη, θα ήθελα να τους πω ότι η Ευρώπη παρείχε χρηματοδότηση ύψους 245 δισ. ευρώ στην Ελλάδα.
Προσωπικά θαυμάζω την αποφασιστικότητα και το θάρρος του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου.
Η Ελλάδα θα λάβει σαφώς ώθηση από τα μέτρα ανακούφισης του χρέους, τα οποία είχαν υποσχεθεί εδώ και πολύ καιρό οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Η ΕΚΤ ήταν σαφώς υπέρ.
Τα μέτρα που αποφασίστηκαν από το Eurogroup είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, γιατί μεσοπρόθεσμα το ελληνικό χρέος καθίσταται πιο βιώσιμο και μακροπρόθεσμα οι υπουργοί Οικονομικών εμφανίστηκαν πρόθυμοι να λάβουν επιπλέον μέτρα εάν κριθεί απαραίτητο.
Αλλά ας μην είμαστε αφελείς: η Ελλάδα περνά από τον διάλογο που είχε με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ σε ένα διάλογο με τις αγορές, ο οποίος δεν θα είναι ούτε πιο εύκολος, ούτε πιο ευχάριστος.
Για να αυξήσει τις πιθανότητές της, η χώρα θα πρέπει να συνεχίσει την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και να παραμείνει πιστή σε μία σώφρονα δημοσιονομική πολιτική.
Η Ελλάδα δεν εγκατέλειψε το ευρώ το 2015 και έχει βρεθεί σε βαθιά ύφεση. Εάν μπορούσατε να γυρίσετε πίσω στον χρόνο, θα είχατε στηρίξει την Ελλάδα με διαφορετικό τρόπο;
Εάν θέλουμε να κάνουμε αυτοκριτική θα έπρεπε να γυρίσουμε πίσω πολύ πριν από την ελληνική κρίση, στις πρώτες ημέρες του ευρώ.
Μεταξύ 1999 και 2010 αφήσαμε ορισμένες καταστάσεις στους προϋπολογισμούς και το μισθολογικό κόστος μεταξύ των χωρών να διευρυνθεί, γεγονός που οδήγησε στην κρίση.
Αυτό είναι το πρώτο μάθημα.
Αντιμετωπίζοντας την κρίση, στηρίξαμε την Ελλάδα, ήταν θέμα αλληλεγγύης.
Έπρεπε να εμπλέξουμε και το ΔΝΤ, το οποίο σε αντίθεση με την Ευρώπη είχε εμπειρία στη στήριξη χωρών που βρίσκονταν σε κρίση.
Και ήταν κρίσιμο να υπάρξει μείωση των δαπανών του προϋπολογισμού, καθώς η Ελλάδα ζούσε πάνω από τις δυνάμεις της.
Θα έπρεπε να είμαστε πιο ρεαλιστές με το θέμα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και να επιμείνουμε στη στήριξη της ανταγωνιστικότητας και την πάταξη της γραφειοκρατίας από την αρχή, αντί να αφήσουμε όλο το βάρος στους ώμους των φορολογούμενων και των εργαζομένων, οι οποίοι πλήρωσαν τον λογαριασμό του προγράμματος προσαρμογής.
Θα προσέθετα ότι η Ευρώπη δεν έχει ένα εργαλείο προϋπολογισμού ώστε να στηρίζει την κοινωνική προσαρμογή σε χώρες που βρίσκονται σε κρίση, κάτι το οποίο θα μπορούσε να αποτρέψει δραματικές καταστάσεις - σχολεία χωρίς θέρμανση και νοσοκομεία χωρίς φάρμακα- όπως αυτές που είδαμε στην Ελλάδα.
www.bankingnews.gr
Ταυτόχρονα, όμως, ο κ. Coeure τονίζει ότι αυτή η συμφωνία καθιστά το χρέος βιώσιμο σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι μπορεί να χρειαστεί νέα παρέμβαση σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ενώ συμβουλεύει την Ελλάδα να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
Όπως υπογραμμίζει η Ελλάδα βγαίνοντας από το μνημόνιο «σταματά να συζητά με την ΕΕ και το ΔΝΤ αλλά ξεκινά να συζητά με τις αγορές.
Πρόκειται για έναν διάλογο που δεν θα είναι ευκολότερος ή πιο ευχάριστος».
Απατώντας σε ερώτηση αναφορικά με το τι θα έπρεπε η Ευρώπη να κάνει διαφορετικά στην περίπτωση διάσωσης της Ελλάδας, παραδέχεται ότι εφαρμόστηκε υπερβολική λιτότητα το μεγαλύτερο μέρος της οποίας το φορτώθηκε ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος και φορολογούμενος.
Αναλυτικά οι απαντήσεις του μέλους της ΕΚΤ σε δύο ερωτήσεις που αφορούν την Ελλάδα.
Την περασμένη Τρίτη λάβατε μέρος στη σύνοδο του Eurogroup για την Ελλάδα. Είστε ευχαριστημένος με τη συμφωνία; Είναι αρκετή η ελάφρυνση του χρέους;
Πρόκειται για ένα σημείο - καμπής για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Η Ελλάδα μπορεί, πλέον, να απελευθερωθεί από την ευρωπαϊκή ηγεμονία.
Οι θυσίες που έκανε η ελληνική κοινωνία, βοηθούμενη από την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, είχαν αποτέλεσμα.
Για όσους έχουν αμφιβολίες γι' αυτήν την αλληλεγγύη, θα ήθελα να τους πω ότι η Ευρώπη παρείχε χρηματοδότηση ύψους 245 δισ. ευρώ στην Ελλάδα.
Προσωπικά θαυμάζω την αποφασιστικότητα και το θάρρος του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου.
Η Ελλάδα θα λάβει σαφώς ώθηση από τα μέτρα ανακούφισης του χρέους, τα οποία είχαν υποσχεθεί εδώ και πολύ καιρό οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Η ΕΚΤ ήταν σαφώς υπέρ.
Τα μέτρα που αποφασίστηκαν από το Eurogroup είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, γιατί μεσοπρόθεσμα το ελληνικό χρέος καθίσταται πιο βιώσιμο και μακροπρόθεσμα οι υπουργοί Οικονομικών εμφανίστηκαν πρόθυμοι να λάβουν επιπλέον μέτρα εάν κριθεί απαραίτητο.
Αλλά ας μην είμαστε αφελείς: η Ελλάδα περνά από τον διάλογο που είχε με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ σε ένα διάλογο με τις αγορές, ο οποίος δεν θα είναι ούτε πιο εύκολος, ούτε πιο ευχάριστος.
Για να αυξήσει τις πιθανότητές της, η χώρα θα πρέπει να συνεχίσει την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και να παραμείνει πιστή σε μία σώφρονα δημοσιονομική πολιτική.
Η Ελλάδα δεν εγκατέλειψε το ευρώ το 2015 και έχει βρεθεί σε βαθιά ύφεση. Εάν μπορούσατε να γυρίσετε πίσω στον χρόνο, θα είχατε στηρίξει την Ελλάδα με διαφορετικό τρόπο;
Εάν θέλουμε να κάνουμε αυτοκριτική θα έπρεπε να γυρίσουμε πίσω πολύ πριν από την ελληνική κρίση, στις πρώτες ημέρες του ευρώ.
Μεταξύ 1999 και 2010 αφήσαμε ορισμένες καταστάσεις στους προϋπολογισμούς και το μισθολογικό κόστος μεταξύ των χωρών να διευρυνθεί, γεγονός που οδήγησε στην κρίση.
Αυτό είναι το πρώτο μάθημα.
Αντιμετωπίζοντας την κρίση, στηρίξαμε την Ελλάδα, ήταν θέμα αλληλεγγύης.
Έπρεπε να εμπλέξουμε και το ΔΝΤ, το οποίο σε αντίθεση με την Ευρώπη είχε εμπειρία στη στήριξη χωρών που βρίσκονταν σε κρίση.
Και ήταν κρίσιμο να υπάρξει μείωση των δαπανών του προϋπολογισμού, καθώς η Ελλάδα ζούσε πάνω από τις δυνάμεις της.
Θα έπρεπε να είμαστε πιο ρεαλιστές με το θέμα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και να επιμείνουμε στη στήριξη της ανταγωνιστικότητας και την πάταξη της γραφειοκρατίας από την αρχή, αντί να αφήσουμε όλο το βάρος στους ώμους των φορολογούμενων και των εργαζομένων, οι οποίοι πλήρωσαν τον λογαριασμό του προγράμματος προσαρμογής.
Θα προσέθετα ότι η Ευρώπη δεν έχει ένα εργαλείο προϋπολογισμού ώστε να στηρίζει την κοινωνική προσαρμογή σε χώρες που βρίσκονται σε κρίση, κάτι το οποίο θα μπορούσε να αποτρέψει δραματικές καταστάσεις - σχολεία χωρίς θέρμανση και νοσοκομεία χωρίς φάρμακα- όπως αυτές που είδαμε στην Ελλάδα.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών