Η ελληνική ασφαλιστική αγορά μπορεί πιο εύκολα να καλύψει σταδιακά το κενό που τη χωρίζει από την ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά, δήλωσε ο Μητράκος
Εξαιρετικά σημαντικές χαρακτήρισε τις ανακοινώσεις της συμφωνίας για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, ο Θεόδωρος Μητράκος, υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος τόνισε ότι σε συνδυασμό με την επιτυχή ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης του προγράμματος σηματοδοτεί αλλαγή σελίδας για την ελληνική οικονομία.
Η περίοδος που μεσολάβησε ήταν ιδιαίτερα θετική τόσο για την ελληνική οικονομία συνολικά όσο και για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης.
Μιλώντας στο 11ο Insurance Conference, ο Μητράκος στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι υπήρξε αύξηση του ΑΕΠ επί πέντε συνεχή τρίμηνα, που είναι το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από την αρχή της κρίσης, και μάλιστα με ρυθμό 2,3% σε ετήσια βάση το α΄ τρίμηνο του 2018 (η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 2008), επιβεβαιώνει τη σταθερή ισχυροποίηση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας έπειτα από τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και βαθιά ύφεση για μια παρατεταμένη περίοδο.
Λαμβάνοντας υπόψη τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία και με βάση την πορεία πρόδρομων δεικτών οικονομικής δραστηριότητας και εμπιστοσύνης, όπως ο Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών (PMI) στη μεταποίηση και ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος, εκτιμάται ότι η ανάκαμψη που ξεκίνησε το 2017 θα συνεχιστεί με ταχύτερο ρυθμό το 2018 και το 2019.
Οι εξελίξεις στην ασφαλιστική αγορά
Θετικές είναι οι εξελίξεις και για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης τόσο σε ποσοτικούς όσο και ποιοτικούς όρους, με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις του εποπτικού πλαισίου, έχοντας κάνει σημαντικά βήματα για την ενίσχυση των συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων.
Και αυτό, επιτρέψτε μου να σημειώσω, πιστώνεται στα αξιόλογα στελέχη και τους εργαζομένους του κλάδου, οι οποίοι με τον επαγγελματισμό τους έχουν βελτιώσει τη διαφάνεια και την αξιοπιστία της αγοράς, εξέλιξη που αντανακλάται στη σταδιακή ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο θεσμό της ιδιωτικής ασφάλισης.
Αυτό φαίνεται και από τη σταδιακή ανάκαμψη που εμφανίζουν τα μεγέθη της παραγωγής του κλάδου και ειδικότερα των 39 συνολικά ασφαλιστικών εταιριών που είναι εγκαταστημένες στην Ελλάδα και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Ενδεικτικά, η παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων του κλάδου ζωής το 2017 ανήλθε σε 1,8 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά περίπου 5,7% σε σύγκριση με το 2016.
Μεγαλύτερη αύξηση κατά 13,5% το 2017 παρατηρήθηκε στις ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις (unit-linked), με το μερίδιό τους στο σύνολο των κλάδων ζωής να διευρύνεται στο 19%, από 17,5% το 2016.
Στους κλάδους ζημιών η παραγωγή ασφαλίστρων ανήλθε σε 1,9 δισεκ. ευρώ, σχεδόν αμετάβλητη σε σύγκριση με το 2016, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να αφορά τις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (41%), ακολουθούμενη από τις ασφαλίσεις πυρός (21%). Συνολικά, πάντως, η παραγωγή ασφαλίστρων ανήλθε σε περίπου 2% του ΑΕΠ το 2017, έναντι 7,2% σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η αυξητική αυτή τάση συνεχίστηκε και το α΄ τετράμηνο του 2018 με τη συνολική παραγωγή ασφαλίστρων να ενισχύεται από τις εταιρείες του κλάδου κατά 3,2% με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών (διαφέρει ελαφρά η περίμετρος των στοιχείων που συγκεντρώνει η Ένωση σε σχέση με αυτά της Τράπεζας της Ελλάδος).
Ειδικότερα, ο κλάδος ζημιών καταγράφει αξιόλογη άνοδο κατά 7,6% (αστική ευθύνη οχημάτων 3,4%, λοιποί κλάδοι κατά ζημιών 10,2%) έναντι μικρής κάμψης της παραγωγής ασφαλίστρων στον κλάδο ζωής κατά 1,3%.
Ανάλογη πορεία με την παραγωγή παρατηρήθηκε και στο ενεργητικό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, το οποίο αυξήθηκε κατά 5,9% το 2017 σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκε σε 16,9 δισεκ. ευρώ.
Σχετικά με τη διάρθρωση του ενεργητικού, 45% ήταν τοποθετημένο σε κρατικά ομόλογα και 13,5% σε εταιρικά ομόλογα.
Επιπλέον, 2,4 δισεκ. ευρώ αφορούσε επενδύσεις για ασφαλίσεις τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ασφαλισμένοι (unit-linked), εκ των οποίων 69% αμοιβαία κεφάλαια και 18% χρηματικά διαθέσιμα και καταθέσεις.
Μικρή αύξηση του ενεργητικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων παρατηρήθηκε και κατά το α΄ τρίμηνο του 2018 με κύριες μεταβολές την αύξηση των καταθέσεων, τις καθαρές πωλήσεις τίτλων και μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων εξωτερικού που αντισταθμίστηκαν όμως από καθαρές αγορές ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.
Όσον αφορά τις συνολικές υποχρεώσεις στο τέλος του 2017, αυτές ανήλθαν σε 13,4 δισεκ. ευρώ, με το 91% αυτών (12,2 δις), όσο περίπου και το μέσο ποσοστό σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να αφορούν τεχνικές προβλέψεις, οι οποίες επιμερίζονται κατά 75% σε ασφαλίσεις δραστηριοτήτων ζωής και κατά 25% σε ασφαλίσεις κατά ζημιών. Αύξηση των ασφαλιστικών τεχνικών προβλέψεων κατά 138 εκατ. ή 1,1% καταγράφηκε και στο α΄ τρίμηνο του 2018, προερχόμενη κυρίως από τον κλάδο ζωής.
Κεφαλαιακή επάρκεια και φερεγγυότητα
Σε ικανοποιητικό επίπεδο διαμορφώνεται και η κεφαλαιακή επάρκεια των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Το Δεκέμβριο του 2017 ο Δείκτης Φερεγγυότητας (SCR ratio) διαμορφώθηκε σε 173%, ενώ o Δείκτης Κάλυψης της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης (MCR ratio) διαμορφώθηκε σε 452%. Επισημαίνεται ότι και οι δύο δείκτες κυμαίνονται σε επίπεδα υψηλότερα του απαιτούμενου εποπτικού ορίου (100%) για όλες τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι το 95% των επιλέξιμων κεφαλαίων ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1).
Στα ίδια περίπου επίπεδα διατηρήθηκαν οι δείκτες αυτοί και στο α΄ τρίμηνο του 2018.
Σημειώνεται ότι η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας συνδέεται άμεσα με το προφίλ κινδύνου των επιχειρήσεων, δηλαδή με τη φύση και την έκταση των κινδύνων που αυτές αναλαμβάνουν, αλλά και την εμπορική πολιτική κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης.
Γι’ αυτό εξάλλου το νέο θεσμικό πλαίσιο δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα σε ζητήματα διαχείρισης κινδύνων, αξιολόγησης του επιχειρηματικού μοντέλου, εταιρικής διακυβέρνησης, ανεξαρτησίας των επιμέρους λειτουργιών, ποιότητας υποδομών, καθώς και στην εφαρμοζόμενη επενδυτική πολιτική.
Στόχος της εποπτικής δραστηριότητας είναι να βελτιωθεί η ικανότητα των επιχειρήσεων να αναγνωρίζουν τους κινδύνους που έχουν αναλάβει ή προτίθενται να αναλάβουν και να τους ποσοτικοποιούν, εκτιμώντας τον πιθανό αντίκτυπο στην οικονομική τους θέση.
Είναι ιδιαίτερα θετικό ότι πρόσβαση στις βασικές συνιστώσες της παραπάνω πληροφόρησης έχει πλέον και το ευρύ καταναλωτικό κοινό μέσω της Έκθεσης Φερεγγυότητας και Χρηματοοικονομικής Κατάστασης (SFCR) που από το 2017 δημοσιεύουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Μέσω των εκθέσεων αυτών, η ποιότητα των οποίων βελτιώθηκε το τρέχον έτος, παρέχεται στους καταναλωτές ασφαλιστικών υπηρεσιών η δυνατότητα να αξιολογούν καλύτερα τις επιμέρους επιχειρήσεις και να προβαίνουν στις καταλληλότερες επιλογές.
Η εν λόγω έκθεση πρέπει να εκλαμβάνεται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όχι ως υποχρέωση που επιβάλλεται από τον επόπτη, αλλά ως εργαλείο το οποίο, με κατάλληλη αξιοποίηση και συνεχή βελτίωση, θα συμβάλει στην ανάπτυξη του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης μέσω της μεγαλύτερης διαφάνειας και της παροχής συνεχώς ποιοτικότερης πληροφόρησης στους καταναλωτές.
Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης παρουσίασε ιδιαίτερη δυναμική, γεγονός που μας κάνει πιο αισιόδοξους για μια πορεία ανάπτυξης που θα τον φέρει πιο κοντά στα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Στο διάστημα που μεσολάβησε από την περσινή μας ανάλογη εκδήλωση είχαμε θετικές εξελίξεις σε δύο χρονίζοντα ζητήματα: τη δημιουργία του ενιαίου μητρώου ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και την καθιέρωση μηχανισμού για τον εντοπισμό των ανασφάλιστων οχημάτων.
Δίνεται πλέον η δυνατότητα στους καταναλωτές ασφαλιστικών προϊόντων, μέσω μιας ενιαίας ηλεκτρονικής πλατφόρμας, να επαληθεύουν ότι ο επαγγελματίας με τον οποίο έρχονται σε επαφή στο πλαίσιο αγοράς ενός ασφαλιστικού προϊόντος, είναι νόμιμα εγγεγραμμένος στα μητρώα των Επιμελητηρίων, πλήρως πιστοποιημένος και κατά συνέπεια ασκεί τη δραστηριότητα της διαμεσολάβησης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
Επίσης, έχουν ενταθεί τους τελευταίους μήνες οι προσπάθειες των συμμετεχόντων στην αγορά για την εξεύρεση λύσης στο ζήτημα του επικουρικού κεφαλαίου και της αποζημίωσης των πρώην ασφαλισμένων σε εταιρίες που τελούν σε εκκαθάριση. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να συγχαρώ για τη συνδρομή και τις πρωτοβουλίες τους τον Πρόεδρο και τα στελέχη της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών.
Η προστασία των καταναλωτών
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται πλέον από όλες τις πλευρές και στο ζήτημα της προστασίας των καταναλωτών.
Για την καλύτερη προστασία του καταναλωτή, οι δράσεις που υλοποιούνται σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο έχουν κατά βάση τρεις συμπληρωματικούς μεταξύ τους άξονες: την ενίσχυση της φερεγγυότητας των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, την πληροφόρηση που είναι στη διάθεση του καταναλωτή, και τον τρόπο προώθησης των ασφαλιστικών προϊόντων.
Ως προς τον πρώτο άξονα, της φερεγγυότητας έχει συχνά επισημανθεί ότι ο καλύτερος τρόπος για την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών ασφαλιστικών υπηρεσιών, είναι η διασφάλιση ότι οι πάροχοι των υπηρεσιών αυτών θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και ότι οι καταναλωτές θα λάβουν τις αποζημιώσεις που δικαιούνται όταν επέλθει το γεγονός έναντι του οποίου έχουν ασφαλιστεί.
Τα σχετικά μεγέθη φερεγγυότητας παρακολουθούνται συστηματικά κατά τα προβλεπόμενα και διαμορφώνονται, όπως ήδη επισημάνθηκε, σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Ως προς τον δεύτερο άξονα, και ειδικότερα την πληροφόρηση προς τον καταναλωτή, από τις αρχές του έτους εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ο Κανονισμός που αφορά την υποχρέωση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων να διαθέτουν το Έντυπο Βασικών Πληροφοριών (KID) σε όσους ενδιαφέρονται να αγοράσουν ένα ασφαλιστικό προϊόν με επενδυτικά χαρακτηριστικά.
Κομβικό σημείο του εν λόγω εντύπου είναι ο βαθμός τυποποίησης και ομοιόμορφης παρουσίασης των βασικών πληροφοριών, ώστε να διευκολύνεται η άμεση σύγκριση τόσο μεταξύ αντίστοιχων προϊόντων που διατίθενται από άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και με άλλες διαθέσιμες επενδυτικές επιλογές.
Έτσι, ο καταναλωτής είναι σε καλύτερη θέση να κατανοήσει τη φύση, τους κινδύνους, το κόστος, καθώς και τα δυνητικά κέρδη και ζημίες ενός ασφαλιστικού προϊόντος με επενδυτικά χαρακτηριστικά, όπως επίσης και να το συγκρίνει με αντίστοιχα άλλα προϊόντα πέραν της ασφαλιστικής αγοράς. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις καλούνται να διασφαλίσουν την ποιότητα και ακρίβεια των παρεχόμενων πληροφοριών.
Τέλος, όσον αφορά τον τρόπο προώθησης των ασφαλιστικών προϊόντων, η κάθε ασφαλιστική επιχείρηση θα πρέπει να απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες πελατών, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του κάθε επιμέρους προϊόντος που σχεδιάζει και προωθεί.
Οφείλει, επίσης, να επιλέγει τα κατάλληλα για τη διανομή κάθε προϊόντος δίκτυα και τέλος να παρακολουθεί την πορεία αυτών των προϊόντων και να τα αναθεωρεί εφόσον συντρέχουν λόγοι.
Επιπλέον, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι προσεκτικές και με το δίκτυο των συνεργατών τους, ώστε οι διανομείς των ασφαλιστικών προϊόντων να διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία.
Οι διαδικασίες πιστοποίησης και επανακατάρτισης των στελεχών της ασφαλιστικής αγοράς που έχουν θεσπιστεί καθώς και η πρόσφατη Οδηγία για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση και τα δίκτυα διανομής (IDD) συμβάλλουν στην κατεύθυνση αυτή.
Η εξάμηνη περίπου παράταση που έχει δοθεί για την εφαρμογή της εν λόγω Οδηγίας έδωσε την ευκαιρία για καλύτερη ενημέρωση και διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς. Ωστόσο, ο χρόνος εφαρμογής πλησιάζει και η σχετική προετοιμασία πρέπει να ενταθεί.
Καλλιέργεια ασφαλιστικής συνείδησης
Η μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης παραμένει η καλλιέργεια ασφαλιστικής συνείδησης και η περαιτέρω ανάπτυξη των ασφαλιστικών εργασιών σε όλους τους κλάδους (ζωής, υγείας και γενικών ασφαλειών), ώστε να συγκλίνουμε με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο όσον αφορά τις καλύψεις και την ασφαλιστική δαπάνη.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης της παραγωγής ασφαλίστρων τόσο στον τομέα της υγείας, όπου εκτιμάται ότι θα συνέβαλλε θετικά μεταξύ άλλων και η καθιέρωση και εφαρμογή ενός Δείκτη Κόστους Υγείας, όσο και στον τομέα των φυσικών καταστροφών, ενώ η ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς το δημόσιο πυλώνα ασφάλισης και να ενισχύσει τις παροχές των ασφαλισμένων.
Στην κατεύθυνση αυτή, η Πολιτεία θα μπορούσε να συμβάλει θετικά στην ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς με την παροχή κινήτρων για τη συμμετοχή στην ασφαλιστική αγορά νοικοκυριών και επιχειρήσεων, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις δημοσιονομικές δυνατότητες.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο οι συζητήσεις για την ανάπτυξη ενός «πανευρωπαϊκού προσωπικού συνταξιοδοτικού προϊόντος» (PEPP) με στόχο να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων από τις εξελίξεις στο δημογραφικό και στις αγορές κεφαλαίων και από τις πιέσεις που ασκούνται στους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Νέες τεχνολογίες και ψηφιακός μετασχηματισμός
Μια άλλη σύγχρονη απαίτηση, όχι μόνο για τον ασφαλιστικό κλάδο αλλά και ευρύτερα, είναι η αναγνώριση των ευκαιριών και των προκλήσεων που συνεπάγεται η διαρκώς αυξανόμενη χρήση των νέων τεχνολογιών.
Οι καταναλωτικές συνήθειες αλλάζουν ραγδαία και οι σχέσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τους πελάτες τους χρειάζεται να αναθεωρούνται για να προσαρμόζονται διαρκώς στα νέα τεχνολογικά δεδομένα και ανάγκες.
Σε διεθνές επίπεδο, οι καταναλωτές αποζητούν ταχύτερη εξυπηρέτηση, αμεσότερη επικοινωνία με την ασφαλιστική επιχείρηση και νέα εξατομικευμένα ασφαλιστικά προϊόντα, προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους.
Οι νέοι και οι νέες που σήμερα δραστηριοποιούνται στα κοινωνικά δίκτυα αποτελούν μια ομάδα καταναλωτών η οποία πρέπει να προσεγγιστεί με κατάλληλο τρόπο.
Ποιες θα είναι αύριο οι καταναλωτικές ανάγκες της ψηφιακής γενιάς και πώς εντάσσεται σ’ αυτές το ασφαλιστικό προϊόν;
Ήδη υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις όπου οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν επιφέρει δραστικές αλλαγές στις διάφορες φάσεις ασφάλισης (από τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων μέχρι και τη διεκπεραίωση ασφαλιστικών ζημιών) και στα επιχειρηματικά μοντέλα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, είτε με έργα ψηφιακού μετασχηματισμού είτε με συνέργειες με νεοφυείς επιχειρήσεις, προσπαθούν να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες που απορρέουν από τη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών για να παρέχουν καλύτερες και πιο ανταγωνιστικές υπηρεσίες.
Η ελληνική ασφαλιστική αγορά πρέπει να αγκαλιάσει τις εξελίξεις αυτές.
Είμαι πολύ αισιόδοξος, καθώς από τις πρόσφατες συναντήσεις που είχα με εταιρίες του κλάδου διαπίστωσα ότι ορισμένες από αυτές επενδύουν σημαντικά στην αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας.
Επιτρέψτε μου όμως να επισημάνω ότι, πέρα από τα πολλαπλά οφέλη, ο ψηφιακός μετασχηματισμός εγκυμονεί και κινδύνους τόσο για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Η χρήση αναλυτικών προσωπικών δεδομένων μπορεί να βοηθήσει τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να αναβαθμίσουν και να εξειδικεύσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους, ωστόσο αυξάνει σημαντικά την ευθύνη τους για την επαρκή προστασία τους, εν όψει και του νέου Γενικού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (GDPR) που είναι σε ισχύ από το Μάιο του 2018.
Τα προσωπικά δεδομένα και τα μεγάλα δεδομένα (big data) που συλλέγονται πλέον από τις ασφαλιστικές εταιρίες μπορούν να αξιοποιηθούν με νέα εργαλεία στην ποσοτικοποίηση και ακριβέστερη τιμολόγηση των κινδύνων που αναλαμβάνουν.
Οι εταιρίες οφείλουν να υιοθετήσουν μια υπεύθυνη προσέγγιση και να διασφαλίσουν τη δέουσα ισορροπία μεταξύ της κατηγοριοποίησης (segmentation) των πελατών τους ανάλογα με τις συνήθειες και τις ανάγκες τους, που είναι πλέον δυνατή με τα εν λόγω δεδομένα, και της αμοιβαιοποίησης (mutualisation) των κινδύνων μεταξύ των ασφαλισμένων, που αποτελεί τον πυρήνα της ασφάλισης.
Στο πλαίσιο της αναγνώρισης των αναδυόμενων κινδύνων από την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στον ασφαλιστικό τομέα, αξίζει να επισημανθεί ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει δημιουργηθεί ειδική ομάδα εργασίας (task force) από την EIOPA (European Insurance and Occupation Pension Authority) με τη συμμετοχή και των εθνικών εποπτικών αρχών, με σκοπό τόσο τον εντοπισμό των κινδύνων όσο και την ανάληψη πρωτοβουλιών (π.χ. innovation hub, regulatory sandbox) που θα επιτρέπουν την ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων λύσεων από τις οποίες θα μπορεί να επωφεληθεί η ασφαλιστική αγορά χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η αξιοπιστία και η εύρυθμη λειτουργία της.
Συνοψίζοντας, οι τεχνολογικές εξελίξεις, οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, το γενικότερο οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον θα συνεχίσουν να αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που θα διαμορφώνουν την ασφαλιστική αγορά τα επόμενα χρόνια.
Ο ρόλος των κανονιστικών και εποπτικών αρχών είναι εξαιρετικά σημαντικός, καθώς θα πρέπει αφενός να ενθαρρύνουν την καινοτομία και τον υγιή ανταγωνισμό και αφετέρου να προστατέψουν τους καταναλωτές και την εύρυθμη λειτουργία και αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς.
Για τη διασφάλιση όλων αυτών χρειάζεται η κοινή προσπάθεια όλων μας.
Θα ήθελα και σε αυτή την εκδήλωση να κλείσω με ένα αισιόδοξο μήνυμα.
Οι πρόσφατες εξελίξεις, παρά τους κινδύνους που πάντα θα υπάρχουν, μας επιτρέπουν να ατενίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία.
Κλείνει σε λιγότερο από δύο μήνες μια οκταετής περίοδος σημαντικών προσαρμογών για την Ελλάδα, με ιδιαίτερα υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος.
Στην περίοδο αυτή, η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε εξάλειψε τα χρόνια ελλείμματα του δημόσιου τομέα, ενώ παράλληλα διορθώθηκαν οι εξωτερικές ανισορροπίες, βελτιώθηκε η ανταγωνιστικότητα και εισήχθησαν αξιόλογες μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία των αγορών. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε αποτελεσματικά ο τραπεζικός τομέας, o οποίος είχε πληγεί από τη δημοσιονομική κρίση.
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται πλέον σε φάση ανάκαμψης.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπονται ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ κατά 2% και 2,3% για το 2018 και το 2019 αντίστοιχα, εξέλιξη που θα στηριχθεί στις επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στην ιδιωτική κατανάλωση μέσω της αύξησης της απασχόλησης και της σταδιακής βελτίωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Με την επιτυχή ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης του προγράμματος και την απόφαση του Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018 σχετικά με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους διασφαλίζεται πλέον η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και καθίστανται διαχειρίσιμες οι μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου.
Οι εξελίξεις αυτές ενισχύουν την εμπιστοσύνη και τις αισιόδοξες προοπτικές για την ελληνική οικονομία, που είναι βασική προϋπόθεση για την αυτοδύναμη και με ευνοϊκούς όρους πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι βέβαιο ότι και η ελληνική ασφαλιστική αγορά μπορεί πιο εύκολα να καλύψει σταδιακά το κενό που τη χωρίζει από την ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά, ενισχύοντας την αξιοπιστία της, προστατεύοντας τους καταναλωτές της και καλλιεργώντας με κάθε τρόπο την ασφαλιστική συνείδηση.
Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να εργαστούμε όλοι μαζί και είμαι βέβαιος πως θα επιτύχουμε.
www.bankingnews.gr
Η περίοδος που μεσολάβησε ήταν ιδιαίτερα θετική τόσο για την ελληνική οικονομία συνολικά όσο και για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης.
Μιλώντας στο 11ο Insurance Conference, ο Μητράκος στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι υπήρξε αύξηση του ΑΕΠ επί πέντε συνεχή τρίμηνα, που είναι το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από την αρχή της κρίσης, και μάλιστα με ρυθμό 2,3% σε ετήσια βάση το α΄ τρίμηνο του 2018 (η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 2008), επιβεβαιώνει τη σταθερή ισχυροποίηση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας έπειτα από τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και βαθιά ύφεση για μια παρατεταμένη περίοδο.
Λαμβάνοντας υπόψη τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία και με βάση την πορεία πρόδρομων δεικτών οικονομικής δραστηριότητας και εμπιστοσύνης, όπως ο Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών (PMI) στη μεταποίηση και ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος, εκτιμάται ότι η ανάκαμψη που ξεκίνησε το 2017 θα συνεχιστεί με ταχύτερο ρυθμό το 2018 και το 2019.
Οι εξελίξεις στην ασφαλιστική αγορά
Θετικές είναι οι εξελίξεις και για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης τόσο σε ποσοτικούς όσο και ποιοτικούς όρους, με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις του εποπτικού πλαισίου, έχοντας κάνει σημαντικά βήματα για την ενίσχυση των συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων.
Και αυτό, επιτρέψτε μου να σημειώσω, πιστώνεται στα αξιόλογα στελέχη και τους εργαζομένους του κλάδου, οι οποίοι με τον επαγγελματισμό τους έχουν βελτιώσει τη διαφάνεια και την αξιοπιστία της αγοράς, εξέλιξη που αντανακλάται στη σταδιακή ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο θεσμό της ιδιωτικής ασφάλισης.
Αυτό φαίνεται και από τη σταδιακή ανάκαμψη που εμφανίζουν τα μεγέθη της παραγωγής του κλάδου και ειδικότερα των 39 συνολικά ασφαλιστικών εταιριών που είναι εγκαταστημένες στην Ελλάδα και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Ενδεικτικά, η παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων του κλάδου ζωής το 2017 ανήλθε σε 1,8 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά περίπου 5,7% σε σύγκριση με το 2016.
Μεγαλύτερη αύξηση κατά 13,5% το 2017 παρατηρήθηκε στις ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις (unit-linked), με το μερίδιό τους στο σύνολο των κλάδων ζωής να διευρύνεται στο 19%, από 17,5% το 2016.
Στους κλάδους ζημιών η παραγωγή ασφαλίστρων ανήλθε σε 1,9 δισεκ. ευρώ, σχεδόν αμετάβλητη σε σύγκριση με το 2016, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να αφορά τις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (41%), ακολουθούμενη από τις ασφαλίσεις πυρός (21%). Συνολικά, πάντως, η παραγωγή ασφαλίστρων ανήλθε σε περίπου 2% του ΑΕΠ το 2017, έναντι 7,2% σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η αυξητική αυτή τάση συνεχίστηκε και το α΄ τετράμηνο του 2018 με τη συνολική παραγωγή ασφαλίστρων να ενισχύεται από τις εταιρείες του κλάδου κατά 3,2% με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών (διαφέρει ελαφρά η περίμετρος των στοιχείων που συγκεντρώνει η Ένωση σε σχέση με αυτά της Τράπεζας της Ελλάδος).
Ειδικότερα, ο κλάδος ζημιών καταγράφει αξιόλογη άνοδο κατά 7,6% (αστική ευθύνη οχημάτων 3,4%, λοιποί κλάδοι κατά ζημιών 10,2%) έναντι μικρής κάμψης της παραγωγής ασφαλίστρων στον κλάδο ζωής κατά 1,3%.
Ανάλογη πορεία με την παραγωγή παρατηρήθηκε και στο ενεργητικό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, το οποίο αυξήθηκε κατά 5,9% το 2017 σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκε σε 16,9 δισεκ. ευρώ.
Σχετικά με τη διάρθρωση του ενεργητικού, 45% ήταν τοποθετημένο σε κρατικά ομόλογα και 13,5% σε εταιρικά ομόλογα.
Επιπλέον, 2,4 δισεκ. ευρώ αφορούσε επενδύσεις για ασφαλίσεις τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ασφαλισμένοι (unit-linked), εκ των οποίων 69% αμοιβαία κεφάλαια και 18% χρηματικά διαθέσιμα και καταθέσεις.
Μικρή αύξηση του ενεργητικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων παρατηρήθηκε και κατά το α΄ τρίμηνο του 2018 με κύριες μεταβολές την αύξηση των καταθέσεων, τις καθαρές πωλήσεις τίτλων και μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων εξωτερικού που αντισταθμίστηκαν όμως από καθαρές αγορές ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου.
Όσον αφορά τις συνολικές υποχρεώσεις στο τέλος του 2017, αυτές ανήλθαν σε 13,4 δισεκ. ευρώ, με το 91% αυτών (12,2 δις), όσο περίπου και το μέσο ποσοστό σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να αφορούν τεχνικές προβλέψεις, οι οποίες επιμερίζονται κατά 75% σε ασφαλίσεις δραστηριοτήτων ζωής και κατά 25% σε ασφαλίσεις κατά ζημιών. Αύξηση των ασφαλιστικών τεχνικών προβλέψεων κατά 138 εκατ. ή 1,1% καταγράφηκε και στο α΄ τρίμηνο του 2018, προερχόμενη κυρίως από τον κλάδο ζωής.
Κεφαλαιακή επάρκεια και φερεγγυότητα
Σε ικανοποιητικό επίπεδο διαμορφώνεται και η κεφαλαιακή επάρκεια των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Το Δεκέμβριο του 2017 ο Δείκτης Φερεγγυότητας (SCR ratio) διαμορφώθηκε σε 173%, ενώ o Δείκτης Κάλυψης της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης (MCR ratio) διαμορφώθηκε σε 452%. Επισημαίνεται ότι και οι δύο δείκτες κυμαίνονται σε επίπεδα υψηλότερα του απαιτούμενου εποπτικού ορίου (100%) για όλες τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι το 95% των επιλέξιμων κεφαλαίων ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1).
Στα ίδια περίπου επίπεδα διατηρήθηκαν οι δείκτες αυτοί και στο α΄ τρίμηνο του 2018.
Σημειώνεται ότι η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας συνδέεται άμεσα με το προφίλ κινδύνου των επιχειρήσεων, δηλαδή με τη φύση και την έκταση των κινδύνων που αυτές αναλαμβάνουν, αλλά και την εμπορική πολιτική κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης.
Γι’ αυτό εξάλλου το νέο θεσμικό πλαίσιο δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα σε ζητήματα διαχείρισης κινδύνων, αξιολόγησης του επιχειρηματικού μοντέλου, εταιρικής διακυβέρνησης, ανεξαρτησίας των επιμέρους λειτουργιών, ποιότητας υποδομών, καθώς και στην εφαρμοζόμενη επενδυτική πολιτική.
Στόχος της εποπτικής δραστηριότητας είναι να βελτιωθεί η ικανότητα των επιχειρήσεων να αναγνωρίζουν τους κινδύνους που έχουν αναλάβει ή προτίθενται να αναλάβουν και να τους ποσοτικοποιούν, εκτιμώντας τον πιθανό αντίκτυπο στην οικονομική τους θέση.
Είναι ιδιαίτερα θετικό ότι πρόσβαση στις βασικές συνιστώσες της παραπάνω πληροφόρησης έχει πλέον και το ευρύ καταναλωτικό κοινό μέσω της Έκθεσης Φερεγγυότητας και Χρηματοοικονομικής Κατάστασης (SFCR) που από το 2017 δημοσιεύουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Μέσω των εκθέσεων αυτών, η ποιότητα των οποίων βελτιώθηκε το τρέχον έτος, παρέχεται στους καταναλωτές ασφαλιστικών υπηρεσιών η δυνατότητα να αξιολογούν καλύτερα τις επιμέρους επιχειρήσεις και να προβαίνουν στις καταλληλότερες επιλογές.
Η εν λόγω έκθεση πρέπει να εκλαμβάνεται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όχι ως υποχρέωση που επιβάλλεται από τον επόπτη, αλλά ως εργαλείο το οποίο, με κατάλληλη αξιοποίηση και συνεχή βελτίωση, θα συμβάλει στην ανάπτυξη του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης μέσω της μεγαλύτερης διαφάνειας και της παροχής συνεχώς ποιοτικότερης πληροφόρησης στους καταναλωτές.
Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης παρουσίασε ιδιαίτερη δυναμική, γεγονός που μας κάνει πιο αισιόδοξους για μια πορεία ανάπτυξης που θα τον φέρει πιο κοντά στα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Στο διάστημα που μεσολάβησε από την περσινή μας ανάλογη εκδήλωση είχαμε θετικές εξελίξεις σε δύο χρονίζοντα ζητήματα: τη δημιουργία του ενιαίου μητρώου ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και την καθιέρωση μηχανισμού για τον εντοπισμό των ανασφάλιστων οχημάτων.
Δίνεται πλέον η δυνατότητα στους καταναλωτές ασφαλιστικών προϊόντων, μέσω μιας ενιαίας ηλεκτρονικής πλατφόρμας, να επαληθεύουν ότι ο επαγγελματίας με τον οποίο έρχονται σε επαφή στο πλαίσιο αγοράς ενός ασφαλιστικού προϊόντος, είναι νόμιμα εγγεγραμμένος στα μητρώα των Επιμελητηρίων, πλήρως πιστοποιημένος και κατά συνέπεια ασκεί τη δραστηριότητα της διαμεσολάβησης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
Επίσης, έχουν ενταθεί τους τελευταίους μήνες οι προσπάθειες των συμμετεχόντων στην αγορά για την εξεύρεση λύσης στο ζήτημα του επικουρικού κεφαλαίου και της αποζημίωσης των πρώην ασφαλισμένων σε εταιρίες που τελούν σε εκκαθάριση. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να συγχαρώ για τη συνδρομή και τις πρωτοβουλίες τους τον Πρόεδρο και τα στελέχη της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών.
Η προστασία των καταναλωτών
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται πλέον από όλες τις πλευρές και στο ζήτημα της προστασίας των καταναλωτών.
Για την καλύτερη προστασία του καταναλωτή, οι δράσεις που υλοποιούνται σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο έχουν κατά βάση τρεις συμπληρωματικούς μεταξύ τους άξονες: την ενίσχυση της φερεγγυότητας των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, την πληροφόρηση που είναι στη διάθεση του καταναλωτή, και τον τρόπο προώθησης των ασφαλιστικών προϊόντων.
Ως προς τον πρώτο άξονα, της φερεγγυότητας έχει συχνά επισημανθεί ότι ο καλύτερος τρόπος για την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών ασφαλιστικών υπηρεσιών, είναι η διασφάλιση ότι οι πάροχοι των υπηρεσιών αυτών θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και ότι οι καταναλωτές θα λάβουν τις αποζημιώσεις που δικαιούνται όταν επέλθει το γεγονός έναντι του οποίου έχουν ασφαλιστεί.
Τα σχετικά μεγέθη φερεγγυότητας παρακολουθούνται συστηματικά κατά τα προβλεπόμενα και διαμορφώνονται, όπως ήδη επισημάνθηκε, σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Ως προς τον δεύτερο άξονα, και ειδικότερα την πληροφόρηση προς τον καταναλωτή, από τις αρχές του έτους εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ο Κανονισμός που αφορά την υποχρέωση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων να διαθέτουν το Έντυπο Βασικών Πληροφοριών (KID) σε όσους ενδιαφέρονται να αγοράσουν ένα ασφαλιστικό προϊόν με επενδυτικά χαρακτηριστικά.
Κομβικό σημείο του εν λόγω εντύπου είναι ο βαθμός τυποποίησης και ομοιόμορφης παρουσίασης των βασικών πληροφοριών, ώστε να διευκολύνεται η άμεση σύγκριση τόσο μεταξύ αντίστοιχων προϊόντων που διατίθενται από άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και με άλλες διαθέσιμες επενδυτικές επιλογές.
Έτσι, ο καταναλωτής είναι σε καλύτερη θέση να κατανοήσει τη φύση, τους κινδύνους, το κόστος, καθώς και τα δυνητικά κέρδη και ζημίες ενός ασφαλιστικού προϊόντος με επενδυτικά χαρακτηριστικά, όπως επίσης και να το συγκρίνει με αντίστοιχα άλλα προϊόντα πέραν της ασφαλιστικής αγοράς. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις καλούνται να διασφαλίσουν την ποιότητα και ακρίβεια των παρεχόμενων πληροφοριών.
Τέλος, όσον αφορά τον τρόπο προώθησης των ασφαλιστικών προϊόντων, η κάθε ασφαλιστική επιχείρηση θα πρέπει να απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες πελατών, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του κάθε επιμέρους προϊόντος που σχεδιάζει και προωθεί.
Οφείλει, επίσης, να επιλέγει τα κατάλληλα για τη διανομή κάθε προϊόντος δίκτυα και τέλος να παρακολουθεί την πορεία αυτών των προϊόντων και να τα αναθεωρεί εφόσον συντρέχουν λόγοι.
Επιπλέον, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι προσεκτικές και με το δίκτυο των συνεργατών τους, ώστε οι διανομείς των ασφαλιστικών προϊόντων να διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία.
Οι διαδικασίες πιστοποίησης και επανακατάρτισης των στελεχών της ασφαλιστικής αγοράς που έχουν θεσπιστεί καθώς και η πρόσφατη Οδηγία για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση και τα δίκτυα διανομής (IDD) συμβάλλουν στην κατεύθυνση αυτή.
Η εξάμηνη περίπου παράταση που έχει δοθεί για την εφαρμογή της εν λόγω Οδηγίας έδωσε την ευκαιρία για καλύτερη ενημέρωση και διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς. Ωστόσο, ο χρόνος εφαρμογής πλησιάζει και η σχετική προετοιμασία πρέπει να ενταθεί.
Καλλιέργεια ασφαλιστικής συνείδησης
Η μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης παραμένει η καλλιέργεια ασφαλιστικής συνείδησης και η περαιτέρω ανάπτυξη των ασφαλιστικών εργασιών σε όλους τους κλάδους (ζωής, υγείας και γενικών ασφαλειών), ώστε να συγκλίνουμε με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο όσον αφορά τις καλύψεις και την ασφαλιστική δαπάνη.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης της παραγωγής ασφαλίστρων τόσο στον τομέα της υγείας, όπου εκτιμάται ότι θα συνέβαλλε θετικά μεταξύ άλλων και η καθιέρωση και εφαρμογή ενός Δείκτη Κόστους Υγείας, όσο και στον τομέα των φυσικών καταστροφών, ενώ η ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς το δημόσιο πυλώνα ασφάλισης και να ενισχύσει τις παροχές των ασφαλισμένων.
Στην κατεύθυνση αυτή, η Πολιτεία θα μπορούσε να συμβάλει θετικά στην ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς με την παροχή κινήτρων για τη συμμετοχή στην ασφαλιστική αγορά νοικοκυριών και επιχειρήσεων, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις δημοσιονομικές δυνατότητες.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο οι συζητήσεις για την ανάπτυξη ενός «πανευρωπαϊκού προσωπικού συνταξιοδοτικού προϊόντος» (PEPP) με στόχο να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων από τις εξελίξεις στο δημογραφικό και στις αγορές κεφαλαίων και από τις πιέσεις που ασκούνται στους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Νέες τεχνολογίες και ψηφιακός μετασχηματισμός
Μια άλλη σύγχρονη απαίτηση, όχι μόνο για τον ασφαλιστικό κλάδο αλλά και ευρύτερα, είναι η αναγνώριση των ευκαιριών και των προκλήσεων που συνεπάγεται η διαρκώς αυξανόμενη χρήση των νέων τεχνολογιών.
Οι καταναλωτικές συνήθειες αλλάζουν ραγδαία και οι σχέσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τους πελάτες τους χρειάζεται να αναθεωρούνται για να προσαρμόζονται διαρκώς στα νέα τεχνολογικά δεδομένα και ανάγκες.
Σε διεθνές επίπεδο, οι καταναλωτές αποζητούν ταχύτερη εξυπηρέτηση, αμεσότερη επικοινωνία με την ασφαλιστική επιχείρηση και νέα εξατομικευμένα ασφαλιστικά προϊόντα, προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους.
Οι νέοι και οι νέες που σήμερα δραστηριοποιούνται στα κοινωνικά δίκτυα αποτελούν μια ομάδα καταναλωτών η οποία πρέπει να προσεγγιστεί με κατάλληλο τρόπο.
Ποιες θα είναι αύριο οι καταναλωτικές ανάγκες της ψηφιακής γενιάς και πώς εντάσσεται σ’ αυτές το ασφαλιστικό προϊόν;
Ήδη υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις όπου οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν επιφέρει δραστικές αλλαγές στις διάφορες φάσεις ασφάλισης (από τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων μέχρι και τη διεκπεραίωση ασφαλιστικών ζημιών) και στα επιχειρηματικά μοντέλα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, είτε με έργα ψηφιακού μετασχηματισμού είτε με συνέργειες με νεοφυείς επιχειρήσεις, προσπαθούν να εκμεταλλευθούν τις δυνατότητες που απορρέουν από τη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών για να παρέχουν καλύτερες και πιο ανταγωνιστικές υπηρεσίες.
Η ελληνική ασφαλιστική αγορά πρέπει να αγκαλιάσει τις εξελίξεις αυτές.
Είμαι πολύ αισιόδοξος, καθώς από τις πρόσφατες συναντήσεις που είχα με εταιρίες του κλάδου διαπίστωσα ότι ορισμένες από αυτές επενδύουν σημαντικά στην αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας.
Επιτρέψτε μου όμως να επισημάνω ότι, πέρα από τα πολλαπλά οφέλη, ο ψηφιακός μετασχηματισμός εγκυμονεί και κινδύνους τόσο για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Η χρήση αναλυτικών προσωπικών δεδομένων μπορεί να βοηθήσει τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να αναβαθμίσουν και να εξειδικεύσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους, ωστόσο αυξάνει σημαντικά την ευθύνη τους για την επαρκή προστασία τους, εν όψει και του νέου Γενικού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (GDPR) που είναι σε ισχύ από το Μάιο του 2018.
Τα προσωπικά δεδομένα και τα μεγάλα δεδομένα (big data) που συλλέγονται πλέον από τις ασφαλιστικές εταιρίες μπορούν να αξιοποιηθούν με νέα εργαλεία στην ποσοτικοποίηση και ακριβέστερη τιμολόγηση των κινδύνων που αναλαμβάνουν.
Οι εταιρίες οφείλουν να υιοθετήσουν μια υπεύθυνη προσέγγιση και να διασφαλίσουν τη δέουσα ισορροπία μεταξύ της κατηγοριοποίησης (segmentation) των πελατών τους ανάλογα με τις συνήθειες και τις ανάγκες τους, που είναι πλέον δυνατή με τα εν λόγω δεδομένα, και της αμοιβαιοποίησης (mutualisation) των κινδύνων μεταξύ των ασφαλισμένων, που αποτελεί τον πυρήνα της ασφάλισης.
Στο πλαίσιο της αναγνώρισης των αναδυόμενων κινδύνων από την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στον ασφαλιστικό τομέα, αξίζει να επισημανθεί ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει δημιουργηθεί ειδική ομάδα εργασίας (task force) από την EIOPA (European Insurance and Occupation Pension Authority) με τη συμμετοχή και των εθνικών εποπτικών αρχών, με σκοπό τόσο τον εντοπισμό των κινδύνων όσο και την ανάληψη πρωτοβουλιών (π.χ. innovation hub, regulatory sandbox) που θα επιτρέπουν την ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων λύσεων από τις οποίες θα μπορεί να επωφεληθεί η ασφαλιστική αγορά χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η αξιοπιστία και η εύρυθμη λειτουργία της.
Συνοψίζοντας, οι τεχνολογικές εξελίξεις, οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, το γενικότερο οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον θα συνεχίσουν να αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που θα διαμορφώνουν την ασφαλιστική αγορά τα επόμενα χρόνια.
Ο ρόλος των κανονιστικών και εποπτικών αρχών είναι εξαιρετικά σημαντικός, καθώς θα πρέπει αφενός να ενθαρρύνουν την καινοτομία και τον υγιή ανταγωνισμό και αφετέρου να προστατέψουν τους καταναλωτές και την εύρυθμη λειτουργία και αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς.
Για τη διασφάλιση όλων αυτών χρειάζεται η κοινή προσπάθεια όλων μας.
Θα ήθελα και σε αυτή την εκδήλωση να κλείσω με ένα αισιόδοξο μήνυμα.
Οι πρόσφατες εξελίξεις, παρά τους κινδύνους που πάντα θα υπάρχουν, μας επιτρέπουν να ατενίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία.
Κλείνει σε λιγότερο από δύο μήνες μια οκταετής περίοδος σημαντικών προσαρμογών για την Ελλάδα, με ιδιαίτερα υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος.
Στην περίοδο αυτή, η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε εξάλειψε τα χρόνια ελλείμματα του δημόσιου τομέα, ενώ παράλληλα διορθώθηκαν οι εξωτερικές ανισορροπίες, βελτιώθηκε η ανταγωνιστικότητα και εισήχθησαν αξιόλογες μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία των αγορών. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε αποτελεσματικά ο τραπεζικός τομέας, o οποίος είχε πληγεί από τη δημοσιονομική κρίση.
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται πλέον σε φάση ανάκαμψης.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπονται ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ κατά 2% και 2,3% για το 2018 και το 2019 αντίστοιχα, εξέλιξη που θα στηριχθεί στις επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στην ιδιωτική κατανάλωση μέσω της αύξησης της απασχόλησης και της σταδιακής βελτίωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Με την επιτυχή ολοκλήρωση της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης του προγράμματος και την απόφαση του Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018 σχετικά με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους διασφαλίζεται πλέον η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και καθίστανται διαχειρίσιμες οι μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου.
Οι εξελίξεις αυτές ενισχύουν την εμπιστοσύνη και τις αισιόδοξες προοπτικές για την ελληνική οικονομία, που είναι βασική προϋπόθεση για την αυτοδύναμη και με ευνοϊκούς όρους πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι βέβαιο ότι και η ελληνική ασφαλιστική αγορά μπορεί πιο εύκολα να καλύψει σταδιακά το κενό που τη χωρίζει από την ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά, ενισχύοντας την αξιοπιστία της, προστατεύοντας τους καταναλωτές της και καλλιεργώντας με κάθε τρόπο την ασφαλιστική συνείδηση.
Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει να εργαστούμε όλοι μαζί και είμαι βέβαιος πως θα επιτύχουμε.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών