Στην προ κρίσης εποχή ο κατασκευαστικός τομέας θεωρούνταν ως ένας από τους κύριους κινητήριους μοχλούς ανάπτυξης της Ελλάδας για δεκαετίες, μαζί με τη ναυτιλία και τον τουρισμό, αναφέρει το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων.
Ο κατασκευαστικός τομέας στην Ελλάδας, ο οποίος επλήγη βαρύτατα κατά τη διάρκεια της οκταετούς κρίσης χρέους έχει μακρύ δρόμο να διανύσει, προκειμένου να επανέλθει στην εποχή πριν από τα προγράμματα διάσωσης, εκτιμά σε δημοσίευμά του το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua.
Στην προ κρίσης εποχή ο συγκεκριμένος τομέας θεωρούνταν ως ένας από τους κύριους κινητήριους μοχλούς ανάπτυξης για δεκαετίες, μαζί με τη ναυτιλία και τον τουρισμό.
Μέχρι το 2007 οι επενδύσεις σε ακίνητα αντιπροσώπευαν πάνω από το 10% του ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), σημειώνει το Xinhua.
Η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκτησίας στην Ευρώπη σε ποσοστό άνω του 80% και η αγορά ενός σπιτιού θεωρείται πάντα καλή επένδυση.
Το 2016, οι επενδύσεις στην αγορά κατοικίας ήταν μόλις 0,7% του ΑΕΠ και είχαν μειωθεί σωρευτικά κατά περισσότερο από 23 δισ. ευρώ μέσα σε εννέα χρόνια.
«Τα ακίνητα στην Ελλάδα δεν αποτελούν πια ευκαιρίες, σε μεγάλο βαθμό είναι υπερτιμημένα και επιπλέον πρέπει να καταβάλλονται σημαντικά ποσά σε φόρους», εξηγεί στο κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων ο Λευτέρης Ποταμιάνος, πρόεδρος του συλλόγου μεσιτών Αθήνας - Αττικής.
Σε λιγότερο από μια δεκαετία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα μειώθηκε κατά 90% και ο αριθμός των εργαζομένων στον τομέα κατά 83%.
Οι τιμές των κατοικιών έπεσαν επίσης κατά περισσότερο από 40% σε εθνικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι τιμές των διαμερισμάτων εκτιμάται ότι αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 0,8% σε ετήσια βάση κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2018.
Το πεντάμηνο από τον Ιανουάριο έως το Μάιο του 2018, η οικοδομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 5,3% στις άδειες σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2017, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Ωστόσο, η ζήτηση παραμένει υποτονική, διότι για τους περισσότερους Έλληνες οι παράγοντες πίσω από τη δραματική μείωση παραμένουν εδώ, κυρίως τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, το διαθέσιμο εισόδημα, που είναι συρρικνωμένο από τα μέτρα λιτότητας, η μη χορήγηση δανείων από τις τράπεζες και η βαριά φορολογία που επιβάλλεται στα ακίνητα.
«Το 2008-2009, πραγματοποιήθηκαν ετησίως 180.000 συναλλαγές, αλλά η χειρότερη χρονιά ήταν το 2015 με μόνο 10.000-15.000 σε ένα χρόνο, η πτώση ήταν τεράστια .
Φυσικά, τώρα ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί, αλλά το χάσμα παραμένει τεράστιο», τόνισε ο κ. Ποταμιάνος.
Υπάρχουν βέβαια κάποιας σημάδια ανάκαμψης, αλλά κυρίως λόγω της ζήτησης που προέρχεται από το εξωτερικό, ιδίως μετά την έναρξη του προγράμματος Golden Visa από τις ελληνικές αρχές κατά τα χρόνια της κρίσης, δεδομένου πως η αγορά κατοικίας είναι φθηνότερη.
Οι μη ευρωπαίοι πολίτες που αγοράζουν σπίτια αξίας άνω των 250.000 ευρώ στην Ελλάδα και τα μέλη των οικογενειών τους παίρνουν άδειες παραμονής στη χώρα.
Επιπλέον, μεγάλες εταιρείες αποκτούν κτίρια γραφείων και ξενοδοχεία ή οικόπεδα για κατασκευή, σημείωσε ο κ. Ποταμιάνος.
Όσον αφορά την ουσιαστική αναθέρμανση των κατασκευαστικής δραστηριότητας, θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος, λόγω της σημερινής υπερπροσφοράς.
«Όταν θα φτάσουμε τη στιγμή που η ζήτηση θα είναι μεγαλύτερη από την προσφορά, τότε θα δούμε μια πραγματική αύξηση στην έκδοση αδειών για κατασκευές», είπε ο πρόεδρος του συλλόγου μεσιτών Αθηνών – Αττικής.
Όσον αφορά στους Έλληνες αγοραστές, εκτιμά πως θα κινηθούν ιδιαίτερα προσεκτικά.
«Μετά από τόσα χρόνια κρίσης, ο φόβος σταδιακά απομακρύνεται από τους πιθανούς επενδυτές, έτσι ώστε οι άνθρωποι να μην ανησυχούν τόσο για το τι θα συμβεί στο μέλλον και να επενδύσουν σε ένα μικρό διαμέρισμα, όμως αυτά τα βήματα γίνονται αργά και προσεκτικά», εξήγησε.
«Σίγουρα υπάρχουν ενδείξεις αισιοδοξίας, αλλά ποτέ κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί με βάση το παρελθόν.
Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση και αυτό είναι γεγονός», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στην προ κρίσης εποχή ο συγκεκριμένος τομέας θεωρούνταν ως ένας από τους κύριους κινητήριους μοχλούς ανάπτυξης για δεκαετίες, μαζί με τη ναυτιλία και τον τουρισμό.
Μέχρι το 2007 οι επενδύσεις σε ακίνητα αντιπροσώπευαν πάνω από το 10% του ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), σημειώνει το Xinhua.
Η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκτησίας στην Ευρώπη σε ποσοστό άνω του 80% και η αγορά ενός σπιτιού θεωρείται πάντα καλή επένδυση.
Το 2016, οι επενδύσεις στην αγορά κατοικίας ήταν μόλις 0,7% του ΑΕΠ και είχαν μειωθεί σωρευτικά κατά περισσότερο από 23 δισ. ευρώ μέσα σε εννέα χρόνια.
«Τα ακίνητα στην Ελλάδα δεν αποτελούν πια ευκαιρίες, σε μεγάλο βαθμό είναι υπερτιμημένα και επιπλέον πρέπει να καταβάλλονται σημαντικά ποσά σε φόρους», εξηγεί στο κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων ο Λευτέρης Ποταμιάνος, πρόεδρος του συλλόγου μεσιτών Αθήνας - Αττικής.
Σε λιγότερο από μια δεκαετία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα μειώθηκε κατά 90% και ο αριθμός των εργαζομένων στον τομέα κατά 83%.
Οι τιμές των κατοικιών έπεσαν επίσης κατά περισσότερο από 40% σε εθνικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι τιμές των διαμερισμάτων εκτιμάται ότι αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 0,8% σε ετήσια βάση κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2018.
Το πεντάμηνο από τον Ιανουάριο έως το Μάιο του 2018, η οικοδομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 5,3% στις άδειες σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2017, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Ωστόσο, η ζήτηση παραμένει υποτονική, διότι για τους περισσότερους Έλληνες οι παράγοντες πίσω από τη δραματική μείωση παραμένουν εδώ, κυρίως τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, το διαθέσιμο εισόδημα, που είναι συρρικνωμένο από τα μέτρα λιτότητας, η μη χορήγηση δανείων από τις τράπεζες και η βαριά φορολογία που επιβάλλεται στα ακίνητα.
«Το 2008-2009, πραγματοποιήθηκαν ετησίως 180.000 συναλλαγές, αλλά η χειρότερη χρονιά ήταν το 2015 με μόνο 10.000-15.000 σε ένα χρόνο, η πτώση ήταν τεράστια .
Φυσικά, τώρα ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί, αλλά το χάσμα παραμένει τεράστιο», τόνισε ο κ. Ποταμιάνος.
Υπάρχουν βέβαια κάποιας σημάδια ανάκαμψης, αλλά κυρίως λόγω της ζήτησης που προέρχεται από το εξωτερικό, ιδίως μετά την έναρξη του προγράμματος Golden Visa από τις ελληνικές αρχές κατά τα χρόνια της κρίσης, δεδομένου πως η αγορά κατοικίας είναι φθηνότερη.
Οι μη ευρωπαίοι πολίτες που αγοράζουν σπίτια αξίας άνω των 250.000 ευρώ στην Ελλάδα και τα μέλη των οικογενειών τους παίρνουν άδειες παραμονής στη χώρα.
Επιπλέον, μεγάλες εταιρείες αποκτούν κτίρια γραφείων και ξενοδοχεία ή οικόπεδα για κατασκευή, σημείωσε ο κ. Ποταμιάνος.
Όσον αφορά την ουσιαστική αναθέρμανση των κατασκευαστικής δραστηριότητας, θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος, λόγω της σημερινής υπερπροσφοράς.
«Όταν θα φτάσουμε τη στιγμή που η ζήτηση θα είναι μεγαλύτερη από την προσφορά, τότε θα δούμε μια πραγματική αύξηση στην έκδοση αδειών για κατασκευές», είπε ο πρόεδρος του συλλόγου μεσιτών Αθηνών – Αττικής.
Όσον αφορά στους Έλληνες αγοραστές, εκτιμά πως θα κινηθούν ιδιαίτερα προσεκτικά.
«Μετά από τόσα χρόνια κρίσης, ο φόβος σταδιακά απομακρύνεται από τους πιθανούς επενδυτές, έτσι ώστε οι άνθρωποι να μην ανησυχούν τόσο για το τι θα συμβεί στο μέλλον και να επενδύσουν σε ένα μικρό διαμέρισμα, όμως αυτά τα βήματα γίνονται αργά και προσεκτικά», εξήγησε.
«Σίγουρα υπάρχουν ενδείξεις αισιοδοξίας, αλλά ποτέ κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί με βάση το παρελθόν.
Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση και αυτό είναι γεγονός», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σχόλια αναγνωστών