Σύμφωνα με το σκεπτικό των ανώτατων δικαστών, οι επίμαχες περικοπές αντίκεινται στα άρθρα 25 και 4 του Συντάγματος και τις απορρέουσες από αυτά αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας
Νέο «πονοκέφαλο» προκαλεί στην κυβέρνηση το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς η 7μελής σύνθεση του ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές σε δώρα Χριστουγέννων Πάσχα και αδείας των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων.
Το Συμβούλιο παραπέμπει την υπόθεση στην Ολομέλεια για οριστική κρίση.
Σύμφωνα με το σκεπτικό των ανώτατων δικαστών, οι επίμαχες περικοπές που έγιναν με το νόμο 4093/12 (δεύτερο μνημόνιο) οδηγώντας στην πλήρη κατάργηση των 3 επιδομάτων, αντίκεινται στα άρθρα 25 και 4 του Συντάγματος και τις απορρέουσες από αυτά αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας.
Οι περικοπές άρχισαν να «τρέχουν» από 1-1-2013 και σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας «ο νομοθέτης όφειλε αποφαινόμενος τεκμηριωμένα για την αναγκαιότητα του μέτρου να εξετάσει την ύπαρξη τυχόν εναλλακτικών επιλογών και να συγκρίνει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της καθεμιάς για τον επιδιωκόμενο δημόσιο σκοπό της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς και εάν οι επιπτώσεις της συγκεκριμένης περικοπής αποδοχών στο βιοτικό επίπεδο των θιγόμενων, αθροιζόμενες με τις επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, και συνδυαζόμενες με τις κοινωνικ0-οικονομικές συνθήκες, οδηγούν σε ανεπίτρεπτη μείωση του επιπέδου ζωής των υπαλλήλων, κάτω του επιπέδου της αξιοπρεπούς διαβίωσης».
Στο πολυσέλιδο σκεπτικό τους (2626-2635/2018) οι δικαστές αναγνωρίζουν ότι ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις κρατούσες κοινωνικές συνθήκες, μπορεί να προβαίνει σε μείωση του βασικού μισθού ή των επιδομάτων στο πλαίσιο του δημοσίου συμφέροντος, ωστόσο επισημαίνουν: «Με την επίμαχη διάταξη επιχειρείται νέα, για πολλοστή φορά, περικοπή την αποδοχών, της ίδιας ακριβώς ομάδας θιγόμενων, ειδικότερα, δε, θεσπίζεται πλέον με αυτήν, όχι περατερω μείωση, αλλά κατάργηση των ετήσιων αποδοχών». Και προσθέτουν ότι «επιδόματα, εορτών και αδείας συνδέονται από τη φύση τους με τις αυξημένες ανάγκες που ανακύπτουν κατά τις εορταστικές περιόδους και κατά την περίοδο των θερινών διακοπών, οι οποίες ανάγκες συντρέχουν για όλους τους υπαλλήλους ανεξάρτητα από τον μισθό του καθενός».
Τέλος, καταλήγουν ότι «ο νομοθέτης δεν δικαιολογείτο πλέον να προχωρήσει στην υιοθέτηση του επίμαχου καταργητικού μέτρου, χωρίς προηγουμένως να έχει εκτιμήσει την προσφορόρητα του μέτρου ενόψει και της διαπίστωσης ότι τα αντίστοιχα μέτρα που είχε λάβει έως τότε δεν είχαν αποδώσει τα αναμενόμενα».
www.bankingnews.gr
Το Συμβούλιο παραπέμπει την υπόθεση στην Ολομέλεια για οριστική κρίση.
Σύμφωνα με το σκεπτικό των ανώτατων δικαστών, οι επίμαχες περικοπές που έγιναν με το νόμο 4093/12 (δεύτερο μνημόνιο) οδηγώντας στην πλήρη κατάργηση των 3 επιδομάτων, αντίκεινται στα άρθρα 25 και 4 του Συντάγματος και τις απορρέουσες από αυτά αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας.
Οι περικοπές άρχισαν να «τρέχουν» από 1-1-2013 και σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας «ο νομοθέτης όφειλε αποφαινόμενος τεκμηριωμένα για την αναγκαιότητα του μέτρου να εξετάσει την ύπαρξη τυχόν εναλλακτικών επιλογών και να συγκρίνει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της καθεμιάς για τον επιδιωκόμενο δημόσιο σκοπό της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς και εάν οι επιπτώσεις της συγκεκριμένης περικοπής αποδοχών στο βιοτικό επίπεδο των θιγόμενων, αθροιζόμενες με τις επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, και συνδυαζόμενες με τις κοινωνικ0-οικονομικές συνθήκες, οδηγούν σε ανεπίτρεπτη μείωση του επιπέδου ζωής των υπαλλήλων, κάτω του επιπέδου της αξιοπρεπούς διαβίωσης».
Στο πολυσέλιδο σκεπτικό τους (2626-2635/2018) οι δικαστές αναγνωρίζουν ότι ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις κρατούσες κοινωνικές συνθήκες, μπορεί να προβαίνει σε μείωση του βασικού μισθού ή των επιδομάτων στο πλαίσιο του δημοσίου συμφέροντος, ωστόσο επισημαίνουν: «Με την επίμαχη διάταξη επιχειρείται νέα, για πολλοστή φορά, περικοπή την αποδοχών, της ίδιας ακριβώς ομάδας θιγόμενων, ειδικότερα, δε, θεσπίζεται πλέον με αυτήν, όχι περατερω μείωση, αλλά κατάργηση των ετήσιων αποδοχών». Και προσθέτουν ότι «επιδόματα, εορτών και αδείας συνδέονται από τη φύση τους με τις αυξημένες ανάγκες που ανακύπτουν κατά τις εορταστικές περιόδους και κατά την περίοδο των θερινών διακοπών, οι οποίες ανάγκες συντρέχουν για όλους τους υπαλλήλους ανεξάρτητα από τον μισθό του καθενός».
Τέλος, καταλήγουν ότι «ο νομοθέτης δεν δικαιολογείτο πλέον να προχωρήσει στην υιοθέτηση του επίμαχου καταργητικού μέτρου, χωρίς προηγουμένως να έχει εκτιμήσει την προσφορόρητα του μέτρου ενόψει και της διαπίστωσης ότι τα αντίστοιχα μέτρα που είχε λάβει έως τότε δεν είχαν αποδώσει τα αναμενόμενα».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών