Επιμένουν για ένα «σχέδιο Β» από την πλευρά της Αθήνας με μέτρα ευθυγράμμισης του προϋπολογισμού, κυρίως από την πλευρά των δαπανών, στην περίπτωση που η ρύθμιση των 120 δόσεων δεν αποφέρει τις προσδοκώμενες εισπράξεις.
Έξι μέρες πριν από την κατάθεση του προσχεδίου στη βουλή και το δημοσιονομικό «κενό» των 800 -900 εκατ. ευρώ, που χωρίζει την ελληνική πλευρά με τους θεσμούς στον προϋπολογισμό του 2020, είναι ακόμη ανοικτό.
Παρά την επιχειρηματολογία της ελληνικής πλευράς ότι τα μέτρα της Θεσσαλονίκης δεν έχουν καμία επίπτωση στη μεταμνημονιακή δέσμευση για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ τον επόμενο χρόνο, η οποία όχι μόνο θα υλοποιηθεί στο ακέραιο αλλά θα υπάρξει και σημαντική υπέρβαση σε σχέση με τον στόχο, οι δανειστές δεν έχουν ακόμη πεισθεί.
Επιμένουν για ένα «σχέδιο Β» από την πλευρά της Αθήνας με μέτρα ευθυγράμμισης του προϋπολογισμού, κυρίως από την πλευρά των δαπανών, στην περίπτωση που η ρύθμιση των 120 δόσεων δεν αποφέρει τις προσδοκώμενες εισπράξεις.
Το «μπρα ντε φερ» με τους θεσμούς «ακουμπά» και τη νέα φορολογική κλίμακα λόγω του δημοσιονομικού κόστους που προκαλούν οι νέες μεταβολές.
Η ελληνική πλευρά τοποθετεί το κόστος του μέτρου από τη μείωση του εισαγωγικού συντελεστή στο 9% από το 22% για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ στα 250 - 260 εκατ. ευρώ. επί συνόλου 1,2 δισ. που είναι το ύψος των φοροελαφρύνσεων για το 2020.
Η τεχνική αντιπροσωπεία των θεσμών έχει διαφορετική γνώμη και σύμφωνα με τους δικούς της υπολογισμούς οι απώλειες στα κρατικά ταμεία είναι πολύ μεγαλύτερες.
Ενδεχομένως να υπερβαίνουν ακόμη και τα 300 εκατ. ευρώ.
Τούτο διότι οι μειώσεις φόρων ξεκινούν από τα 177 ευρώ για έναν άγαμο με εισόδημα έως 10.000 ευρώ και φτάνουν τα 640 ευρώ για έναν φορολογούμενο με δύο παιδιά και ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ. Τα τεχνικά κλιμάκια θεωρούν ιδιαίτερα γενναιόδωρες αυτές τις εκπτώσεις για μία χώρα, η οποία επιστρέφει σταδιακά στην κανονικότητα.
Υπό αυτό το πρίσμα δεν έχει αποφασιστεί αν η έκπτωση φόρου 777 ευρώ που οδηγεί σε έμμεσο αφορολόγητο 8.636 ευρώ θα συνεχίσει να «σβήνει» σταδιακά από τις 20.000 ευρώ εισοδήματος και πάνω, όπως συμβαίνει σήμερα, η θα υπάρξει κόφτης σε πιο χαμηλά επίπεδα.
Έντονος είναι ο προβληματισμός από την πλευρά των δανειστών και για τη μείωση του φορολογικού συντελεστή από το 28% στο 24% για τα κέρδη των επιχειρήσεων του τρέχοντος έτους που θα φορολογηθούν το 2020. Το θέμα είναι εάν τελικά τα 1,2 δισ. ευρώ των μειώσεων στους φόρους θα καταστεί εφικτό να «χωρέσουν» στον προϋπολογισμό του 2020, ή η κυβέρνηση υποχρεωθεί να κάνει «εκπτώσεις» στις εξαγγελίες της.
Οι ανταλλαγές στοιχείων με τους θεσμούς πυκνώνουν από σήμερα διότι την επόμενη Δευτέρα 7 Οκτωβρίου θα πρέπει το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2020 να κατατεθεί στη βουλή.
Ο νέος προϋπολογισμός θα στοχεύει σε ανάπτυξη 3% τον επόμενο χρόνο και πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 4,2% του ΑΕΠ χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα. Θα ακολουθήσει στις 15 Οκτωβρίου η υποβολή του προϋπολογισμού στην Κομισιόν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Παρά την επιχειρηματολογία της ελληνικής πλευράς ότι τα μέτρα της Θεσσαλονίκης δεν έχουν καμία επίπτωση στη μεταμνημονιακή δέσμευση για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ τον επόμενο χρόνο, η οποία όχι μόνο θα υλοποιηθεί στο ακέραιο αλλά θα υπάρξει και σημαντική υπέρβαση σε σχέση με τον στόχο, οι δανειστές δεν έχουν ακόμη πεισθεί.
Επιμένουν για ένα «σχέδιο Β» από την πλευρά της Αθήνας με μέτρα ευθυγράμμισης του προϋπολογισμού, κυρίως από την πλευρά των δαπανών, στην περίπτωση που η ρύθμιση των 120 δόσεων δεν αποφέρει τις προσδοκώμενες εισπράξεις.
Το «μπρα ντε φερ» με τους θεσμούς «ακουμπά» και τη νέα φορολογική κλίμακα λόγω του δημοσιονομικού κόστους που προκαλούν οι νέες μεταβολές.
Η ελληνική πλευρά τοποθετεί το κόστος του μέτρου από τη μείωση του εισαγωγικού συντελεστή στο 9% από το 22% για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ στα 250 - 260 εκατ. ευρώ. επί συνόλου 1,2 δισ. που είναι το ύψος των φοροελαφρύνσεων για το 2020.
Η τεχνική αντιπροσωπεία των θεσμών έχει διαφορετική γνώμη και σύμφωνα με τους δικούς της υπολογισμούς οι απώλειες στα κρατικά ταμεία είναι πολύ μεγαλύτερες.
Ενδεχομένως να υπερβαίνουν ακόμη και τα 300 εκατ. ευρώ.
Τούτο διότι οι μειώσεις φόρων ξεκινούν από τα 177 ευρώ για έναν άγαμο με εισόδημα έως 10.000 ευρώ και φτάνουν τα 640 ευρώ για έναν φορολογούμενο με δύο παιδιά και ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ. Τα τεχνικά κλιμάκια θεωρούν ιδιαίτερα γενναιόδωρες αυτές τις εκπτώσεις για μία χώρα, η οποία επιστρέφει σταδιακά στην κανονικότητα.
Υπό αυτό το πρίσμα δεν έχει αποφασιστεί αν η έκπτωση φόρου 777 ευρώ που οδηγεί σε έμμεσο αφορολόγητο 8.636 ευρώ θα συνεχίσει να «σβήνει» σταδιακά από τις 20.000 ευρώ εισοδήματος και πάνω, όπως συμβαίνει σήμερα, η θα υπάρξει κόφτης σε πιο χαμηλά επίπεδα.
Έντονος είναι ο προβληματισμός από την πλευρά των δανειστών και για τη μείωση του φορολογικού συντελεστή από το 28% στο 24% για τα κέρδη των επιχειρήσεων του τρέχοντος έτους που θα φορολογηθούν το 2020. Το θέμα είναι εάν τελικά τα 1,2 δισ. ευρώ των μειώσεων στους φόρους θα καταστεί εφικτό να «χωρέσουν» στον προϋπολογισμό του 2020, ή η κυβέρνηση υποχρεωθεί να κάνει «εκπτώσεις» στις εξαγγελίες της.
Οι ανταλλαγές στοιχείων με τους θεσμούς πυκνώνουν από σήμερα διότι την επόμενη Δευτέρα 7 Οκτωβρίου θα πρέπει το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2020 να κατατεθεί στη βουλή.
Ο νέος προϋπολογισμός θα στοχεύει σε ανάπτυξη 3% τον επόμενο χρόνο και πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 4,2% του ΑΕΠ χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα κέρδη από τα ελληνικά ομόλογα. Θα ακολουθήσει στις 15 Οκτωβρίου η υποβολή του προϋπολογισμού στην Κομισιόν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών