Τι δείχνει η έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ
Μακρο-απογοήτευση και επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας, καταγράφει σε οικονομική μελέτη το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, το οποίο θεωρεί ότι οι υποθετικά ευνοϊκότερες συνθήκες επιχειρηματικής δράσης και οι θετικές προσδοκίες που καλλιεργούνται προσκρούουν τόσο στις εγχώριες δομικές ανισορροπίες (υψηλό ιδιωτικό και δημόσιο χρέος, χαμηλή παραγωγικότητα, παραγωγική ανεπάρκεια, υψηλή ανεργία) όσο και στη διεθνή οικονομική επιβράδυνση στην παγκόσμια οικονομία.
Τα δεδομένα αυτά, κατά την εκτίμηση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, αμφισβητούν τον πραγματισμό του επιχειρήματος που προβάλλεται συχνά στον δημόσιο διάλογο πως η οικονομία είναι κατά 50% ψυχολογία και κλίμα αγοράς.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα κλίμα ιδιαίτερα υψηλών θετικών προσδοκιών ως προς την προοπτική των επενδύσεων.
Εκτιμά ότι το επιχειρηματικά φιλικό πρόγραμμά της και η προσπάθεια ταχείας εφαρμογής του θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των επενδύσεων το β΄ εξάμηνο του 2019 και το 2020.
Η υπεραισιοδοξία της στηρίζεται σε μια σειρά από υποθέσεις, όπως οι θετικές επιδράσεις της μείωσης των φόρων και των εισφορών ιδίως προς τις επιχειρήσεις, της επιτάχυνσης των αποσβέσεων, των χαμηλών αποτιμήσεων των εγχώριων περιουσιακών στοιχείων, των κινήτρων στην οικοδομή και το real estate, της προώθησης των «εμβληματικών» επενδύσεων (Ελληνικό, Cosco, Eldorado Gold κ.ά.), της επίλυσης του προβλήματος των κόκκινων δανείων των συστημικών τραπεζών, της προώθησης της ψηφιοποίησης στη δημόσια διοίκηση, των περαιτέρω αποκρατικοποιήσεων («Ελευθέριος Βενιζέλος», ΕΛΠΕ, ΔΕΗ, ΔΕΠΑ κ.ά.) και της άρσης των capital controls.
Καθώς όλα τα προαναφερόμενα είναι μετρήσιμα, η αξιολόγησή τους θα δημιουργεί οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις το επόμενο χρονικό διάστημα.
Στην παρούσα φάση κρίνουμε ως θετική εξέλιξη τη συνεχιζόμενη ετήσια αύξηση 3,2% των ξένων άμεσων επενδύσεων στο διάστημα Ιανουαρίου-Ιουλίου 2019 και τη μείωση των spread στα κρατικά ομόλογα, η οποία πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αποτυπώνει κάποια αξιοσημείωτη βελτίωση των θεμελιωδών προσδιοριστικών παραγόντων της φερεγγυότητας της ελληνικής οικονομίας.
Η διαφαινόμενη συγκράτηση στη δυναμική της μεγέθυνσης την περίοδο 2019-2020 υποδηλώνει αβεβαιότητα ως προς την επίτευξη του κυβερνητικού στόχου για υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Οι υποθετικά ευνοϊκότερες συνθήκες επιχειρηματικής δράσης στη χώρα και οι θετικές προσδοκίες που καλλιεργούνται με στόχο τη δημιουργία καλύτερης ψυχολογίας προσκρούουν τόσο στις εγχώριες δομικές ανισορροπίες (υψηλό ιδιωτικό και δημόσιο χρέος, χαμηλή παραγωγικότητα, διαρθρωτική παραγωγική ανεπάρκεια, υψηλή ανεργία) όσο και στη διεθνή οικονομική επιβράδυνση που φαίνεται να ακολουθεί το κλείσιμο ενός ήδη παρατεταμένου ανοδικού κύκλου στην παγκόσμια οικονομία.
Τα δεδομένα αυτά, κατά την εκτίμησή μας, αμφισβητούν τον πραγματισμό του επιχειρήματος που προβάλλεται συχνά στον δημόσιο διάλογο πως η οικονομία είναι κατά 50% ψυχολογία και κλίμα αγοράς.
Σε έναν κόσμο τέλειων αγορών και ορθολογικής συμπεριφοράς το επιχείρημα ίσως να ήταν σωστό. Αλλά αυτός δεν είναι ο κόσμος που ζούμε. Στην πραγματικότητα η σχέση προσδοκιών και ανάπτυξης είναι αμφίδρομη και μάλλον ετεροβαρής, με τις οικονομικές επιδόσεις να έχουν πλέον, λόγω της κρίσης, και το μεγαλύτερο ειδικό βάρος. Από αυτή την άποψη είναι σημαντικό να επισημανθούν τα εξής:
1. Η μείωση των spread ασφαλώς ευνοεί τη χρηματοπιστωτική ελκυστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως η κάμψη των επιτοκίων και των ομολογιακών αποδόσεων είναι διεθνές φαινόμενο και σύμπτωμα της έλλειψης εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας και συγκεκριμένων νομισματικών επιλογών, ενώ η αναστροφή της καμπύλης αποδόσεων διεθνώς (υψηλότερα επιτόκια στους βραχυχρόνιους συγκριτικά με τους μακροχρόνιους τίτλους) προοιωνίζεται συνήθως μη ελεγχόμενη κερδοσκοπία και οικονομική ύφεση.
2. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος της Ελλάδας ακολουθεί με κάποια χρονική υστέρηση τον αντίστοιχο δείκτη της ΕΕ ο οποίος το 2019 ακολουθεί πτωτική τροχιά αντανακλώντας την ταχεία επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας: Ευρωζώνη και ΕΕ σημείωσαν 1,2% και 1,4% αντίστοιχα ετήσια άνοδο του ΑΕΠ το β΄ τρίμηνο του 2019
3. Οι δείκτες ΡΜΙ μεταποίησης σε Ελλάδα και Γερμανία βρίσκονται από το 2018 και ύστερα σε συνεχή απόκλιση. Σημειώνεται η μηδενική ετήσια αύξηση του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα τους μήνες Μάιο και Ιούλιο, με συνολική αύξηση μόλις 0,6% τους πρώτους επτά μήνες (έναντι 1,4% πέρυσι ίδια περίοδο), και η ελάχιστη αύξηση του κύκλου εργασιών της βιομηχανίας το ίδιο διάστημα (1,2% έναντι 9,7% πέρυσι).
Άλλες ανησυχητικές ενδείξεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι η σοβαρή επιβράδυνση του ρυθμού επέκτασης των εξαγωγών αγαθών τους πρώτους 8 μήνες του 2019 (1,9% έναντι 17,8% την ίδια περίοδο το 2018), η κάμψη κατά 1,9% της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2019 (έναντι αντίστοιχης αύξησής της κατά 14,2% και ο σχεδόν μηδενικός πληθωρισμός το ίδιο διάστημα (0,4% με τον πυρήνα πληθωρισμού στο 0%).
Αντώνης Βασιλόπουλος
antonpaper@yahoo.com
www.bankingnews.gr
Τα δεδομένα αυτά, κατά την εκτίμηση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, αμφισβητούν τον πραγματισμό του επιχειρήματος που προβάλλεται συχνά στον δημόσιο διάλογο πως η οικονομία είναι κατά 50% ψυχολογία και κλίμα αγοράς.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα κλίμα ιδιαίτερα υψηλών θετικών προσδοκιών ως προς την προοπτική των επενδύσεων.
Εκτιμά ότι το επιχειρηματικά φιλικό πρόγραμμά της και η προσπάθεια ταχείας εφαρμογής του θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των επενδύσεων το β΄ εξάμηνο του 2019 και το 2020.
Η υπεραισιοδοξία της στηρίζεται σε μια σειρά από υποθέσεις, όπως οι θετικές επιδράσεις της μείωσης των φόρων και των εισφορών ιδίως προς τις επιχειρήσεις, της επιτάχυνσης των αποσβέσεων, των χαμηλών αποτιμήσεων των εγχώριων περιουσιακών στοιχείων, των κινήτρων στην οικοδομή και το real estate, της προώθησης των «εμβληματικών» επενδύσεων (Ελληνικό, Cosco, Eldorado Gold κ.ά.), της επίλυσης του προβλήματος των κόκκινων δανείων των συστημικών τραπεζών, της προώθησης της ψηφιοποίησης στη δημόσια διοίκηση, των περαιτέρω αποκρατικοποιήσεων («Ελευθέριος Βενιζέλος», ΕΛΠΕ, ΔΕΗ, ΔΕΠΑ κ.ά.) και της άρσης των capital controls.
Καθώς όλα τα προαναφερόμενα είναι μετρήσιμα, η αξιολόγησή τους θα δημιουργεί οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις το επόμενο χρονικό διάστημα.
Στην παρούσα φάση κρίνουμε ως θετική εξέλιξη τη συνεχιζόμενη ετήσια αύξηση 3,2% των ξένων άμεσων επενδύσεων στο διάστημα Ιανουαρίου-Ιουλίου 2019 και τη μείωση των spread στα κρατικά ομόλογα, η οποία πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αποτυπώνει κάποια αξιοσημείωτη βελτίωση των θεμελιωδών προσδιοριστικών παραγόντων της φερεγγυότητας της ελληνικής οικονομίας.
Η διαφαινόμενη συγκράτηση στη δυναμική της μεγέθυνσης την περίοδο 2019-2020 υποδηλώνει αβεβαιότητα ως προς την επίτευξη του κυβερνητικού στόχου για υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Οι υποθετικά ευνοϊκότερες συνθήκες επιχειρηματικής δράσης στη χώρα και οι θετικές προσδοκίες που καλλιεργούνται με στόχο τη δημιουργία καλύτερης ψυχολογίας προσκρούουν τόσο στις εγχώριες δομικές ανισορροπίες (υψηλό ιδιωτικό και δημόσιο χρέος, χαμηλή παραγωγικότητα, διαρθρωτική παραγωγική ανεπάρκεια, υψηλή ανεργία) όσο και στη διεθνή οικονομική επιβράδυνση που φαίνεται να ακολουθεί το κλείσιμο ενός ήδη παρατεταμένου ανοδικού κύκλου στην παγκόσμια οικονομία.
Τα δεδομένα αυτά, κατά την εκτίμησή μας, αμφισβητούν τον πραγματισμό του επιχειρήματος που προβάλλεται συχνά στον δημόσιο διάλογο πως η οικονομία είναι κατά 50% ψυχολογία και κλίμα αγοράς.
Σε έναν κόσμο τέλειων αγορών και ορθολογικής συμπεριφοράς το επιχείρημα ίσως να ήταν σωστό. Αλλά αυτός δεν είναι ο κόσμος που ζούμε. Στην πραγματικότητα η σχέση προσδοκιών και ανάπτυξης είναι αμφίδρομη και μάλλον ετεροβαρής, με τις οικονομικές επιδόσεις να έχουν πλέον, λόγω της κρίσης, και το μεγαλύτερο ειδικό βάρος. Από αυτή την άποψη είναι σημαντικό να επισημανθούν τα εξής:
1. Η μείωση των spread ασφαλώς ευνοεί τη χρηματοπιστωτική ελκυστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως η κάμψη των επιτοκίων και των ομολογιακών αποδόσεων είναι διεθνές φαινόμενο και σύμπτωμα της έλλειψης εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας και συγκεκριμένων νομισματικών επιλογών, ενώ η αναστροφή της καμπύλης αποδόσεων διεθνώς (υψηλότερα επιτόκια στους βραχυχρόνιους συγκριτικά με τους μακροχρόνιους τίτλους) προοιωνίζεται συνήθως μη ελεγχόμενη κερδοσκοπία και οικονομική ύφεση.
2. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος της Ελλάδας ακολουθεί με κάποια χρονική υστέρηση τον αντίστοιχο δείκτη της ΕΕ ο οποίος το 2019 ακολουθεί πτωτική τροχιά αντανακλώντας την ταχεία επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας: Ευρωζώνη και ΕΕ σημείωσαν 1,2% και 1,4% αντίστοιχα ετήσια άνοδο του ΑΕΠ το β΄ τρίμηνο του 2019
3. Οι δείκτες ΡΜΙ μεταποίησης σε Ελλάδα και Γερμανία βρίσκονται από το 2018 και ύστερα σε συνεχή απόκλιση. Σημειώνεται η μηδενική ετήσια αύξηση του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής στην Ελλάδα τους μήνες Μάιο και Ιούλιο, με συνολική αύξηση μόλις 0,6% τους πρώτους επτά μήνες (έναντι 1,4% πέρυσι ίδια περίοδο), και η ελάχιστη αύξηση του κύκλου εργασιών της βιομηχανίας το ίδιο διάστημα (1,2% έναντι 9,7% πέρυσι).
Άλλες ανησυχητικές ενδείξεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι η σοβαρή επιβράδυνση του ρυθμού επέκτασης των εξαγωγών αγαθών τους πρώτους 8 μήνες του 2019 (1,9% έναντι 17,8% την ίδια περίοδο το 2018), η κάμψη κατά 1,9% της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2019 (έναντι αντίστοιχης αύξησής της κατά 14,2% και ο σχεδόν μηδενικός πληθωρισμός το ίδιο διάστημα (0,4% με τον πυρήνα πληθωρισμού στο 0%).
Αντώνης Βασιλόπουλος
antonpaper@yahoo.com
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών