Στο μέλλον, οι πολιτικές που ενισχύουν την ανάπτυξη είναι κρίσιμες για την επίτευξη μιας βιώσιμης πορείας στα δημοσιονομικά
Αν και η πρόοδος της Ελλάδας ήταν ικανοποιητική έως το 2019, η εμφάνιση της κρίσης του κορωνοϊού έχει αυξήσει σημαντικά τις αβεβαιότητες, επηρεάζοντας τις δημοσιονομικές της επιδόσεις.
Αυτό αναφέρει ο Μόνιμος Μηχανισμός Στήριξης της Ευρωζώνης, ο ESM, στην ετήσια έκθεσή του για το 2019, στην οποία, στο κεφάλαιο για την Ελλάδα, επισημαίνεται ότι παρά την πρόοδο της ανάκαμψης του τραπεζικού κλάδου οι δείκτες NPLs, η κερδοφορία και οι προοπτικές προκαλούν προβληματισμό.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται, η πανδημία αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη του τρέχοντος έτους, η οποία, εάν παραταθεί, θα μπορούσε να έχει δευτερεύουσες επιδράσεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Αναλυτικά τα όσα αναφέρει ο ESM για την Ελλάδα
Μετά από μια δεκαετία προσαρμογής, η οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα ενισχύθηκε το 2019.
Η ανάπτυξη προήλθε κυρίως από τις καταναλωτικές δαπάνες και τις καθαρές εξαγωγές ενώ η εγχώρια ζήτηση αυξήθηκε μετρίως.
Η Ελλάδα κατάφερε να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους τα τελευταία πέντε έτη, ενώ έχει ενισχύσει την πρόσβασή της στην αγορά.
Η βελτιωμένη εμπιστοσύνη στην αγορά σε ένα ευνοϊκό εξωτερικό περιβάλλον επέτρεψε στην Ελλάδα να προπληρώσει μέρος του χρέους της προς το ΔΝΤ.
Συνεχίζοντας την πορεία των μεταρρυθμίσεων η Ελλάδα θα μπορέσει να εδραιώσει τα επιτεύγματα στον οικονομικό και χρηματοπιστωτικό τομέα.
Ωστόσο, η επιδημία του Covid-19 αναμένεται να έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις, προσθέτοντας σημαντική αβεβαιότητα
την ελληνική οικονομική και δημοσιονομική προοπτική, όπως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Η ανάπτυξη σταθεροποιήθηκε στο 1,9% το 2019 και η αύξηση της εργασίας μείωσε περαιτέρω το ποσοστό ανεργίας.
Ο τουρισμός ώθησε την ανάκαμψη, ενώ οι ξένες άμεσες επενδύσεις στήριξαν την αγορά ακινήτων.
Ωστόσο, οι επενδύσεις παραμένουν αδύναμες συνολικά, υποδηλώνοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει περαιτέρω το επιχειρηματικό περιβάλλον και την ανταγωνιστικότητα της.
Από τον Ιούλιο, η νέα κυβέρνηση έχει προχωρήσει σχετικές πρωτοβουλίες.
Πριν από τις εκλογές του Ιουνίου, η προηγούμενη κυβέρνηση έλαβε μέτρα που εγείρουν ανησυχίες ως προς την καταλληλόλητα αυτών των βημάτων για την επίτευξη περισσότερων πολιτικών φιλικών προς την ανάπτυξη.
Η νέα κυβέρνηση διατήρησε ορισμένα από αυτά τα μέτρα πολιτικής, αλλά μείωσε τους προσωπικούς και εταιρικούς φόρους προκειμένου να υποστηρίξει την ανάπτυξη, ενώ έλαβε αντισταθμιστικά μέτρα συμμόρφωσης με τους δημοσιονομικούς στόχους.
Συνολικά, όπως αναφέρει ο ESM, κατά το πρώτο πλήρες έτος υπό ενισχυμένη παρακολούθηση, η Ελλάδα σημείωσε πρόοδο στις δεσμεύσεις της, αν και με καθυστερήσεις.
Παρά τη γενικά θετική αξιολόγηση, περισσότερη πρόοδος πρέπει επίσης να επιτευχθεί σε ορισμένους τομείς που ορίζονται στην πέμπτη έκθεση ενισχυμένης παρακολούθησης.
Η Ελλάδα ενίσχυσε την παρουσία της στην κεφαλαιαγορά, με το υψηλό ταμειακό διαθέσιμο να λειτουργεί ως μαξιλάρι ασφαλείας.
Οι αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων της Ελλάδας μειώθηκαν στο 1,4% στα τέλη του 2019 από 4,4% στα τέλη του 2018.
Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) άντλησε 9,3 δισ. ευρώ μέσω τεσσάρων εκδόσεων το 2019.
Τα έσοδα επέτρεψαν στην Ελλάδα να μειώσει βραχυπρόθεσμα χρέος και να προχωρήσει σε πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, μετά την παραίτηση από τον ESM και το EFSF από τα αναλογικά δικαιώματα προπληρωμής.
Συνολικά, το χρέος μειώθηκε στο 176,6% του ΑΕΠ, αλλά παραμένει ακόμα το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ.
Σε αυτό το μοτίβο, ο ΟΔΔΗΧ ανακοίνωσε ότι θα αντλήσει έως και 8 δισ. ευρώ το 2020.
Η βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών και της χώρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να στηρίξει την ικανότητα δανεισμού των τραπεζών, κάτι που είναι κρίσιμος καταλύτης υποστήριξης της οικονομίας.
Οι ελληνικές τράπεζες ενίσχυσαν τα κεφάλαια και τη ρευστότητα τους, ιδίως μετά την πλήρη κατάργηση των ελέγχων κεφαλαίου.
Η ποιότητα του ενεργητικού πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, ενώ η κερδοφορία - αν και βελτιώνεται - παραμένει χαμηλή.
Ο δανεισμός σε όλους τους τομείς της οικονομίας παρέμεινε σε συγκρατημένα επίπεδα, παρά τις βελτιώσεις στον εταιρικό δανεισμό.
Ενώ ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) επιταχύνθηκε το 2019, οι λόγοι παραμένουν πολύ ψηλά, ενώ η εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής» καθυστερεί.
Ενώ η μείωση των NPLs σε απόλυτους όρους ήταν σημαντική, η διαδικασία απομόχλευσης οδήγησε σε μια πιο μέτρια μείωση των δεικτών NPL.
Αναφορικά με την πορεία διαχείρισης των κρατικών περιουσιακών στοιχείων από το ΤΑΙΠΕΔ, ο ESM αναφέρει ότι οι πωλήσεις είναι απίθανο να αυξηθούν έως ότου βελτιωθεί η ποιότητα και η κερδοφορία των περιουσιακών στοιχείων.
Τέλος, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου καθυστέρησαν να καλυφθούν, αφήνοντας 1,22 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019.
Οι αρχές εκπονούν σχέδιο εκκαθάρισης για την εξάλειψη τους έως τα τέλη του 2020, αλλά και για εκκαθάριση των εκκρεμών συντάξεων έως τον Ιούνιο του 2021.
Για να σταματήσει να δημιουργεί νέες καθυστερήσεις, η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά της.
Στο μέλλον, οι πολιτικές που ενισχύουν την ανάπτυξη είναι κρίσιμες για την επίτευξη μιας βιώσιμης πορείας στα δημοσιονομικά, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική ασφάλεια και πετυχαίνοντας τους στόχους μετά το πρόγραμμα.
Η δυναμική των μεταρρυθμίσεων πρέπει να μεταφραστεί σε συγκεκριμένες δράσεις για τη διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας, ενίσχυση της παραγωγικότητας μέσω της αγοράς εργασίας και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης.
Τέλος, σημαντικοί κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία εμφανίστηκαν στις αρχές του 2020 λόγω του πανδημικού σοκ του Covid-19 και της επανάληψης της μεταναστευτικής κρίσης.
Η πανδημία αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη του τρέχοντος έτους, η οποία, εάν παραταθεί, θα μπορούσε να έχει δευτερεύουσες επιδράσεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2020 θα επηρεαστεί επίσης από το πανδημικό σοκ, λόγω των χαμηλότερων φορολογικών εσόδων και μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες δαπάνες λόγω της πανδημίας.
Παρά τη συντονισμένη ανταπόκριση των αρχών, ειδικά στο μέτωπο της διατήρησης των θέσεων εργασίας και της υποστήριξης των επιχειρήσεων, η αβεβαιότητα σχετικά με το μέγεθος και τη διάρκεια του πανδημικού σοκ παραμένει αυξημένη, καταλήγει ο ESM.
www.bankingnews.gr
Αυτό αναφέρει ο Μόνιμος Μηχανισμός Στήριξης της Ευρωζώνης, ο ESM, στην ετήσια έκθεσή του για το 2019, στην οποία, στο κεφάλαιο για την Ελλάδα, επισημαίνεται ότι παρά την πρόοδο της ανάκαμψης του τραπεζικού κλάδου οι δείκτες NPLs, η κερδοφορία και οι προοπτικές προκαλούν προβληματισμό.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται, η πανδημία αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη του τρέχοντος έτους, η οποία, εάν παραταθεί, θα μπορούσε να έχει δευτερεύουσες επιδράσεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Αναλυτικά τα όσα αναφέρει ο ESM για την Ελλάδα
Μετά από μια δεκαετία προσαρμογής, η οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα ενισχύθηκε το 2019.
Η ανάπτυξη προήλθε κυρίως από τις καταναλωτικές δαπάνες και τις καθαρές εξαγωγές ενώ η εγχώρια ζήτηση αυξήθηκε μετρίως.
Η Ελλάδα κατάφερε να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους τα τελευταία πέντε έτη, ενώ έχει ενισχύσει την πρόσβασή της στην αγορά.
Η βελτιωμένη εμπιστοσύνη στην αγορά σε ένα ευνοϊκό εξωτερικό περιβάλλον επέτρεψε στην Ελλάδα να προπληρώσει μέρος του χρέους της προς το ΔΝΤ.
Συνεχίζοντας την πορεία των μεταρρυθμίσεων η Ελλάδα θα μπορέσει να εδραιώσει τα επιτεύγματα στον οικονομικό και χρηματοπιστωτικό τομέα.
Ωστόσο, η επιδημία του Covid-19 αναμένεται να έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις, προσθέτοντας σημαντική αβεβαιότητα
την ελληνική οικονομική και δημοσιονομική προοπτική, όπως και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Η ανάπτυξη σταθεροποιήθηκε στο 1,9% το 2019 και η αύξηση της εργασίας μείωσε περαιτέρω το ποσοστό ανεργίας.
Ο τουρισμός ώθησε την ανάκαμψη, ενώ οι ξένες άμεσες επενδύσεις στήριξαν την αγορά ακινήτων.
Ωστόσο, οι επενδύσεις παραμένουν αδύναμες συνολικά, υποδηλώνοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει περαιτέρω το επιχειρηματικό περιβάλλον και την ανταγωνιστικότητα της.
Από τον Ιούλιο, η νέα κυβέρνηση έχει προχωρήσει σχετικές πρωτοβουλίες.
Πριν από τις εκλογές του Ιουνίου, η προηγούμενη κυβέρνηση έλαβε μέτρα που εγείρουν ανησυχίες ως προς την καταλληλόλητα αυτών των βημάτων για την επίτευξη περισσότερων πολιτικών φιλικών προς την ανάπτυξη.
Η νέα κυβέρνηση διατήρησε ορισμένα από αυτά τα μέτρα πολιτικής, αλλά μείωσε τους προσωπικούς και εταιρικούς φόρους προκειμένου να υποστηρίξει την ανάπτυξη, ενώ έλαβε αντισταθμιστικά μέτρα συμμόρφωσης με τους δημοσιονομικούς στόχους.
Συνολικά, όπως αναφέρει ο ESM, κατά το πρώτο πλήρες έτος υπό ενισχυμένη παρακολούθηση, η Ελλάδα σημείωσε πρόοδο στις δεσμεύσεις της, αν και με καθυστερήσεις.
Παρά τη γενικά θετική αξιολόγηση, περισσότερη πρόοδος πρέπει επίσης να επιτευχθεί σε ορισμένους τομείς που ορίζονται στην πέμπτη έκθεση ενισχυμένης παρακολούθησης.
Η Ελλάδα ενίσχυσε την παρουσία της στην κεφαλαιαγορά, με το υψηλό ταμειακό διαθέσιμο να λειτουργεί ως μαξιλάρι ασφαλείας.
Οι αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων της Ελλάδας μειώθηκαν στο 1,4% στα τέλη του 2019 από 4,4% στα τέλη του 2018.
Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) άντλησε 9,3 δισ. ευρώ μέσω τεσσάρων εκδόσεων το 2019.
Τα έσοδα επέτρεψαν στην Ελλάδα να μειώσει βραχυπρόθεσμα χρέος και να προχωρήσει σε πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, μετά την παραίτηση από τον ESM και το EFSF από τα αναλογικά δικαιώματα προπληρωμής.
Συνολικά, το χρέος μειώθηκε στο 176,6% του ΑΕΠ, αλλά παραμένει ακόμα το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ.
Σε αυτό το μοτίβο, ο ΟΔΔΗΧ ανακοίνωσε ότι θα αντλήσει έως και 8 δισ. ευρώ το 2020.
Η βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών και της χώρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να στηρίξει την ικανότητα δανεισμού των τραπεζών, κάτι που είναι κρίσιμος καταλύτης υποστήριξης της οικονομίας.
Οι ελληνικές τράπεζες ενίσχυσαν τα κεφάλαια και τη ρευστότητα τους, ιδίως μετά την πλήρη κατάργηση των ελέγχων κεφαλαίου.
Η ποιότητα του ενεργητικού πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, ενώ η κερδοφορία - αν και βελτιώνεται - παραμένει χαμηλή.
Ο δανεισμός σε όλους τους τομείς της οικονομίας παρέμεινε σε συγκρατημένα επίπεδα, παρά τις βελτιώσεις στον εταιρικό δανεισμό.
Ενώ ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) επιταχύνθηκε το 2019, οι λόγοι παραμένουν πολύ ψηλά, ενώ η εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής» καθυστερεί.
Ενώ η μείωση των NPLs σε απόλυτους όρους ήταν σημαντική, η διαδικασία απομόχλευσης οδήγησε σε μια πιο μέτρια μείωση των δεικτών NPL.
Αναφορικά με την πορεία διαχείρισης των κρατικών περιουσιακών στοιχείων από το ΤΑΙΠΕΔ, ο ESM αναφέρει ότι οι πωλήσεις είναι απίθανο να αυξηθούν έως ότου βελτιωθεί η ποιότητα και η κερδοφορία των περιουσιακών στοιχείων.
Τέλος, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου καθυστέρησαν να καλυφθούν, αφήνοντας 1,22 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019.
Οι αρχές εκπονούν σχέδιο εκκαθάρισης για την εξάλειψη τους έως τα τέλη του 2020, αλλά και για εκκαθάριση των εκκρεμών συντάξεων έως τον Ιούνιο του 2021.
Για να σταματήσει να δημιουργεί νέες καθυστερήσεις, η Ελλάδα πρέπει να βελτιώσει περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά της.
Στο μέλλον, οι πολιτικές που ενισχύουν την ανάπτυξη είναι κρίσιμες για την επίτευξη μιας βιώσιμης πορείας στα δημοσιονομικά, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική ασφάλεια και πετυχαίνοντας τους στόχους μετά το πρόγραμμα.
Η δυναμική των μεταρρυθμίσεων πρέπει να μεταφραστεί σε συγκεκριμένες δράσεις για τη διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας, ενίσχυση της παραγωγικότητας μέσω της αγοράς εργασίας και επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης.
Τέλος, σημαντικοί κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία εμφανίστηκαν στις αρχές του 2020 λόγω του πανδημικού σοκ του Covid-19 και της επανάληψης της μεταναστευτικής κρίσης.
Η πανδημία αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη του τρέχοντος έτους, η οποία, εάν παραταθεί, θα μπορούσε να έχει δευτερεύουσες επιδράσεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα.
Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2020 θα επηρεαστεί επίσης από το πανδημικό σοκ, λόγω των χαμηλότερων φορολογικών εσόδων και μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες δαπάνες λόγω της πανδημίας.
Παρά τη συντονισμένη ανταπόκριση των αρχών, ειδικά στο μέτωπο της διατήρησης των θέσεων εργασίας και της υποστήριξης των επιχειρήσεων, η αβεβαιότητα σχετικά με το μέγεθος και τη διάρκεια του πανδημικού σοκ παραμένει αυξημένη, καταλήγει ο ESM.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών