Οι συντάξεις ως μερίδιο του ΑΕΠ παραμένουν από τις υψηλότερες στις χώρες του ΟΟΣΑ
Στο 8% θα διαμορφωθεί η ύφεση της ελληνικής οικονομίας το 2020, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΟΟΣΑ, με την ανάκαμψη του 2021 να τοποθετείται στο 4,5% το 2021.
Ωστόσο, ο ΟΟΣΑ λαμβάνει υπόψιν και ένα δεύτερο σενάριο, αυτό ενός νέου κύματος πανδημίας, όπου σε αυτήν την περίπτωση η ύφεση υπολογίζεται στο 9,8% με ανάκαμψη στο 2,1% το 2021.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα ανταποκρίθηκε γρήγορα στην πανδημία και ουσιαστικά περιόρισε τις λοιμώξεις, αλλά η οικονομία έχει πληγεί σκληρά.
Όπως και σε άλλες χώρες, τα μέτρα περιορισμού, οι ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, οι κοινωνικές αποστάσεις και η υψηλή αβεβαιότητα οδήγησαν σε μια προσωρινή αλλά σημαντική μείωση της παραγωγής και τη μεγάλη απώλεια της τουριστικής ζήτησης και απασχόλησης (Πίνακας 1).
Η κυβέρνηση αντέδρασε με ουσιαστικά πακέτα για να ενισχύσει το σύστημα υγείας, να στηρίξει τα εισοδήματα και τη ρευστότητα, και να υποστηρίξει και να επανεκκινήσει τομείς που πλήττονται περισσότερο από το σοκ, όπως ο τουρισμός.
Για να αναζωογονήσει την ανάκαμψη, η κυβέρνηση έχει εκπονήσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που επικεντρώνεται στην ενίσχυση της ανάπτυξης και των επενδύσεων.
Πριν από το χτύπημα της πανδημίας, η ελληνική οικονομία είχε επεκταθεί για πάνω από τρία χρόνια, ακριβώς κάτω από το μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2%.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και τα μέτρα χρέους από τους ευρωπαίους εταίρους είχαν διατηρήσει την ανάκαμψη της Ελλάδας και ανοικοδόμησαν την εμπιστοσύνη (Σχήμα 1).
Η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και τουρισμού είχε στηρίξει την ανάπτυξη και την απασχόληση, μειώνοντας την ανεργία και ενισχύοντας την ιδιωτική κατανάλωση.
Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τους δημοσιονομικούς της στόχους και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών έχει μειωθεί.
Η αύξηση των εσόδων και ο καλύτερος έλεγχος των δαπανών συνέβαλαν, πριν από την εκδήλωση της πανδημίας, στη διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων και στην ανοικοδόμηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα επέστρεψε με επιτυχία στη διεθνή αγορά ομολόγων και οι οργανισμοί αξιολόγησης βελτίωσαν τις βαθμολογίες τους.
Η οικονομία έχει γίνει πιο ανοιχτή, αν και το σοκ του COVID-19 αναμένεται να εμποδίσει την ανάπτυξη των εξαγωγών.
Ο δείκτης δημοσίου χρέους αναμένεται να αυξηθεί από τα ήδη υψηλά επίπεδα λόγω της σημαντικής πτώσης του ονομαστικού ΑΕΠ και, σε μικρότερο βαθμό, της δημοσιονομικής στήριξης μετά το σοκ του COVID-19.
Καθώς η οικονομία ξαναρχίζει την ανάκαμψή της και ο προϋπολογισμός μετατοπίζεται σταδιακά σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα, ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να αρχίσει να μειώνεται και πάλι, με τη βοήθεια των χαμηλών επιτοκίων.
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συμπεριλάβει τίτλους της ελληνικής κυβέρνησης στα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της οδήγησε αποδόσεις ομολόγων κάτω από τα επίπεδα των μέσων του 2019.
Οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και προϊόντων βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητα των τιμών της Ελλάδας και θα διατηρήσουν την Ελλάδα σε καλή κατάσταση όταν ανακάμψει η εγχώρια και ξένη ζήτηση.
Στις αρχές του 2019, η Ελλάδα αύξησε τον κατώτατο μισθό για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια.
Αυτό αύξησε τα εισοδήματα χωρίς εμφανείς αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση πριν από το σοκ COVID-19.
Μετά το σοκ του COVID-19, η επανεξέταση του κατώτατου μισθού το 2020 αναβλήθηκε για τις αρχές του 2021.
Το σοκ COVID-19 προσθέτει στις προκλήσεις της Ελλάδας
Το σοκ COVID-19 κινδυνεύει να επιδεινώσει τις μακροχρόνιες προκλήσεις της αγοράς στην Ελλάδα.
Το ποσοστό απασχόλησης έχει αυξηθεί τα τελευταία έξι χρόνια, αλλά εξακολουθεί να είναι ένα από τα χαμηλότερα μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και οι μισθοί είναι χαμηλοί.
Οι γυναίκες και οι νέοι συνεχίζουν να υποφέρουν από χαμηλά ποσοστά απασχόλησης.
Η έλλειψη κέντρων φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων περιορίζει τις ευκαιρίες απασχόλησης των γυναικών, καθώς οι ευθύνες μέριμνας συχνά εμπίπτουν σε αυτές.
Η έλλειψη προοπτικών ώθησε πολλούς ταλαντούχους νέους να μεταναστεύσουν, μειώνοντας το επιχειρηματικό δυναμικό και το δυναμικό καινοτομίας της χώρας.
Οι δυσκολίες ένταξης των μεταναστών στην αγορά εργασίας και στο εκπαιδευτικό σύστημα μαζί με περιορισμένη υποστήριξη από άλλες χώρες της ΕΕ για την αντιμετώπιση της μεγάλης εισροής αιτούντων άσυλο επιδεινώνουν αυτές τις προκλήσεις.
Η κρίση COVID-19 κινδυνεύει να επιδεινώσει αυτά τα προβλήματα καθώς η ανάπτυξη της απασχόλησης έχει καταρρεύσει και ένας μεγάλος αριθμός αιτούντων εργασία έχουν εγκαταλείψει το εργατικό δυναμικό.
Η φτώχεια και η υλική στέρηση, ενώ βελτιώνεται, είναι υψηλή, ειδικά μεταξύ των νέων και των οικογενειών (Σχήμα 3).
Μετά τις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις, το σύστημα κοινωνικής προστασίας της Ελλάδας ήταν πολύ καλύτερα προετοιμασμένο για να αντιμετωπίσει ένα μεγάλο σοκ από ό, τι στην αρχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Τα προσωρινά μέτρα στήριξης του εισοδήματος της κυβέρνησης έχουν μειώσει την επίδραση της κρίσης του κορωνοϊού στα εισοδήματα των νοικοκυριών.
Ωστόσο, παρά τις βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια, τα ποσοστά φτώχειας μεταξύ των νέων και των οικογενειών με παιδιά παραμένουν υψηλά, ενώ οι συνταξιούχοι έχουν πολύ καλύτερη απόδοση.
Αυτό και ο μεγάλος αντίκτυπος του σοκ COVID-19 στον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας και στους νέους που υπογραμμίζουν περαιτέρω την ανάγκη αντιμετώπισης των ανισορροπιών μεταξύ των γενεών.
Οι συντάξεις ως μερίδιο του ΑΕΠ παραμένουν από τις υψηλότερες στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Οι αλλαγές πολιτικής στα μέσα του 2019 θα αυξήσουν περαιτέρω τις συνταξιοδοτικές δαπάνες βραχυπρόθεσμα, ακόμη και αν οι προηγούμενες εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις θα μειώσουν σημαντικά το βάρος της στην οικονομία μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Το σοκ COVID-19 κάνει την ανάγκη να συνεχιστεί ο εκσυγχρονισμός του συστήματος κοινωνικής προστασίας της Ελλάδας.
Η οικονομική δραστηριότητα, αν και μετατοπίζεται σταδιακά σε εμπορεύσιμους τομείς, εξακολουθεί να συγκεντρώνεται σε παραδοσιακούς και χαμηλής καινοτομίας τομείς, συμβάλλοντας στη χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας.
Οι μικρές και οι εταιρείες χαμηλής παραγωγικότητας συνεχίζουν να διαδραματίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στην οικονομία.
Παρά την πρόσφατη πρόοδο, όπως η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, τα υψηλά φορολογικά βάρη, η γραφειοκρατία, οι κανονισμοί χαμηλής ποιότητας και ένα αργό σύστημα δικαιοσύνης επηρεάζουν το επιχειρηματικό περιβάλλον, αποθαρρύνοντας τις εγχώριες και ξένες επενδύσεις και αποτρέποντας την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) των τραπεζών υποχώρησαν πριν από το σοκ του COVID-19, αλλά εξακολουθούν να είναι υψηλά, περιορίζοντας την ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν επενδύσεις.
Οι σοβαροί περιορισμοί ρευστότητας που αντιμετωπίζουν πολλές εταιρείες μετά τον κίνδυνο σοκ COVID-19 αυξάνουν περαιτέρω τα NPL.
Η κυβέρνηση εισήγαγε προσωρινά πιστωτικά όρια και εγγυήσεις για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης.
Παρ 'όλα αυτά, παραμένει επείγον να μειωθούν διαρκώς τα NPL στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Οι φιλόδοξες και ολοκληρωμένες μεταρρυθμίσεις είναι το κλειδί για την υπέρβαση του σοκ του COVID-19
Η πανδημία καθιστά τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές εξαιρετικά αβέβαιες.
Οι απαντήσεις της κυβέρνησης COVID-19 που ανακοινώθηκαν μέχρι σήμερα θα στηρίξουν τα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις έως το 2021.
Ένα δεύτερο ξέσπασμα θα περιορίσει περαιτέρω τη ζήτηση τουρισμού και υπηρεσιών και θα απαιτήσει την επέκταση της κυβερνητικής υποστήριξης.
Η ενίσχυση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους για την αναβάθμιση των δραστηριοτήτων και των δεξιοτήτων τους και τη μετάβαση σε τομείς που υπόσχονται καλύτερες ευκαιρίες θα επιταχύνει την ανάκαμψη και θα κάνει την οικονομία και την κοινωνία πιο ανθεκτική.
Μόλις υποχωρήσει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης COVID-19, η Ελλάδα μπορεί και πάλι να επικεντρωθεί σε ένα πρόγραμμα μεσοπρόθεσμου μετασχηματισμού για να αναζωογονήσει την ανάκαμψή της με ισχυρότερη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
Η κυβέρνηση εργάζεται σε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για την επίτευξη τεσσάρων πολιτικών στόχων: προστασία της οικονομίας από το σοκ COVID-19, επίτευξη σταθερής οικονομικής ανάκαμψης, αύξηση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και βελτίωση της ένταξης.
Σύμφωνα με αυτό το πρόγραμμα, προτείνει ένα φιλόδοξο πακέτο μεταρρυθμίσεων για την υποστήριξη ισχυρότερης απασχόλησης, παραγωγικότητας και επενδύσεων και για την αύξηση της ευημερίας.
Αυτό το πακέτο περιλαμβάνει μέτρα για να ενθαρρύνει και να βοηθήσει περισσότερους ανθρώπους να βρουν θέσεις εργασίας, να ενισχύσει την καινοτομία, μειώνοντας παράλληλα και κατανέμοντας δίκαια την επιβάρυνση της φορολογίας και βελτιώνοντας τη δημόσια διοίκηση.
Αυτά τα μέτρα θα αυξήσουν την ετήσια τάση αύξησης του ΑΕΠ κατά 1 εκατοστιαία μονάδα έως το 2030.
Η υψηλότερη ανάπτυξη και το συνεχές πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ θα διασφαλίσουν ότι ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ μειώνεται σταθερά μακροπρόθεσμα.
Η επιδιόρθωση του τραπεζικού συστήματος πρέπει να επιταχυνθεί.
Η κυβέρνηση εφαρμόζει ένα νέο σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων (Ηρακλής) για να βοηθήσει τις τράπεζες να διαχειριστούν το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το σχέδιο αναμένεται να μειώσει σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών τα επόμενα δύο χρόνια.
Ωστόσο, το σοκ COVID-19 έχει επιβραδύνει την πρόοδο και απαιτείται περαιτέρω δράση για την αντιμετώπιση του μεγάλου αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα παραμείνουν και θα βελτιώσουν την ποιότητα του κεφαλαίου των τραπεζών.
Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι το κλειδί για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου και την αντιστάθμιση της μεγάλης αρνητικής επίδρασης των δημογραφικών στοιχείων.
Η αύξηση της αύξησης της παραγωγικότητας θα απαιτήσει πρόσθετες προσπάθειες για τη μείωση των εμποδίων στον ανταγωνισμό, ιδίως σε επαγγελματικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων συμβολαιογράφων, δικηγόρων και λιανικών πωλήσεων φαρμάκων και αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης (συμπεριλαμβανομένου του συστήματος δικαιοσύνης).
Αυτό θα συνέβαλε στην ενίσχυση του κράτους δικαίου, μειώνοντας έτσι το κόστος και την αβεβαιότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, προσελκύοντας περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις και συμβάλλοντας στην ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης σε δημόσιους οργανισμούς.
Οι προσπάθειες της κυβέρνησης να μειώσει τη γραφειοκρατία, να αυξήσει τη λογοδοσία και την αποτελεσματικότητα στο δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών, είναι ευπρόσδεκτες και απέδειξαν την αποτελεσματικότητά τους κατά την περίοδο κλιμάκωσης του COVID-19.
Οι προσπάθειες πρόληψης και δίωξης της διαφθοράς πρέπει να συνεχιστούν σύμφωνα με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
Η πρόσφατη ίδρυση της ανεξάρτητης Αρχής της Διαφάνειας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Η ποιότητα των δημοσίων δαπανών πρέπει να αυξηθεί περαιτέρω μαζί με τη δικαιοσύνη και την αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος.
Η περαιτέρω βελτίωση του σχεδιασμού και της εφαρμογής αποτελεσματικών αναθεωρήσεων δαπανών και η διασφάλιση ότι τα αποτελέσματα θα είναι διαθέσιμα άμεσα θα βοηθούσαν στην ανακατανομή πόρων σε πιο αποτελεσματικά δημόσια προγράμματα και δημόσιες επενδύσεις.
Η περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης με τη συνέχιση της βελτίωσης της εθελοντικής φορολογικής συμμόρφωσης και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής είναι καθοριστικής σημασίας για τη μείωση των υψηλών νόμιμων φορολογικών συντελεστών, καθιστώντας το φορολογικό σύστημα πιο δίκαιο και διασφαλίζοντας τη φορολογική αξιοπιστία (Σχήμα 5).
Η μείωση των υψηλών ποσοστών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης των εργοδοτών, ιδίως με χαμηλά εισοδήματα, θα υποστήριζε την απασχόληση και θα μείωνε την μαύρη εργασία.
Η ενίσχυση των ενεργών προγραμμάτων της αγοράς εργασίας, της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης θα βελτιώσει την ικανότητα του εργατικού δυναμικού να προσαρμοστεί στο σοκ COVID-19 και σε μια μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας.
Οι δεξιότητες των εργαζομένων συχνά δεν ταιριάζουν με τις ανάγκες των εργοδοτών, ενώ εκείνοι που δεν εργάζονται διατρέχουν κίνδυνο μακροχρόνιας ανεργίας (Σχήμα 6).
Η ενίσχυση της ικανότητας των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης θα βελτιώσει την αντιστοίχιση των θέσεων εργασίας και την πρόσβαση των ατόμων που αναζητούν εργασία στην κατάρτιση δεξιοτήτων.
Τα προγράμματα δημοσίων έργων βοηθούν τους μακροχρόνια άνεργους να διατηρήσουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, αλλά υπάρχει σημαντικό περιθώριο στην ενίσχυση των δεξιοτήτων, ώστε να βελτιωθούν οι προοπτικές.
Η εφαρμογή των ενεργών πυλώνων της αγοράς εργασίας και της κοινωνικής ένταξης του συστήματος Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος θα βελτιώσει τις πιθανότητες των δικαιούχων να διατηρήσουν το εισόδημά τους μέσω της εργασίας.
Η διασφάλιση ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν άμεσα και αποτελεσματικά, εάν είναι επιλέξιμες, τις νέες ρήτρες εξαίρεσης στις τομεακές συλλογικές συμβάσεις θα βελτιώσουν τη σύνδεση μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας και θα δώσουν περισσότερη ευελιξία στους χώρους εργασίας.
Η εκπαίδευση εκτιμάται ιδιαίτερα στην Ελλάδα, αλλά μεταφράζεται ελάχιστα σε ετοιμότητα για εργασία και ένα μικρό ποσοστό ενηλίκων συμμετέχουν στη διά βίου μάθηση.
Λαμβάνονται καθυστερημένα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης, παρέχοντας στους εκπαιδευτικούς κάποια αυτονομία και εκτιμώντας την απόδοση.
Η νομιμοποίηση του μεγάλου προσωρινού εργατικού δυναμικού με συμβόλαια που ανταμείβουν την απόδοση και παρέχουν προοπτικές σταδιοδρομίας, αποφεύγοντας ταυτόχρονα τις ακαμψίες των τρεχουσών συμβάσεων, θα αύξανε το ηθικό και την ποιότητα διδασκαλίας των εκπαιδευτικών.
Οι μεταρρυθμίσεις στη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση μπορούν να προσφέρουν την προοπτική βελτίωσης της επαγγελματικής εκπαίδευσης και να παρέχουν στους ενήλικες πρόσβαση στη δια βίου μάθηση και κατάρτιση δεξιοτήτων.
Η ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων των ενηλίκων είναι ιδιαίτερα επείγουσα, δεδομένου του επικείμενου κινδύνου για θέσεις εργασίας από την ψηφιοποίηση και τον αυτοματισμό.
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, ο ΟΟΣΑ λαμβάνει υπόψιν και ένα δεύτερο σενάριο, αυτό ενός νέου κύματος πανδημίας, όπου σε αυτήν την περίπτωση η ύφεση υπολογίζεται στο 9,8% με ανάκαμψη στο 2,1% το 2021.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα ανταποκρίθηκε γρήγορα στην πανδημία και ουσιαστικά περιόρισε τις λοιμώξεις, αλλά η οικονομία έχει πληγεί σκληρά.
Όπως και σε άλλες χώρες, τα μέτρα περιορισμού, οι ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, οι κοινωνικές αποστάσεις και η υψηλή αβεβαιότητα οδήγησαν σε μια προσωρινή αλλά σημαντική μείωση της παραγωγής και τη μεγάλη απώλεια της τουριστικής ζήτησης και απασχόλησης (Πίνακας 1).
Η κυβέρνηση αντέδρασε με ουσιαστικά πακέτα για να ενισχύσει το σύστημα υγείας, να στηρίξει τα εισοδήματα και τη ρευστότητα, και να υποστηρίξει και να επανεκκινήσει τομείς που πλήττονται περισσότερο από το σοκ, όπως ο τουρισμός.
Για να αναζωογονήσει την ανάκαμψη, η κυβέρνηση έχει εκπονήσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που επικεντρώνεται στην ενίσχυση της ανάπτυξης και των επενδύσεων.
Πριν από το χτύπημα της πανδημίας, η ελληνική οικονομία είχε επεκταθεί για πάνω από τρία χρόνια, ακριβώς κάτω από το μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 2%.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και τα μέτρα χρέους από τους ευρωπαίους εταίρους είχαν διατηρήσει την ανάκαμψη της Ελλάδας και ανοικοδόμησαν την εμπιστοσύνη (Σχήμα 1).
Η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και τουρισμού είχε στηρίξει την ανάπτυξη και την απασχόληση, μειώνοντας την ανεργία και ενισχύοντας την ιδιωτική κατανάλωση.
Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τους δημοσιονομικούς της στόχους και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών έχει μειωθεί.
Η αύξηση των εσόδων και ο καλύτερος έλεγχος των δαπανών συνέβαλαν, πριν από την εκδήλωση της πανδημίας, στη διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων και στην ανοικοδόμηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα επέστρεψε με επιτυχία στη διεθνή αγορά ομολόγων και οι οργανισμοί αξιολόγησης βελτίωσαν τις βαθμολογίες τους.
Η οικονομία έχει γίνει πιο ανοιχτή, αν και το σοκ του COVID-19 αναμένεται να εμποδίσει την ανάπτυξη των εξαγωγών.
Ο δείκτης δημοσίου χρέους αναμένεται να αυξηθεί από τα ήδη υψηλά επίπεδα λόγω της σημαντικής πτώσης του ονομαστικού ΑΕΠ και, σε μικρότερο βαθμό, της δημοσιονομικής στήριξης μετά το σοκ του COVID-19.
Καθώς η οικονομία ξαναρχίζει την ανάκαμψή της και ο προϋπολογισμός μετατοπίζεται σταδιακά σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα, ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να αρχίσει να μειώνεται και πάλι, με τη βοήθεια των χαμηλών επιτοκίων.
Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συμπεριλάβει τίτλους της ελληνικής κυβέρνησης στα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της οδήγησε αποδόσεις ομολόγων κάτω από τα επίπεδα των μέσων του 2019.
Οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και προϊόντων βελτίωσαν την ανταγωνιστικότητα των τιμών της Ελλάδας και θα διατηρήσουν την Ελλάδα σε καλή κατάσταση όταν ανακάμψει η εγχώρια και ξένη ζήτηση.
Στις αρχές του 2019, η Ελλάδα αύξησε τον κατώτατο μισθό για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια.
Αυτό αύξησε τα εισοδήματα χωρίς εμφανείς αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση πριν από το σοκ COVID-19.
Μετά το σοκ του COVID-19, η επανεξέταση του κατώτατου μισθού το 2020 αναβλήθηκε για τις αρχές του 2021.
Το σοκ COVID-19 προσθέτει στις προκλήσεις της Ελλάδας
Το σοκ COVID-19 κινδυνεύει να επιδεινώσει τις μακροχρόνιες προκλήσεις της αγοράς στην Ελλάδα.
Το ποσοστό απασχόλησης έχει αυξηθεί τα τελευταία έξι χρόνια, αλλά εξακολουθεί να είναι ένα από τα χαμηλότερα μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και οι μισθοί είναι χαμηλοί.
Οι γυναίκες και οι νέοι συνεχίζουν να υποφέρουν από χαμηλά ποσοστά απασχόλησης.
Η έλλειψη κέντρων φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων περιορίζει τις ευκαιρίες απασχόλησης των γυναικών, καθώς οι ευθύνες μέριμνας συχνά εμπίπτουν σε αυτές.
Η έλλειψη προοπτικών ώθησε πολλούς ταλαντούχους νέους να μεταναστεύσουν, μειώνοντας το επιχειρηματικό δυναμικό και το δυναμικό καινοτομίας της χώρας.
Οι δυσκολίες ένταξης των μεταναστών στην αγορά εργασίας και στο εκπαιδευτικό σύστημα μαζί με περιορισμένη υποστήριξη από άλλες χώρες της ΕΕ για την αντιμετώπιση της μεγάλης εισροής αιτούντων άσυλο επιδεινώνουν αυτές τις προκλήσεις.
Η κρίση COVID-19 κινδυνεύει να επιδεινώσει αυτά τα προβλήματα καθώς η ανάπτυξη της απασχόλησης έχει καταρρεύσει και ένας μεγάλος αριθμός αιτούντων εργασία έχουν εγκαταλείψει το εργατικό δυναμικό.
Η φτώχεια και η υλική στέρηση, ενώ βελτιώνεται, είναι υψηλή, ειδικά μεταξύ των νέων και των οικογενειών (Σχήμα 3).
Μετά τις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις, το σύστημα κοινωνικής προστασίας της Ελλάδας ήταν πολύ καλύτερα προετοιμασμένο για να αντιμετωπίσει ένα μεγάλο σοκ από ό, τι στην αρχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Τα προσωρινά μέτρα στήριξης του εισοδήματος της κυβέρνησης έχουν μειώσει την επίδραση της κρίσης του κορωνοϊού στα εισοδήματα των νοικοκυριών.
Ωστόσο, παρά τις βελτιώσεις τα τελευταία χρόνια, τα ποσοστά φτώχειας μεταξύ των νέων και των οικογενειών με παιδιά παραμένουν υψηλά, ενώ οι συνταξιούχοι έχουν πολύ καλύτερη απόδοση.
Αυτό και ο μεγάλος αντίκτυπος του σοκ COVID-19 στον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας και στους νέους που υπογραμμίζουν περαιτέρω την ανάγκη αντιμετώπισης των ανισορροπιών μεταξύ των γενεών.
Οι συντάξεις ως μερίδιο του ΑΕΠ παραμένουν από τις υψηλότερες στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Οι αλλαγές πολιτικής στα μέσα του 2019 θα αυξήσουν περαιτέρω τις συνταξιοδοτικές δαπάνες βραχυπρόθεσμα, ακόμη και αν οι προηγούμενες εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις θα μειώσουν σημαντικά το βάρος της στην οικονομία μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Το σοκ COVID-19 κάνει την ανάγκη να συνεχιστεί ο εκσυγχρονισμός του συστήματος κοινωνικής προστασίας της Ελλάδας.
Η οικονομική δραστηριότητα, αν και μετατοπίζεται σταδιακά σε εμπορεύσιμους τομείς, εξακολουθεί να συγκεντρώνεται σε παραδοσιακούς και χαμηλής καινοτομίας τομείς, συμβάλλοντας στη χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας.
Οι μικρές και οι εταιρείες χαμηλής παραγωγικότητας συνεχίζουν να διαδραματίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στην οικονομία.
Παρά την πρόσφατη πρόοδο, όπως η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, τα υψηλά φορολογικά βάρη, η γραφειοκρατία, οι κανονισμοί χαμηλής ποιότητας και ένα αργό σύστημα δικαιοσύνης επηρεάζουν το επιχειρηματικό περιβάλλον, αποθαρρύνοντας τις εγχώριες και ξένες επενδύσεις και αποτρέποντας την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) των τραπεζών υποχώρησαν πριν από το σοκ του COVID-19, αλλά εξακολουθούν να είναι υψηλά, περιορίζοντας την ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν επενδύσεις.
Οι σοβαροί περιορισμοί ρευστότητας που αντιμετωπίζουν πολλές εταιρείες μετά τον κίνδυνο σοκ COVID-19 αυξάνουν περαιτέρω τα NPL.
Η κυβέρνηση εισήγαγε προσωρινά πιστωτικά όρια και εγγυήσεις για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης.
Παρ 'όλα αυτά, παραμένει επείγον να μειωθούν διαρκώς τα NPL στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Οι φιλόδοξες και ολοκληρωμένες μεταρρυθμίσεις είναι το κλειδί για την υπέρβαση του σοκ του COVID-19
Η πανδημία καθιστά τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές εξαιρετικά αβέβαιες.
Οι απαντήσεις της κυβέρνησης COVID-19 που ανακοινώθηκαν μέχρι σήμερα θα στηρίξουν τα εισοδήματα και τις επιχειρήσεις έως το 2021.
Ένα δεύτερο ξέσπασμα θα περιορίσει περαιτέρω τη ζήτηση τουρισμού και υπηρεσιών και θα απαιτήσει την επέκταση της κυβερνητικής υποστήριξης.
Η ενίσχυση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους για την αναβάθμιση των δραστηριοτήτων και των δεξιοτήτων τους και τη μετάβαση σε τομείς που υπόσχονται καλύτερες ευκαιρίες θα επιταχύνει την ανάκαμψη και θα κάνει την οικονομία και την κοινωνία πιο ανθεκτική.
Μόλις υποχωρήσει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης COVID-19, η Ελλάδα μπορεί και πάλι να επικεντρωθεί σε ένα πρόγραμμα μεσοπρόθεσμου μετασχηματισμού για να αναζωογονήσει την ανάκαμψή της με ισχυρότερη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.
Η κυβέρνηση εργάζεται σε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για την επίτευξη τεσσάρων πολιτικών στόχων: προστασία της οικονομίας από το σοκ COVID-19, επίτευξη σταθερής οικονομικής ανάκαμψης, αύξηση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και βελτίωση της ένταξης.
Σύμφωνα με αυτό το πρόγραμμα, προτείνει ένα φιλόδοξο πακέτο μεταρρυθμίσεων για την υποστήριξη ισχυρότερης απασχόλησης, παραγωγικότητας και επενδύσεων και για την αύξηση της ευημερίας.
Αυτό το πακέτο περιλαμβάνει μέτρα για να ενθαρρύνει και να βοηθήσει περισσότερους ανθρώπους να βρουν θέσεις εργασίας, να ενισχύσει την καινοτομία, μειώνοντας παράλληλα και κατανέμοντας δίκαια την επιβάρυνση της φορολογίας και βελτιώνοντας τη δημόσια διοίκηση.
Αυτά τα μέτρα θα αυξήσουν την ετήσια τάση αύξησης του ΑΕΠ κατά 1 εκατοστιαία μονάδα έως το 2030.
Η υψηλότερη ανάπτυξη και το συνεχές πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ θα διασφαλίσουν ότι ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ μειώνεται σταθερά μακροπρόθεσμα.
Η επιδιόρθωση του τραπεζικού συστήματος πρέπει να επιταχυνθεί.
Η κυβέρνηση εφαρμόζει ένα νέο σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων (Ηρακλής) για να βοηθήσει τις τράπεζες να διαχειριστούν το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Το σχέδιο αναμένεται να μειώσει σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών τα επόμενα δύο χρόνια.
Ωστόσο, το σοκ COVID-19 έχει επιβραδύνει την πρόοδο και απαιτείται περαιτέρω δράση για την αντιμετώπιση του μεγάλου αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα παραμείνουν και θα βελτιώσουν την ποιότητα του κεφαλαίου των τραπεζών.
Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι το κλειδί για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου και την αντιστάθμιση της μεγάλης αρνητικής επίδρασης των δημογραφικών στοιχείων.
Η αύξηση της αύξησης της παραγωγικότητας θα απαιτήσει πρόσθετες προσπάθειες για τη μείωση των εμποδίων στον ανταγωνισμό, ιδίως σε επαγγελματικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων συμβολαιογράφων, δικηγόρων και λιανικών πωλήσεων φαρμάκων και αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης (συμπεριλαμβανομένου του συστήματος δικαιοσύνης).
Αυτό θα συνέβαλε στην ενίσχυση του κράτους δικαίου, μειώνοντας έτσι το κόστος και την αβεβαιότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, προσελκύοντας περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις και συμβάλλοντας στην ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης σε δημόσιους οργανισμούς.
Οι προσπάθειες της κυβέρνησης να μειώσει τη γραφειοκρατία, να αυξήσει τη λογοδοσία και την αποτελεσματικότητα στο δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών, είναι ευπρόσδεκτες και απέδειξαν την αποτελεσματικότητά τους κατά την περίοδο κλιμάκωσης του COVID-19.
Οι προσπάθειες πρόληψης και δίωξης της διαφθοράς πρέπει να συνεχιστούν σύμφωνα με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
Η πρόσφατη ίδρυση της ανεξάρτητης Αρχής της Διαφάνειας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Η ποιότητα των δημοσίων δαπανών πρέπει να αυξηθεί περαιτέρω μαζί με τη δικαιοσύνη και την αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος.
Η περαιτέρω βελτίωση του σχεδιασμού και της εφαρμογής αποτελεσματικών αναθεωρήσεων δαπανών και η διασφάλιση ότι τα αποτελέσματα θα είναι διαθέσιμα άμεσα θα βοηθούσαν στην ανακατανομή πόρων σε πιο αποτελεσματικά δημόσια προγράμματα και δημόσιες επενδύσεις.
Η περαιτέρω διεύρυνση της φορολογικής βάσης με τη συνέχιση της βελτίωσης της εθελοντικής φορολογικής συμμόρφωσης και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής είναι καθοριστικής σημασίας για τη μείωση των υψηλών νόμιμων φορολογικών συντελεστών, καθιστώντας το φορολογικό σύστημα πιο δίκαιο και διασφαλίζοντας τη φορολογική αξιοπιστία (Σχήμα 5).
Η μείωση των υψηλών ποσοστών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης των εργοδοτών, ιδίως με χαμηλά εισοδήματα, θα υποστήριζε την απασχόληση και θα μείωνε την μαύρη εργασία.
Η ενίσχυση των ενεργών προγραμμάτων της αγοράς εργασίας, της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης θα βελτιώσει την ικανότητα του εργατικού δυναμικού να προσαρμοστεί στο σοκ COVID-19 και σε μια μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας.
Οι δεξιότητες των εργαζομένων συχνά δεν ταιριάζουν με τις ανάγκες των εργοδοτών, ενώ εκείνοι που δεν εργάζονται διατρέχουν κίνδυνο μακροχρόνιας ανεργίας (Σχήμα 6).
Η ενίσχυση της ικανότητας των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης θα βελτιώσει την αντιστοίχιση των θέσεων εργασίας και την πρόσβαση των ατόμων που αναζητούν εργασία στην κατάρτιση δεξιοτήτων.
Τα προγράμματα δημοσίων έργων βοηθούν τους μακροχρόνια άνεργους να διατηρήσουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, αλλά υπάρχει σημαντικό περιθώριο στην ενίσχυση των δεξιοτήτων, ώστε να βελτιωθούν οι προοπτικές.
Η εφαρμογή των ενεργών πυλώνων της αγοράς εργασίας και της κοινωνικής ένταξης του συστήματος Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος θα βελτιώσει τις πιθανότητες των δικαιούχων να διατηρήσουν το εισόδημά τους μέσω της εργασίας.
Η διασφάλιση ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν άμεσα και αποτελεσματικά, εάν είναι επιλέξιμες, τις νέες ρήτρες εξαίρεσης στις τομεακές συλλογικές συμβάσεις θα βελτιώσουν τη σύνδεση μεταξύ μισθών και παραγωγικότητας και θα δώσουν περισσότερη ευελιξία στους χώρους εργασίας.
Η εκπαίδευση εκτιμάται ιδιαίτερα στην Ελλάδα, αλλά μεταφράζεται ελάχιστα σε ετοιμότητα για εργασία και ένα μικρό ποσοστό ενηλίκων συμμετέχουν στη διά βίου μάθηση.
Λαμβάνονται καθυστερημένα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης, παρέχοντας στους εκπαιδευτικούς κάποια αυτονομία και εκτιμώντας την απόδοση.
Η νομιμοποίηση του μεγάλου προσωρινού εργατικού δυναμικού με συμβόλαια που ανταμείβουν την απόδοση και παρέχουν προοπτικές σταδιοδρομίας, αποφεύγοντας ταυτόχρονα τις ακαμψίες των τρεχουσών συμβάσεων, θα αύξανε το ηθικό και την ποιότητα διδασκαλίας των εκπαιδευτικών.
Οι μεταρρυθμίσεις στη μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση μπορούν να προσφέρουν την προοπτική βελτίωσης της επαγγελματικής εκπαίδευσης και να παρέχουν στους ενήλικες πρόσβαση στη δια βίου μάθηση και κατάρτιση δεξιοτήτων.
Η ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων των ενηλίκων είναι ιδιαίτερα επείγουσα, δεδομένου του επικείμενου κινδύνου για θέσεις εργασίας από την ψηφιοποίηση και τον αυτοματισμό.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών