Αδυναμία πρόβλεψης δηλώνει το ΚΕΠΕ λόγω της εξάπλωσης, της έντασης και της διάρκειας της πανδημίας τους επόμενους μήνες σε εγχώριο αλλά και διεθνές επίπεδο
Ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής για το σύνολο του 2020 θα διαμορφωθούν στο -7,7% και -7,8%, αντίστοιχα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του υποδείγματος παραγόντων του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ).
Οι προβλέψεις αυτές ενσωματώνουν τα επίσημα δημοσιευμένα (προσωρινά) στοιχεία για τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2020, καθώς και τις εκτιμήσεις των ρυθμών μεταβολής -6,9% και -8,4% για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο, αντίστοιχα.
Οι συγκεκριμένες προβλέψεις αντανακλούν τη σημαντική επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα, εξαιτίας του σοκ της πανδημίας του Covid-19.
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο του 20202, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά -15,2% (σε όρους αλυσωτών δεικτών όγκου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Τα εν λόγω στοιχεία σηματοδοτούν την έλευση μιας οικονομικής ύφεσης για το σύνολο του 2020, κάτι το οποίο επιβεβαιώνουν και οι παρούσες προβλέψεις.
Η τρέχουσα συγκυρία και κατά συνέπεια και οι εκτιμήσεις για την πορεία του ΑΕΠ το 2020 συνοδεύονται από έναν ιδιαίτερα υψηλό βαθμό αβεβαιότητας που δυσχεραίνει συνολικά τη διεξαγωγή βραχυπρόθεσμων προβλέψεων.
Αυτό οφείλεται, πρώτον, στην αδυναμία πρόβλεψης της εξάπλωσης, της έντασης και της διάρκειας της πανδημίας τους επόμενους μήνες σε εγχώριο αλλά και διεθνές επίπεδο και, δεύτερον, στο ότι παραμένει δύσκολη η ποσοτικοποίηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των εκτεταμένων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και θωράκισης της οικονομίας.
Η όποια δυσμενέστερη ή ευνοϊκότερη από την προβλεπόμενη εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 είναι σαφώς συνυφασμένη με την εξέλιξη της πανδημίας, αλλά και με μια σειρά παραγόντων όπως: η δυναμική της ζήτησης και της προσφοράς, η εξαγωγική επίδοση της Ελλάδας, οι επενδυτικές και αποταμιευτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα, καθώς και οι χρηματοοικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Ταυτόχρονα, είναι συνάρτηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των οικονομικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί και θα ληφθούν στο προσεχές χρονικό διάστημα σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αναλυτική παρουσίαση των προβλέψεων του ΚΕΠΕ
Το ΚΕΠΕ δημοσιοποιεί τις προβλέψεις για τις βραχυπρόθεσμες εξελίξεις του ρυθμού μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ.
Οι προβλέψεις αυτές (Πίνακας 1) προκύπτουν από την εφαρμογή ενός δυναμικού υποδείγματος παραγόντων (dynamic factor model)3 και ενσωματώνουν στοιχεία για την οικονομική δραστηριότητα μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Η υποκείμενη βάση δεδομένων περιλαμβάνει 126 μεταβλητές4, οι οποίες καλύπτουν τις κύριες παραμέτρους της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα σε τριμηνιαία συχνότητα κατά τη χρονική περίοδο από τον Ιανουάριο του 2000 μέχρι και τον Ιούνιο του 2020.
Σύμφωνα με τις οικονομετρικές εκτιμήσεις σε εποχικά διορθωμένη βάση, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ για το σύνολο του 2020 προβλέπεται στο -7,8% και ο μέσος ρυθμός μεταβολής για το δεύτερο εξάμηνο του 2020 εκτιμάται στο -7,7%.
Οι εν λόγω προβλέψεις σηματοδοτούν την έλευση μιας οικονομικής ύφεσης για το σύνολο του 2020, όπως καταδεικνύουν ήδη τα δημοσιευμένα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο του 20206, σύμφωνα με τα οποία το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά -15,2% (σε όρους αλυσωτών δεικτών όγκου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα, εξαιτίας του σοκ της πανδημίας του Covid-19, αντικατοπτρίζεται και στους εκτιμώμενους αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2020 (ως προς τα αντίστοιχα τρίμηνα του προηγούμενου έτους), που προβλέπονται στο -6,9% και -8,4%, αντίστοιχα.
Η ως άνω γενική αξιολόγηση των αναμενόμενων οικονομικών συνθηκών στη χώρα για το 2020 συνάδει με την πρόσφατη εξέλιξη μεγάλου αριθμού οικονομικών μεταβλητών και δεικτών, όπως διακρίνεται από τις παρατηρήσεις σε μη εποχικά και ημερολογιακά διορθωμένη βάση, που αφορούν το δεύτερο τρίμηνο του 2020, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Πιο αναλυτικά, σημαντική πτώση κατέγραψαν όλες οι κύριες συνιστώσες του ΑΕΠ, ενώ δυσμενείς ήταν οι εξελίξεις στη βιομηχανία, το λιανικό και χονδρικό εμπόριο, την αγορά των ΙΧ και το Χρηματιστήριο.
Ιδιαίτερα αρνητική υπήρξε η εξέλιξη του ισοζυγίου υπηρεσιών ως προς το σκέλος των εισπράξεων, όπου οι ταξιδιωτικές εισπράξεις σημείωσαν κατακόρυφη πτώση.
Και ο κατασκευαστικός κλάδος υπέστη σοβαρό πλήγμα από τις επιπτώσεις της πανδημίας και των συνδεόμενων μέτρων που ελήφθησαν.
Τέλος, όπως αναμενόταν, η σημαντική διαταραχή που έπληξε (και εξακολουθεί να πλήττει) την ελληνική οικονομία επηρέασε σημαντικά τις προσδοκίες και εκτιμήσεις των συμμετεχόντων στην οικονομική δραστηριότητα για την πορεία της οικονομίας (αναφορικά με τη βιομηχανία, τις εξαγωγές και την πορεία σε επιμέρους κλάδους της οικονομίας), οι οποίες σημείωσαν ραγδαία επιδείνωση.
Αντιστοίχως δυσμενής υπήρξε η πορεία του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος για την Ελλάδα, αλλά κυρίως του συνολικού δείκτη για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μεταξύ των πολύ περιορισμένων θετικών εξελίξεων κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 συγκαταλέγεται η μικρή βελτίωση σε όρους ορισμένων από τους υποκείμενους δείκτες ανταγωνιστικότητας, καθώς και η πτώση της διαφοράς των επιτοκίων (spread, μεταξύ ελληνικού και γερμανικού 10ετούς ομολόγου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019, παρά το γεγονός ότι μεταξύ συνεχόμενων τριμήνων (q-o-q) καταγράφηκε αύξηση για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο.
Μεγάλη βαρύτητα δίδεται στις εξελίξεις στην εγχώρια αγορά εργασίας, όπου για πρώτη φορά μετά από μια μακρά περίοδο αύξησης, το σύνολο των απασχολουμένων κατέγραψε πτώση στο δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Αντίθετα, τα στοιχεία της ανεργίας σε επίπεδο συνολικών, μακροχρόνια και νέων ανέργων για το εν λόγω τρίμηνο δεν αντανακλούν προσωρινά κάποια δυσμενή εξέλιξη, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Τονίζεται, εντούτοις, ότι οι συνθήκες στην αγορά εργασίας παραμένουν δύσκολες, δεδομένου του υψηλού ποσοστού ανεργίας, ενώ έχουν επηρεαστεί επιπλέον σημαντικά από τα μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Η προβλεπόμενη πορεία του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 και, συνεπώς, οι συνολικές οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα συνοδεύονται από έναν ιδιαίτερα υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, ο οποίος συνδέεται με την αδυναμία πρόβλεψης του βαθμού εξάπλωσης, της έντασης και της διάρκειας της πανδημίας τους επόμενους μήνες σε εγχώριο αλλά και διεθνές επίπεδο.
Η χώρα παραμένει ευάλωτη στην προκαλούμενη διαταραχή, κυρίως εξαιτίας της εξάρτησής της από την εξωτερική ζήτηση και του υψηλού μεριδίου της οικονομικής δραστηριότητας σε κλάδους (τουρισμός και μεταφορές) που πλήττονται εντονότερα από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Γενικότερα, η όποια δυσμενέστερη ή ευνοϊκότερη από την προβλεπόμενη εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 είναι σαφώς συνυφασμένη με την εξέλιξη της πανδημίας, αλλά και με μια σειρά παραγόντων όπως: η δυναμική της ζήτησης και της προσφοράς, η εξαγωγική επίδοση της Ελλάδας, οι επενδυτικές και αποταμιευτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα, καθώς και οι χρηματοοικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Ταυτόχρονα, είναι συνάρτηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των οικονομικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί και θα ληφθούν στο προσεχές χρονικό διάστημα σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο.
www.bankingnews.gr
Οι προβλέψεις αυτές ενσωματώνουν τα επίσημα δημοσιευμένα (προσωρινά) στοιχεία για τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2020, καθώς και τις εκτιμήσεις των ρυθμών μεταβολής -6,9% και -8,4% για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο, αντίστοιχα.
Οι συγκεκριμένες προβλέψεις αντανακλούν τη σημαντική επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα, εξαιτίας του σοκ της πανδημίας του Covid-19.
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο του 20202, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά -15,2% (σε όρους αλυσωτών δεικτών όγκου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Τα εν λόγω στοιχεία σηματοδοτούν την έλευση μιας οικονομικής ύφεσης για το σύνολο του 2020, κάτι το οποίο επιβεβαιώνουν και οι παρούσες προβλέψεις.
Η τρέχουσα συγκυρία και κατά συνέπεια και οι εκτιμήσεις για την πορεία του ΑΕΠ το 2020 συνοδεύονται από έναν ιδιαίτερα υψηλό βαθμό αβεβαιότητας που δυσχεραίνει συνολικά τη διεξαγωγή βραχυπρόθεσμων προβλέψεων.
Αυτό οφείλεται, πρώτον, στην αδυναμία πρόβλεψης της εξάπλωσης, της έντασης και της διάρκειας της πανδημίας τους επόμενους μήνες σε εγχώριο αλλά και διεθνές επίπεδο και, δεύτερον, στο ότι παραμένει δύσκολη η ποσοτικοποίηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των εκτεταμένων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και θωράκισης της οικονομίας.
Η όποια δυσμενέστερη ή ευνοϊκότερη από την προβλεπόμενη εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 είναι σαφώς συνυφασμένη με την εξέλιξη της πανδημίας, αλλά και με μια σειρά παραγόντων όπως: η δυναμική της ζήτησης και της προσφοράς, η εξαγωγική επίδοση της Ελλάδας, οι επενδυτικές και αποταμιευτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα, καθώς και οι χρηματοοικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Ταυτόχρονα, είναι συνάρτηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των οικονομικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί και θα ληφθούν στο προσεχές χρονικό διάστημα σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αναλυτική παρουσίαση των προβλέψεων του ΚΕΠΕ
Το ΚΕΠΕ δημοσιοποιεί τις προβλέψεις για τις βραχυπρόθεσμες εξελίξεις του ρυθμού μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ.
Οι προβλέψεις αυτές (Πίνακας 1) προκύπτουν από την εφαρμογή ενός δυναμικού υποδείγματος παραγόντων (dynamic factor model)3 και ενσωματώνουν στοιχεία για την οικονομική δραστηριότητα μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Η υποκείμενη βάση δεδομένων περιλαμβάνει 126 μεταβλητές4, οι οποίες καλύπτουν τις κύριες παραμέτρους της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα σε τριμηνιαία συχνότητα κατά τη χρονική περίοδο από τον Ιανουάριο του 2000 μέχρι και τον Ιούνιο του 2020.
Σύμφωνα με τις οικονομετρικές εκτιμήσεις σε εποχικά διορθωμένη βάση, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ για το σύνολο του 2020 προβλέπεται στο -7,8% και ο μέσος ρυθμός μεταβολής για το δεύτερο εξάμηνο του 2020 εκτιμάται στο -7,7%.
Οι εν λόγω προβλέψεις σηματοδοτούν την έλευση μιας οικονομικής ύφεσης για το σύνολο του 2020, όπως καταδεικνύουν ήδη τα δημοσιευμένα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο του 20206, σύμφωνα με τα οποία το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά -15,2% (σε όρους αλυσωτών δεικτών όγκου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Η επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών στην Ελλάδα, εξαιτίας του σοκ της πανδημίας του Covid-19, αντικατοπτρίζεται και στους εκτιμώμενους αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2020 (ως προς τα αντίστοιχα τρίμηνα του προηγούμενου έτους), που προβλέπονται στο -6,9% και -8,4%, αντίστοιχα.
Η ως άνω γενική αξιολόγηση των αναμενόμενων οικονομικών συνθηκών στη χώρα για το 2020 συνάδει με την πρόσφατη εξέλιξη μεγάλου αριθμού οικονομικών μεταβλητών και δεικτών, όπως διακρίνεται από τις παρατηρήσεις σε μη εποχικά και ημερολογιακά διορθωμένη βάση, που αφορούν το δεύτερο τρίμηνο του 2020, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Πιο αναλυτικά, σημαντική πτώση κατέγραψαν όλες οι κύριες συνιστώσες του ΑΕΠ, ενώ δυσμενείς ήταν οι εξελίξεις στη βιομηχανία, το λιανικό και χονδρικό εμπόριο, την αγορά των ΙΧ και το Χρηματιστήριο.
Ιδιαίτερα αρνητική υπήρξε η εξέλιξη του ισοζυγίου υπηρεσιών ως προς το σκέλος των εισπράξεων, όπου οι ταξιδιωτικές εισπράξεις σημείωσαν κατακόρυφη πτώση.
Και ο κατασκευαστικός κλάδος υπέστη σοβαρό πλήγμα από τις επιπτώσεις της πανδημίας και των συνδεόμενων μέτρων που ελήφθησαν.
Τέλος, όπως αναμενόταν, η σημαντική διαταραχή που έπληξε (και εξακολουθεί να πλήττει) την ελληνική οικονομία επηρέασε σημαντικά τις προσδοκίες και εκτιμήσεις των συμμετεχόντων στην οικονομική δραστηριότητα για την πορεία της οικονομίας (αναφορικά με τη βιομηχανία, τις εξαγωγές και την πορεία σε επιμέρους κλάδους της οικονομίας), οι οποίες σημείωσαν ραγδαία επιδείνωση.
Αντιστοίχως δυσμενής υπήρξε η πορεία του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος για την Ελλάδα, αλλά κυρίως του συνολικού δείκτη για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μεταξύ των πολύ περιορισμένων θετικών εξελίξεων κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 συγκαταλέγεται η μικρή βελτίωση σε όρους ορισμένων από τους υποκείμενους δείκτες ανταγωνιστικότητας, καθώς και η πτώση της διαφοράς των επιτοκίων (spread, μεταξύ ελληνικού και γερμανικού 10ετούς ομολόγου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019, παρά το γεγονός ότι μεταξύ συνεχόμενων τριμήνων (q-o-q) καταγράφηκε αύξηση για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο.
Μεγάλη βαρύτητα δίδεται στις εξελίξεις στην εγχώρια αγορά εργασίας, όπου για πρώτη φορά μετά από μια μακρά περίοδο αύξησης, το σύνολο των απασχολουμένων κατέγραψε πτώση στο δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Αντίθετα, τα στοιχεία της ανεργίας σε επίπεδο συνολικών, μακροχρόνια και νέων ανέργων για το εν λόγω τρίμηνο δεν αντανακλούν προσωρινά κάποια δυσμενή εξέλιξη, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Τονίζεται, εντούτοις, ότι οι συνθήκες στην αγορά εργασίας παραμένουν δύσκολες, δεδομένου του υψηλού ποσοστού ανεργίας, ενώ έχουν επηρεαστεί επιπλέον σημαντικά από τα μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Η προβλεπόμενη πορεία του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 και, συνεπώς, οι συνολικές οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα συνοδεύονται από έναν ιδιαίτερα υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, ο οποίος συνδέεται με την αδυναμία πρόβλεψης του βαθμού εξάπλωσης, της έντασης και της διάρκειας της πανδημίας τους επόμενους μήνες σε εγχώριο αλλά και διεθνές επίπεδο.
Η χώρα παραμένει ευάλωτη στην προκαλούμενη διαταραχή, κυρίως εξαιτίας της εξάρτησής της από την εξωτερική ζήτηση και του υψηλού μεριδίου της οικονομικής δραστηριότητας σε κλάδους (τουρισμός και μεταφορές) που πλήττονται εντονότερα από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Γενικότερα, η όποια δυσμενέστερη ή ευνοϊκότερη από την προβλεπόμενη εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 είναι σαφώς συνυφασμένη με την εξέλιξη της πανδημίας, αλλά και με μια σειρά παραγόντων όπως: η δυναμική της ζήτησης και της προσφοράς, η εξαγωγική επίδοση της Ελλάδας, οι επενδυτικές και αποταμιευτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα, καθώς και οι χρηματοοικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Ταυτόχρονα, είναι συνάρτηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των οικονομικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί και θα ληφθούν στο προσεχές χρονικό διάστημα σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών