Σε πρωτογενές έλλειμμα 7% του ΑΕΠ οδηγείται και το 2021 ο κρατικός προϋπολογισμός με βάση τις νεότερες εκτιμήσεις από τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών στο πλαίσιο του δημοσιονομικού ελέγχου για την 10η μεταμνημονιακή αξιολόγηση. Για την ώρα πάντως το συγκεκριμένο μέγεθος «κλειδώνει» για το 2021στην περιοχή του 6,5% του ΑΕΠ μετά την νέα αναγκαστική αύξηση των πόρων για την αναχαίτιση των παρενεργειών από την πανδημική κρίση.
Το οικονομικό επιτελείο προχώρησε στην κατάθεση συμπληρωματικού προϋπολογισμού στη Βουλή αυξάνοντας τις πιστώσεις για την αντιμετώπιση των συνεπειών από την υγειονομική κρίση κατά 3 δισ. ευρώ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα χρειαστούν άλλες ενέσεις ρευστότητας για τον σκοπό αυτό.
Το συνολικό κόστος των μέτρων για το Δημόσιο φτάνει ήδη -αν δεν τα έχει ξεπεράσει- στα 13 δισ. ευρώ έναντι 7,5 δισ. ευρώ που είχαν εγγραφεί στον προϋπολογισμό.
«Το έλλειμμα του 2021 θα είναι βαθύτερο» παραδέχθηκε χθες κυβερνητικός αξιωματούχος αναγνωρίζοντας το βάρος του νέου κύματος της πανδημίας που ανοίγει πληγές στην αγορά και οδηγεί σε συγκράτηση της καταναλωτικής δαπάνης με αλυσιδωτές παρενέργειες στο ΑΕΠ και τα κρατικά έσοδα.
Νέα επί τα χείρω αναθεώρηση
Στο Γενικό Λογιστήριο βαδίζουν ήδη σε μία νέα επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων για την πορεία της οικονομίας και το δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το τρέχον έτος.
Η νέα υπέρβαση επηρεάζει δυσμενώς το πρωτογενές έλλειμμα, το οποίο σε ετήσια βάση αναμένεται να διαμορφωθεί πάνω από τα 11 δισ. ευρώ, έναντι κυβερνητικής πρόβλεψης για 6,7 δισ. ευρώ και 11,7 δισ. ευρώ που έκλεισε το 2020. Σύμφωνα με πληροφορίες η πρόσθετη επιβάρυνση ως ποσοστό του ΑΕΠ υπολογίζεται ότι θα είναι 2,3-2,5 ποσοστιαίες μονάδες με αποτέλεσμα το πρωτογενές έλλειμμα να ανεβαίνει για το 2021 στο 6,4%-6,5%, όταν το 2020 ήταν 7,2% ενώ το 2019 καταγράφηκε πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ.
Η υπέρβαση στις δαπάνες δεν παραβιάζει τους δημοσιονομικούς κανόνες λόγω της ρήτρας διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας, αλλά τα περιθώρια ευελιξίας δεν είναι απεριόριστα και σε κάθε περίπτωση το έλλειμμα θα πρέπει να συγκρατηθεί σε διαχειρίσιμα για την επάνοδο στην εξυγίανση επίπεδα μετά το τέλος της πανδημίας.
Αλλωστε σήμα κινδύνου για τις μελλοντικές επιπτώσεις του δημοσιονομικού εκτροχιασμού έχει εκπέμψει πολλάκις ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, σημειώνοντας ότι «κάθε ευρώ που ξοδεύουμε τώρα είναι φόροι που κάποια στιγμή θα μπούνε.Φόροι οι οποίοι δεν θέλουμε να προέρχονται από αύξηση φορολογικών συντελεστών, αλλά από ένα μέρισμα ανάπτυξης.
Αυτά τα χρήματα σε μάκρος χρόνου θα τα πληρώσουμε πίσω.
Πρέπει να τα ξοδεύουμε με τη συνειδητοποίηση ότι το κράτος δεν βρήκε κάποια πετρελαιοπηγή.
Δανείζεται από το εξωτερικό».
Το νομοσχέδιο με τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό ενσωματώνει και άλλες διατάξεις, όπως η απαλλαγή αγροτών από το τέλος επιτηδεύματος και η έκτακτη ενίσχυση έως 4.000 ευρώ σε επιχειρήσεις που ήταν κλειστές τον μήνα Απρίλιο.
Του μέτρου εξαιρείται ο κλάδος της εστίασης.
Ειδικότερα:
1. Εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής του τέλους επιτηδεύματος και για το φορολογικό έτος 2020 (ίσχυε για το φορολογικό έτος 2019) οι αγρότες κανονικού καθεστώτος ΦΠΑ, για τους οποίους έχουν παρέλθει τα πρώτα πέντε (5) έτη από την ημερομηνία τήρησης βιβλίων και ένταξής τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, καθώς επίσης και οι αλιείς παράκτιας αλιείας, που εκμεταλλεύονται αλιευτικά σκάφη μέχρι 12 μέτρων.
2. Χορηγείται εφάπαξ οικονομική ενίσχυση έως 4.000 ευρώ σε περίπου 100.000 επιτηδευματίες εκ των οποίων οι 10.800 δραστηριοποιούνται στους κλάδους του λιανεμπορίου στους οποίους έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα στις Περιφερειακές Ενότητες Θεσσαλονίκης, Αχαΐας και Κοζάνης.
Το κόστος του μέτρου ανέρχεται σε 130 εκατ. ευρώ με το ύψος της αποζημίωσης να διαμορφώνεται σε 1.000 ευρώ για επιχειρήσεις που απασχολούν 0 έως 5 εργαζόμενους, 2.000 ευρώ για 6 έως 20 εργαζόμενους και 4.000 ευρώ για 21 έως 50 εργαζόμενους.
Για τις επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζονται περιοριστικά μέτρα για λιγότερες από 15 ημέρες, η αποζημίωση περιορίζεται στο 50%.
Η αποζημίωση είναι μη επιστρεπτέα, αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων.
Επίσης, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα.
3. Συστήνεται Ταμείο Κρατικής Αρωγής με τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (εφεξής «Ταμείο»).
Το Ταμείο εποπτεύεται από τον υπουργό Οικονομικών, υποστηρίζεται διοικητικά και οικονομικά από το υπουργείο Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα.
Σκοπός του Ταμείου είναι η χρηματοδότηση προγραμμάτων και δράσεων στήριξης και ενίσχυσης πληγέντων από θεομηνίες, συμπληρωματικά προς τις ενισχύσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι πόροι του Ταμείου προέρχονται από:
- Εισφορές ιδιωτών στον Λογαριασμό Κρατικής Αρωγής, ο οποίος συστήνεται με απόφαση του υπουργού Οικονομικών και τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος.
- Ποσά που έχουν αναζητηθεί ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και αφορούν κάθε είδους ενίσχυση που έχει δοθεί σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα μετά από θεομηνίες, τα οποία και αποδίδονται στο Ταμείο μέσω του κρατικού προϋπολογισμού.
- Επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, το ύψος της οποίας προσδιορίζεται κατ’ έτος με απόφαση του υπουργού Οικονομικών.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών