Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα έχει αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη στην Ευρώπη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιολογήσει έως τον Μάιο εάν οι δημοσιονομικοί κανόνες που θέτουν όρια στον κρατικό δανεισμό θα παραμείνουν σε αναστολή και το 2023, αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης έχουν ανασταλεί από την έναρξη της πανδημίας το 2020 για να δώσουν στις κυβερνήσεις περιθώριο να καταπολεμήσουν τις οικονομικές επιπτώσεις του COVID-19.
Επρόκειτο να αποκατασταθούν το 2023, αλλά ο νέος κίνδυνος για την ανάπτυξη από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι κυρώσεις στη Ρωσία και οι ρωσικές αντκυρώσεις θα κάνουν την Επιτροπή να επαναξιολογήσει αυτόν τον στόχο.
«Δεδομένης της τρέχουσας αβεβαιότητας, θα χρειαστεί να επανεκτιμήσουμε την αναμενόμενη απενεργοποίηση της Γενικής Ρήτρας Διαφυγής το 2023 με βάση την εαρινή μας πρόβλεψη, την οποία θα παρουσιάσω στα μέσα Μαΐου», δήλωσε ο Ευρωπαίος Οικονομικός Επίτροπος Paolo Gentiloni.
Πέντε βασικές αρχές
Η Κομισιόν προσδιορίζει πέντε βασικές αρχές και υπογραμμίζει τις συνέπειες για τις δημοσιονομικές συστάσεις τις οποίες η Επιτροπή θα προτείνει στα κράτη μέλη τον Μάιο του 2022 για τα δημοσιονομικά τους προγράμματα το 2023.
-θα πρέπει να διασφαλιστούν ο συντονισμός των πολιτικών και ένα συνεκτικό μείγμα πολιτικών·
-η βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να διασφαλιστεί μέσω σταδιακής και υψηλής ποιότητας δημοσιονομικής προσαρμογής και μέσω της οικονομικής ανάπτυξης·
-θα πρέπει να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις και τη βιώσιμη ανάπτυξη·
-θα πρέπει να προωθηθούν δημοσιονομικές στρατηγικές που συνάδουν με μια μεσοπρόθεσμη προσέγγιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, λαμβάνοντας υπόψη τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας· και
-οι δημοσιονομικές στρατηγικές θα πρέπει να διαφοροποιούνται και να λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση της ζώνης του ευρώ.
Η συντονισμένη δημοσιονομική αντίδραση των κρατών μελών στη σοβαρή οικονομική ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία της COVID-19, η οποία διευκολύνεται από την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής και στηρίζεται από δράσεις σε επίπεδο ΕΕ, υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχής.
Ο συνεχής στενός συντονισμός των δημοσιονομικών πολιτικών παραμένει καίριας σημασίας στις σημερινές συνθήκες αστάθειας προκειμένου να εξασφαλιστούν τόσο η ομαλή μετάβαση προς μια νέα και βιώσιμη πορεία ανάπτυξης όσο και η δημοσιονομική βιωσιμότητα.
Με βάση τις χειμερινές οικονομικές προβλέψεις του 2022, η Επιτροπή είναι της άποψης ότι η μετάβαση από έναν υποστηρικτικό συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό την περίοδο 2020-2022 προς έναν γενικά ουδέτερο συνολικό δημοσιονομικό προσανατολισμό φαίνεται κατάλληλη το 2023, ενώ βρίσκεται σε ετοιμότητα για να αντιδρά στην εξελισσόμενη οικονομική κατάσταση.
Η αναγκαία δημοσιονομική αντίδραση στην πανδημία της COVID-19 και η συρρίκνωση της παραγωγής έχουν οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των δεικτών δημόσιου χρέους, ιδίως σε ορισμένα κράτη μέλη με υψηλό χρέος, αν και χωρίς αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους. Για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους απαιτείται πολυετής δημοσιονομική προσαρμογή σε συνδυασμό με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις ώστε να μην πληγεί το αναπτυξιακό δυναμικό.
Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι είναι σκόπιμη η έναρξη σταδιακής δημοσιονομικής προσαρμογής για τη μείωση του υψηλού δημόσιου χρέους από το 2023, ενώ μια υπερβολικά απότομη εξυγίανση θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη και, ως εκ τούτου, τη βιωσιμότητα του χρέους.
Η μετάβαση των οικονομιών της ΕΕ προς μια πορεία υψηλότερης βιώσιμης ανάπτυξης και η αντιμετώπιση των προκλήσεων της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης θα πρέπει να συνιστούν κορυφαία προτεραιότητα για όλα τα κράτη μέλη.
Ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΜΑΑ) ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο του NextGenerationEU και θα παράσχει έως και 800 δισ. ευρώ σε πρόσθετη χρηματοδότηση, μπορεί μεν να συμβάλει στη διασφάλιση της διττής μετάβασης, όμως η Επιτροπή είναι της άποψης ότι στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών σχεδίων θα πρέπει να προωθηθούν και να προστατευθούν εθνικά χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις υψηλής ποιότητας.
Τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης θα πρέπει να καθιστούν σαφές πώς τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά σχέδια των κρατών μελών εξασφαλίζουν σταδιακή πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους προς συνετά επίπεδα και διατηρήσιμη ανάπτυξη μέσω της σταδιακής εξυγίανσης, των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων.
Οι εθνικές δημοσιονομικές στρατηγικές θα πρέπει να διαφοροποιούνται κατάλληλα:
- τα μεν κράτη μέλη με υψηλό χρέος θα πρέπει να ξεκινήσουν σταδιακή μείωση του χρέους, με την επίτευξη δημοσιονομικής προσαρμογής το 2023, χωρίς συνεισφορές από τον ΜΑΑ και άλλες επιχορηγήσεις της ΕΕ·
- τα δε κράτη μέλη χαμηλού και μεσαίου χρέους θα πρέπει να ενισχύσουν τις αναγκαίες επενδύσεις για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, με στόχο την επίτευξη συνολικά ουδέτερου προσανατολισμού πολιτικής.
Πορεία των εργασιών σχετικά με την επανεξέταση της οικονομικής διακυβέρνησης
Η κρίση του κορονοϊού κατέδειξε τη συνάφεια και τη σημασία πολλών από τις προκλήσεις που επιδίωξε να συζητήσει και να αντιμετωπίσει η Επιτροπή κατά τη δημόσια συζήτηση σχετικά με το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης. Σε συνέχεια της δέσμευσης που ανέλαβε στην ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης η πρόεδρος φον ντερ Λάιεν να οικοδομήσει συναίνεση σχετικά με το μέλλον του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, η Επιτροπή δρομολόγησε εκ νέου τον δημόσιο διάλογο σχετικά με την επανεξέταση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ.
Η συζήτηση βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και διεξάγεται μέσω διαφόρων φόρουμ, συμπεριλαμβανομένων ειδικών συνεδριάσεων, εργαστηρίων και διαδικτυακής έρευνας, η οποία ολοκληρώθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2021. Σε αυτή τη συζήτηση χωρίς αποκλεισμούς συμμετέχουν οι πολίτες και ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών, ιδίως οι κοινωνικοί εταίροι, η ακαδημαϊκή κοινότητα, άλλα θεσμικά όργανα και οργανισμοί της ΕΕ, καθώς και οι εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια, μεταξύ άλλων. Η Επιτροπή αναλύει επί του παρόντος τις παρατηρήσεις που έλαβε και θα υποβάλει συνοπτική έκθεση τον Μάρτιο του 2022.
Κατά την άποψη της Επιτροπής, στις μέχρι τώρα συζητήσεις επισημαίνονται ορισμένα βασικά ζητήματα, στα οποία περαιτέρω και πιο συγκεκριμένες εργασίες θα μπορούσαν να προλειάνουν το έδαφος για την επίτευξη συναίνεσης όσον αφορά το μελλοντικό δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ:
- Η διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους και η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης μέσω επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων είναι καίριας σημασίας για την επιτυχία του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ·
- Η μεγαλύτερη έμφαση στη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική εποπτεία της ΕΕ φαίνεται να αποτελεί πολλά υποσχόμενη οδό·
- Θα πρέπει να συζητηθεί περαιτέρω ποια διδάγματα μπορούν να αντληθούν από τον σχεδιασμό, τη διακυβέρνηση και τη λειτουργία του ΜΑΑ· και
- Η απλούστευση, η αύξηση του βαθμού οικειοποίησης από τα κράτη μέλη και η καλύτερη επιβολή της νομοθεσίας αποτελούν βασικούς στόχους.
Με βάση τον εν εξελίξει δημόσιο διάλογο και τις συζητήσεις με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή θα παράσχει προσανατολισμούς σχετικά με πιθανές αλλαγές στο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης, με στόχο την επίτευξη ευρείας συναίνεσης ως προς τη μελλοντική πορεία πριν από το 2023.
Επόμενα βήματα
Η σημερινή ανακοίνωση καθορίζει τις προκαταρκτικές κατευθυντήριες γραμμές δημοσιονομικής πολιτικής για το 2023, οι οποίες θα επικαιροποιηθούν ανάλογα με τις ανάγκες, και το αργότερο στο πλαίσιο της εαρινής δέσμης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου τον Μάιο του 2022.
Οι μελλοντικές κατευθυντήριες γραμμές θα συνεχίσουν να αντικατοπτρίζουν την παγκόσμια οικονομική κατάσταση, την ιδιαίτερη κατάσταση κάθε κράτους μέλους και τη συζήτηση σχετικά με το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης.
Τα κράτη μέλη καλούνται να αποτυπώσουν αυτές τις κατευθύνσεις στα οικεία προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης.
Σχόλια αναγνωστών