Υποκριτικό και όψιμο το ενδιαφέρον των κομμάτων για τις κοινωνικές ομάδες που υποτίθεται ότι προσπαθούν να προστατέψουν, σημειώνεται
Συντηρητικό χαρακτηρίζει το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης το Ποτάμι, που σημειώνει ότι αποτελεί κολάζ πολιτικών σκοπιμοτήτων, ενώ κατηγορεί τα κόμματα για υποκριτικό ενδιαφέρον.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, «ένα κράτος που αρνήθηκε να αντιμετωπίσει τα ρατσιστικά φαινόμενα βίας και παλινωδεί επί δύο χρόνια για την ψήφιση ενός νόμου κατέληξε τελικά να συζητά ένα συντηρητικό νομοσχέδιο – κολάζ πολιτικών σκοπιμοτήτων» και προσθέτει ότι «είναι υποκριτικό και όψιμο το ενδιαφέρον των κομμάτων για τις κοινωνικές ομάδες που υποτίθεται ότι προσπαθούν να προστατεύσουν».
Παράλληλα, σημειώνει ότι αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση την φυλή, τότε χρειαζόμαστε πολιτική ενσωμάτωσης των μετανάστων, αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση τη θρησκεία, χρειαζόμαστε πραγματικό σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας και αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση την αναπηρία, χρειαζόμαστε ράμπες στα πεζοδρόμια και πρόσβαση στη δημόσια διοίκηση, την παιδεία και την υγεία.
Προσθέτει ακόμη ότι αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τότε χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ίσα δικαιώματα σε όλους, όπως την πρόσβαση στο σύμφωνο συμβίωσης, κάτι για το οποίο η Ελλάδα έχει καταδικασθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ότι αν μας ενδιαφέρει η αληθινή καταδίκη των γενοκτονιών και η αποφυγή μελλοντικών, χρειάζεται να μάθουμε στα παιδιά μας το διάλογο, την αποχή από τη βία αλλά και το σεβασμό στο διαφορετικό.
Το Ποτάμι, σημειώνει, τάσσεται εναντίον του περιορισμού της ελευθερίας της γνώμης και θεωρεί αντιδημοκρατική την ποινικοποίηση ακόμη και μιας ανιστόρητης γνώμης και συμπληρώνει ότι οταν μια γνώμη εμπεριέχει ή υποκρύπτει την προτροπή σε ρατσιστική βία και μίσος, τότε δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή από την ελληνική Πολιτεία και πρέπει να τιμωρείται.
Η εξάλειψη, όμως, των διακρίσεων δυστυχώς δεν είναι θέμα μόνο νόμων και διατάξεων επισημαίνει και προσθέτει ότι πρόκειται για θέμα παραδόσεων, παιδείας και πολιτικής βούλησης.
«Όσο τα κόμματα δεν αποφασίζουν να καταδικάσουν από κοινού τη βία σε όλες της μορφές της, όσο δημόσιοι ρήτορες ρητά ή υπόρρητα ενσταλάζουν ρατσιστικό μίσος στο σώμα των πολιτών και όσο ο διχαστικός εμφυλιοπολεμικός πολιτικός λόγος είναι κανόνας δεν πρόκειται κανένας αντιρατσιστικός νόμος να αλλάξει την κατάσταση», υπογραμμίζει το Ποτάμι και συμπληρώνει ότι η δημοκρατία οφείλει να απαξιώσει τις ακραίες απόψεις με πράξεις, εξασφαλίζοντας στους πολίτες μια καθημερινότητα όπου υπάρχει σεβασμός στη διαφορετικότητα, όπου όλοι έχουν ίσες ευκαιρίες και όλοι αισθάνονται ασφαλείς.
www.bankingnews.gr
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, «ένα κράτος που αρνήθηκε να αντιμετωπίσει τα ρατσιστικά φαινόμενα βίας και παλινωδεί επί δύο χρόνια για την ψήφιση ενός νόμου κατέληξε τελικά να συζητά ένα συντηρητικό νομοσχέδιο – κολάζ πολιτικών σκοπιμοτήτων» και προσθέτει ότι «είναι υποκριτικό και όψιμο το ενδιαφέρον των κομμάτων για τις κοινωνικές ομάδες που υποτίθεται ότι προσπαθούν να προστατεύσουν».
Παράλληλα, σημειώνει ότι αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση την φυλή, τότε χρειαζόμαστε πολιτική ενσωμάτωσης των μετανάστων, αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση τη θρησκεία, χρειαζόμαστε πραγματικό σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας και αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση την αναπηρία, χρειαζόμαστε ράμπες στα πεζοδρόμια και πρόσβαση στη δημόσια διοίκηση, την παιδεία και την υγεία.
Προσθέτει ακόμη ότι αν μας ενδιαφέρει η έλλειψη διακρίσεων με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τότε χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ίσα δικαιώματα σε όλους, όπως την πρόσβαση στο σύμφωνο συμβίωσης, κάτι για το οποίο η Ελλάδα έχει καταδικασθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ότι αν μας ενδιαφέρει η αληθινή καταδίκη των γενοκτονιών και η αποφυγή μελλοντικών, χρειάζεται να μάθουμε στα παιδιά μας το διάλογο, την αποχή από τη βία αλλά και το σεβασμό στο διαφορετικό.
Το Ποτάμι, σημειώνει, τάσσεται εναντίον του περιορισμού της ελευθερίας της γνώμης και θεωρεί αντιδημοκρατική την ποινικοποίηση ακόμη και μιας ανιστόρητης γνώμης και συμπληρώνει ότι οταν μια γνώμη εμπεριέχει ή υποκρύπτει την προτροπή σε ρατσιστική βία και μίσος, τότε δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή από την ελληνική Πολιτεία και πρέπει να τιμωρείται.
Η εξάλειψη, όμως, των διακρίσεων δυστυχώς δεν είναι θέμα μόνο νόμων και διατάξεων επισημαίνει και προσθέτει ότι πρόκειται για θέμα παραδόσεων, παιδείας και πολιτικής βούλησης.
«Όσο τα κόμματα δεν αποφασίζουν να καταδικάσουν από κοινού τη βία σε όλες της μορφές της, όσο δημόσιοι ρήτορες ρητά ή υπόρρητα ενσταλάζουν ρατσιστικό μίσος στο σώμα των πολιτών και όσο ο διχαστικός εμφυλιοπολεμικός πολιτικός λόγος είναι κανόνας δεν πρόκειται κανένας αντιρατσιστικός νόμος να αλλάξει την κατάσταση», υπογραμμίζει το Ποτάμι και συμπληρώνει ότι η δημοκρατία οφείλει να απαξιώσει τις ακραίες απόψεις με πράξεις, εξασφαλίζοντας στους πολίτες μια καθημερινότητα όπου υπάρχει σεβασμός στη διαφορετικότητα, όπου όλοι έχουν ίσες ευκαιρίες και όλοι αισθάνονται ασφαλείς.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών