Θολό το ερώτημα του δημοψηφίσματος
Τις τελευταίες ημέρες πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ – υπουργοί και ευρωβουλευτές – τάσσονται υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφίσματος εάν δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων.
Ωστόσο, το τι θα αφορά το ερώτημα του δημοψηφίσματος είναι λίγο θολό.
Αλλά τα σενάρια δεν είναι και πολλά για την «φύση» του ερωτήματος.
Ένα από αυτά είναι ευρώ ή δραχμή.
Εάν τεθεί αυτό το ερώτημα θα πρόκειται για «άλμα» στην τακτική και στην πολιτική ρητορική της κυβέρνησης, μια και η εντολή που έλαβε στις εκλογές ήταν να προχωρήσει σε σκληρές διαπραγματεύσεις με τους εταίρους αλλά να μην διακινδυνεύσει την παραμονή στο ευρώ.
Αυτό επιβεβαιώνουν άλλωστε και οι περισσότερες μετρήσεις της κοινής γνώμης.
Αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει καταστήσει σαφές ότι δεν εξετάζει την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Ένα ακόμα ερώτημα, συναφές με το πρώτο, θα μπορούσε να είναι αυτό της ρήξης ή όχι με τους εταίρους.
Το έθεσε χθες ο Γ. Αλμπάνης, σύμβουλος του πρωθυπουργού, υπογραμμίζοντας πως η ρήξη με τους εταίρους θα ήταν μια επώδυνη επιλογή, αλλά η λιγότερο κακή λύση προκειμένου να μπει ένα τέλος στη μνημονιακή λογική τους.
Θέση όμως που πρωτίστως απευθύνεται στο εσωκομματικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ παρά στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού και κινείται εκτός της εντολής που έχει λάβει η κυβέρνηση.
Ένα τρίτο ερώτημα θα μπορούσε να ήταν να κληθεί ο ελληνικός λαός να δηλώσει εάν αποδέχεται ή όχι τη συμφωνία, δηλαδή το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης που πέτυχε η ελληνική κυβέρνηση με τους δανειστές.
Να ερωτηθεί δηλαδή αν αποδέχεται ένα νέο μνημόνιο, μια νέα συμφωνία.
Αλλά από τη στιγμή που η κυβέρνηση θα έχει συμφωνήσει με τους εταίρους, γεγονός που θα εξασφαλίζει και την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και δεδομένου ότι τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης τάσσονται καθαρά και ανοιχτά υπέρ της παραμονής στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ, προκύπτει το ερώτημα προς τι η επικύρωση της συμφωνίας από τον ελληνικό λαό.
Ιδιαίτερα από τη στιγμή – και βάσει των πολιτικών ισορροπιών – που η συμφωνία αυτή θα ψηφιστεί άνετα από την ελληνική Βουλή.
Η λύση του δημοψηφίσματος για την επικύρωση της συμφωνίας, εάν προκριθεί αυτό το σενάριο (είναι και το πιο πιθανό μια και το ερώτημα ευρώ ή δραχμή κινείται εκτός της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ), έχει λογική υπό την εξής έννοια: να καμφθούν χωρίς περαιτέρω «αναταράξεις» οι όποιες αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και να νομιμοποιηθεί το όποιο «πισωγύρισμα», «κωλοτούμπα» ή «στροφή στο ρεαλισμό» της κυβέρνησης Τσίπρα σε σχέση με τις προεκλογικές του εξαγγελίες.
Επί της ουσίας δηλαδή δεν αφορά τόσο την επόμενη ημέρα της χώρας όσο κυρίως το πώς θα γίνει η διαχείριση της επόμενης ημέρας από την κυβέρνηση Τσίπρα με καλυμμένα τα νώτα της τόσο στην εσωκομματική αντιπολίτευση όσο και στα μάτια της κοινής γνώμης.
Η κίνηση αυτή – που έχει και έντονα δημοκρατικά χαρακτηριστικά – μπορεί να ερμηνευτεί αλλά και να αποτελέσει μια λύση στο αδιέξοδο που έχει μπροστά της η κυβέρνηση στο πώς να περάσει μια τυχόν συμφωνία με τους δανειστές, η οποία δεν θα έχει και τόσο έντονα τα χαρακτηριστικά ενός «αμοιβαίου συμβιβασμού».
Ωστόσο, είναι προφανές πως με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση πετά το μπαλάκι πίσω στους πολίτες προκειμένου να νομιμοποιήσει ότι εκείνη δεν μπορεί ή τουλάχιστον θέλει να αποφύγει για να περιορίσει το όποιο πολιτικό κόστος..
Πρόκειται δηλαδή για μια κίνηση υπεκφυγής που αν μη τι άλλο περιέχει σημάδια αδυναμίας.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, το τι θα αφορά το ερώτημα του δημοψηφίσματος είναι λίγο θολό.
Αλλά τα σενάρια δεν είναι και πολλά για την «φύση» του ερωτήματος.
Ένα από αυτά είναι ευρώ ή δραχμή.
Εάν τεθεί αυτό το ερώτημα θα πρόκειται για «άλμα» στην τακτική και στην πολιτική ρητορική της κυβέρνησης, μια και η εντολή που έλαβε στις εκλογές ήταν να προχωρήσει σε σκληρές διαπραγματεύσεις με τους εταίρους αλλά να μην διακινδυνεύσει την παραμονή στο ευρώ.
Αυτό επιβεβαιώνουν άλλωστε και οι περισσότερες μετρήσεις της κοινής γνώμης.
Αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει καταστήσει σαφές ότι δεν εξετάζει την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Ένα ακόμα ερώτημα, συναφές με το πρώτο, θα μπορούσε να είναι αυτό της ρήξης ή όχι με τους εταίρους.
Το έθεσε χθες ο Γ. Αλμπάνης, σύμβουλος του πρωθυπουργού, υπογραμμίζοντας πως η ρήξη με τους εταίρους θα ήταν μια επώδυνη επιλογή, αλλά η λιγότερο κακή λύση προκειμένου να μπει ένα τέλος στη μνημονιακή λογική τους.
Θέση όμως που πρωτίστως απευθύνεται στο εσωκομματικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ παρά στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού και κινείται εκτός της εντολής που έχει λάβει η κυβέρνηση.
Ένα τρίτο ερώτημα θα μπορούσε να ήταν να κληθεί ο ελληνικός λαός να δηλώσει εάν αποδέχεται ή όχι τη συμφωνία, δηλαδή το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης που πέτυχε η ελληνική κυβέρνηση με τους δανειστές.
Να ερωτηθεί δηλαδή αν αποδέχεται ένα νέο μνημόνιο, μια νέα συμφωνία.
Αλλά από τη στιγμή που η κυβέρνηση θα έχει συμφωνήσει με τους εταίρους, γεγονός που θα εξασφαλίζει και την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και δεδομένου ότι τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης τάσσονται καθαρά και ανοιχτά υπέρ της παραμονής στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ, προκύπτει το ερώτημα προς τι η επικύρωση της συμφωνίας από τον ελληνικό λαό.
Ιδιαίτερα από τη στιγμή – και βάσει των πολιτικών ισορροπιών – που η συμφωνία αυτή θα ψηφιστεί άνετα από την ελληνική Βουλή.
Η λύση του δημοψηφίσματος για την επικύρωση της συμφωνίας, εάν προκριθεί αυτό το σενάριο (είναι και το πιο πιθανό μια και το ερώτημα ευρώ ή δραχμή κινείται εκτός της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ), έχει λογική υπό την εξής έννοια: να καμφθούν χωρίς περαιτέρω «αναταράξεις» οι όποιες αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και να νομιμοποιηθεί το όποιο «πισωγύρισμα», «κωλοτούμπα» ή «στροφή στο ρεαλισμό» της κυβέρνησης Τσίπρα σε σχέση με τις προεκλογικές του εξαγγελίες.
Επί της ουσίας δηλαδή δεν αφορά τόσο την επόμενη ημέρα της χώρας όσο κυρίως το πώς θα γίνει η διαχείριση της επόμενης ημέρας από την κυβέρνηση Τσίπρα με καλυμμένα τα νώτα της τόσο στην εσωκομματική αντιπολίτευση όσο και στα μάτια της κοινής γνώμης.
Η κίνηση αυτή – που έχει και έντονα δημοκρατικά χαρακτηριστικά – μπορεί να ερμηνευτεί αλλά και να αποτελέσει μια λύση στο αδιέξοδο που έχει μπροστά της η κυβέρνηση στο πώς να περάσει μια τυχόν συμφωνία με τους δανειστές, η οποία δεν θα έχει και τόσο έντονα τα χαρακτηριστικά ενός «αμοιβαίου συμβιβασμού».
Ωστόσο, είναι προφανές πως με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση πετά το μπαλάκι πίσω στους πολίτες προκειμένου να νομιμοποιήσει ότι εκείνη δεν μπορεί ή τουλάχιστον θέλει να αποφύγει για να περιορίσει το όποιο πολιτικό κόστος..
Πρόκειται δηλαδή για μια κίνηση υπεκφυγής που αν μη τι άλλο περιέχει σημάδια αδυναμίας.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών