Αναγκαίο και κρίσιμο η Ελλάδα να συμμετέχει ενεργά στις λήψεις αποφάσεων ενόψει των αλλαγών που έρχονται στην ΕΕ
Η Σύνοδος των ηγετών του Νότου που θα πραγματοποιηθεί αύριο Παρασκευή 9/9 στο Ζάππειο είναι μια σημαντική πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα.
Η οποία έρχεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για τη επόμενη ημέρα της Ευρώπης (και κατ’επέκταση της Ελλάδας), ιδιαίτερα ύστερα από το Brexit.
Πολλές από τις «γνωστές ισορροπίες» στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα έχουν ανατραπεί ή τείνουν να ανατραπούν.
Στη Γερμανία η Merkel υπέστη μια ηχηρή πολιτική ήττα στις τοπικές εκλογές στο Μεκλεμβούργο και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα ακολουθήσουν και άλλες, την ώρα που το ξενοφοβικό AfD δυναμώνει ενόψει των γενικών εκλογών του 2017.
Στη Γαλλία ο Hollande είναι σε ελεύθερη πτώση και δημοσκοπήσεις τον φέρουν να μένει εκτός ακόμα και από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017 με τη Le Pen και τους Συντηρητικούς Sarkozy και Juppe να είναι οι πιθανότεροι διεκδικητές για το προεδρικό αξίωμα.
Στην Ιταλία εάν ο Renzi χάσει το δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος (θα πραγματοποιηθεί το αργότερο στις αρχές Δεκεμβρίου), το πολιτικό τοπίο θα καταστεί εξαιρετικά ρευστό χωρίς να αποκλείονται ακόμα και εθνικές εκλογές και ενώ είναι σε άνοδο το ευρωσκεπτικιστικό Κίνημα των 5 Αστέρων του Grillo.
Στην Ισπανία οδεύουν προς τρίτη εκλογική αναμέτρηση χωρίς να είναι σίγουρο ότι η κάλπη θα καταφέρει να βγάλει κυβέρνηση.
Με λίγα λόγια οι τέσσερις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης τελούν υπό πλήρη πολιτική αβεβαιότητα.
Την ίδια στιγμή, ο ευρωπαϊκός Νότος εξακολουθεί να μαστίζεται από την κρίση και τη λιτότητα, ενώ ο ευρωπαϊκός Βορράς αναδεικνύει τα πιο συντηρητικά αντανακλαστικά του με αφορμή το προσφυγικό ζήτημα.
Μέσα σε αυτό το ρευστό πολιτικό και οικονομικό τοπίο, η ελληνική πλευρά είναι σε δυσχερή θέση.
Μια και είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης, η οποία παραμένει σε πρόγραμμα και άρα είναι απόλυτα εξαρτημένη σε οικονομικό και συνεπώς σε πολιτικό επίπεδο.
Μια και είναι η πιο εκτεθειμένη χώρα της ΕΕ σε περίπτωση που κάτι στραβώσει στη συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία για το προσφυγικό.
Όσο η συμφωνία για το προσφυγικό τηρείται, η ελληνική κυβέρνηση εστιάζει την προσοχή της στο οικονομικό σκέλος, επιζητώντας από τους εταίρους-δανειστές της μια χαλαρότερη τήρηση των συμφωνηθέντων, ζητώντας να υπάρξει μια συμφωνία για το χρέος έως τα τέλη του έτους και μια απόφαση για τη μείωση των πλεονασμάτων μετά το 2018.
Κάτι που βάσει των σημερινών πολιτικών συσχετισμών στους ισχυρούς της Ευρώπης μοιάζει τουλάχιστον ανέφικτο, καθώς κανείς δεν θέλει να φανεί στο εσωτερικό του ακροατήριο ότι υπαναχωρεί απέναντι στην Ελλάδα, μια και το πολιτικό κόστος θα είναι τεράστιο.
Και αν η Ελλάδα παραμένει στα μάτια των εταίρων το «κακό παιδί», είναι προφανές σε όλη την Ευρώπη πως εάν η σημερινή κατάσταση της πολιτικής περιχαράκωσης (π.χ. στο προσφυγικό) και της εμμονής στη λιτότητα συνεχιστεί, τότε το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος θα είναι πραγματικά εξαιρετικά δυσοίωνο.
Και κάπου εδώ φαίνεται πως τα ελληνικά επιχειρήματα μπορούν να έχουν βάση και ενδεχομένως να βρουν μια κάποια σοβαρή απόκριση.
Διότι αφενός είναι προφανές ότι πρέπει να ληφθούν σημαντικές αποφάσεις προκειμένου να αλλάξει η ακολουθούμενη πολιτική και οικονομική «συνταγή» των τελευταίων ετών και αφετέρου κανείς δεν θέλει νέες συγκρούσεις και νέο γύρο αστάθειας.
Η Σύνοδος των ηγετών του Νότου μπορεί να αποτελέσει ένα βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Και είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι την πρωτοβουλία αυτή την αναλαμβάνει η Ελλάδα, η οποία παρά τα προβλήματα της, δείχνει ότι παραμένει ενεργή και δραστήρια στον ευρωπαϊκό χάρτη, ότι συμμετέχει και συνδιαμορφώνει με τις όποιες δυνάμεις της τις εξελίξεις.
Το κατά πόσο θα καταφέρει να αποκομίσει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει ήδη στα χέρια της, θα φάνει το επόμενο διάστημα.
Αλλά το πρόσημο σε κάθε περίπτωση είναι θετικό.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Η οποία έρχεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για τη επόμενη ημέρα της Ευρώπης (και κατ’επέκταση της Ελλάδας), ιδιαίτερα ύστερα από το Brexit.
Πολλές από τις «γνωστές ισορροπίες» στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα έχουν ανατραπεί ή τείνουν να ανατραπούν.
Στη Γερμανία η Merkel υπέστη μια ηχηρή πολιτική ήττα στις τοπικές εκλογές στο Μεκλεμβούργο και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα ακολουθήσουν και άλλες, την ώρα που το ξενοφοβικό AfD δυναμώνει ενόψει των γενικών εκλογών του 2017.
Στη Γαλλία ο Hollande είναι σε ελεύθερη πτώση και δημοσκοπήσεις τον φέρουν να μένει εκτός ακόμα και από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017 με τη Le Pen και τους Συντηρητικούς Sarkozy και Juppe να είναι οι πιθανότεροι διεκδικητές για το προεδρικό αξίωμα.
Στην Ιταλία εάν ο Renzi χάσει το δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος (θα πραγματοποιηθεί το αργότερο στις αρχές Δεκεμβρίου), το πολιτικό τοπίο θα καταστεί εξαιρετικά ρευστό χωρίς να αποκλείονται ακόμα και εθνικές εκλογές και ενώ είναι σε άνοδο το ευρωσκεπτικιστικό Κίνημα των 5 Αστέρων του Grillo.
Στην Ισπανία οδεύουν προς τρίτη εκλογική αναμέτρηση χωρίς να είναι σίγουρο ότι η κάλπη θα καταφέρει να βγάλει κυβέρνηση.
Με λίγα λόγια οι τέσσερις ισχυρότερες οικονομίες της Ευρωζώνης τελούν υπό πλήρη πολιτική αβεβαιότητα.
Την ίδια στιγμή, ο ευρωπαϊκός Νότος εξακολουθεί να μαστίζεται από την κρίση και τη λιτότητα, ενώ ο ευρωπαϊκός Βορράς αναδεικνύει τα πιο συντηρητικά αντανακλαστικά του με αφορμή το προσφυγικό ζήτημα.
Μέσα σε αυτό το ρευστό πολιτικό και οικονομικό τοπίο, η ελληνική πλευρά είναι σε δυσχερή θέση.
Μια και είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης, η οποία παραμένει σε πρόγραμμα και άρα είναι απόλυτα εξαρτημένη σε οικονομικό και συνεπώς σε πολιτικό επίπεδο.
Μια και είναι η πιο εκτεθειμένη χώρα της ΕΕ σε περίπτωση που κάτι στραβώσει στη συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία για το προσφυγικό.
Όσο η συμφωνία για το προσφυγικό τηρείται, η ελληνική κυβέρνηση εστιάζει την προσοχή της στο οικονομικό σκέλος, επιζητώντας από τους εταίρους-δανειστές της μια χαλαρότερη τήρηση των συμφωνηθέντων, ζητώντας να υπάρξει μια συμφωνία για το χρέος έως τα τέλη του έτους και μια απόφαση για τη μείωση των πλεονασμάτων μετά το 2018.
Κάτι που βάσει των σημερινών πολιτικών συσχετισμών στους ισχυρούς της Ευρώπης μοιάζει τουλάχιστον ανέφικτο, καθώς κανείς δεν θέλει να φανεί στο εσωτερικό του ακροατήριο ότι υπαναχωρεί απέναντι στην Ελλάδα, μια και το πολιτικό κόστος θα είναι τεράστιο.
Και αν η Ελλάδα παραμένει στα μάτια των εταίρων το «κακό παιδί», είναι προφανές σε όλη την Ευρώπη πως εάν η σημερινή κατάσταση της πολιτικής περιχαράκωσης (π.χ. στο προσφυγικό) και της εμμονής στη λιτότητα συνεχιστεί, τότε το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος θα είναι πραγματικά εξαιρετικά δυσοίωνο.
Και κάπου εδώ φαίνεται πως τα ελληνικά επιχειρήματα μπορούν να έχουν βάση και ενδεχομένως να βρουν μια κάποια σοβαρή απόκριση.
Διότι αφενός είναι προφανές ότι πρέπει να ληφθούν σημαντικές αποφάσεις προκειμένου να αλλάξει η ακολουθούμενη πολιτική και οικονομική «συνταγή» των τελευταίων ετών και αφετέρου κανείς δεν θέλει νέες συγκρούσεις και νέο γύρο αστάθειας.
Η Σύνοδος των ηγετών του Νότου μπορεί να αποτελέσει ένα βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Και είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι την πρωτοβουλία αυτή την αναλαμβάνει η Ελλάδα, η οποία παρά τα προβλήματα της, δείχνει ότι παραμένει ενεργή και δραστήρια στον ευρωπαϊκό χάρτη, ότι συμμετέχει και συνδιαμορφώνει με τις όποιες δυνάμεις της τις εξελίξεις.
Το κατά πόσο θα καταφέρει να αποκομίσει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει ήδη στα χέρια της, θα φάνει το επόμενο διάστημα.
Αλλά το πρόσημο σε κάθε περίπτωση είναι θετικό.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών