Κύριος στόχος για τον ιδιωτικό τομέα και την κυβέρνηση είναι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας
«Σε περίπτωση πρόωρων εκλογών η πιθανότητα ύπαρξης μιας ισχυρής κυβέρνησης είναι μηδαμινή ενώ θα προκληθεί ολοκληρωτικό χάος» υποστηρίζει ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος λέγοντας ότι «το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται σήμερα η αγορά είναι άλλη μια εκλογική διαδικασία».
Σε συνέντευξή του στο ΕurActiv, ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος υπογράμμισε ότι ο κύριος στόχος στην παρούσα φάση τόσο για τον ιδιωτικό τομέα και όσο και για την κυβέρνηση είναι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Μίχαλος εσήμανε ακόμη, ότι πρωτίστως πρέπει να δοθεί άμεση λύση στο ζήτημα του ελληνικού χρέους και η γερμανική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τις επικείμενες γερμανικές εκλογές ως δικαιολογία για να αναβάλει τη σχετική συζήτηση.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος «ως εκπρόσωπος των ελληνικών ΜΜΕ από το 2012, έχω μιλήσει επανειλημμένα για τη σημασία της μεγαλύτερης συνεργασίας του πολιτικού συστήματος.
Αυτοί οι Έλληνες πολιτικοί πρέπει να καταλάβουν ότι πρόκειται για μια εθνική κρίση και, ως εκ τούτου, πρέπει να υπερισχύσουν τα εθνικά κριτήρια. Επιπλέον, πρέπει να υπάρξει συνεργασία, ώστε να μπορούμε να έχουμε μία ενιαία και ισχυρή στάση προς τους ευρωπαίους εταίρους μας και τους δανειστές.
Διαφορετικά, θα είναι πολύ δύσκολο με την κατάσταση όπως εξελίσσεται στην Ελλάδα.
Έχουμε μια αριστερή κυβέρνηση που εφαρμόζει ένα συγκεκριμένο σύνολο μέτρων οικονομικής πολιτικής και από την άλλη, την αξιωματική αντιπολίτευση η οποία προτείνει ένα διαφορετικό είδος της λύσης, που όμως δεν έχει εγκριθεί από τους ευρωπαίους εταίρους και τους δανειστές.
Πρέπει να ενώσουμε τις πολιτικές μας φωνές και από την άλλη, οι ευρωπαίοι εταίροι και οι δανειστές επίσης πρέπει να μείνουν πιστοί στις υποσχέσεις που έδωσαν το 2012.
Τώρα που σημειώθηκε πρόοδος στο τρίτο μνημόνιο, τώρα που τα προαπαιτούμενα του παρόντος μνημονίου έχουν ολοκληρωθεί, είναι καιρός να συζητηθεί το ζήτημα του χρέους και, φυσικά, να γίνει μια πλήρης επισκόπηση της οικονομίας σχετικά με την υψηλή φορολογία.
Είναι πλέον προφανές ότι τα σημερινά επίπεδα φορολογίας απλά δεν μπορούν να συνεχιστούν.
Είναι αλήθεια ότι το Νοέμβρη του 2012 οι δανειστές στην Ελλάδα δεν κράτησαν την υπόσχεσή τους όσον αφορά το χρέος.
Ο Αλέξης Τσίπρας είπε πρόσφατα στη EurActiv.com ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι θέμα αισιοδοξίας, αλλά σαφές μέρος της συμφωνίας που υπεγράφη τον περασμένο Ιούλιο. Σας κάνω την ίδια ερώτηση:
Πιστεύετε ότι αυτή τη φορά οι εταίροι είναι πεπεισμένοι ότι οι συνομιλίες για το ελληνικό χρέος θα πρέπει όντως να λάβουν χώρα;
Δεν ξέρω αν είναι πεπεισμένοι και για να είμαι ειλικρινής, αν θέλουμε μια πραγματική Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε θα πρέπει να είμαστε πολύ σαφείς και ειλικρινείς μεταξύ μας.
Η Γερμανία, η υπερδύναμη της ΕΕ, έχει να αντιμετωπίσει δύο σημαντικές εκλογικές διαδικασίες το 2017, μία τον Μάρτιο και μία τον Σεπτέμβριο. Οι εκλογές αυτές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για να αναβληθεί η συζήτηση σχετικά με το ελληνικό χρέος.
Έδωσαν μια υπόσχεση και πρέπει να την κρατήσουν, και πρέπει να το κάνουν τώρα».
Σχετικά με τη δημιουργία σταθερότητας στην οικονομία ο κ. Μίχαλος σημείωσε ότι προσφάτως έχει φανεί «η κυβέρνηση να πλησιάζει τον επιχειρηματικό τομέα, όπως η πολύ-αναμενόμενη συμφωνία μεταξύ της εταιρείας Μυτιληναίος και της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ). Είναι αυτό ένα σημάδι της επαναπροσέγγισης;
Την τελευταία φορά που συναντήθηκα με τον Έλληνα πρωθυπουργό πριν από τρεις εβδομάδες, είχα ακριβώς την ίδια αίσθηση.
Φαίνεται ότι είναι πλέον ευρέως αποδεκτό ότι οι επιχειρηματικές συμφωνίες πρέπει να ολοκληρώνονται στην Ελλάδα.
Φυσικά, αυτό φέρνει στην επιφάνεια το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων.
Μπορούν να πραγματοποιηθούν με άμεσο τρόπο σύμφωνα κατά τον οποίο ο πιθανός επενδυτής πλησιάζει την κυβέρνηση, κάνει μια συγκεκριμένη αγορά εφάπαξ και χειρίζεται το θέμα μόνος του».
Επί του παρόντος, συνέχισε ο ίδιος, φαίνεται να υπάρχει - και ειλικρινά δεν θα αντιτίθεμαι σε αυτό- ένα διαφορετικό καθεστώς ιδιωτικοποιήσεων, όπου ο ιδιώτης επενδυτής αναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος μιας επένδυσης αλλά υπάρχει και η συμμετοχή, όχι όμως διαχείριση, από την πλευρά του κράτους.
Ως παράδειγμα μιας τέτοιας επένδυσης ανέφερε το διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας, Ελευθέριος Βενιζέλος.
Πρόκειται για μια άκρως κερδοφόρα επιχείρηση, όπως είπε, η οποία πέρυσι είχε κέρδη ύψους 120 εκατ. ευρώ και φυσικά, υπάρχει και η συμμετοχή του κράτους κατά 35%.
Ωστόσο, η διαχείριση παραμένει σε ιδιωτικά χέρια.
«Αυτό είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα που πρέπει να διερευνηθεί.
Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν 10 ώριμες επιχειρηματικές προτάσεις στην Ελλάδα, επομένως μπορούμε να προχωρήσουμε με αυτό το είδος μοντέλου.
Είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι τους επόμενους μήνες θα αρχίσει η υλοποίηση, καθώς θα είναι ζωτικής σημασίας για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης.
Τέτοιες δράσεις θα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία της χώρας» όπως σημείωσε ο ίδιος.
Φορολόγηση
Τώρα όσον αφορά τη φορολόγηση, ο κ. Μίχαλος ανέφερε ότι: «δεν είναι μόνο η αριστερή κυβέρνηση που αρχίζει να συνειδητοποιεί τις αρνητικές επιπτώσεις της στο σύνολο της οικονομίας. Ξαφνικά, έχουμε ως σύμμαχο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο βέβαια μπορεί να κατηγορηθεί για πολλές αρνητικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα από το 2010. Αλλά, [ΔΝΤ] είναι αυτοί που ουσιαστικά κρούουν τον κώδωνα στους Βορειοευρωπαίους, και κυρίως στη γερμανική κυβέρνηση, λέγοντας «Έχουμε δύο θέματα, το ένα είναι το χρέος που πρέπει να συζητηθεί σήμερα, και το άλλο είναι η υπερφορολόγηση της ελληνικής οικονομίας». Διότι, ο συνδυασμός αυτών των δύο δεν μπορεί να οδηγήσει σε λύση και θετικό ρυθμό ανάπτυξης».
Πρέπει να επωφεληθούμε από αυτή τη συμμαχία, συνέχισε ο ίδιος «αλλά θα το επαναλάβω: χρειαζόμαστε επίσης μια ενιαία πολιτική στάση, η οποία θα έχει ένα πιο ικανοποιητικό αποτέλεσμα από ότι σήμερα. Αν δεν ανατρέψουμε αυτές τις πολιτικές, αν περιμένουμε μέχρι τις αρχές του Γενάρη του 2017, οπότε και θα εφαρμοστεί η φορολογική νομοθεσία που έχει περάσει, θα έχουμε συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες με κέρδη άνω των 40.000 ευρώ ετησίως, που θα φορολογούνται με διαφορετικό επίπεδο από 60% έως 75% του ετήσιου εισοδήματός τους. Φυσικά καταλαβαίνετε ότι αυτά τα ποσοστά δεν υπήρχαν ούτε στη Σοβιετική Ένωση. Αυτό που πρόκειται να δούμε στους προσεχείς μήνες είναι η μετεγκατάσταση πολλών ελληνικών επαγγελματικών τάξεων σε άλλες γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία, αλλά κυρίως στην Κύπρο, όπου ο φορολογικός συντελεστής δεν ξεπερνά το 17%».
Τέλος απαντώντας σε ερώτηση για την πορεία ολοκλήρωσης της ΕΕ ο κ. Μίχαλος ανέφερε ότι «κατά τη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών με την προσφυγική κρίση, παρατηρείται τεράστια απόκλιση μεταξύ Νότιας και Βόρειας Ευρώπης.. Για άλλη μια φορά, το κύριο βάρος αυτού του κύματος προσφύγων έχουν επωμιστεί οι χώρες της Νότιας Ευρώπης σε μια εποχή που δεν μπορούν να το αντέξουν. Είναι εξαιρετικά άδικο, αλλά εν γένει μας λείπει το ευρωπαϊκό όραμα για το οποίο ήμασταν όλοι αισιόδοξοι πριν από μερικά χρόνια»
Επομένως, συνέχισε ο ίδιος, στην επόμενη ερώτηση αν υποστηρίζει κινήσεις όπως η Νοτιοευρωπαϊκή Συμμαχία: «αν μπορούμε να διαμορφώσουμε μια ισχυρότερη στάση που θα επηρεάσει τους μηχανισμούς της Βόρειας Ευρώπης, τότε πρέπει να το κάνουμε. Γιατί αλλιώς, θα πρέπει να εξετάσουμε πιο ριζοσπαστικά ζητήματα τα οποία πιστεύω ότι δεν θα πρέπει να αγγίξουμε προς το παρόν».
Σε συνέντευξή του στο ΕurActiv, ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος υπογράμμισε ότι ο κύριος στόχος στην παρούσα φάση τόσο για τον ιδιωτικό τομέα και όσο και για την κυβέρνηση είναι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Μίχαλος εσήμανε ακόμη, ότι πρωτίστως πρέπει να δοθεί άμεση λύση στο ζήτημα του ελληνικού χρέους και η γερμανική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τις επικείμενες γερμανικές εκλογές ως δικαιολογία για να αναβάλει τη σχετική συζήτηση.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος «ως εκπρόσωπος των ελληνικών ΜΜΕ από το 2012, έχω μιλήσει επανειλημμένα για τη σημασία της μεγαλύτερης συνεργασίας του πολιτικού συστήματος.
Αυτοί οι Έλληνες πολιτικοί πρέπει να καταλάβουν ότι πρόκειται για μια εθνική κρίση και, ως εκ τούτου, πρέπει να υπερισχύσουν τα εθνικά κριτήρια. Επιπλέον, πρέπει να υπάρξει συνεργασία, ώστε να μπορούμε να έχουμε μία ενιαία και ισχυρή στάση προς τους ευρωπαίους εταίρους μας και τους δανειστές.
Διαφορετικά, θα είναι πολύ δύσκολο με την κατάσταση όπως εξελίσσεται στην Ελλάδα.
Έχουμε μια αριστερή κυβέρνηση που εφαρμόζει ένα συγκεκριμένο σύνολο μέτρων οικονομικής πολιτικής και από την άλλη, την αξιωματική αντιπολίτευση η οποία προτείνει ένα διαφορετικό είδος της λύσης, που όμως δεν έχει εγκριθεί από τους ευρωπαίους εταίρους και τους δανειστές.
Πρέπει να ενώσουμε τις πολιτικές μας φωνές και από την άλλη, οι ευρωπαίοι εταίροι και οι δανειστές επίσης πρέπει να μείνουν πιστοί στις υποσχέσεις που έδωσαν το 2012.
Τώρα που σημειώθηκε πρόοδος στο τρίτο μνημόνιο, τώρα που τα προαπαιτούμενα του παρόντος μνημονίου έχουν ολοκληρωθεί, είναι καιρός να συζητηθεί το ζήτημα του χρέους και, φυσικά, να γίνει μια πλήρης επισκόπηση της οικονομίας σχετικά με την υψηλή φορολογία.
Είναι πλέον προφανές ότι τα σημερινά επίπεδα φορολογίας απλά δεν μπορούν να συνεχιστούν.
Είναι αλήθεια ότι το Νοέμβρη του 2012 οι δανειστές στην Ελλάδα δεν κράτησαν την υπόσχεσή τους όσον αφορά το χρέος.
Ο Αλέξης Τσίπρας είπε πρόσφατα στη EurActiv.com ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι θέμα αισιοδοξίας, αλλά σαφές μέρος της συμφωνίας που υπεγράφη τον περασμένο Ιούλιο. Σας κάνω την ίδια ερώτηση:
Πιστεύετε ότι αυτή τη φορά οι εταίροι είναι πεπεισμένοι ότι οι συνομιλίες για το ελληνικό χρέος θα πρέπει όντως να λάβουν χώρα;
Δεν ξέρω αν είναι πεπεισμένοι και για να είμαι ειλικρινής, αν θέλουμε μια πραγματική Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε θα πρέπει να είμαστε πολύ σαφείς και ειλικρινείς μεταξύ μας.
Η Γερμανία, η υπερδύναμη της ΕΕ, έχει να αντιμετωπίσει δύο σημαντικές εκλογικές διαδικασίες το 2017, μία τον Μάρτιο και μία τον Σεπτέμβριο. Οι εκλογές αυτές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για να αναβληθεί η συζήτηση σχετικά με το ελληνικό χρέος.
Έδωσαν μια υπόσχεση και πρέπει να την κρατήσουν, και πρέπει να το κάνουν τώρα».
Σχετικά με τη δημιουργία σταθερότητας στην οικονομία ο κ. Μίχαλος σημείωσε ότι προσφάτως έχει φανεί «η κυβέρνηση να πλησιάζει τον επιχειρηματικό τομέα, όπως η πολύ-αναμενόμενη συμφωνία μεταξύ της εταιρείας Μυτιληναίος και της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ). Είναι αυτό ένα σημάδι της επαναπροσέγγισης;
Την τελευταία φορά που συναντήθηκα με τον Έλληνα πρωθυπουργό πριν από τρεις εβδομάδες, είχα ακριβώς την ίδια αίσθηση.
Φαίνεται ότι είναι πλέον ευρέως αποδεκτό ότι οι επιχειρηματικές συμφωνίες πρέπει να ολοκληρώνονται στην Ελλάδα.
Φυσικά, αυτό φέρνει στην επιφάνεια το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων.
Μπορούν να πραγματοποιηθούν με άμεσο τρόπο σύμφωνα κατά τον οποίο ο πιθανός επενδυτής πλησιάζει την κυβέρνηση, κάνει μια συγκεκριμένη αγορά εφάπαξ και χειρίζεται το θέμα μόνος του».
Επί του παρόντος, συνέχισε ο ίδιος, φαίνεται να υπάρχει - και ειλικρινά δεν θα αντιτίθεμαι σε αυτό- ένα διαφορετικό καθεστώς ιδιωτικοποιήσεων, όπου ο ιδιώτης επενδυτής αναλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος μιας επένδυσης αλλά υπάρχει και η συμμετοχή, όχι όμως διαχείριση, από την πλευρά του κράτους.
Ως παράδειγμα μιας τέτοιας επένδυσης ανέφερε το διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας, Ελευθέριος Βενιζέλος.
Πρόκειται για μια άκρως κερδοφόρα επιχείρηση, όπως είπε, η οποία πέρυσι είχε κέρδη ύψους 120 εκατ. ευρώ και φυσικά, υπάρχει και η συμμετοχή του κράτους κατά 35%.
Ωστόσο, η διαχείριση παραμένει σε ιδιωτικά χέρια.
«Αυτό είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα που πρέπει να διερευνηθεί.
Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν 10 ώριμες επιχειρηματικές προτάσεις στην Ελλάδα, επομένως μπορούμε να προχωρήσουμε με αυτό το είδος μοντέλου.
Είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι τους επόμενους μήνες θα αρχίσει η υλοποίηση, καθώς θα είναι ζωτικής σημασίας για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης.
Τέτοιες δράσεις θα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία της χώρας» όπως σημείωσε ο ίδιος.
Φορολόγηση
Τώρα όσον αφορά τη φορολόγηση, ο κ. Μίχαλος ανέφερε ότι: «δεν είναι μόνο η αριστερή κυβέρνηση που αρχίζει να συνειδητοποιεί τις αρνητικές επιπτώσεις της στο σύνολο της οικονομίας. Ξαφνικά, έχουμε ως σύμμαχο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο βέβαια μπορεί να κατηγορηθεί για πολλές αρνητικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα από το 2010. Αλλά, [ΔΝΤ] είναι αυτοί που ουσιαστικά κρούουν τον κώδωνα στους Βορειοευρωπαίους, και κυρίως στη γερμανική κυβέρνηση, λέγοντας «Έχουμε δύο θέματα, το ένα είναι το χρέος που πρέπει να συζητηθεί σήμερα, και το άλλο είναι η υπερφορολόγηση της ελληνικής οικονομίας». Διότι, ο συνδυασμός αυτών των δύο δεν μπορεί να οδηγήσει σε λύση και θετικό ρυθμό ανάπτυξης».
Πρέπει να επωφεληθούμε από αυτή τη συμμαχία, συνέχισε ο ίδιος «αλλά θα το επαναλάβω: χρειαζόμαστε επίσης μια ενιαία πολιτική στάση, η οποία θα έχει ένα πιο ικανοποιητικό αποτέλεσμα από ότι σήμερα. Αν δεν ανατρέψουμε αυτές τις πολιτικές, αν περιμένουμε μέχρι τις αρχές του Γενάρη του 2017, οπότε και θα εφαρμοστεί η φορολογική νομοθεσία που έχει περάσει, θα έχουμε συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες με κέρδη άνω των 40.000 ευρώ ετησίως, που θα φορολογούνται με διαφορετικό επίπεδο από 60% έως 75% του ετήσιου εισοδήματός τους. Φυσικά καταλαβαίνετε ότι αυτά τα ποσοστά δεν υπήρχαν ούτε στη Σοβιετική Ένωση. Αυτό που πρόκειται να δούμε στους προσεχείς μήνες είναι η μετεγκατάσταση πολλών ελληνικών επαγγελματικών τάξεων σε άλλες γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία, αλλά κυρίως στην Κύπρο, όπου ο φορολογικός συντελεστής δεν ξεπερνά το 17%».
Τέλος απαντώντας σε ερώτηση για την πορεία ολοκλήρωσης της ΕΕ ο κ. Μίχαλος ανέφερε ότι «κατά τη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών με την προσφυγική κρίση, παρατηρείται τεράστια απόκλιση μεταξύ Νότιας και Βόρειας Ευρώπης.. Για άλλη μια φορά, το κύριο βάρος αυτού του κύματος προσφύγων έχουν επωμιστεί οι χώρες της Νότιας Ευρώπης σε μια εποχή που δεν μπορούν να το αντέξουν. Είναι εξαιρετικά άδικο, αλλά εν γένει μας λείπει το ευρωπαϊκό όραμα για το οποίο ήμασταν όλοι αισιόδοξοι πριν από μερικά χρόνια»
Επομένως, συνέχισε ο ίδιος, στην επόμενη ερώτηση αν υποστηρίζει κινήσεις όπως η Νοτιοευρωπαϊκή Συμμαχία: «αν μπορούμε να διαμορφώσουμε μια ισχυρότερη στάση που θα επηρεάσει τους μηχανισμούς της Βόρειας Ευρώπης, τότε πρέπει να το κάνουμε. Γιατί αλλιώς, θα πρέπει να εξετάσουμε πιο ριζοσπαστικά ζητήματα τα οποία πιστεύω ότι δεν θα πρέπει να αγγίξουμε προς το παρόν».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών