«Μετά την απόφαση του ΣτΕ θα συμβάλουμε θετικά στην συγκρότηση του ΕΣΡ», τονίζει ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θ. Θεοχαρόπουλος
«Η κυβέρνηση εγκλωβίσθηκε σε ένα ολέθριο λάθος με τον καθορισμό μόλις τεσσάρων αδειών», τονίζει ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, σε συνέντευξή του στην Κυριακάτικη Kontra News.
Το γεγονός αυτό, όπως αναφέρει, « θα οδηγήσει στο μαύρο σε βιώσιμα κανάλια και σε απόλυση χιλιάδων εργαζομένων».
Ταυτόχρονα εκφράζει την ανησυχία του για όσα συμβαίνουν στον χώρο της δικαιοσύνης. «Εμείς σεβόμαστε την Δικαιοσύνη, ταυτόχρονα όμως πρέπει και η ίδια να προασπίσει τον ρόλο της.
Πρέπει να σταματήσουν εδώ και τώρα οι αιφνιδιασμοί της κυβέρνησης και η στείρα άρνηση της ΝΔ.
Εμείς στην Δημοκρατική Συμπαράταξη δεσμευόμαστε ότι μετά την απόφαση του ΣτΕ θα συμβάλουμε θετικά στην ανάδειξη της συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Ακόμη, αναφέρει πως η κατάσταση στην πραγματική οικονομία είναι δραματική και μάλιστα, «η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής είναι αποκαλυπτική: η φοροκεντρική λιτότητα έχει υφεσιακή επίπτωση, με αποθάρρυνση της εργασίας και της επιχειρηματικότητας».
Σημειώνει δε, για την αλλαγή της κατάστασης πως «οι προτάσεις μας είναι ρεαλιστικές και κοστολογημένες.
Εμπεριέχουν την άμεση εφαρμογή του συστήματος εισροών-εκροών για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καυσίμων από το οποίο χάνεται τουλάχιστον 1,5 δις ευρώ ετησίως. Μείωση υπέρογκων αμυντικών δαπανών χωρίς να πληγεί η επιχειρησιακή ικανότητα των ενόπλων δυνάμεων.
Εφαρμογή διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων στον κλάδο της υγείας για την μείωση της σπατάλης.
Μεταρρύθμιση στην δημόσια διοίκηση με ηλεκτρονική διασύνδεση υπηρεσιών και μείωση γραφειοκρατικού κόστους.
Αξιοποίηση των 19 δις ευρώ αγροτικών ενισχύσεων μόνο σε παραγωγικές επενδύσεις και ανταγωνιστικές καλλιέργειες με στόχο την αύξηση των εξαγωγών και την μείωση των εισαγωγών.
Οι προτάσεις μας είναι η διέξοδος στο αδιέξοδο της σημερινής κυβερνητικής πολιτικής».
Για το θέμα του χρέους και το γεγονός ότι η κυβέρνηση θέτει τα Χριστούγεννα ως απώτατο χρονικό ορίζοντα για μια θετική απόφαση στο θέμα , ο κ. Θεοχαρόπουλος τονίζει ότι σταθερή θέση του όλη την περίοδο της κρίσης είναι ότι το δημόσιο χρέος πρέπει να αναδιαρθρωθεί με ρεαλιστικές προτάσεις και να απομειωθεί σημαντικά για να καταστεί βιώσιμο.
Όπως αναφέρει, «ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα όταν ήταν στην αντιπολίτευση επεδίωκε μονομερή διαγραφή.
Οι αυταπάτες συνεχίσθηκαν με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σε μία απόφαση του Eurogroup, η οποία δεν οδηγεί σε ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους.
Στο επίπεδο δε των συμμαχιών, το ΔΝΤ συμφωνεί με τις θέσεις της χώρας μας στο θέμα του χρέους, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ επεδίωκε να το διώξει από το πρόγραμμα.
Πρόκειται για αλλοπρόσαλλη τακτική της κυβέρνησης.
Από την άλλη οι ευρωπαίοι εταίροι δεν έχουν κατανοήσει ότι η ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους είναι αναγκαίος όρος για την υπέρβαση της ελληνικής και ευρωπαϊκής κρίσης. Για αυτό δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία καθώς δεν στηρίζεται στα αντικειμενικά δεδομένα».
Σε ερώτηση για το αν αποκλείει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο σύμπραξης στο εγγύς μέλλον με τον ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ άλλων απαντά πως «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει μετά από δύο εκλογικές αναμετρήσεις να προχωρήσει σε σύμπραξη με την δεξιά των ΑΝΕΛ», αλλά και ότι «είμαστε υπέρ κάθε προοδευτικής αριστερής πολιτικής, αλλά ταυτόχρονα είμαστε σταθερά απέναντι σε κάθε πολιτική που δημιουργεί, αναπαράγει και διευρύνει παθογένειες. Σύμπραξη σε αυτές τις αδιέξοδες πολιτικές δεν μας αφορά γιατί στόχος μας δεν είναι οι καρέκλες της εξουσίας.
Πρωταρχικός στόχος όμως όλων των κομμάτων στις σημερινές συνθήκες πρέπει να είναι το πώς θα σωθεί η χώρα.
Για αυτό πρέπει να δημιουργηθεί εδώ και τώρα μία νέα κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης και ευρείας πλειοψηφίας των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων»
Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι «η κυβέρνηση είναι ουρά των πιο δεξιών συντηρητικών πολιτικών σε επίπεδο Ε.Ε.», ενώ «η Δημοκρατική Συμπαράταξη από την άλλη καταθέτει προοδευτικές προτάσεις για όλα τα θέματα.
Δεν ασκεί στείρα αντιπολίτευση όπως η ΝΔ, η οποία ζητά εκλογές κάθε μέρα αντί να καταθέτει προτάσεις ως αξιωματική αντιπολίτευση».
Όπως τονίζει, «ο κ. Μητσοτάκης κρύβεται πίσω από την αποτυχία του κ. Τσίπρα και περιμένει να δοξαστεί κρυπτόμενος.
Για αυτό η λύση είναι η ισχυρή κεντροαριστερά η οποία θα οδηγήσει σε αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών, για να μην παραμείνουν εγκλωβισμένοι οι προοδευτικοί πολίτες που έχουν απογοητευθεί από τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ και δεν θέλουν να ζήσουν την συντηρητική παλινόρθωση της ΝΔ».
Ακόμη, δηλώνει ότι τάσσεται σταθερά υπέρ της συγκρότησης ενός ισχυρού προοδευτικού φορέα και μένει σταθερός στην ανάγκη ενός Συνεδρίου στο οποίο θα συμμετέχουν οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, του προοδευτικού κέντρου και της ανανεωτικής αριστεράς.
Για τις σχέσεις του με την κ. Γεννηματά αναφέρει ότι έχουν «μία ειλικρινή σχέση που βασίζεται στον σεβασμό της αυτονομίας των χώρων, αλλά και στον κοινό στόχο ενός ισχυρού προοδευτικού φορέα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε σε όλα.
Αλλά αυτά που μας ενώνουν είναι πολλαπλάσια των ενδεχόμενων αποκλίσεων».
Χαρακτηρίζει «απαράδεκτες και προκλητικές» τις δηλώσεις Erdogan , προσθέτοντας ότι «δημιουργούν κλίμα αρνητικό στις ελληνοτουρκικές σχέσεις», ενώ για τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία αναφέρει ότι «η κυβέρνηση αρχικά βιάστηκε να αντιδράσει σε δημοσιεύματα που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.
Όμως συνολικά η στάση της κυβέρνησης δεν είναι αυτή που απαιτούν οι περιστάσεις.
Δεν έχει μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη στρατηγική με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζεται. Για αυτό πρέπει να προχωρήσουμε σε Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής.
Στα εθνικά θέματα δεν επιτρέπονται στείρες κομματικές αντιπαραθέσεις, απαιτείται υπεύθυνη στάση».
www.bankingnews.gr
Το γεγονός αυτό, όπως αναφέρει, « θα οδηγήσει στο μαύρο σε βιώσιμα κανάλια και σε απόλυση χιλιάδων εργαζομένων».
Ταυτόχρονα εκφράζει την ανησυχία του για όσα συμβαίνουν στον χώρο της δικαιοσύνης. «Εμείς σεβόμαστε την Δικαιοσύνη, ταυτόχρονα όμως πρέπει και η ίδια να προασπίσει τον ρόλο της.
Πρέπει να σταματήσουν εδώ και τώρα οι αιφνιδιασμοί της κυβέρνησης και η στείρα άρνηση της ΝΔ.
Εμείς στην Δημοκρατική Συμπαράταξη δεσμευόμαστε ότι μετά την απόφαση του ΣτΕ θα συμβάλουμε θετικά στην ανάδειξη της συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Ακόμη, αναφέρει πως η κατάσταση στην πραγματική οικονομία είναι δραματική και μάλιστα, «η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής είναι αποκαλυπτική: η φοροκεντρική λιτότητα έχει υφεσιακή επίπτωση, με αποθάρρυνση της εργασίας και της επιχειρηματικότητας».
Σημειώνει δε, για την αλλαγή της κατάστασης πως «οι προτάσεις μας είναι ρεαλιστικές και κοστολογημένες.
Εμπεριέχουν την άμεση εφαρμογή του συστήματος εισροών-εκροών για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καυσίμων από το οποίο χάνεται τουλάχιστον 1,5 δις ευρώ ετησίως. Μείωση υπέρογκων αμυντικών δαπανών χωρίς να πληγεί η επιχειρησιακή ικανότητα των ενόπλων δυνάμεων.
Εφαρμογή διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων στον κλάδο της υγείας για την μείωση της σπατάλης.
Μεταρρύθμιση στην δημόσια διοίκηση με ηλεκτρονική διασύνδεση υπηρεσιών και μείωση γραφειοκρατικού κόστους.
Αξιοποίηση των 19 δις ευρώ αγροτικών ενισχύσεων μόνο σε παραγωγικές επενδύσεις και ανταγωνιστικές καλλιέργειες με στόχο την αύξηση των εξαγωγών και την μείωση των εισαγωγών.
Οι προτάσεις μας είναι η διέξοδος στο αδιέξοδο της σημερινής κυβερνητικής πολιτικής».
Για το θέμα του χρέους και το γεγονός ότι η κυβέρνηση θέτει τα Χριστούγεννα ως απώτατο χρονικό ορίζοντα για μια θετική απόφαση στο θέμα , ο κ. Θεοχαρόπουλος τονίζει ότι σταθερή θέση του όλη την περίοδο της κρίσης είναι ότι το δημόσιο χρέος πρέπει να αναδιαρθρωθεί με ρεαλιστικές προτάσεις και να απομειωθεί σημαντικά για να καταστεί βιώσιμο.
Όπως αναφέρει, «ο ΣΥΡΙΖΑ αντίθετα όταν ήταν στην αντιπολίτευση επεδίωκε μονομερή διαγραφή.
Οι αυταπάτες συνεχίσθηκαν με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σε μία απόφαση του Eurogroup, η οποία δεν οδηγεί σε ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους.
Στο επίπεδο δε των συμμαχιών, το ΔΝΤ συμφωνεί με τις θέσεις της χώρας μας στο θέμα του χρέους, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ επεδίωκε να το διώξει από το πρόγραμμα.
Πρόκειται για αλλοπρόσαλλη τακτική της κυβέρνησης.
Από την άλλη οι ευρωπαίοι εταίροι δεν έχουν κατανοήσει ότι η ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους είναι αναγκαίος όρος για την υπέρβαση της ελληνικής και ευρωπαϊκής κρίσης. Για αυτό δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία καθώς δεν στηρίζεται στα αντικειμενικά δεδομένα».
Σε ερώτηση για το αν αποκλείει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο σύμπραξης στο εγγύς μέλλον με τον ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ άλλων απαντά πως «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει μετά από δύο εκλογικές αναμετρήσεις να προχωρήσει σε σύμπραξη με την δεξιά των ΑΝΕΛ», αλλά και ότι «είμαστε υπέρ κάθε προοδευτικής αριστερής πολιτικής, αλλά ταυτόχρονα είμαστε σταθερά απέναντι σε κάθε πολιτική που δημιουργεί, αναπαράγει και διευρύνει παθογένειες. Σύμπραξη σε αυτές τις αδιέξοδες πολιτικές δεν μας αφορά γιατί στόχος μας δεν είναι οι καρέκλες της εξουσίας.
Πρωταρχικός στόχος όμως όλων των κομμάτων στις σημερινές συνθήκες πρέπει να είναι το πώς θα σωθεί η χώρα.
Για αυτό πρέπει να δημιουργηθεί εδώ και τώρα μία νέα κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης και ευρείας πλειοψηφίας των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων»
Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι «η κυβέρνηση είναι ουρά των πιο δεξιών συντηρητικών πολιτικών σε επίπεδο Ε.Ε.», ενώ «η Δημοκρατική Συμπαράταξη από την άλλη καταθέτει προοδευτικές προτάσεις για όλα τα θέματα.
Δεν ασκεί στείρα αντιπολίτευση όπως η ΝΔ, η οποία ζητά εκλογές κάθε μέρα αντί να καταθέτει προτάσεις ως αξιωματική αντιπολίτευση».
Όπως τονίζει, «ο κ. Μητσοτάκης κρύβεται πίσω από την αποτυχία του κ. Τσίπρα και περιμένει να δοξαστεί κρυπτόμενος.
Για αυτό η λύση είναι η ισχυρή κεντροαριστερά η οποία θα οδηγήσει σε αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών, για να μην παραμείνουν εγκλωβισμένοι οι προοδευτικοί πολίτες που έχουν απογοητευθεί από τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ και δεν θέλουν να ζήσουν την συντηρητική παλινόρθωση της ΝΔ».
Ακόμη, δηλώνει ότι τάσσεται σταθερά υπέρ της συγκρότησης ενός ισχυρού προοδευτικού φορέα και μένει σταθερός στην ανάγκη ενός Συνεδρίου στο οποίο θα συμμετέχουν οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, του προοδευτικού κέντρου και της ανανεωτικής αριστεράς.
Για τις σχέσεις του με την κ. Γεννηματά αναφέρει ότι έχουν «μία ειλικρινή σχέση που βασίζεται στον σεβασμό της αυτονομίας των χώρων, αλλά και στον κοινό στόχο ενός ισχυρού προοδευτικού φορέα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε σε όλα.
Αλλά αυτά που μας ενώνουν είναι πολλαπλάσια των ενδεχόμενων αποκλίσεων».
Χαρακτηρίζει «απαράδεκτες και προκλητικές» τις δηλώσεις Erdogan , προσθέτοντας ότι «δημιουργούν κλίμα αρνητικό στις ελληνοτουρκικές σχέσεις», ενώ για τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία αναφέρει ότι «η κυβέρνηση αρχικά βιάστηκε να αντιδράσει σε δημοσιεύματα που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.
Όμως συνολικά η στάση της κυβέρνησης δεν είναι αυτή που απαιτούν οι περιστάσεις.
Δεν έχει μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη στρατηγική με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζεται. Για αυτό πρέπει να προχωρήσουμε σε Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής.
Στα εθνικά θέματα δεν επιτρέπονται στείρες κομματικές αντιπαραθέσεις, απαιτείται υπεύθυνη στάση».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών