Τελευταία Νέα
Πολιτική

Τζανακόπουλος: Πιέζουμε για όσο το δυνατόν πιο γρήγορη λύση - Δεν θα υποχωρήσουμε σε παράλογες απαιτήσεις

Τζανακόπουλος: Πιέζουμε για όσο το δυνατόν πιο γρήγορη λύση - Δεν θα υποχωρήσουμε σε παράλογες απαιτήσεις
"Στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η συνολική συμφωνία να επιτευχθεί εντός Απριλίου", αναφέρει ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος
«Επιδίωξη μας είναι να γεφυρωθούν όσες διαφορές απομένουν στα ζητήματα της τεχνικής συμφωνίας και του δημοσιονομικού για το 2019 ώστε στο Eurogroup της Δευτέρας να αναγνωριστεί η πρόοδος που έχει συντελεστεί», υπογραμμίζει  ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ημερησία».
Όπως σημειώνει, ο στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι η συνολική συμφωνία να επιτευχθεί εντός Απριλίου ώστε στη συνέχεια να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση.
«Νομίζω ότι είναι εύλογο να περιμένουμε σύντομα θετικές εξελίξεις», αναφέρει χαρακτηριστικά, παραδεχόμενος ότι έχει υπάρξει καθυστέρηση στην τελική συμφωνία, σημειώνοντας ωστόσο πως «δεν πρόκειται για ένα απλό ζήτημα».
Ο κ. Τζανακόπουλος υπενθύμισε ότι «τον Δεκέμβριο είχαμε να αντιμετωπίσουμε την αδιάλλακτη στάση του ΔΝΤ που ζητούσε 4,5 δισ. επιπρόσθετα μέτρα για το 2019. Θεωρούσαμε τότε, όχι μόνο εμείς αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, ότι το Ταμείο θα άλλαζε στάση εξαιτίας της θετικότερης των προσδοκιών πορείας των εσόδων.
Αντίθετα, το ΔΝΤ όχι μόνο δεν υποχώρησε αλλά σκλήρυνε τη στάση του πράγμα που άλλαξε μόλις την 20η Φλεβάρη όταν και επιτεύχθηκε μια επί της αρχής συμφωνία για μέτρα με μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο για το 2019.
Σε όλα αυτά προσθέστε και την διαφωνία μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ για το ζήτημα του χρέους οπότε αντιλαμβάνεστε ότι έχουμε μπροστά μας έναν πλανητικής κλίμακας γρίφο που πρέπει να επιλυθεί.
Εμείς λοιπόν από την πλευρά μας κάνουμε αυτό που θεωρούμε σωστό.
Πιέζουμε για όσο το δυνατόν πιο γρήγορη λύση αλλά δεν πρόκειται από την άλλη να υποχωρήσουμε και σε παράλογες απαιτήσεις.
Δεν θα υιοθετήσουμε ποτέ την γραμμή «τόσα και άλλα τόσα» όπως μας καλεί η ΝΔ».
Κατά τον ίδιο, «το επιχείρημα της ΝΔ ότι οι καθυστερήσεις γέννησαν τις απαιτήσεις του ΔΝΤ είναι απολύτως ψευδές», καθώς «οι απαιτήσεις αυτές βρίσκονταν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης από το ταμείο ήδη από τον Δεκέμβριο του 2015 πριν σημειωθεί οποιαδήποτε καθυστέρηση στα χρονοδιαγράμματα.
 Άρα δεν είναι οι καθυστερήσεις που οδήγησαν σε αυξημένες απαιτήσεις αλλά οι παράλογες απαιτήσεις που προκάλεσαν την καθυστέρηση».
Υπογραμμίζει δε, πως «η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που είχαν δεσμεύσει τη χώρα με πρωτογενή πλεονάσματα με μέσο όρο 4% μέχρι το 2030 είναι οι τελευταίοι που δικαιούνται να μιλάνε για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα», αλλά και πως «όποια και να είναι η τελική συμφωνία τα πρωτογενή πλεονάσματα θα είναι σχετικά υψηλά για τα πρώτα χρόνια μετά το πρόγραμμα».
Σε ερώτηση για το αν η κυβέρνηση ζητά ή όχι την σύμπραξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης στην ψήφιση της συμφωνίας, απαντά ότι «η κυβερνητική πλειοψηφία αριθμεί 153 βουλευτές και είναι απολύτως συμπαγής» και «τα όποια σενάρια περί αυξημένης πλειοψηφίας, τα οποία σας υπενθυμίζω ότι δεν προέκυψαν τις τελευταίες ημέρες αλλά έχουν φιλοξενηθεί σε συγκεκριμένες εφημερίδες, δίνοντας λαβή στη ΝΔ να αρθρώσει αντιπολιτευτικό λόγο επί ανύπαρκτων θεμάτων, είναι απολύτως αναληθή».
Εξηγεί πως «αυτό το οποίο σχολιάστηκε από στελέχη του κόμματος και της κυβέρνησης, είναι ότι εφόσον έρθει μία συμφωνία με θετικό πρόσημο, τότε θα κληθούν να πάρουν ξεκάθαρη θέση και τα κόμματα τόσο της ελάσσονος αλλά κυρίως της μείζονος αντιπολίτευσης.
Διότι για αυτό ακριβώς διαπραγματεύεται η κυβέρνηση, για να καταφέρει μία συμφωνία με θετικό και αναπτυξιακό πρόσημο».
Καλεί μάλιστα τη ΝΔ αντί «να σκιαμαχεί για το αν θα ψηφίσει μία συνολική συμφωνία επιβαρυντικών και ελαφρυντικών μέτρων, ενώ κανείς δεν της έχει απευθύνει έκκληση για κάτι τέτοιο, καλό θα είναι να αποφασίσει εάν θα πράξει το ίδιο λάθος που έκανε τα Χριστούγεννα, όταν καταψήφιζε την ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων με 617 εκατ. ευρώ».
Σε άλλο σημείο αναφέρει ότι η «κυβέρνηση δεν πρόκειται να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή μία κακή συμφωνία, πολλώ δε μάλλον μία συμφωνία η οποία θα υπερβαίνει τις αρχές της κυβερνητικής πλειοψηφίας».
Κατά τον ίδιο,  ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έχει ήδη επιτευχθεί με τις βάσεις για μία συμφωνία μηδενικού δημοσιονομικού αντίκτυπου και με σημαντικά αντισταθμιστικά μέτρα, τα οποία θα ψηφιστούν ταυτόχρονα με τις επιβαρύνσεις και στόχο θα έχουν να ελαφρύνουν τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα.
Όπως τονίζει, «όταν ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις, η τελική συμφωνία θα περάσει από τα αρμόδια κομματικά όργανα και θα έρθει στη Βουλή προς ψήφιση.
Και τότε είμαι σίγουρος ότι η κυβερνητική πλειοψηφία θα σταθεί σύσσωμη στο ύψος των περιστάσεων και το ιστορικό της χρέος.
Αυτό που μένει να δούμε, είναι πώς θα διαχειριστεί το δίλημμα που εμφανώς πλέον αντιμετωπίζει στο εσωτερικό της η αξιωματική αντιπολίτευση».
Κάνοντας αναφορά στις δημοσκοπήσεις, αφού σημειώνει πως «είναι απολύτως λογικό μία κυβέρνηση, η οποία εφαρμόζει ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής να υφίσταται δημοσκοπική φθορά», συμπληρώνει ότι «η κυβέρνηση εξετάζει όλες τις δημοσκοπήσεις, ασχέτως εάν πολλές από αυτές ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν έχουν αποτύχει παταγωδώς στον εντοπισμό της πραγματικής δυναμικής των πολιτών και της ψήφου που περνά κάτω από τα ραντάρ».
Σύμφωνα με τον κ. Τζανακόπουλο, «οι σφυγμομετρήσεις ποτέ δεν έβγαλαν κυβερνήσεις ούτε πρωθυπουργούς και ακόμα και αν το έκαναν στο παρελθόν, πλέον αδυνατούν διότι έχουν χάσει την αξιοπιστία τους στα μάτια του κόσμου.
Το είδαμε τρεις φορές στην Ελλάδα, το Γενάρη του 2015, το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους και στο δημοψήφισμα, το είδαμε στο δημοψήφισμα της Βρετανίας και στις εκλογές των ΗΠΑ. Οπότε, όταν έρθει η ώρα της κάλπης, με την εξάντληση της κυβερνητικής θητείας που θα ταυτιστεί με την έξοδο από την επιτροπεία, η ευρεία κοινωνική πλειοψηφία θα κληθεί να αξιολογήσει το σύνολο του έργου της κυβέρνησης, τις προτεραιότητες που έθεσε καθ’ όλη την τετραετία και τον κοινωνικό προσανατολισμό των πολιτικών της, συγκρίνοντάς την με τις προηγούμενες κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αλλά και με τα συμφέροντα τα οποία ο καθένας πρεσβεύει.
Είτε αυτά είναι της πλειοψηφίας των πολιτών, είτε μίας ολιγομελούς ελίτ που αναζητά την παλινόρθωση ενός χρεωκοπημένου πολιτικού συστήματος.
Επομένως, η όποια δημοσκοπική διαφορά προφανώς και είναι εφικτό να ανατραπεί».
Τέλος, αναφέρει ότι η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά και προσεκτικά όλες τις εξελίξεις στις ευρωτουρκικές σχέσεις, σημειώνοντας ότι «είναι κάτι περισσότερο από προφανές ότι η ένταση των τελευταίων εβδομάδων και κυρίως ημερών σχετίζεται με την εσωτερική ατζέντα των εμπλεκόμενων κυβερνήσεων και πολιτικών δυνάμεων.
Αυτό όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ούτε οι ευρωπαϊκές δημοκρατικές δυνάμεις επιτρέπεται να υιοθετούν ακροδεξιά ατζέντα ούτε όμως και η Τουρκία να προβαίνει σε ανιστόρητους συσχετισμούς και αδιανόητες συγκρίσεις και αναλογίες.
Παρά τις ακραίες φωνές ωστόσο, είμαι πεπεισμένος πως  οι περισσότερες πλευρές γνωρίζουν πως το κοινό συμφέρον τόσο για την Ευρώπη όσο και για την Τουρκία είναι η διασφάλιση και η βέλτιστη εφαρμογή της συμφωνίας για τη διαχείριση του προσφυγικού». «Παρά το τεταμένο κλίμα των τελευταίων ημερών, η ελληνική κυβέρνηση ως μέλος της ΕΕ εργάζεται για να διατηρεί σταθερά ανοιχτούς τους διπλωματικούς διαύλους με την Άγκυρα προς αυτή την κατεύθυνση», καταλήγει ο κ. Τζανακόπουλος.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης