Άρθρο του Βουλευτή ΔΗ.ΣΥ ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ Λεωνίδα Γρηγοράκου στο bankingnews
Οι κατακερματισμένες δυνάμεις της κεντροαριστεράς οφείλουν να αντιτάξουν το δικό τους λόγο απέναντι στις δυνάμεις του λαϊκίστικου ΣΥΡΙΖΑ και της συντηρητικής ΝΔ.
Τα φλέγοντα προβλήματα της χώρας και της ελληνικής οικονομίας δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ούτε με τις ιδεοληπτικές και παρωχημένες αντιλήψεις του κυβερνώντος κόμματος ούτε με τις δεξιές «συνταγές», που ενσαρκώνει και εκπροσωπεί η παράταξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η παραγωγική, οικονομική και κοινωνική υστέρηση της Ελλάδας θέτει καίρια ερωτήματα, ως προς την πολιτική που οφείλουμε να ακολουθήσουμε, για να μπούμε στο «δρόμο» της εξόδου από την κρίση.
Τα παλιά υποδείγματα, στα οποία στηρίχτηκε η ανάπτυξη και η ευημερία που γνωρίσαμε, στην πραγματικότητα, είναι ξεπερασμένα.
Δεν ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις.
Βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με το σημερινό οικονομικό, κοινωνικό και ευρωπαϊκό περιβάλλον, το οποίο είμαστε αναγκασμένοι να ακολουθήσουμε.
Η δημοσιονομική προσαρμογή είναι εκ των ων ουκ άνευ, αν θέλουμε να παραμείνουμε στο στενό «πυρήνα» μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαφορετικά, αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να υπαχθούμε σε μια υποδεέστερη κατηγορία, χάνοντας τα όποια πλεονεκτήματα έχουμε με το «σπαθί» μας κατακτήσει, μετά την συμμετοχή μας στην ευρωζώνη.
Κάτι τέτοιο θα σημαίνει ότι θα βρεθούμε εκτός του προνομιακού πεδίου της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης.
Με απλά λόγια, θα παλινδρομήσουμε ξανά στη βαλκανική μας μοίρα, έχοντας απολέσει το κεκτημένο μας να είμαστε μια ευρωπαϊκή χώρα της νοτιοανατολικής μεσογείου.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τις ανερμάτιστες πολιτικές που ακολουθεί, έχει δείξει ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο μεγάλο διακύβευμα που έχουμε μπροστά μας.
Μοναδικό της μέλημα είναι η παραμονή της στην εξουσία, αδιαφορώντας για το οικονομικό και κοινωνικό κόστος που θα έχουν η χώρα και οι πολίτες.
Εξού και καταφεύγει σε μια πρωτοφανή φορολογική επιδρομή.
Στερούμενη στοιχειώδους σχεδίου, καθιστά την έξοδο από την κρίση ατελέσφορη.
Η διαχειριστική και πολιτική της ανεπάρκεια έχει προσλάβει παροιμιώδεις διαστάσεις.
Ακόμη και αν θέλουν, δεν μπορούν να συνδράμουν στην ανάκαμψη του τόπου και στην αναζωογόνηση της οικονομίας.
Η αξιολόγηση στο διηνεκές το επιβεβαιώνει.
Μολονότι είχαν υποσχεθεί την λήψη μέτρων 12 δις, για να ενισχύσουν και να τονώσουν τους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους, έκαναν ακριβώς το αντίθετο.
Σε ενάμιση, περίπου, χρόνο χρέωσαν με το ίδιο ποσό την ελληνική οικονομία και τους Έλληνες πολίτες.
Έπειτα από αυτή την κυβερνητική επίδοση, είναι εμφανές ότι οι κυβερνώντες είναι παντελώς ακατάλληλοι αλλά και επικίνδυνοι.
Η μόνη θετική επίδοση που έχουν είναι τα ασύστολα ψέματα και η ακραία δημαγωγία.
Ωστόσο, αυτά έχουν «κοντά ποδάρια».
Η κοινωνική και δημοσκοπική τους «βύθιση» το αποδεικνύει.
Από την άλλη πλευρά η ΝΔ, υποτιμώντας τη νοημοσύνη των Ελλήνων πολιτών, τους αντιμετωπίζει, ως «λωτοφάγους».
Η παράταξη που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία με τις αλόγιστες και ανεύθυνες πολιτικές της νεοκαραμανλικής διακυβέρνησής της, ενδύεται, σήμερα, το «κοστούμι» της μεταρρυθμιστικής δύναμης.
Χωρίς να έχει κάνει την παραμικρή αποτίμηση αλλά και αυτοκριτική για την κυβερνητική της θητεία, επιδίδεται σε έναν αγώνα οικειοποίησης της «τιμωρητικής» διάθεσης των πολιτών απέναντι στον Τσίπρα και την κυβέρνηση του.
Επενδύοντας στην αποτυχία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αποφεύγει να διατυπώσει σαφείς και καθαρές θέσεις για τα μεγάλα προβλήματα του τόπου και της οικονομίας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με γενικόλογες διακηρύξεις αλλά και «καλλιεργώντας» ένα προφίλ κεντρώου πολιτικού, επιχειρεί να «αλιεύσει» δυνάμεις σε θολά νερά.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αν και «εισπράττει» τη φθορά των κυβερνώντων, δεν μπορεί να αποτελέσει μια αξιόπιστη και φερέγγυα λύση, για να υπερβούμε την κρίση.
Ήταν και παραμένει ο κατεξοχήν συντηρητικός χώρος στην εγχώρια πολιτική σκηνή.
Η διάσπαρτη κεντροαριστερά, αντί να αναλώνεται σε «παιχνίδια» εξουσίας, οφείλει να επιδείξει την απαιτούμενη σοβαρότητα και να αναζητήσει κοινές προσεγγίσεις για τη θεμελίωση μιας νέας στρατηγικής για την παραγωγική Ελλάδα, για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της, για την προσέλκυση επενδύσεων, για την αναμόρφωση του κράτους, για την τόνωση της ιδιωτικής οικονομίας, για την απασχόληση, για τις μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, στην Υγεία και στην Πρόνοια.
Στο «χέρι» της είναι να αποκτήσει μια νέα πολιτική ατζέντα, αποφεύγοντας τις «αναπαλαιώσεις» και τις παλινδρομήσεις στις χίμαιρες του παρελθόντος.
Τα φλέγοντα προβλήματα της χώρας και της ελληνικής οικονομίας δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ούτε με τις ιδεοληπτικές και παρωχημένες αντιλήψεις του κυβερνώντος κόμματος ούτε με τις δεξιές «συνταγές», που ενσαρκώνει και εκπροσωπεί η παράταξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η παραγωγική, οικονομική και κοινωνική υστέρηση της Ελλάδας θέτει καίρια ερωτήματα, ως προς την πολιτική που οφείλουμε να ακολουθήσουμε, για να μπούμε στο «δρόμο» της εξόδου από την κρίση.
Τα παλιά υποδείγματα, στα οποία στηρίχτηκε η ανάπτυξη και η ευημερία που γνωρίσαμε, στην πραγματικότητα, είναι ξεπερασμένα.
Δεν ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις.
Βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με το σημερινό οικονομικό, κοινωνικό και ευρωπαϊκό περιβάλλον, το οποίο είμαστε αναγκασμένοι να ακολουθήσουμε.
Η δημοσιονομική προσαρμογή είναι εκ των ων ουκ άνευ, αν θέλουμε να παραμείνουμε στο στενό «πυρήνα» μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διαφορετικά, αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να υπαχθούμε σε μια υποδεέστερη κατηγορία, χάνοντας τα όποια πλεονεκτήματα έχουμε με το «σπαθί» μας κατακτήσει, μετά την συμμετοχή μας στην ευρωζώνη.
Κάτι τέτοιο θα σημαίνει ότι θα βρεθούμε εκτός του προνομιακού πεδίου της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης.
Με απλά λόγια, θα παλινδρομήσουμε ξανά στη βαλκανική μας μοίρα, έχοντας απολέσει το κεκτημένο μας να είμαστε μια ευρωπαϊκή χώρα της νοτιοανατολικής μεσογείου.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τις ανερμάτιστες πολιτικές που ακολουθεί, έχει δείξει ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο μεγάλο διακύβευμα που έχουμε μπροστά μας.
Μοναδικό της μέλημα είναι η παραμονή της στην εξουσία, αδιαφορώντας για το οικονομικό και κοινωνικό κόστος που θα έχουν η χώρα και οι πολίτες.
Εξού και καταφεύγει σε μια πρωτοφανή φορολογική επιδρομή.
Στερούμενη στοιχειώδους σχεδίου, καθιστά την έξοδο από την κρίση ατελέσφορη.
Η διαχειριστική και πολιτική της ανεπάρκεια έχει προσλάβει παροιμιώδεις διαστάσεις.
Ακόμη και αν θέλουν, δεν μπορούν να συνδράμουν στην ανάκαμψη του τόπου και στην αναζωογόνηση της οικονομίας.
Η αξιολόγηση στο διηνεκές το επιβεβαιώνει.
Μολονότι είχαν υποσχεθεί την λήψη μέτρων 12 δις, για να ενισχύσουν και να τονώσουν τους χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους, έκαναν ακριβώς το αντίθετο.
Σε ενάμιση, περίπου, χρόνο χρέωσαν με το ίδιο ποσό την ελληνική οικονομία και τους Έλληνες πολίτες.
Έπειτα από αυτή την κυβερνητική επίδοση, είναι εμφανές ότι οι κυβερνώντες είναι παντελώς ακατάλληλοι αλλά και επικίνδυνοι.
Η μόνη θετική επίδοση που έχουν είναι τα ασύστολα ψέματα και η ακραία δημαγωγία.
Ωστόσο, αυτά έχουν «κοντά ποδάρια».
Η κοινωνική και δημοσκοπική τους «βύθιση» το αποδεικνύει.
Από την άλλη πλευρά η ΝΔ, υποτιμώντας τη νοημοσύνη των Ελλήνων πολιτών, τους αντιμετωπίζει, ως «λωτοφάγους».
Η παράταξη που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία με τις αλόγιστες και ανεύθυνες πολιτικές της νεοκαραμανλικής διακυβέρνησής της, ενδύεται, σήμερα, το «κοστούμι» της μεταρρυθμιστικής δύναμης.
Χωρίς να έχει κάνει την παραμικρή αποτίμηση αλλά και αυτοκριτική για την κυβερνητική της θητεία, επιδίδεται σε έναν αγώνα οικειοποίησης της «τιμωρητικής» διάθεσης των πολιτών απέναντι στον Τσίπρα και την κυβέρνηση του.
Επενδύοντας στην αποτυχία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αποφεύγει να διατυπώσει σαφείς και καθαρές θέσεις για τα μεγάλα προβλήματα του τόπου και της οικονομίας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με γενικόλογες διακηρύξεις αλλά και «καλλιεργώντας» ένα προφίλ κεντρώου πολιτικού, επιχειρεί να «αλιεύσει» δυνάμεις σε θολά νερά.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αν και «εισπράττει» τη φθορά των κυβερνώντων, δεν μπορεί να αποτελέσει μια αξιόπιστη και φερέγγυα λύση, για να υπερβούμε την κρίση.
Ήταν και παραμένει ο κατεξοχήν συντηρητικός χώρος στην εγχώρια πολιτική σκηνή.
Η διάσπαρτη κεντροαριστερά, αντί να αναλώνεται σε «παιχνίδια» εξουσίας, οφείλει να επιδείξει την απαιτούμενη σοβαρότητα και να αναζητήσει κοινές προσεγγίσεις για τη θεμελίωση μιας νέας στρατηγικής για την παραγωγική Ελλάδα, για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της, για την προσέλκυση επενδύσεων, για την αναμόρφωση του κράτους, για την τόνωση της ιδιωτικής οικονομίας, για την απασχόληση, για τις μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, στην Υγεία και στην Πρόνοια.
Στο «χέρι» της είναι να αποκτήσει μια νέα πολιτική ατζέντα, αποφεύγοντας τις «αναπαλαιώσεις» και τις παλινδρομήσεις στις χίμαιρες του παρελθόντος.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών