Υπό άλλες συνθήκες θα ήταν αδύνατο το comeback για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τα αρνητικά συναισθήματα που προκαλεί στη συντριπτική πλειοψηφία η κυβέρνηση και τα έως σήμερα πεπραγμένα της.
Το αποτυπώνουν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο οι δημοσκοπήσεις που γίνονται τουλάχιστον τον τελευταίο χρόνο.
Απαισιοδοξία για το μέλλον, δυσαρέσκεια για το έργο της κυβέρνησης, έντονη δυσπιστία για αυτά που καλείται να φέρει εις πέρας το επόμενο διάστημα.
Αρνητικά συναισθήματα που αν μη τι άλλο αναμένεται να κορυφωθούν το επόμενο διάστημα, καθώς από αυτόν τον μήνα (Ιούλιο) και έως τον Ιανουάριο του 2018 οι πολίτες θα πληρώνουν διαδοχικά φόρους που θα έρθουν να προστεθούν στον ήδη βεβαρημένο οικογενειακό προϋπολογισμό τους.
Και όμως παρά την απογοήτευση που έχει προκαλέσει η κυβέρνηση Τσίπρα (είναι ενδεικτικό ότι μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να τον ξαναψηφίσει), είναι αυτή που δημιουργεί μια δυναμική, ικανή να αλλάξει τους σημερινούς συσχετισμούς και ισορροπίες στην εγχώρια πολιτική σκηνή.
Η έξοδος της Ελλάδας από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, η συμφωνία της 15ης Ιουνίου, η απόφαση του ΔΝΤ να συμμετάσχει – έστω και χωρίς χρήματα – στο ελληνικό πρόγραμμα αλλά και η πρόσφατη έξοδος της Ελλάδας στις αγορές σε συνδυασμό και με τα αισιόδοξα μηνύματα από την πορεία της οικονομίας είναι γεγονότα που δημιουργούν ένα θετικό momentum.
Στο οποίο έρχονται να προστεθούν και μια σειρά και από άλλες θετικές πρωτοβουλίες όπως είναι τα περιφερειακά αναπτυξιακά συνέδρια, τα οποία επικεντρώνονται στο πώς θα δομηθεί το αναπτυξιακό σχέδιο για την επόμενη ημέρα.
Κινήσεις που αν μη τι άλλο ενισχύουν την εικόνα της κυβέρνησης, η οποία εμφανίζεται να είναι η μόνη που «κυνηγά» έναν φιλόδοξο στόχο.
Ότι δηλαδή σε έναν χρόνο από σήμερα η Ελλάδα θα έχει απαλλαγεί από μνημόνια και επιτροπεία.
Το εάν θα τα καταφέρει ή όχι η κυβέρνηση, μένει να φανεί.
Ανεξαρτήτως αυτού όμως είναι προφανές ότι ο Τσίπρας είναι αυτός που διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων και έχει κάτι θετικό να προβάλλει.
Και αυτό τη στιγμή που η ΝΔ μοιάζει να επαναλαμβάνει το ίδιο μοτίβο.
Επιτίθεται στην κυβέρνηση για το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης της, επαναφέρει το θέμα του Βαρουφάκη και επιμένει στο αρνητικό σενάριο.
Αν μη τι άλλο πρόκειται για μια επιχειρηματολογία, η οποία αν και σε πολλά σημεία της έχει βάση, τείνει να καταστεί – αν δεν έχει ήδη καταστεί – εξαιρετικά μονότονη.
Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που κουράζει υπέρμετρα τους πολίτες, οι οποίοι από τη διαρκή επανάληψη δεν αποκλείεται ακόμα και να συμβιβαστούν με αυτήν.
Όσον αφορά την υπόσχεση ότι με την άφιξη της στην εξουσία θα μειώσει τη φορολογία, βασίζοντας τη δέσμευση αυτή στο ότι θα πείσει τους δανειστές με το μεταρρυθμιστικό «οίστρο» που θα δείξει, αυτή κάθε άλλο παρά πειστική είναι.
Εξίσου προβληματική όμως είναι η κατάσταση και στην Κεντροαριστερά.
Το εγχείρημα ενός νέου, ισχυρού κεντροαριστερού φορέα θεωρείται, εφόσον συγκεντρώσει όλες τις κατακερματισμένες πολιτικές δυνάμεις του χώρου και προχωρήσει στην αναγκαία ανανέωση προσώπων και ιδεών, ικανό να «σβήσει» παλιές «πολιτικές αμαρτίες», να χαράξει μια νέα πορεία και να εξελιχθεί σε έναν κρίσιμο πολιτικό πόλο.
Όμως το εγχείρημα εξακολουθεί να «σκοντάφτει» στις προσωπικές φιλοδοξίες για την ανάδειξη του νέου αρχηγού.
Και είναι αυτές που κρατούν εδώ και χρόνια πίσω την υλοποίηση αυτού του εγχειρήματος.
Την ώρα λοιπόν που ο Τσίπρας και η κυβέρνηση του κινούνται με δυναμικό τρόπο στην κατεύθυνση ενός comeback, οι δύο κύριοι πολιτικοί του αντίπαλοι – ΝΔ και Δημοκρατική Συμπαράταξη – δείχνουν να πελαγοδρομούν.
Υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να επιστρέψει δυναμικά στην εγχώρια πολιτική σκηνή.
Υπό τα σημερινά όμως δεδομένα και κυρίως λόγω της αδυναμίας της αντιπολίτευσης, το σενάριο αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Το αποτυπώνουν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο οι δημοσκοπήσεις που γίνονται τουλάχιστον τον τελευταίο χρόνο.
Απαισιοδοξία για το μέλλον, δυσαρέσκεια για το έργο της κυβέρνησης, έντονη δυσπιστία για αυτά που καλείται να φέρει εις πέρας το επόμενο διάστημα.
Αρνητικά συναισθήματα που αν μη τι άλλο αναμένεται να κορυφωθούν το επόμενο διάστημα, καθώς από αυτόν τον μήνα (Ιούλιο) και έως τον Ιανουάριο του 2018 οι πολίτες θα πληρώνουν διαδοχικά φόρους που θα έρθουν να προστεθούν στον ήδη βεβαρημένο οικογενειακό προϋπολογισμό τους.
Και όμως παρά την απογοήτευση που έχει προκαλέσει η κυβέρνηση Τσίπρα (είναι ενδεικτικό ότι μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να τον ξαναψηφίσει), είναι αυτή που δημιουργεί μια δυναμική, ικανή να αλλάξει τους σημερινούς συσχετισμούς και ισορροπίες στην εγχώρια πολιτική σκηνή.
Η έξοδος της Ελλάδας από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, η συμφωνία της 15ης Ιουνίου, η απόφαση του ΔΝΤ να συμμετάσχει – έστω και χωρίς χρήματα – στο ελληνικό πρόγραμμα αλλά και η πρόσφατη έξοδος της Ελλάδας στις αγορές σε συνδυασμό και με τα αισιόδοξα μηνύματα από την πορεία της οικονομίας είναι γεγονότα που δημιουργούν ένα θετικό momentum.
Στο οποίο έρχονται να προστεθούν και μια σειρά και από άλλες θετικές πρωτοβουλίες όπως είναι τα περιφερειακά αναπτυξιακά συνέδρια, τα οποία επικεντρώνονται στο πώς θα δομηθεί το αναπτυξιακό σχέδιο για την επόμενη ημέρα.
Κινήσεις που αν μη τι άλλο ενισχύουν την εικόνα της κυβέρνησης, η οποία εμφανίζεται να είναι η μόνη που «κυνηγά» έναν φιλόδοξο στόχο.
Ότι δηλαδή σε έναν χρόνο από σήμερα η Ελλάδα θα έχει απαλλαγεί από μνημόνια και επιτροπεία.
Το εάν θα τα καταφέρει ή όχι η κυβέρνηση, μένει να φανεί.
Ανεξαρτήτως αυτού όμως είναι προφανές ότι ο Τσίπρας είναι αυτός που διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων και έχει κάτι θετικό να προβάλλει.
Και αυτό τη στιγμή που η ΝΔ μοιάζει να επαναλαμβάνει το ίδιο μοτίβο.
Επιτίθεται στην κυβέρνηση για το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης της, επαναφέρει το θέμα του Βαρουφάκη και επιμένει στο αρνητικό σενάριο.
Αν μη τι άλλο πρόκειται για μια επιχειρηματολογία, η οποία αν και σε πολλά σημεία της έχει βάση, τείνει να καταστεί – αν δεν έχει ήδη καταστεί – εξαιρετικά μονότονη.
Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που κουράζει υπέρμετρα τους πολίτες, οι οποίοι από τη διαρκή επανάληψη δεν αποκλείεται ακόμα και να συμβιβαστούν με αυτήν.
Όσον αφορά την υπόσχεση ότι με την άφιξη της στην εξουσία θα μειώσει τη φορολογία, βασίζοντας τη δέσμευση αυτή στο ότι θα πείσει τους δανειστές με το μεταρρυθμιστικό «οίστρο» που θα δείξει, αυτή κάθε άλλο παρά πειστική είναι.
Εξίσου προβληματική όμως είναι η κατάσταση και στην Κεντροαριστερά.
Το εγχείρημα ενός νέου, ισχυρού κεντροαριστερού φορέα θεωρείται, εφόσον συγκεντρώσει όλες τις κατακερματισμένες πολιτικές δυνάμεις του χώρου και προχωρήσει στην αναγκαία ανανέωση προσώπων και ιδεών, ικανό να «σβήσει» παλιές «πολιτικές αμαρτίες», να χαράξει μια νέα πορεία και να εξελιχθεί σε έναν κρίσιμο πολιτικό πόλο.
Όμως το εγχείρημα εξακολουθεί να «σκοντάφτει» στις προσωπικές φιλοδοξίες για την ανάδειξη του νέου αρχηγού.
Και είναι αυτές που κρατούν εδώ και χρόνια πίσω την υλοποίηση αυτού του εγχειρήματος.
Την ώρα λοιπόν που ο Τσίπρας και η κυβέρνηση του κινούνται με δυναμικό τρόπο στην κατεύθυνση ενός comeback, οι δύο κύριοι πολιτικοί του αντίπαλοι – ΝΔ και Δημοκρατική Συμπαράταξη – δείχνουν να πελαγοδρομούν.
Υπό άλλες συνθήκες, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να επιστρέψει δυναμικά στην εγχώρια πολιτική σκηνή.
Υπό τα σημερινά όμως δεδομένα και κυρίως λόγω της αδυναμίας της αντιπολίτευσης, το σενάριο αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Σπύρος Χριστόπουλος
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών