Κατά της πιστωτικής γραμμής ο πρωθυπουργός με «μήνυμα» και προς τον διοικητή της ΤτΕ
Η οικονομία ήταν το θέμα που βρέθηκε στο επίκεντρο της ομιλίας του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, στο 3ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Αναφερόμενος στο θέμα της οικονομίας ο πρωθυπουργός χρησιμοποιώντας μία πάγια φρασεολογία τόνισε ότι η Ελλάδα επέστρεψε στην ανάπτυξη το 2017, με ταυτόχρονα σημαντική μείωση της ανεργίας αλλά και της εξαγωγικής δραστηριότητας.
Έσπευσε, όμως, να τονίσει ότι προκειμένου μία οικονομία να έχει καλή πορεία το πρώτο που χρειάζεται χρηματοδότηση και ρευστότητα.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά «η ανάπτυξη όμως προϋποθέτει χρηματοδότηση και ρευστότητα. Για το σκοπό αυτό διαμορφώσαμε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό που περιλαμβάνει τον αναπτυξιακό νομό, στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, σταθερό τραπεζικό σύστημα και την ταχύτατη απορρόφηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών προγραμμάτων».
Όμως εμφανίστηκε απόλυτα αισιόδοξος αναφορικά με τις επενδυτικές προοπτικές της χώρας, μη διστάζοντας να χαρακτηρίσει την Ελλάδα ως «το επόμενο μεγάλο θέμα («the next big thing») στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη».
Χαρακτήρισε την Ελλάδα ως μία χώρα που αξίζει να επενδύσει κάποιος, καθώς υπάρχει σταθερότητα, βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης, ενώ έχει διαμορφωθεί το κατάλληλο πλαίσιο ούτως ώστε οι επενδυτές να είναι ασφαλείς, χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει σεβασμός στο περιβάλλον ή σε άλλα θέματα κοινωνικής σημασίας.
Ξεκαθάρισε, ακόμη, δείχνοντας ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει πίσω σε θέματα όπως η υπόθεση Novartis, ότι η κρίση δεν ήρθε… μόνη της στην Ελλάδα αλλά ήταν και αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών που εφαρμόστηκαν αλλά και μεθόδων διαφθοράς.
«Τώρα βρισκόμαστε στο τέλος αυτής της κατάστασης μετά από σχεδόν 8 χρόνια αλλά αυτό το τέλος θα μείνει ανολοκλήρωτο και θα μας καταδιώκει αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη.
Η τραγωδία της ελληνικής κρίσης πρέπει να κλείσει με την απόδοση των όποιων ευθυνών γιατί δεν γίνεται απλώς να πάμε παρακάτω με την ψευδαίσθηση ότι θα ξεχαστεί έτσι απλά», εξήγησε.
Δεν παρέλειψε, επίσης, να στείλει σαφές μήνυμα προς όλους όσους ζητούν από την κυβέρνηση να συγκατανεύσει σε μία προληπτική πιστωτική γραμμή (σ.σ.: ένα μήνυμα που αφορά κυρίως τον επικεφαλής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρα), υποστηρίζοντας ότι είναι μία άποψη που η κυβέρνηση σέβεται, αλλά την έχει εκ των πραγμάτων απορρίψει.
«Άλλες απόψεις που κυκλοφορούν στο δημόσιο διάλογο όπως πχ. η προσφυγή σε προληπτική γραμμή πίστωσης, σεβαστές μεν, αλλά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τη στιγμή που συνεπάγονται νέες δεσμεύσεις και διαιώνιση της επιτροπείας.
Η επιμονή δε σε αυτές από επίσημα χείλη, τη στιγμή που είναι πλήρως εν γνώση τους ότι δεν αποτελούν ούτε επίσημη θέση της χώρας αλλά ούτε και των Ευρωπαϊκών οργανισμών εις τους οποίους εξίσου λογοδοτούν, μόνο ερωτηματικά μπορεί να προκαλεί ως προς τη σκοπιμότητά της».
Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα
«Αξιότιμες κυρίες και κύριοι,
φίλες και φίλοι,
Είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για εμένα να συμμετέχω στις εργασίες του φετινού Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών και να βρίσκομαι ανάμεσα σε διακεκριμένες προσωπικότητες της παγκόσμιας πολιτικής, διανοητικής και επιχειρηματικής σκηνής.
Θέλω ξεκινώντας να συγχαρώ τους διοργανωτές, γιατί χάρη στις προσπάθειές τους και την εξαιρετική προετοιμασία, κατέστησαν ξανά τους Δελφούς κι άρα και τη χώρα μας, «ομφαλό της γης».
Την κατέστησαν το πνευματικό επίκεντρο για το διάλογο και την αναζήτηση λύσεων, απέναντι στις αναπτυξιακές προκλήσεις που θέτει η δυναμική εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης στις οικονομίες της Ευρώπης και του κόσμου.
Η φετινή διοργάνωση, λοιπόν, με τη διεθνή της επιρροή και ακτινοβολία, αποτελεί μια πρώτης τάξης ευκαιρία να παρουσιάσω την νέα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τα τρία τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.
Τις σημαντικές κατακτήσεις που έχουν γίνει αλλά και τις εκκρεμότητες που έχουμε ακόμη μπροστά μας.
Και κυρίως να αναλύσω συνοπτικά τη στρατηγική μας για την επόμενη μέρα και την προοπτική της χώρας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Θα ξεκινήσω από τα δεδομένα στο πεδίο της οικονομίας, όπου έχουμε μια θεαματική αλλαγή της εικόνας.
Η Ελλάδα της ύφεσης των συνεχόμενων χρόνων τεράστιας ύφεσης επέστρεψε από το 2017 στην ανάπτυξη και μάλιστα με δυναμικούς ρυθμούς που εκτιμάται ότι υπερβαίνουν σταθερά το 2% από φέτος και για τα επόμενα έτη.
Η ανεργία υποχώρησε 7 ολόκληρες μονάδες μέσα στα τρία αυτά χρόνια και διατηρεί μια συνεχή τάση αποκλιμάκωσης.
Ενώ η χώρα που είχε καταστεί συνώνυμο του χρόνιου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, εξήλθε το καλοκαίρι από τη Διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και από το 16 και μετά κατορθώνει κάθε χρόνο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, πολύ υψηλότερα από τους στόχους του προγράμματος.
Τα στοιχεία των εξαγωγών και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι θετικά, αλλά το σημαντικότερο για μας, αναδεικνύουν τον ταχύ αναπροσανατολισμό της χώρας από ένα καταναλωτικό μοντέλο που βασιζόταν αποκλειστικά στις εισαγωγές με δανεικά, προς ένα σύγχρονο παραγωγικό πρότυπο που βασίζεται εκτός από την ενίσχυση της ζήτησης και στην εξωστρέφεια, παρακολουθεί τις διεθνείς τάσεις και αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Η ανάπτυξη όμως προϋποθέτει χρηματοδότηση και ρευστότητα.
Για το σκοπό αυτό διαμορφώσαμε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό που περιλαμβάνει τον αναπτυξιακό νομό, στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, σταθερό τραπεζικό σύστημα και την ταχύτατη απορρόφηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Τους επόμενους μήνες, έχουμε αναλάβει την ευθύνη να παρουσιάσουμε έναν ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχεδιασμό για την επόμενη μέρα, στον οποίο εξειδικεύονται οι στόχοι και οι συγκεκριμένες δράσεις σε κλαδικό και περιφερειακό επίπεδο.
Σημαντικά μέρη αυτού του σχεδιασμού έχουν παρουσιαστεί στις περισσότερες από τις περιφέρειες της χώρας στα 10 μέχρι σήμερα αναπτυξιακά περιφερειακά συνέδρια, ενώ μαζί με τους παραγωγικούς φορείς και τους φορείς της αυτοδιοίκησης, συζητήσαμε τρόπους να μεγιστοποιήσουμε τη στόχευση και την αποτελεσματικότητά του.
Γιατί η ανάπτυξη δεν παραγγέλνεται με θεωρητικά σχήματα από καθέδρας, ούτε εξαγγέλλεται με διαγγέλματα.
Αλλά χρειάζεται δουλειά, σχέδιο, επιμονή, διαβούλευση με τους πραγματικά ενδιαφερόμενους και προσπάθεια σύνθεσης απόψεων και προτάσεων συγκεκριμένων και εφαρμόσιμων, που να αναδεικνύουν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του κάθε τόπου ξεχωριστά.
Όλα τα παραπάνω συνοδεύτηκαν από ένα εκτεταμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στο σύνολο του οικονομικού και θεσμικού περιβάλλοντος της χώρας.
Σήμερα η Ελλάδα είναι μια χώρα πιο φιλική και πιο αξιόπιστη στην επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις, λιγότερο γραφειοκρατική, με σύγχρονο φορολογικό μηχανισμό, ομοιόμορφους και αδιάβλητους κανόνες ανταγωνισμού, αλλά και με πολύ πιο ενισχυμένες κοινωνικές δομές για το σύνολο των πολιτών.
Αυτή τη νέα κατάσταση για τη χώρα που εξέρχεται από μια πολυετή περιπέτεια κρίσης, επικροτούν σήμερα, σε κάθε ευκαιρία, οι ευρωπαίοι εταίροι μας και ο ΟΟΣΑ, αλλά την αναγνωρίζουν και οι ανεξάρτητοι διεθνείς αναλυτές, την επιβραβεύουν έμπρακτα οι διεθνείς επενδυτές με την εμπιστοσύνη τους στις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων.
Βεβαίως και οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι αναβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας.
Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι την επιβραβεύουν οι ξένοι επενδυτές ακόμα κι όταν η διεθνής συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή, όπως είδαμε πολύ πρόσφατα από την τελευταία επιτυχημένη μας έκδοση
Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας βλέπουμε ότι όσοι είχαν επενδύσει τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα μας, σήμερα σπεύδουν να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους, ενώ νέοι επενδυτές αξιοποιούν επενδυτικές ευκαιρίες που ανοίγονται στους τομείς της ενέργειας, των δικτύων και των επικοινωνιών, των μεταφορών και του εμπορίου, του Τουρισμού, της αγροτο-διατροφικής παραγωγής και κυρίως στους τομείς της έρευνας και των νέων τεχνολογιών.
Η Ελλάδα εντάσσεται σήμερα στον επενδυτικό σχεδιασμό κρατών και μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και δεν είναι υπερβολή να επαναλάβω, όπως έχω υποστηρίξει καιρό τώρα, ότι είμαστε “the next big thing” στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη.
Ωστόσο, δεν συνηθίζω να ομιλώ με δελφικούς χρησμούς αλλά μιλώ ευθέως, η χώρα μας τα χρόνια της κρίσης, ιδίως τα χρόνια των δύο πρώτων ανεπιτυχών και αναποτελεσματικών, όπως αποδείχθηκε, προγραμμάτων, υπέστη σοβαρές πληγές.
Με σημαντικότερες, ίσως, το brain drain και την ανεργία των νέων που αυξήθηκε δραματικά εξαιτίας της βαθιάς κρίσης.
Και στα δυο αυτά μέτωπα προσπαθήσαμε να δώσουμε απαντήσεις με την ενίσχυση των προγραμμάτων κατάρτισης και επανένταξης στο εργατικό δυναμικό και με την παροχή φορολογικών κινήτρων, επιχορηγήσεων καθώς και με την αύξηση των πόρων για έρευνα και τεχνολογία, ώστε όχι απλώς να αποφύγουμε την απαξίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας, αλλά και να βγούμε δυναμικά στο ανταγωνιστικό πεδίο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, δηλαδή της καινοτομίας, της τεχνητής νοημοσύνης και του δημιουργικού ανθρώπινου κεφαλαίου.
Γιατί μόνο έτσι θα καταφέρουμε να κερδίσουμε το χαμένο έδαφος της παραγωγικής υστέρησης που προκάλεσε η αποβιομηχάνιση των τελευταίων 40 χρόνων.
Αλλά και να επουλώσουμε σημαντικό μέρος από τις μεγάλες πληγές που άφησε στη χώρα μας η κρίση.
Αγαπητές Φίλες και φίλοι,
Τα τρία τελευταία χρόνια δώσαμε έναν μεγάλο και πολλές φορές άνισο αγώνα για να κρατήσουμε τη χώρα και να ξαναστήσουμε την οικονομία στα πόδια της.
Ανταποκρινόμενοι στο ιστορικό κάλεσμα όχι μόνο να σταματήσουμε τη καταστροφή, αλλά και να θεραπεύσουμε τις αιτίες που την προκάλεσαν.
Να διορθώσουμε τις αδικίες της κρίσης και κυρίως να οδηγήσουμε τη χώρα στο μέλλον που της αξίζει.
Έγινε, είναι αλήθεια, σημαντική και δύσκολη δουλειά και τώρα βρισκόμαστε, ίσως, στο κρισιμότερο σημείο της προσπάθειας μας, δηλαδή στο σημείο όπου είναι ορατό το νήμα του τερματισμού και αυτό που χρειάζεται να προετοιμαστεί κατάλληλα η επόμενη ημέρα.
Η ημέρα εκείνη όπου θα έχουμε αφήσει πίσω μας την επώδυνη εμπειρία των μνημονίων και της εθνικής αναδίπλωσης και με πίστη στις δυνάμεις μας θα ξαναβγούμε στο προσκήνιο και θα πραγματώσουμε τις δυνατότητες που έχει ο τόπος μας, με τα οφέλη να διαχέονται δίκαια στο σύνολο της κοινωνίας.
Αυτό σημαίνει για μας δίκαιη ανάπτυξη και αυτή είναι η ιστορική εκκρεμότητα που πρέπει να εκπληρώσουμε.
Για να γίνει αυτό απαιτείται μια νέα αντίληψη διακυβέρνησης και ένας αέρας ανανέωσης στα πολιτικά πράγματα που θα ξαναδίνει νόημα στην αξίας της δημοκρατικής συμμετοχής και θα εμπνέει ξανά εμπιστοσύνη στους πολίτες για τους θεσμούς
Δώσαμε και δίνουμε καθημερινά εξετάσεις στον ελληνικό λαό, αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη.
Ένα διαφορετικό ήθος και ύφος στη διαχείριση της ευθύνης αλλά και του δημόσιου συμφέροντος.
Μακριά από τις παθογένειες, μακριά από την πελατειακή λογική που γνωρίσαμε και πληρώσαμε ως χώρα και τη διαπλοκή των συμφερόντων που γνωρίσαμε στο παρελθόν.
Αλλά και στη διαχείριση διεθνών κρίσεων δώσαμε κρίσιμες εξετάσεις.
Και με τη στάση της χώρας μας στη μεταναστευτική και προσφυγική κρίση, αποκομίσαμε το διεθνή έπαινο.
Καταφέραμε να προτάξουμε τον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη, κόντρα στον εγχώριο συντηρητισμό που υποδαύλιζε διαρκώς την ξενοφοβία και τον ρατσισμό.
Ομοίως και με τις νομοθετικές μας παρεμβάσεις στο ζήτημα των κοινωνικών δικαιωμάτων, βγάλαμε από το περιθώριο συμπολίτες μας που εξαιρούνταν και στιγματίζονταν για χρόνια ολόκληρα.
Όμως το πέρασμα στο μέλλον δεν προϋποθέτει μόνο να κοιτάζεις μπροστά.
Απαιτεί να διευθετήσεις στη συλλογική μνήμη και τις εκκρεμότητες, τους ανοικτούς λογαριασμούς με το παρελθόν.
Η χώρα μας έζησε μια περίοδο γρήγορης αλλά επίπλαστης ανάπτυξης που κατέρρευσε απότομα επιφέροντας μια σειρά ιδιαίτερα αρνητικών συνεπειών.
Αυτή η κατάρρευση άφησε πίσω της κόσμο άνεργο, φτωχοποιημένο και υπερχρεωμένο, ενώ την ίδια ώρα κάποιοι λίγοι κεφαλαιοποίησαν τα κέρδη που απέκτησαν με αθέμιτα μέσα.
Εξίσου απότομα λοιπόν βρεθήκαμε απροετοίμαστοι, σε καθεστώς ασφυκτικής επιτήρησης με τα βάρη να πέφτουν στην πλειοψηφία ενός κόσμου που δεν έφταιγε.
Τώρα βρισκόμαστε στο τέλος αυτής της κατάστασης μετά από σχεδόν 8 χρόνια αλλά αυτό το τέλος θα μείνει ανολοκλήρωτο και θα μας καταδιώκει για πάντα αν ταυτόχρονα δεν αποδοθεί δικαιοσύνη.
Η τραγωδία της ελληνικής κρίσης πρέπει να κλείσει με την απόδοση των όποιων ευθυνών γιατί δεν γίνεται απλώς να πάμε παρακάτω με την ψευδαίσθηση ότι θα ξεχαστεί έτσι απλά.
Μόνο έτσι θα μετουσιώσουμε την πικρή εμπειρία των μνημονίων σε δίδαγμα και εθνική αυτογνωσία, ώστε να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη στο μέλλον.
Εμείς θέλουμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά τα συστημικά αίτια της διαφθοράς κι όχι να κάνουμε μικροπολιτική πάνω στις περιπτώσεις που ανακύπτουν.
Και αυτό φυσικά είναι αποκλειστικά έργο της δικαιοσύνης, με όλες τις εγγυήσεις του κράτους δικαίου που παρέχονται από το Σύνταγμα της χώρας.
Ωστόσο η στάση μας αυτή, επιβάλει ότι και εμείς από την πλευρά μας πρέπει να είμαστε ακόμα πιο αυστηροί σε σχέση με δικές μας πράξεις.
Δεν επιχειρούμε να πολιτικοποιήσουμε την ηθική και ο καθένας πρέπει να κρίνεται με βάση τις θέσεις, τα πεπραγμένα και τη συνεισφορά του στο δημόσιο βίο, αλλά χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή κάθε στιγμή, ώστε να μην παρεκκλίνουμε από τις αξιακές μας σταθερές.
Γιατί ξέρετε, στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, διαμορφώθηκε μια αποκομμένη, διακομματική θα έλεγα εγώ, κυβερνητική ελίτ που πολλές φορές με αλαζονεία και κυνισμό, μεταχειρίστηκε το λαϊκό αίσθημα με μεθόδους κατευνασμού, εκτόνωσης και επικοινωνιακού αποπροσανατολισμού.
Αντίθετα εμείς, σεβόμαστε το λαϊκό αίσθημα ακριβώς γιατί σεβόμαστε την ίδια μας τη συνείδησή και την αξιακή μας συγκρότηση.
Προετοιμαζόμαστε, λοιπόν, για την επόμενη μέρα γιατί διανύουμε πλέον τα τελευταία βήματα προς την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Το μεταμνημονιακό πλαίσιο που θα διέπει τις σχέσεις μας με τους εταίρους μας και με τους δανειστές μας, είναι ένα ανοικτό και δυναμικό πεδίο υπό διαμόρφωση.
Από την πλευρά μας έχουμε καταστήσει σαφές ότι θα σεβαστούμε απαρέγκλιτα τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει, αλλά ταυτόχρονα διεκδικούμε την αδιαμφισβήτητη ανάκτηση της αυτονομίας μας στον καθορισμό της οικονομικής πολιτικής.
Τη δυνατότητα δηλαδή να θέτουμε τα δικά μας μεταρρυθμιστικά προτάγματα με βάση τις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας.
Είμαστε, όπως προ-είπα, στο τελικό στάδιο επεξεργασίας του δικού μας μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού σχεδίου και με βάση την αποτελεσματικότητά μας θα πρέπει να κριθούμε από τους πολίτες και τους εταίρους μας.
Έχουμε το ανθρώπινο δυναμικό και τα φυσικά πλεονεκτήματα για να τα καταφέρουμε.
Όλο αυτό το διάστημα ετεροκαθοριστήκαμε ως κοινωνία και ως παραγωγικές δυνάμεις στις καταναγκαστικές επιταγές των μνημονιακών προγραμμάτων και των δανειακών συμβάσεων.
Τώρα, έχοντας αποδείξει την αξιοπιστία μας, είναι καιρός να αναλάβουμε τον αυτοκαθορισμό της οικονομικής μας στρατηγικής και φυσικά την ευθύνη που αυτή συνεπάγεται.
Αυτό είναι σκόπιμο να γίνει ακόμη και για λόγους εθνικούς και γεωπολιτικούς.
Ισχυρή Ελλάδα σημαίνει ισχυρά ευρωπαϊκά σύνορα.
Μείναμε για μεγάλο διάστημα σε καθεστώς εξαίρεσης και πρέπει να επιστρέψουμε στο διεθνές γίγνεσθαι ως μια αυτοδύναμη χώρα – ισότιμο μέλος της ευρωπαϊκής ένωσης.
Αυτό συνομολογούν οι ευρωπαίοι ηγέτες και αξιωματούχοι με τους οποίους έρχομαι σε επαφή και εξάλλου εκεί αποσκοπεί η στρατηγική που συνδιαμορφώσαμε για πλήρη και αυτοδύναμη επάνοδο στις αγορές μέσω του κεφαλαιακού αποθέματος.
Του λεγόμενου μαξιλαριού ρευστότητας που σε συνεργασία με τους εταίρους μας χτίζουμε συστηματικά, μετά από κάθε εκταμίευση αλλά και κάθε έξοδο στις αγορές ομολόγων, ώστε τον Αύγουστο του που μας έρχεται να μην έχουμε την ανάγκη κανενός τρίτου για να σταθούμε στα πόδια μας.
Βεβαίως υπάρχουν και άλλες απόψεις που κυκλοφορούν στο δημόσιο διάλογο όπως πχ. η προσφυγή σε προληπτική γραμμή πίστωσης.
Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές αλλά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τη στιγμή που συνεπάγονται νέες δεσμεύσεις και διαιώνιση της επιτροπείας.
Η επιμονή δε σε αυτές από επίσημα χείλη, τη στιγμή που είναι πλήρως εν γνώση τους ότι δεν αποτελούν ούτε επίσημη θέση της χώρας αλλά ούτε και των Ευρωπαϊκών οργανισμών εις τους οποίους εξίσου λογοδοτούν, μόνο ερωτηματικά μπορεί να προκαλεί ως προς τη σκοπιμότητά της.
Σε κάθε περίπτωση όλοι όσοι κατέχουμε θέσεις ευθύνης, κρινόμαστε και θα κριθούμε όχι μόνο από τις απόψεις μας αλλά και από την αποτελεσματικότητα με την οποία υπερασπιστήκαμε και υπερασπιζόμαστε το εθνικό και το δημόσιο συμφέρον.
Η επόμενη μέρα και η έξοδος από τα προγράμματα στήριξης, όμως, σε μεγάλο βαθμό περνά - εκτός από την επιτυχή ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων- και από τα αναγκαία μέτρα για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.
Με το τέλος του προγράμματος η ελάφρυνση χρέους, θα είναι και το επιστέγασμα μιας δύσκολης αλλά καλά σχεδιασμένης και επιτυχημένης προσπάθειας που ολοκληρώνουμε χάρη στις θυσίες και στους κόπους του ελληνικού λαού.
Μιας προσπάθειας προετοίμασε την έξοδο από την επιτροπεία και το πέρασμα στο μέλλον.
Ένα μέλλον ευημερίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και δημοκρατικής συμμετοχής.
Ένα μέλλον που μπορούν να διαμορφώσουν οι πολίτες της χώρας περήφανα και με αυτοπεποίθηση καθώς αντεπεξήλθαν παρά τις υπέρμετρες δυσκολίες και συνέχισαν να δημιουργούν για τον τόπο τους.
Αυτό το μέλλον θα το διαμορφώσουμε όλοι μαζί και σας καλώ σε έναν ανοιχτό, ουσιαστικό και καλόπιστο διάλογο για την επόμενη μέρα.
Να συνθέσουμε απόψεις για την επόμενη ημέρα του τόπου μας, γιατί χρειαζόμαστε πιο σύνθετες απαντήσεις σε σύνθετα προβλήματα.
Δε αρκεί η ευκολία με την όποια όλοι μας σπεύδαμε μέχρι χθες να δίνουμε απαντήσεις.
Τώρα όλοι γνωρίζουμε ότι τα προβλήματα είναι πιο σύνθετα.
Αν θέλουμε να χτυπήσουμε τις αιτίες της κρίσης και όχι το σύμπτωμα, δεν αρκεί η ευκολία.
Η εύκολη απάντηση για παράδειγμα για μείωση φορολογικών συντελεστών, που σίγουρα πρέπει να γίνουν, ως δήθεν πανάκεια για την επίλυση των προβλημάτων της χώρας και χωρίς μάλιστα απαντήσεις για το πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί δίχως περεταίρω ζημιές και περικοπές στο εύθραυστο κοινωνικό κράτος, δεδομένων των δημοσιονομικών περιορισμών της χώρας,
Οι εύκολες αυτές εξαγγελίες, δεν μπορεί να ξεγελάσουν είτε να πείσουν σήμερα κανέναν.
Είναι παρωχημένες, απλοϊκές και τόσο παλαιοκομματικές όσο ακούγονται.
Και υποβαθμίζουν εν τέλει, με τρόπο άκομψο και προσβλητικό, τις παραγωγικές και αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας, να θεωρούν κάποιοι ότι οι επενδυτές χρειάζονται απλά ένα «δόλωμα» για να τσιμπήσουν.
Γιατί και οι επενδυτές αλλά και η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών γνωρίζει πολύ καλά ότι προϋπόθεση για να μπορέσουν να επουλωθούν οι πληγές της κρίσης και να μειωθεί η σε πολλές περιπτώσεις δυσβάσταχτη φορολογία, είναι η Ελλάδα να μη γυρίσει πίσω.
Να μη γυρίσει πίσω στις σπατάλες και στις ρεμούλες.
Να μη γυρίσει πίσω στο καθεστώς στης διαφθοράς και της διαπλοκής.
Να μη γυρίσει πίσω στις πολιτικές που οδήγησαν τη χώρα στα ελλείμματα και στην διεθνή ανυποληψία.
Να πορευθεί σταθερά το δρόμο της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών, το δρόμο της διαφάνειας και της λογοδοσίας στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος, το δρόμο της κάθαρσης και της δικαιοσύνης.
Σας ευχαριστώ».
www.bankingnews.gr
Αναφερόμενος στο θέμα της οικονομίας ο πρωθυπουργός χρησιμοποιώντας μία πάγια φρασεολογία τόνισε ότι η Ελλάδα επέστρεψε στην ανάπτυξη το 2017, με ταυτόχρονα σημαντική μείωση της ανεργίας αλλά και της εξαγωγικής δραστηριότητας.
Έσπευσε, όμως, να τονίσει ότι προκειμένου μία οικονομία να έχει καλή πορεία το πρώτο που χρειάζεται χρηματοδότηση και ρευστότητα.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά «η ανάπτυξη όμως προϋποθέτει χρηματοδότηση και ρευστότητα. Για το σκοπό αυτό διαμορφώσαμε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό που περιλαμβάνει τον αναπτυξιακό νομό, στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, σταθερό τραπεζικό σύστημα και την ταχύτατη απορρόφηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών προγραμμάτων».
Όμως εμφανίστηκε απόλυτα αισιόδοξος αναφορικά με τις επενδυτικές προοπτικές της χώρας, μη διστάζοντας να χαρακτηρίσει την Ελλάδα ως «το επόμενο μεγάλο θέμα («the next big thing») στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη».
Χαρακτήρισε την Ελλάδα ως μία χώρα που αξίζει να επενδύσει κάποιος, καθώς υπάρχει σταθερότητα, βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης, ενώ έχει διαμορφωθεί το κατάλληλο πλαίσιο ούτως ώστε οι επενδυτές να είναι ασφαλείς, χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει σεβασμός στο περιβάλλον ή σε άλλα θέματα κοινωνικής σημασίας.
Ξεκαθάρισε, ακόμη, δείχνοντας ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει πίσω σε θέματα όπως η υπόθεση Novartis, ότι η κρίση δεν ήρθε… μόνη της στην Ελλάδα αλλά ήταν και αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών που εφαρμόστηκαν αλλά και μεθόδων διαφθοράς.
«Τώρα βρισκόμαστε στο τέλος αυτής της κατάστασης μετά από σχεδόν 8 χρόνια αλλά αυτό το τέλος θα μείνει ανολοκλήρωτο και θα μας καταδιώκει αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη.
Η τραγωδία της ελληνικής κρίσης πρέπει να κλείσει με την απόδοση των όποιων ευθυνών γιατί δεν γίνεται απλώς να πάμε παρακάτω με την ψευδαίσθηση ότι θα ξεχαστεί έτσι απλά», εξήγησε.
Δεν παρέλειψε, επίσης, να στείλει σαφές μήνυμα προς όλους όσους ζητούν από την κυβέρνηση να συγκατανεύσει σε μία προληπτική πιστωτική γραμμή (σ.σ.: ένα μήνυμα που αφορά κυρίως τον επικεφαλής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρα), υποστηρίζοντας ότι είναι μία άποψη που η κυβέρνηση σέβεται, αλλά την έχει εκ των πραγμάτων απορρίψει.
«Άλλες απόψεις που κυκλοφορούν στο δημόσιο διάλογο όπως πχ. η προσφυγή σε προληπτική γραμμή πίστωσης, σεβαστές μεν, αλλά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τη στιγμή που συνεπάγονται νέες δεσμεύσεις και διαιώνιση της επιτροπείας.
Η επιμονή δε σε αυτές από επίσημα χείλη, τη στιγμή που είναι πλήρως εν γνώση τους ότι δεν αποτελούν ούτε επίσημη θέση της χώρας αλλά ούτε και των Ευρωπαϊκών οργανισμών εις τους οποίους εξίσου λογοδοτούν, μόνο ερωτηματικά μπορεί να προκαλεί ως προς τη σκοπιμότητά της».
Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα
«Αξιότιμες κυρίες και κύριοι,
φίλες και φίλοι,
Είναι ιδιαίτερη χαρά και τιμή για εμένα να συμμετέχω στις εργασίες του φετινού Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών και να βρίσκομαι ανάμεσα σε διακεκριμένες προσωπικότητες της παγκόσμιας πολιτικής, διανοητικής και επιχειρηματικής σκηνής.
Θέλω ξεκινώντας να συγχαρώ τους διοργανωτές, γιατί χάρη στις προσπάθειές τους και την εξαιρετική προετοιμασία, κατέστησαν ξανά τους Δελφούς κι άρα και τη χώρα μας, «ομφαλό της γης».
Την κατέστησαν το πνευματικό επίκεντρο για το διάλογο και την αναζήτηση λύσεων, απέναντι στις αναπτυξιακές προκλήσεις που θέτει η δυναμική εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης στις οικονομίες της Ευρώπης και του κόσμου.
Η φετινή διοργάνωση, λοιπόν, με τη διεθνή της επιρροή και ακτινοβολία, αποτελεί μια πρώτης τάξης ευκαιρία να παρουσιάσω την νέα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τα τρία τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.
Τις σημαντικές κατακτήσεις που έχουν γίνει αλλά και τις εκκρεμότητες που έχουμε ακόμη μπροστά μας.
Και κυρίως να αναλύσω συνοπτικά τη στρατηγική μας για την επόμενη μέρα και την προοπτική της χώρας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Θα ξεκινήσω από τα δεδομένα στο πεδίο της οικονομίας, όπου έχουμε μια θεαματική αλλαγή της εικόνας.
Η Ελλάδα της ύφεσης των συνεχόμενων χρόνων τεράστιας ύφεσης επέστρεψε από το 2017 στην ανάπτυξη και μάλιστα με δυναμικούς ρυθμούς που εκτιμάται ότι υπερβαίνουν σταθερά το 2% από φέτος και για τα επόμενα έτη.
Η ανεργία υποχώρησε 7 ολόκληρες μονάδες μέσα στα τρία αυτά χρόνια και διατηρεί μια συνεχή τάση αποκλιμάκωσης.
Ενώ η χώρα που είχε καταστεί συνώνυμο του χρόνιου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, εξήλθε το καλοκαίρι από τη Διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος και από το 16 και μετά κατορθώνει κάθε χρόνο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, πολύ υψηλότερα από τους στόχους του προγράμματος.
Τα στοιχεία των εξαγωγών και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι θετικά, αλλά το σημαντικότερο για μας, αναδεικνύουν τον ταχύ αναπροσανατολισμό της χώρας από ένα καταναλωτικό μοντέλο που βασιζόταν αποκλειστικά στις εισαγωγές με δανεικά, προς ένα σύγχρονο παραγωγικό πρότυπο που βασίζεται εκτός από την ενίσχυση της ζήτησης και στην εξωστρέφεια, παρακολουθεί τις διεθνείς τάσεις και αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας.
Η ανάπτυξη όμως προϋποθέτει χρηματοδότηση και ρευστότητα.
Για το σκοπό αυτό διαμορφώσαμε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό που περιλαμβάνει τον αναπτυξιακό νομό, στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, σταθερό τραπεζικό σύστημα και την ταχύτατη απορρόφηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Τους επόμενους μήνες, έχουμε αναλάβει την ευθύνη να παρουσιάσουμε έναν ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχεδιασμό για την επόμενη μέρα, στον οποίο εξειδικεύονται οι στόχοι και οι συγκεκριμένες δράσεις σε κλαδικό και περιφερειακό επίπεδο.
Σημαντικά μέρη αυτού του σχεδιασμού έχουν παρουσιαστεί στις περισσότερες από τις περιφέρειες της χώρας στα 10 μέχρι σήμερα αναπτυξιακά περιφερειακά συνέδρια, ενώ μαζί με τους παραγωγικούς φορείς και τους φορείς της αυτοδιοίκησης, συζητήσαμε τρόπους να μεγιστοποιήσουμε τη στόχευση και την αποτελεσματικότητά του.
Γιατί η ανάπτυξη δεν παραγγέλνεται με θεωρητικά σχήματα από καθέδρας, ούτε εξαγγέλλεται με διαγγέλματα.
Αλλά χρειάζεται δουλειά, σχέδιο, επιμονή, διαβούλευση με τους πραγματικά ενδιαφερόμενους και προσπάθεια σύνθεσης απόψεων και προτάσεων συγκεκριμένων και εφαρμόσιμων, που να αναδεικνύουν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του κάθε τόπου ξεχωριστά.
Όλα τα παραπάνω συνοδεύτηκαν από ένα εκτεταμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αλλαγών στο σύνολο του οικονομικού και θεσμικού περιβάλλοντος της χώρας.
Σήμερα η Ελλάδα είναι μια χώρα πιο φιλική και πιο αξιόπιστη στην επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις, λιγότερο γραφειοκρατική, με σύγχρονο φορολογικό μηχανισμό, ομοιόμορφους και αδιάβλητους κανόνες ανταγωνισμού, αλλά και με πολύ πιο ενισχυμένες κοινωνικές δομές για το σύνολο των πολιτών.
Αυτή τη νέα κατάσταση για τη χώρα που εξέρχεται από μια πολυετή περιπέτεια κρίσης, επικροτούν σήμερα, σε κάθε ευκαιρία, οι ευρωπαίοι εταίροι μας και ο ΟΟΣΑ, αλλά την αναγνωρίζουν και οι ανεξάρτητοι διεθνείς αναλυτές, την επιβραβεύουν έμπρακτα οι διεθνείς επενδυτές με την εμπιστοσύνη τους στις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων.
Βεβαίως και οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι αναβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας.
Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι την επιβραβεύουν οι ξένοι επενδυτές ακόμα κι όταν η διεθνής συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή, όπως είδαμε πολύ πρόσφατα από την τελευταία επιτυχημένη μας έκδοση
Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας βλέπουμε ότι όσοι είχαν επενδύσει τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα μας, σήμερα σπεύδουν να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους, ενώ νέοι επενδυτές αξιοποιούν επενδυτικές ευκαιρίες που ανοίγονται στους τομείς της ενέργειας, των δικτύων και των επικοινωνιών, των μεταφορών και του εμπορίου, του Τουρισμού, της αγροτο-διατροφικής παραγωγής και κυρίως στους τομείς της έρευνας και των νέων τεχνολογιών.
Η Ελλάδα εντάσσεται σήμερα στον επενδυτικό σχεδιασμό κρατών και μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και δεν είναι υπερβολή να επαναλάβω, όπως έχω υποστηρίξει καιρό τώρα, ότι είμαστε “the next big thing” στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη.
Ωστόσο, δεν συνηθίζω να ομιλώ με δελφικούς χρησμούς αλλά μιλώ ευθέως, η χώρα μας τα χρόνια της κρίσης, ιδίως τα χρόνια των δύο πρώτων ανεπιτυχών και αναποτελεσματικών, όπως αποδείχθηκε, προγραμμάτων, υπέστη σοβαρές πληγές.
Με σημαντικότερες, ίσως, το brain drain και την ανεργία των νέων που αυξήθηκε δραματικά εξαιτίας της βαθιάς κρίσης.
Και στα δυο αυτά μέτωπα προσπαθήσαμε να δώσουμε απαντήσεις με την ενίσχυση των προγραμμάτων κατάρτισης και επανένταξης στο εργατικό δυναμικό και με την παροχή φορολογικών κινήτρων, επιχορηγήσεων καθώς και με την αύξηση των πόρων για έρευνα και τεχνολογία, ώστε όχι απλώς να αποφύγουμε την απαξίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας, αλλά και να βγούμε δυναμικά στο ανταγωνιστικό πεδίο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, δηλαδή της καινοτομίας, της τεχνητής νοημοσύνης και του δημιουργικού ανθρώπινου κεφαλαίου.
Γιατί μόνο έτσι θα καταφέρουμε να κερδίσουμε το χαμένο έδαφος της παραγωγικής υστέρησης που προκάλεσε η αποβιομηχάνιση των τελευταίων 40 χρόνων.
Αλλά και να επουλώσουμε σημαντικό μέρος από τις μεγάλες πληγές που άφησε στη χώρα μας η κρίση.
Αγαπητές Φίλες και φίλοι,
Τα τρία τελευταία χρόνια δώσαμε έναν μεγάλο και πολλές φορές άνισο αγώνα για να κρατήσουμε τη χώρα και να ξαναστήσουμε την οικονομία στα πόδια της.
Ανταποκρινόμενοι στο ιστορικό κάλεσμα όχι μόνο να σταματήσουμε τη καταστροφή, αλλά και να θεραπεύσουμε τις αιτίες που την προκάλεσαν.
Να διορθώσουμε τις αδικίες της κρίσης και κυρίως να οδηγήσουμε τη χώρα στο μέλλον που της αξίζει.
Έγινε, είναι αλήθεια, σημαντική και δύσκολη δουλειά και τώρα βρισκόμαστε, ίσως, στο κρισιμότερο σημείο της προσπάθειας μας, δηλαδή στο σημείο όπου είναι ορατό το νήμα του τερματισμού και αυτό που χρειάζεται να προετοιμαστεί κατάλληλα η επόμενη ημέρα.
Η ημέρα εκείνη όπου θα έχουμε αφήσει πίσω μας την επώδυνη εμπειρία των μνημονίων και της εθνικής αναδίπλωσης και με πίστη στις δυνάμεις μας θα ξαναβγούμε στο προσκήνιο και θα πραγματώσουμε τις δυνατότητες που έχει ο τόπος μας, με τα οφέλη να διαχέονται δίκαια στο σύνολο της κοινωνίας.
Αυτό σημαίνει για μας δίκαιη ανάπτυξη και αυτή είναι η ιστορική εκκρεμότητα που πρέπει να εκπληρώσουμε.
Για να γίνει αυτό απαιτείται μια νέα αντίληψη διακυβέρνησης και ένας αέρας ανανέωσης στα πολιτικά πράγματα που θα ξαναδίνει νόημα στην αξίας της δημοκρατικής συμμετοχής και θα εμπνέει ξανά εμπιστοσύνη στους πολίτες για τους θεσμούς
Δώσαμε και δίνουμε καθημερινά εξετάσεις στον ελληνικό λαό, αλλά και τη διεθνή κοινή γνώμη.
Ένα διαφορετικό ήθος και ύφος στη διαχείριση της ευθύνης αλλά και του δημόσιου συμφέροντος.
Μακριά από τις παθογένειες, μακριά από την πελατειακή λογική που γνωρίσαμε και πληρώσαμε ως χώρα και τη διαπλοκή των συμφερόντων που γνωρίσαμε στο παρελθόν.
Αλλά και στη διαχείριση διεθνών κρίσεων δώσαμε κρίσιμες εξετάσεις.
Και με τη στάση της χώρας μας στη μεταναστευτική και προσφυγική κρίση, αποκομίσαμε το διεθνή έπαινο.
Καταφέραμε να προτάξουμε τον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη, κόντρα στον εγχώριο συντηρητισμό που υποδαύλιζε διαρκώς την ξενοφοβία και τον ρατσισμό.
Ομοίως και με τις νομοθετικές μας παρεμβάσεις στο ζήτημα των κοινωνικών δικαιωμάτων, βγάλαμε από το περιθώριο συμπολίτες μας που εξαιρούνταν και στιγματίζονταν για χρόνια ολόκληρα.
Όμως το πέρασμα στο μέλλον δεν προϋποθέτει μόνο να κοιτάζεις μπροστά.
Απαιτεί να διευθετήσεις στη συλλογική μνήμη και τις εκκρεμότητες, τους ανοικτούς λογαριασμούς με το παρελθόν.
Η χώρα μας έζησε μια περίοδο γρήγορης αλλά επίπλαστης ανάπτυξης που κατέρρευσε απότομα επιφέροντας μια σειρά ιδιαίτερα αρνητικών συνεπειών.
Αυτή η κατάρρευση άφησε πίσω της κόσμο άνεργο, φτωχοποιημένο και υπερχρεωμένο, ενώ την ίδια ώρα κάποιοι λίγοι κεφαλαιοποίησαν τα κέρδη που απέκτησαν με αθέμιτα μέσα.
Εξίσου απότομα λοιπόν βρεθήκαμε απροετοίμαστοι, σε καθεστώς ασφυκτικής επιτήρησης με τα βάρη να πέφτουν στην πλειοψηφία ενός κόσμου που δεν έφταιγε.
Τώρα βρισκόμαστε στο τέλος αυτής της κατάστασης μετά από σχεδόν 8 χρόνια αλλά αυτό το τέλος θα μείνει ανολοκλήρωτο και θα μας καταδιώκει για πάντα αν ταυτόχρονα δεν αποδοθεί δικαιοσύνη.
Η τραγωδία της ελληνικής κρίσης πρέπει να κλείσει με την απόδοση των όποιων ευθυνών γιατί δεν γίνεται απλώς να πάμε παρακάτω με την ψευδαίσθηση ότι θα ξεχαστεί έτσι απλά.
Μόνο έτσι θα μετουσιώσουμε την πικρή εμπειρία των μνημονίων σε δίδαγμα και εθνική αυτογνωσία, ώστε να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη στο μέλλον.
Εμείς θέλουμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά τα συστημικά αίτια της διαφθοράς κι όχι να κάνουμε μικροπολιτική πάνω στις περιπτώσεις που ανακύπτουν.
Και αυτό φυσικά είναι αποκλειστικά έργο της δικαιοσύνης, με όλες τις εγγυήσεις του κράτους δικαίου που παρέχονται από το Σύνταγμα της χώρας.
Ωστόσο η στάση μας αυτή, επιβάλει ότι και εμείς από την πλευρά μας πρέπει να είμαστε ακόμα πιο αυστηροί σε σχέση με δικές μας πράξεις.
Δεν επιχειρούμε να πολιτικοποιήσουμε την ηθική και ο καθένας πρέπει να κρίνεται με βάση τις θέσεις, τα πεπραγμένα και τη συνεισφορά του στο δημόσιο βίο, αλλά χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή κάθε στιγμή, ώστε να μην παρεκκλίνουμε από τις αξιακές μας σταθερές.
Γιατί ξέρετε, στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, διαμορφώθηκε μια αποκομμένη, διακομματική θα έλεγα εγώ, κυβερνητική ελίτ που πολλές φορές με αλαζονεία και κυνισμό, μεταχειρίστηκε το λαϊκό αίσθημα με μεθόδους κατευνασμού, εκτόνωσης και επικοινωνιακού αποπροσανατολισμού.
Αντίθετα εμείς, σεβόμαστε το λαϊκό αίσθημα ακριβώς γιατί σεβόμαστε την ίδια μας τη συνείδησή και την αξιακή μας συγκρότηση.
Προετοιμαζόμαστε, λοιπόν, για την επόμενη μέρα γιατί διανύουμε πλέον τα τελευταία βήματα προς την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Το μεταμνημονιακό πλαίσιο που θα διέπει τις σχέσεις μας με τους εταίρους μας και με τους δανειστές μας, είναι ένα ανοικτό και δυναμικό πεδίο υπό διαμόρφωση.
Από την πλευρά μας έχουμε καταστήσει σαφές ότι θα σεβαστούμε απαρέγκλιτα τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει, αλλά ταυτόχρονα διεκδικούμε την αδιαμφισβήτητη ανάκτηση της αυτονομίας μας στον καθορισμό της οικονομικής πολιτικής.
Τη δυνατότητα δηλαδή να θέτουμε τα δικά μας μεταρρυθμιστικά προτάγματα με βάση τις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας.
Είμαστε, όπως προ-είπα, στο τελικό στάδιο επεξεργασίας του δικού μας μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού σχεδίου και με βάση την αποτελεσματικότητά μας θα πρέπει να κριθούμε από τους πολίτες και τους εταίρους μας.
Έχουμε το ανθρώπινο δυναμικό και τα φυσικά πλεονεκτήματα για να τα καταφέρουμε.
Όλο αυτό το διάστημα ετεροκαθοριστήκαμε ως κοινωνία και ως παραγωγικές δυνάμεις στις καταναγκαστικές επιταγές των μνημονιακών προγραμμάτων και των δανειακών συμβάσεων.
Τώρα, έχοντας αποδείξει την αξιοπιστία μας, είναι καιρός να αναλάβουμε τον αυτοκαθορισμό της οικονομικής μας στρατηγικής και φυσικά την ευθύνη που αυτή συνεπάγεται.
Αυτό είναι σκόπιμο να γίνει ακόμη και για λόγους εθνικούς και γεωπολιτικούς.
Ισχυρή Ελλάδα σημαίνει ισχυρά ευρωπαϊκά σύνορα.
Μείναμε για μεγάλο διάστημα σε καθεστώς εξαίρεσης και πρέπει να επιστρέψουμε στο διεθνές γίγνεσθαι ως μια αυτοδύναμη χώρα – ισότιμο μέλος της ευρωπαϊκής ένωσης.
Αυτό συνομολογούν οι ευρωπαίοι ηγέτες και αξιωματούχοι με τους οποίους έρχομαι σε επαφή και εξάλλου εκεί αποσκοπεί η στρατηγική που συνδιαμορφώσαμε για πλήρη και αυτοδύναμη επάνοδο στις αγορές μέσω του κεφαλαιακού αποθέματος.
Του λεγόμενου μαξιλαριού ρευστότητας που σε συνεργασία με τους εταίρους μας χτίζουμε συστηματικά, μετά από κάθε εκταμίευση αλλά και κάθε έξοδο στις αγορές ομολόγων, ώστε τον Αύγουστο του που μας έρχεται να μην έχουμε την ανάγκη κανενός τρίτου για να σταθούμε στα πόδια μας.
Βεβαίως υπάρχουν και άλλες απόψεις που κυκλοφορούν στο δημόσιο διάλογο όπως πχ. η προσφυγή σε προληπτική γραμμή πίστωσης.
Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές αλλά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τη στιγμή που συνεπάγονται νέες δεσμεύσεις και διαιώνιση της επιτροπείας.
Η επιμονή δε σε αυτές από επίσημα χείλη, τη στιγμή που είναι πλήρως εν γνώση τους ότι δεν αποτελούν ούτε επίσημη θέση της χώρας αλλά ούτε και των Ευρωπαϊκών οργανισμών εις τους οποίους εξίσου λογοδοτούν, μόνο ερωτηματικά μπορεί να προκαλεί ως προς τη σκοπιμότητά της.
Σε κάθε περίπτωση όλοι όσοι κατέχουμε θέσεις ευθύνης, κρινόμαστε και θα κριθούμε όχι μόνο από τις απόψεις μας αλλά και από την αποτελεσματικότητα με την οποία υπερασπιστήκαμε και υπερασπιζόμαστε το εθνικό και το δημόσιο συμφέρον.
Η επόμενη μέρα και η έξοδος από τα προγράμματα στήριξης, όμως, σε μεγάλο βαθμό περνά - εκτός από την επιτυχή ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων- και από τα αναγκαία μέτρα για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.
Με το τέλος του προγράμματος η ελάφρυνση χρέους, θα είναι και το επιστέγασμα μιας δύσκολης αλλά καλά σχεδιασμένης και επιτυχημένης προσπάθειας που ολοκληρώνουμε χάρη στις θυσίες και στους κόπους του ελληνικού λαού.
Μιας προσπάθειας προετοίμασε την έξοδο από την επιτροπεία και το πέρασμα στο μέλλον.
Ένα μέλλον ευημερίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και δημοκρατικής συμμετοχής.
Ένα μέλλον που μπορούν να διαμορφώσουν οι πολίτες της χώρας περήφανα και με αυτοπεποίθηση καθώς αντεπεξήλθαν παρά τις υπέρμετρες δυσκολίες και συνέχισαν να δημιουργούν για τον τόπο τους.
Αυτό το μέλλον θα το διαμορφώσουμε όλοι μαζί και σας καλώ σε έναν ανοιχτό, ουσιαστικό και καλόπιστο διάλογο για την επόμενη μέρα.
Να συνθέσουμε απόψεις για την επόμενη ημέρα του τόπου μας, γιατί χρειαζόμαστε πιο σύνθετες απαντήσεις σε σύνθετα προβλήματα.
Δε αρκεί η ευκολία με την όποια όλοι μας σπεύδαμε μέχρι χθες να δίνουμε απαντήσεις.
Τώρα όλοι γνωρίζουμε ότι τα προβλήματα είναι πιο σύνθετα.
Αν θέλουμε να χτυπήσουμε τις αιτίες της κρίσης και όχι το σύμπτωμα, δεν αρκεί η ευκολία.
Η εύκολη απάντηση για παράδειγμα για μείωση φορολογικών συντελεστών, που σίγουρα πρέπει να γίνουν, ως δήθεν πανάκεια για την επίλυση των προβλημάτων της χώρας και χωρίς μάλιστα απαντήσεις για το πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί δίχως περεταίρω ζημιές και περικοπές στο εύθραυστο κοινωνικό κράτος, δεδομένων των δημοσιονομικών περιορισμών της χώρας,
Οι εύκολες αυτές εξαγγελίες, δεν μπορεί να ξεγελάσουν είτε να πείσουν σήμερα κανέναν.
Είναι παρωχημένες, απλοϊκές και τόσο παλαιοκομματικές όσο ακούγονται.
Και υποβαθμίζουν εν τέλει, με τρόπο άκομψο και προσβλητικό, τις παραγωγικές και αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας, να θεωρούν κάποιοι ότι οι επενδυτές χρειάζονται απλά ένα «δόλωμα» για να τσιμπήσουν.
Γιατί και οι επενδυτές αλλά και η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών γνωρίζει πολύ καλά ότι προϋπόθεση για να μπορέσουν να επουλωθούν οι πληγές της κρίσης και να μειωθεί η σε πολλές περιπτώσεις δυσβάσταχτη φορολογία, είναι η Ελλάδα να μη γυρίσει πίσω.
Να μη γυρίσει πίσω στις σπατάλες και στις ρεμούλες.
Να μη γυρίσει πίσω στο καθεστώς στης διαφθοράς και της διαπλοκής.
Να μη γυρίσει πίσω στις πολιτικές που οδήγησαν τη χώρα στα ελλείμματα και στην διεθνή ανυποληψία.
Να πορευθεί σταθερά το δρόμο της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών, το δρόμο της διαφάνειας και της λογοδοσίας στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος, το δρόμο της κάθαρσης και της δικαιοσύνης.
Σας ευχαριστώ».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών