"Ο πρωθυπουργός θέλησε να δείξει τόλμη και απέδειξε δειλία", τόνισε ο Στ. Καλαφάτης
«Ανικανότητα, κυνισμό και αναλγησία», αποδίδει στους χειρισμούς της Κυβέρνησης πριν, κατά και μετά την εθνική τραγωδία της 23ης Ιουλίου, ο Σταύρος Καλαφάτης, βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης της ΝΔ, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Βραδυνή της Κυριακής.
Εστιάζει στη σύσκεψη που έγινε στο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής το βράδυ εκείνο και υπογραμμίζει ότι «ανέδειξε, πέρα από την ανικανότητα και την ανεπάρκειά τους, τον κυνισμό και την αναλγησία της πολιτικής ηγεσίας.
Μια σύσκεψη ύβρις στους νεκρούς, που απέδειξε ότι δεν νοιάζονταν για το πρόβλημα, αλλά για την προπαγάνδα.
Απέδειξε ποιοι είναι και πως σκέφτονται.
Ενώ ήδη είχαμε δεκάδες νεκρούς, ενώ ήδη είχαν ζητήσει δεκάδες σάκους για σορούς θυμάτων, ενώ ήδη είχαν συγκροτήσει Ειδική Ομάδα Αναγνώρισης Θυμάτων και ενώ στη σύσκεψη μετείχε ο υπουργός Αναπληρωτής Υγείας - γεγονός που πρόδιδε τη γνώση τους για την ύπαρξη θυμάτων - προσποιούνταν πως δεν ήξεραν και δεν καταλάβαιναν».
Αναφερόμενος στην ανάληψη της πολιτικής ευθύνης ανέφερε ότι «ο πρωθυπουργός θέλησε να δείξει τόλμη και απέδειξε δειλία.
Διότι ανάληψη πολιτικής ευθύνης, χωρίς συνέπειες δεν υπάρχει.
Ανάληψη πολιτικής ευθύνης με ταυτόχρονη άρνηση κάθε ευθύνης του ιδίου και των υπουργών του είναι υποκρισία.
Ανάληψη πολιτικής ευθύνης με ταυτόχρονο ισχυρισμό ότι φταίνε όλοι οι άλλοι είναι πολιτική χυδαιότητα».
Εκφράζει την πεποίθηση ότι «με τους ίδιους ανθρώπους στις ίδιες θέσεις, δεν μπορεί κανείς να περιμένει διαφορετικά αποτελέσματα».
Σύμφωνα με τον κ. Καλαφάτη «υπάρχουν πολλά και κρίσιμα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν.
Γιατί, ενώ ο δείκτης επικινδυνότητας ήταν στο 4, δεν έλαβαν κανένα μέτρο πρόληψης και άμεσης επέμβασης;
Γιατί δεν υπήρχαν δυνάμεις άμεσης αντίδρασης στην περιοχή;
Γιατί δεν υπήρξε κανένας απολύτως συντονισμός;
Γιατί, ενώ εκκενώθηκαν οι κατασκηνώσεις, δεν υπήρξε ούτε καν μια έκκληση απομάκρυνσης των κατοίκων;
Γιατί δεν υπήρξε άμεση βοήθεια στους ανθρώπους που κατέφυγαν στη θάλασσα;
Γιατί ακόμη και στις 12 τα μεσάνυχτα, πέντε ώρες μετά την επέλαση της φωτιάς, εμφανίζονταν σαν ανήξεροι;».
Επισημαίνει ότι «ευθύνη έχουν και οι τοπικοί άρχοντες».
Όπως σημειώνει, «η ευθύνη αυτή δεν περιορίζεται απλά και μόνο στις αρμοδιότητές τους.
Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να συμπεριφέρεται σαν ξένος παρατηρητής μπροστά στα στραβά και τα’ ανάποδα, τα προβλήματα και τους κινδύνους που αφορούν την περιοχή του.
Πολύ περισσότερο οι εκλεγμένοι τοπικοί άρχοντες».
Εστιάζει στη σύσκεψη που έγινε στο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής το βράδυ εκείνο και υπογραμμίζει ότι «ανέδειξε, πέρα από την ανικανότητα και την ανεπάρκειά τους, τον κυνισμό και την αναλγησία της πολιτικής ηγεσίας.
Μια σύσκεψη ύβρις στους νεκρούς, που απέδειξε ότι δεν νοιάζονταν για το πρόβλημα, αλλά για την προπαγάνδα.
Απέδειξε ποιοι είναι και πως σκέφτονται.
Ενώ ήδη είχαμε δεκάδες νεκρούς, ενώ ήδη είχαν ζητήσει δεκάδες σάκους για σορούς θυμάτων, ενώ ήδη είχαν συγκροτήσει Ειδική Ομάδα Αναγνώρισης Θυμάτων και ενώ στη σύσκεψη μετείχε ο υπουργός Αναπληρωτής Υγείας - γεγονός που πρόδιδε τη γνώση τους για την ύπαρξη θυμάτων - προσποιούνταν πως δεν ήξεραν και δεν καταλάβαιναν».
Αναφερόμενος στην ανάληψη της πολιτικής ευθύνης ανέφερε ότι «ο πρωθυπουργός θέλησε να δείξει τόλμη και απέδειξε δειλία.
Διότι ανάληψη πολιτικής ευθύνης, χωρίς συνέπειες δεν υπάρχει.
Ανάληψη πολιτικής ευθύνης με ταυτόχρονη άρνηση κάθε ευθύνης του ιδίου και των υπουργών του είναι υποκρισία.
Ανάληψη πολιτικής ευθύνης με ταυτόχρονο ισχυρισμό ότι φταίνε όλοι οι άλλοι είναι πολιτική χυδαιότητα».
Εκφράζει την πεποίθηση ότι «με τους ίδιους ανθρώπους στις ίδιες θέσεις, δεν μπορεί κανείς να περιμένει διαφορετικά αποτελέσματα».
Σύμφωνα με τον κ. Καλαφάτη «υπάρχουν πολλά και κρίσιμα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν.
Γιατί, ενώ ο δείκτης επικινδυνότητας ήταν στο 4, δεν έλαβαν κανένα μέτρο πρόληψης και άμεσης επέμβασης;
Γιατί δεν υπήρχαν δυνάμεις άμεσης αντίδρασης στην περιοχή;
Γιατί δεν υπήρξε κανένας απολύτως συντονισμός;
Γιατί, ενώ εκκενώθηκαν οι κατασκηνώσεις, δεν υπήρξε ούτε καν μια έκκληση απομάκρυνσης των κατοίκων;
Γιατί δεν υπήρξε άμεση βοήθεια στους ανθρώπους που κατέφυγαν στη θάλασσα;
Γιατί ακόμη και στις 12 τα μεσάνυχτα, πέντε ώρες μετά την επέλαση της φωτιάς, εμφανίζονταν σαν ανήξεροι;».
Επισημαίνει ότι «ευθύνη έχουν και οι τοπικοί άρχοντες».
Όπως σημειώνει, «η ευθύνη αυτή δεν περιορίζεται απλά και μόνο στις αρμοδιότητές τους.
Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να συμπεριφέρεται σαν ξένος παρατηρητής μπροστά στα στραβά και τα’ ανάποδα, τα προβλήματα και τους κινδύνους που αφορούν την περιοχή του.
Πολύ περισσότερο οι εκλεγμένοι τοπικοί άρχοντες».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών