Η Αλβανία εάν θέλει "τη στήριξη μας για την ευρωπαϊκή της πορεία που είναι απαραίτητη άλλωστε, οφείλει αμέσως να αποδεχτεί την αδιαμφισβήτητη ιστορική αλήθεια του εγκληματικού ναζιστικού παρελθόντος των Τσάμηδων", ανέφερε ο Π. Παυλόπουλος
Αυστηρή προειδοποίηση στην Αλβανία «να αποδεχτεί την τεκμηριωμένη ιστορική αλήθεια, του εγκληματικού ναζιστικού παρελθόντος των Τσάμηδων», εάν θέλει την ελληνική στήριξη στη ευρωπαϊκή της προοπτική, έστειλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, από την Παραμυθιά.
Ο κ. Παυλόπουλος παρέστη στις εκδηλώσεις μνήμης των 49 προκρίτων που εκτελέστηκαν από τους Ναζί σε συνεργασία με τους Αλβανο-τσάμηδες, στις 29 Σεπτέμβρη του 1943.
Υπογράμμισε πως «οφείλει η γειτονική μας χώρα, η Αλβανία, για την οποία τρέφουμε φιλικά αισθήματα, αλλά ως προς την οποία θα είμαστε πάντοτε ειλικρινείς, (να γνωρίζει ότι) όλα περνούν από τον σεβασμό της αλήθειας και της ιστορίας.
Πρέπει να ξέρει λοιπόν, πως το λεγόμενο Τσάμικο είναι ζήτημα γιατί έγιναν συνεργάτες των Ναζί.
Και όσο το στηρίζει, είναι σαν να υπερασπίζεται τους εγκληματίες εκείνους που αιματοκύλησαν όλη την Ευρώπη και να μην υπολογίζει, ότι η Ευρώπη στην οποία προσδοκά να μπει, είναι το οικοδόμημα που δημιουργήθηκε, για να μην ζήσουμε ποτέ ξανά αυτά τα εγκλήματα, αυτή την θηριωδία».
«Της λέμε απόλυτα ειλικρινά.
Εάν θέλει την φιλία μας και την καλή γειτονία, τη στήριξη μας για την ευρωπαϊκή της πορεία που είναι απαραίτητη άλλωστε, οφείλει αμέσως να αποδεχτεί την αδιαμφισβήτητη ιστορική αλήθεια του εγκληματικού ναζιστικού παρελθόντος των Τσάμηδων και να μην το αναφέρει ποτέ ξανά στις μεταξύ μας σχέσεις. Κάθε φορά που το αναφέρει, είναι ζήτημα τιμής για μας.
Όχι πια, ποτέ ξανά.
Ας το καταλάβουν.
Δεν είναι θέμα εκδίκησης.
Είναι θέμα δικαιοσύνης, το οφείλουμε στις ψυχές όλων εκείνων, που σήμερα είναι κοντά μας», σημείωσε.
Ακόμη, ο κ. Παυλόπουλος μεταξύ άλλων ανέφερε πως τα ζητήματα που θέτουν οι αυτοαποκαλούμενοι Τσάμηδες, οι οποίοι εγκατέλειψαν τότε την περιοχή για να μην λογοδοτήσουν στα Δικαστήρια δοσίλογων, προσβάλλουν τη μνήμη των θυμάτων και επηρεάζουν τις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Όπως είπε, «ακόμη και σήμερα, παρουσιάζουν τα γεγονότα με διαφορετικό τρόπο. Υποστηρίζουν ότι, δήθεν, αγωνίσθηκαν κατά των Γερμανών και ότι δεν υπήρξαν συνεργάτες τους.
Πρόκειται για κατάφωρη και προκλητική διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, που προσβάλλει βάναυσα την μνήμη των τραγικών θυμάτων της σφαγής της Παραμυθιάς» και επανέλαβε ότι «οιαδήποτε στήριξη της διαστρέβλωσης αυτής, από την γείτονα Αλβανία, επηρεάζει, και μάλιστα καθοριστικώς, τις μεταξύ μας σχέσεις».
Επιπλέον, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επισήμανε πως σ' ένα πλαίσιο Ιερής Μνήμης των θυμάτων αυτής της θηριωδίας και μακριά από κάθε λογική αντεκδίκησης, εντάσσονται και οι έναντι της Γερμανίας απαιτήσεις της χώρας μας για το κατοχικό δάνειο και τις εν γένει αποζημιώσεις της γερμανικής ναζιστικής κατοχής, ενώ σημείωσε πως είναι θέμα δικαιοσύνης και νομικού πολιτισμού της Ευρώπης.
«Οι ως άνω αξιώσεις μας είναι πάντα νομικώς ενεργές –πράγμα που σημαίνει ότι δεν τίθεται κανένα θέμα παραγραφής- και δικαστικώς επιδιώξιμες.
Και ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Νομικός Πολιτισμός επιβάλλει την σχετική απόφαση να την λάβει αρμόδιο Δικαστικό Forum, με βάση το σύνολο του εφαρμοζόμενου εν προκειμένω Διεθνούς Δικαίου.
Η θέση αυτή είναι, πλέον, κυριολεκτικώς Εθνική και, κατά συνέπεια, αδιαπραγμάτευτη», ανέφερε .
Κλείνοντας, με αφορμή την θηριωδία των ναζί στην Παραμυθιά, τόνισε για ακόμη μια φορά ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση, οφείλει ν' αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα τους κινδύνους που εγκυμονεί για την σημερινή Ευρώπη, αλλά και τον υπόλοιπο Κόσμο, η επανεμφάνιση λαϊκιστικών ή και νεοναζιστικών πολιτικών μορφωμάτων».
«Αυτά πρέπει ν’ αντιμετωπισθούν με αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Ευρωπαϊκούς Λαούς που την συγκροτούν. Κυρίως, πρέπει να εξαλειφθούν οι αιτίες που προκαλούν την εμφάνιση και ανάπτυξη τέτοιων φαινομένων, με κυριότερη τις έντονες κοινωνικές ανισότητες και όσες συνέπειες αυτές έχουν για την συνοχή των Ευρωπαϊκών κοινωνιών», σημείωσε.
Υπογράμμισε πως είναι «καίριας, επομένως, σημασίας η υπεράσπιση του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εμείς, μάλιστα, οι Έλληνες, που ζήσαμε πρόσφατα μια μεγάλη οικονομική –και όχι μόνο- κρίση, γνωρίζουμε καλά την αξία του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου και είμαστε πρόθυμοι να το υπερασπισθούμε έναντι όσων βάλλουν σήμερα κατά της αναγκαιότητάς του».
«Ταυτοχρόνως, είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπισθούμε το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα εναντίον όλων εκείνων, οι οποίοι απεργάζονται την υπονόμευσή του και, εν τέλει, την κατεδάφισή του», κατέληξε.
Ο κ. Παυλόπουλος παρέστη στις εκδηλώσεις μνήμης των 49 προκρίτων που εκτελέστηκαν από τους Ναζί σε συνεργασία με τους Αλβανο-τσάμηδες, στις 29 Σεπτέμβρη του 1943.
Υπογράμμισε πως «οφείλει η γειτονική μας χώρα, η Αλβανία, για την οποία τρέφουμε φιλικά αισθήματα, αλλά ως προς την οποία θα είμαστε πάντοτε ειλικρινείς, (να γνωρίζει ότι) όλα περνούν από τον σεβασμό της αλήθειας και της ιστορίας.
Πρέπει να ξέρει λοιπόν, πως το λεγόμενο Τσάμικο είναι ζήτημα γιατί έγιναν συνεργάτες των Ναζί.
Και όσο το στηρίζει, είναι σαν να υπερασπίζεται τους εγκληματίες εκείνους που αιματοκύλησαν όλη την Ευρώπη και να μην υπολογίζει, ότι η Ευρώπη στην οποία προσδοκά να μπει, είναι το οικοδόμημα που δημιουργήθηκε, για να μην ζήσουμε ποτέ ξανά αυτά τα εγκλήματα, αυτή την θηριωδία».
«Της λέμε απόλυτα ειλικρινά.
Εάν θέλει την φιλία μας και την καλή γειτονία, τη στήριξη μας για την ευρωπαϊκή της πορεία που είναι απαραίτητη άλλωστε, οφείλει αμέσως να αποδεχτεί την αδιαμφισβήτητη ιστορική αλήθεια του εγκληματικού ναζιστικού παρελθόντος των Τσάμηδων και να μην το αναφέρει ποτέ ξανά στις μεταξύ μας σχέσεις. Κάθε φορά που το αναφέρει, είναι ζήτημα τιμής για μας.
Όχι πια, ποτέ ξανά.
Ας το καταλάβουν.
Δεν είναι θέμα εκδίκησης.
Είναι θέμα δικαιοσύνης, το οφείλουμε στις ψυχές όλων εκείνων, που σήμερα είναι κοντά μας», σημείωσε.
Ακόμη, ο κ. Παυλόπουλος μεταξύ άλλων ανέφερε πως τα ζητήματα που θέτουν οι αυτοαποκαλούμενοι Τσάμηδες, οι οποίοι εγκατέλειψαν τότε την περιοχή για να μην λογοδοτήσουν στα Δικαστήρια δοσίλογων, προσβάλλουν τη μνήμη των θυμάτων και επηρεάζουν τις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Όπως είπε, «ακόμη και σήμερα, παρουσιάζουν τα γεγονότα με διαφορετικό τρόπο. Υποστηρίζουν ότι, δήθεν, αγωνίσθηκαν κατά των Γερμανών και ότι δεν υπήρξαν συνεργάτες τους.
Πρόκειται για κατάφωρη και προκλητική διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, που προσβάλλει βάναυσα την μνήμη των τραγικών θυμάτων της σφαγής της Παραμυθιάς» και επανέλαβε ότι «οιαδήποτε στήριξη της διαστρέβλωσης αυτής, από την γείτονα Αλβανία, επηρεάζει, και μάλιστα καθοριστικώς, τις μεταξύ μας σχέσεις».
Επιπλέον, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επισήμανε πως σ' ένα πλαίσιο Ιερής Μνήμης των θυμάτων αυτής της θηριωδίας και μακριά από κάθε λογική αντεκδίκησης, εντάσσονται και οι έναντι της Γερμανίας απαιτήσεις της χώρας μας για το κατοχικό δάνειο και τις εν γένει αποζημιώσεις της γερμανικής ναζιστικής κατοχής, ενώ σημείωσε πως είναι θέμα δικαιοσύνης και νομικού πολιτισμού της Ευρώπης.
«Οι ως άνω αξιώσεις μας είναι πάντα νομικώς ενεργές –πράγμα που σημαίνει ότι δεν τίθεται κανένα θέμα παραγραφής- και δικαστικώς επιδιώξιμες.
Και ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Νομικός Πολιτισμός επιβάλλει την σχετική απόφαση να την λάβει αρμόδιο Δικαστικό Forum, με βάση το σύνολο του εφαρμοζόμενου εν προκειμένω Διεθνούς Δικαίου.
Η θέση αυτή είναι, πλέον, κυριολεκτικώς Εθνική και, κατά συνέπεια, αδιαπραγμάτευτη», ανέφερε .
Κλείνοντας, με αφορμή την θηριωδία των ναζί στην Παραμυθιά, τόνισε για ακόμη μια φορά ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση, οφείλει ν' αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα τους κινδύνους που εγκυμονεί για την σημερινή Ευρώπη, αλλά και τον υπόλοιπο Κόσμο, η επανεμφάνιση λαϊκιστικών ή και νεοναζιστικών πολιτικών μορφωμάτων».
«Αυτά πρέπει ν’ αντιμετωπισθούν με αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Ευρωπαϊκούς Λαούς που την συγκροτούν. Κυρίως, πρέπει να εξαλειφθούν οι αιτίες που προκαλούν την εμφάνιση και ανάπτυξη τέτοιων φαινομένων, με κυριότερη τις έντονες κοινωνικές ανισότητες και όσες συνέπειες αυτές έχουν για την συνοχή των Ευρωπαϊκών κοινωνιών», σημείωσε.
Υπογράμμισε πως είναι «καίριας, επομένως, σημασίας η υπεράσπιση του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εμείς, μάλιστα, οι Έλληνες, που ζήσαμε πρόσφατα μια μεγάλη οικονομική –και όχι μόνο- κρίση, γνωρίζουμε καλά την αξία του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου και είμαστε πρόθυμοι να το υπερασπισθούμε έναντι όσων βάλλουν σήμερα κατά της αναγκαιότητάς του».
«Ταυτοχρόνως, είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπισθούμε το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα εναντίον όλων εκείνων, οι οποίοι απεργάζονται την υπονόμευσή του και, εν τέλει, την κατεδάφισή του», κατέληξε.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών