Με άρθρο του στο project-syndicate, ο γραμματέας του ΜέΡΑ 25, Γιάνης Βαρουφάκης, σχολιάζει ότι η πανδημία από μόνη της δεν θα αλλάξει το γεγονός της κρατικής παρέμβασης στη διαφύλαξη της ολιγαρχίας
Σε μια προσπάθεια να ξορκίσει τους φόβους τους -όπως ο ίδιος ισχυρίζεται- ο Γιάνης Βαρουφάκης επέλεξα να γράψει ένα χρονικό της… επόμενης χαμένης δεκαετίας.
«Εάν, έως τον Δεκέμβριο του 2030, οι εξελίξεις το ακυρώσουν, ελπίζω ότι αυτές οι δυσάρεστες προγνώσεις θα έχουν διαδραματίσει ρόλο, ωθώντας μας σε κατάλληλη δράση» αναφέρει ο ίδιος σε άρθρο του στο project-syndicate.
Όπως επισημαίνει λοιπόν, πριν τα lockdowns που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, η πολιτική φαινόταν να είναι ένα παιχνίδι.
Τα πολιτικά κόμματα συμπεριφέρθηκαν σαν αθλητικές ομάδες που είχαν καλές ή κακές μέρες, σημειώνοντας πόντους που τους ώθησαν σε πρωτάθλημα, στο τέλος της σεζόν, καθόρισε ποιος θα σχηματίσει κυβέρνηση και στη συνέχεια δεν θα κάνει σχεδόν τίποτα.
Στη συνέχεια, η πανδημία COVID-19 αφαίρεσε το πρώτο στρώμα αδιαφορίας για να αποκαλύψει την πολιτική πραγματικότητα: ορισμένοι άνθρωποι έχουν τη δύναμη να πουν στους υπόλοιπους τι να κάνουν.
Η περιγραφή της πολιτικής του Lenin ως «το ποιος κάνει κάτι και σε ποιον» φάνηκε πιο κατάλληλη από ποτέ.
Μέχρι τον Ιούνιο του 2020, καθώς τα lockdowns άρχισαν να χαλαρώνουν, η αριστερή αισιοδοξία ότι η πανδημία θα αναζωογονήσει την κρατική εξουσία εκ μέρους των ανίσχυρων παρέμεινε.
Ωστόσο, ο κ. Βαρουφάκης υπενθυμίζει ότι η Margaret Thatcher άφησε το βρετανικό κράτος μεγαλύτερο, πιο ισχυρό και πιο συγκεντρωμένο από ό,τι το είχε βρει.
Ένα αυταρχικό κράτος ήταν απαραίτητο για την στήριξη αγορών που ελέγχονται από εταιρείες και τράπεζες.
«Αυτοί που έχουν την εξουσία δεν δίστασαν ποτέ να εκμεταλλευτούν μαζική κυβερνητική παρέμβαση στη διαφύλαξη της ολιγαρχικής εξουσίας.
Γιατί αυτό πρέπει να το αλλάξει μια πανδημία;
Ως αποτέλεσμα του COVID-19, ο θάνατος απείλησε τον Βρετανό πρωθυπουργό, Boris Johnson, και τον πρίγκιπα της Ουαλίας, αλλά και αστέρες του Χόλυγουντ.
Αλλά αυτοί, οι οποίοι δέχθηκαν τη μεγαλύτερη απειλή ήταν οι πιο φτωχοί, καθώς ήταν η εύκολη επιλογή.
«Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί.
Η αποδυνάμωση γεννά τη φτώχεια, που γερνάει τους ανθρώπους πιο γρήγορα και, τελικά, τους προετοιμάζει για τη σφαγή.
Στη σκιά της πτώσης των τιμών, των μισθών και των επιτοκίων, κανείς δεν περίμενε ότι το πνεύμα της αλληλεγγύης, που καταπραΰνει τις ψυχές μας κατά τη διάρκεια των lockdowns, θα μεταφραζόταν στην εκμετάλλευση της κρατικής εξουσίας για την ενίσχυση των αδύναμων και ευάλωτων» επισημαίνει στο άρθρο του ο κ. Βαρουφάκης.
Αντίθετα, οι εξαιρετικά πλούσιοι Σοσιαλιστές ήταν ζωντανοί και καλά.
Φοβούμενοι ότι οι μάζες, καταδικασμένες στην άγρια αρένα των ελεύθερων αγορών εν μέσω καταστροφής για τη δημόσια υγεία, δεν θα μπορούσαν πλέον να αντέξουν οικονομικά να αγοράσουν τα προϊόντα τους, επένδυσαν εκ σε μετοχές, γιοτ και θέρετρα, χάρη στο νέο χρήμα που διοχέτευσαν οι κεντρικές τράπεζες στις αγορές.
Σχέδια για την πράσινη μετάβαση έμειναν στα χαρτιά, καθώς οι κυβερνήσεις σκόνταψαν στα τεράστια βουνά χρέους.
Την ίδια στιγμή, το χάσμα μεταξύ των τραπεζών και του πραγματικού κόσμου αναπόφευκτα διευρύνθηκε.
Ενίσχυση του εθνικισμού
Με την εξουσία του κράτους να νομιμοποιείται εκ νέου λόγω της πανδημίας, οι κυνικοί ταραχοποιοί επωφελήθηκαν.
«Αντί να ενισχυθούν τις φωνές που απαιτούν διεθνή συνεργασία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες ενίσχυσαν τον εθνικισμό.
Και αλλού, οι εθνικιστές ηγέτες προκάλεσαν ξενοφοβία και πρόσφεραν στους αποθαρρυνόμενους πολίτες ένα απλό εμπόριο: προσωπική υπερηφάνεια και εθνικό μεγαλείο σε αντάλλαγμα αυταρχικών δυνάμεων που τους προστατεύουν από θανατηφόρους ιούς, πονηρούς ξένους και διαδηλωτές.
Ακριβώς όπως οι καθεδρικοί ναοί ήταν η αρχιτεκτονική κληρονομιά του Μεσαίωνα, η δεκαετία του 2020 μας άφησε ψηλούς τοίχους, ηλεκτρικούς φράκτες και κοπάδια κηφήνων επιτήρησης» σχολιάζει ο κ. Βαρουφάκης.
Η αναβίωση του έθνους-κράτους έκανε τον κόσμο λιγότερο ανοιχτό, λιγότερο ευημερούμενο και λιγότερο ελεύθερο ακριβώς για όσους ήταν πάντα δύσκολο να ταξιδέψουν, να καλύψουν τις ανάγκες τους και να εκφράσουν τις σκέψεις τους (…).
Όπως οι άνθρωποι που γίνονται καρικατούρες του εαυτού τους σε μια κρίση, ολόκληρες χώρες επικεντρώθηκαν στις συλλογικές ψευδαισθήσεις τους.
Η μεγάλη δύναμη των νέων φασιστών κατά τη δεκαετία του '20 ήταν ότι, σε αντίθεση με τους πολιτικούς προγόνους τους, δεν χρειαζόταν να μπουν στην κυβέρνηση για να αποκτήσουν εξουσία.
Τα φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα άρχισαν να πέφτουν το ένα πάνω στο άλλο και να αγκαλιάζουν την ξενοφοβία, μετά τον αυταρχισμό, και έπειτα τον ολοκληρωτισμό.
Που είμαστε;» καταλήγει το άρθρο του κ. Βαρουφάκη.
«Εάν, έως τον Δεκέμβριο του 2030, οι εξελίξεις το ακυρώσουν, ελπίζω ότι αυτές οι δυσάρεστες προγνώσεις θα έχουν διαδραματίσει ρόλο, ωθώντας μας σε κατάλληλη δράση» αναφέρει ο ίδιος σε άρθρο του στο project-syndicate.
Όπως επισημαίνει λοιπόν, πριν τα lockdowns που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, η πολιτική φαινόταν να είναι ένα παιχνίδι.
Τα πολιτικά κόμματα συμπεριφέρθηκαν σαν αθλητικές ομάδες που είχαν καλές ή κακές μέρες, σημειώνοντας πόντους που τους ώθησαν σε πρωτάθλημα, στο τέλος της σεζόν, καθόρισε ποιος θα σχηματίσει κυβέρνηση και στη συνέχεια δεν θα κάνει σχεδόν τίποτα.
Στη συνέχεια, η πανδημία COVID-19 αφαίρεσε το πρώτο στρώμα αδιαφορίας για να αποκαλύψει την πολιτική πραγματικότητα: ορισμένοι άνθρωποι έχουν τη δύναμη να πουν στους υπόλοιπους τι να κάνουν.
Η περιγραφή της πολιτικής του Lenin ως «το ποιος κάνει κάτι και σε ποιον» φάνηκε πιο κατάλληλη από ποτέ.
Μέχρι τον Ιούνιο του 2020, καθώς τα lockdowns άρχισαν να χαλαρώνουν, η αριστερή αισιοδοξία ότι η πανδημία θα αναζωογονήσει την κρατική εξουσία εκ μέρους των ανίσχυρων παρέμεινε.
Ωστόσο, ο κ. Βαρουφάκης υπενθυμίζει ότι η Margaret Thatcher άφησε το βρετανικό κράτος μεγαλύτερο, πιο ισχυρό και πιο συγκεντρωμένο από ό,τι το είχε βρει.
Ένα αυταρχικό κράτος ήταν απαραίτητο για την στήριξη αγορών που ελέγχονται από εταιρείες και τράπεζες.
«Αυτοί που έχουν την εξουσία δεν δίστασαν ποτέ να εκμεταλλευτούν μαζική κυβερνητική παρέμβαση στη διαφύλαξη της ολιγαρχικής εξουσίας.
Γιατί αυτό πρέπει να το αλλάξει μια πανδημία;
Ως αποτέλεσμα του COVID-19, ο θάνατος απείλησε τον Βρετανό πρωθυπουργό, Boris Johnson, και τον πρίγκιπα της Ουαλίας, αλλά και αστέρες του Χόλυγουντ.
Αλλά αυτοί, οι οποίοι δέχθηκαν τη μεγαλύτερη απειλή ήταν οι πιο φτωχοί, καθώς ήταν η εύκολη επιλογή.
«Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί.
Η αποδυνάμωση γεννά τη φτώχεια, που γερνάει τους ανθρώπους πιο γρήγορα και, τελικά, τους προετοιμάζει για τη σφαγή.
Στη σκιά της πτώσης των τιμών, των μισθών και των επιτοκίων, κανείς δεν περίμενε ότι το πνεύμα της αλληλεγγύης, που καταπραΰνει τις ψυχές μας κατά τη διάρκεια των lockdowns, θα μεταφραζόταν στην εκμετάλλευση της κρατικής εξουσίας για την ενίσχυση των αδύναμων και ευάλωτων» επισημαίνει στο άρθρο του ο κ. Βαρουφάκης.
Αντίθετα, οι εξαιρετικά πλούσιοι Σοσιαλιστές ήταν ζωντανοί και καλά.
Φοβούμενοι ότι οι μάζες, καταδικασμένες στην άγρια αρένα των ελεύθερων αγορών εν μέσω καταστροφής για τη δημόσια υγεία, δεν θα μπορούσαν πλέον να αντέξουν οικονομικά να αγοράσουν τα προϊόντα τους, επένδυσαν εκ σε μετοχές, γιοτ και θέρετρα, χάρη στο νέο χρήμα που διοχέτευσαν οι κεντρικές τράπεζες στις αγορές.
Σχέδια για την πράσινη μετάβαση έμειναν στα χαρτιά, καθώς οι κυβερνήσεις σκόνταψαν στα τεράστια βουνά χρέους.
Την ίδια στιγμή, το χάσμα μεταξύ των τραπεζών και του πραγματικού κόσμου αναπόφευκτα διευρύνθηκε.
Ενίσχυση του εθνικισμού
Με την εξουσία του κράτους να νομιμοποιείται εκ νέου λόγω της πανδημίας, οι κυνικοί ταραχοποιοί επωφελήθηκαν.
«Αντί να ενισχυθούν τις φωνές που απαιτούν διεθνή συνεργασία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες ενίσχυσαν τον εθνικισμό.
Και αλλού, οι εθνικιστές ηγέτες προκάλεσαν ξενοφοβία και πρόσφεραν στους αποθαρρυνόμενους πολίτες ένα απλό εμπόριο: προσωπική υπερηφάνεια και εθνικό μεγαλείο σε αντάλλαγμα αυταρχικών δυνάμεων που τους προστατεύουν από θανατηφόρους ιούς, πονηρούς ξένους και διαδηλωτές.
Ακριβώς όπως οι καθεδρικοί ναοί ήταν η αρχιτεκτονική κληρονομιά του Μεσαίωνα, η δεκαετία του 2020 μας άφησε ψηλούς τοίχους, ηλεκτρικούς φράκτες και κοπάδια κηφήνων επιτήρησης» σχολιάζει ο κ. Βαρουφάκης.
Η αναβίωση του έθνους-κράτους έκανε τον κόσμο λιγότερο ανοιχτό, λιγότερο ευημερούμενο και λιγότερο ελεύθερο ακριβώς για όσους ήταν πάντα δύσκολο να ταξιδέψουν, να καλύψουν τις ανάγκες τους και να εκφράσουν τις σκέψεις τους (…).
Όπως οι άνθρωποι που γίνονται καρικατούρες του εαυτού τους σε μια κρίση, ολόκληρες χώρες επικεντρώθηκαν στις συλλογικές ψευδαισθήσεις τους.
Η μεγάλη δύναμη των νέων φασιστών κατά τη δεκαετία του '20 ήταν ότι, σε αντίθεση με τους πολιτικούς προγόνους τους, δεν χρειαζόταν να μπουν στην κυβέρνηση για να αποκτήσουν εξουσία.
Τα φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα άρχισαν να πέφτουν το ένα πάνω στο άλλο και να αγκαλιάζουν την ξενοφοβία, μετά τον αυταρχισμό, και έπειτα τον ολοκληρωτισμό.
Που είμαστε;» καταλήγει το άρθρο του κ. Βαρουφάκη.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών