Στο κυβερνητικό επιτελείο εστιάζουν την προσοχή τους στις δυσκολίες που εμφανίζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ότι αφορά τη λήψη των τελικών αποφάσεων
Στην αντιμετώπιση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα επικεντρώνει το ενδιαφέρον του το κυβερνητικό επιτελείο ενώ παρά τις εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα μετά τη συνομιλία του Κυριακου Μητσοτακη με δημοσιογράφους στα Ιεροσολυμα περί «διορθωτικών κινήσεων» σε ότι αφορά τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου, καθώς φαίνεται, αυτές μεταφέρονται για αργότερα, προς τα τέλη του Ιουλίου.
Υπό το πρίσμα αυτό, στο κυβερνητικό επιτελείο εστιάζουν την προσοχή τους στις δυσκολίες που εμφανίζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ότι αφορά τη λήψη των τελικών αποφάσεων αναφορικά με τα κονδύλια που θα διατεθούν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές συνέπειες που έφερε η πανδημία.
Παρά το γεγονός ότι ήταν αναμενόμενη η αδυναμία συναίνεσης που επιβεβαιώθηκε στη Σύνοδο Κορυφής την προηγούμενη Παρασκευή, δεν υπήρξε και καμία πρόοδος στις συζητήσεις, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν διαφαίνεται εύκολα λύση στις αρχές Ιουλίου που ξεκινά η γερμανική προεδρία.
Μάλιστα, όπως προέκυψε και από τις τοποθετήσεις των «27», οι διαφορές που υπάρχουν, δεν είναι αμελητέες.
Σε κάθε περίπτωση αυτές συνοψίζονται ως εξής:
Ζητούμενο αποτελεί το πως θα υπολογιστούν τα ποσά που αναλογούν σε κάθε χώρα.
Κάποιες χώρες θεωρούν ότι είναι αδικημένες ενώ η Ελλάδα που θεωρείται από τις πλέον ευνοημένες με τα 32 δισ. ευρώ που έχει κατ’ αρχήν εξασφαλίσει, δεν επιθυμεί να αλλάξει ο τρόπος κατανομής.
Στην κυβέρνηση πάντως εκφράζουν αισιοδοξία πως δεν θα υπάρξουν απώλειες αφού την ίδια προσέγγιση έχουν οι ισχυρές χώρες.
Διαφορετική προσέγγιση παρουσιάζουν οι «27» αναφορικά με τον χρόνο που θα έχουν στη διάθεση τους οι χώρες για να αντλήσουν τους πόρους του Ταμείου.
Την πεποίθηση ότι η διάρκεια του Ταμείου πρέπει να είναι μέχρι το 2022, εκφράζουν οι πιο οργανωμένες χώρες της Ένωσης.
Η Ελλάδα, όμως επειδή παρουσιάζει δυσκολίες στην κατάρτιση σχεδίων που οδηγούν στην έγκαιρη απορροφητικότητα των κονδυλίων υποστηρίζει ότι το Ταμείο πρέπει να λειτουργεί μέχρι το 2024.
Το ίδιο ισχύει και για τον έλεγχο σε ότι αφορά τον τρόπο διάθεσης των κονδυλίων.
Η άποψη που επικρατεί είναι να ισχύει η εξάμηνη παρακολούθηση που ήδη γίνεται για τα οικονομικά στοιχεία κάθε χώρας ενώ ορισμένοι επιμένουν πως πρέπει να υπάρξει καθεστώς ειδικής εποπτείας.
Η Ελλάδα πάντως επειδή βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας δεν θα αντιμετωπίσει ιδιαίτερη δυσκολία ότι κι αν αποφασιστεί αφού δεν τίθενται επιπλέον προϋποθέσεις.
Ακόμη, «αγκάθι» αποτελούν και οι «επιστροφές» που διεκδικούν από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, δηλαδή τον κοινοτικό προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027, οι χώρες που εισφέρουν περισσότερα από όσα εισπράτουν.
Σε κάθε περίπτωση, μετά την αδυναμία συναίνεσης στη Σύνοδο Κορυφής την περασμένη Παρασκευή, το ενδεχόμενο να επιλυθούν οι διαφορές των χωρών στην αμέσως επόμενη Σύνοδο που είναι προγραμματισμένη για τις 9-10 Ιουλίου, φαντάζει απίθανο.
Γι αυτό, όπως επισημαίνουν πηγές που γνωρίζουν τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους κινούνται οι μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πιθανότατα θα χρειαστεί και δεύτερη Σύνοδος εντός του Ιουλίου.
Υπό το πρίσμα αυτό, στο κυβερνητικό επιτελείο εστιάζουν την προσοχή τους στις δυσκολίες που εμφανίζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ότι αφορά τη λήψη των τελικών αποφάσεων αναφορικά με τα κονδύλια που θα διατεθούν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές συνέπειες που έφερε η πανδημία.
Παρά το γεγονός ότι ήταν αναμενόμενη η αδυναμία συναίνεσης που επιβεβαιώθηκε στη Σύνοδο Κορυφής την προηγούμενη Παρασκευή, δεν υπήρξε και καμία πρόοδος στις συζητήσεις, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν διαφαίνεται εύκολα λύση στις αρχές Ιουλίου που ξεκινά η γερμανική προεδρία.
Μάλιστα, όπως προέκυψε και από τις τοποθετήσεις των «27», οι διαφορές που υπάρχουν, δεν είναι αμελητέες.
Σε κάθε περίπτωση αυτές συνοψίζονται ως εξής:
Ζητούμενο αποτελεί το πως θα υπολογιστούν τα ποσά που αναλογούν σε κάθε χώρα.
Κάποιες χώρες θεωρούν ότι είναι αδικημένες ενώ η Ελλάδα που θεωρείται από τις πλέον ευνοημένες με τα 32 δισ. ευρώ που έχει κατ’ αρχήν εξασφαλίσει, δεν επιθυμεί να αλλάξει ο τρόπος κατανομής.
Στην κυβέρνηση πάντως εκφράζουν αισιοδοξία πως δεν θα υπάρξουν απώλειες αφού την ίδια προσέγγιση έχουν οι ισχυρές χώρες.
Διαφορετική προσέγγιση παρουσιάζουν οι «27» αναφορικά με τον χρόνο που θα έχουν στη διάθεση τους οι χώρες για να αντλήσουν τους πόρους του Ταμείου.
Την πεποίθηση ότι η διάρκεια του Ταμείου πρέπει να είναι μέχρι το 2022, εκφράζουν οι πιο οργανωμένες χώρες της Ένωσης.
Η Ελλάδα, όμως επειδή παρουσιάζει δυσκολίες στην κατάρτιση σχεδίων που οδηγούν στην έγκαιρη απορροφητικότητα των κονδυλίων υποστηρίζει ότι το Ταμείο πρέπει να λειτουργεί μέχρι το 2024.
Το ίδιο ισχύει και για τον έλεγχο σε ότι αφορά τον τρόπο διάθεσης των κονδυλίων.
Η άποψη που επικρατεί είναι να ισχύει η εξάμηνη παρακολούθηση που ήδη γίνεται για τα οικονομικά στοιχεία κάθε χώρας ενώ ορισμένοι επιμένουν πως πρέπει να υπάρξει καθεστώς ειδικής εποπτείας.
Η Ελλάδα πάντως επειδή βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας δεν θα αντιμετωπίσει ιδιαίτερη δυσκολία ότι κι αν αποφασιστεί αφού δεν τίθενται επιπλέον προϋποθέσεις.
Ακόμη, «αγκάθι» αποτελούν και οι «επιστροφές» που διεκδικούν από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, δηλαδή τον κοινοτικό προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027, οι χώρες που εισφέρουν περισσότερα από όσα εισπράτουν.
Σε κάθε περίπτωση, μετά την αδυναμία συναίνεσης στη Σύνοδο Κορυφής την περασμένη Παρασκευή, το ενδεχόμενο να επιλυθούν οι διαφορές των χωρών στην αμέσως επόμενη Σύνοδο που είναι προγραμματισμένη για τις 9-10 Ιουλίου, φαντάζει απίθανο.
Γι αυτό, όπως επισημαίνουν πηγές που γνωρίζουν τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους κινούνται οι μηχανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πιθανότατα θα χρειαστεί και δεύτερη Σύνοδος εντός του Ιουλίου.
Σχόλια αναγνωστών