Η δημοσκόπηση είναι ούτως ή άλλως μία δύσκολη έρευνα, που βασίζεται σε υποθέσεις εργασίας και σε ένα περιορισμένο δείγμα ερωτηθέντων
Μήπως οι δημοσκόποι δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους;
Μήπως υπάρχουν σκοπιμότητες;
Απαντήσεις επιχειρεί να δώσει η Sigrid Rossteuscher, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών και Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, μιλώντας στη Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF).
Πρώτη παρατήρηση: Η δημοσκόπηση είναι ούτως ή άλλως μία δύσκολη έρευνα, που βασίζεται σε υποθέσεις εργασίας και σε ένα περιορισμένο δείγμα ερωτηθέντων.
«Ρωτάμε, για παράδειγμα, χίλια άτομα και από τα χίλια άτομα βγάζουμε συμπεράσματα για το σύνολο.
Δεν μπορούμε να έχουμε 100% επιτυχία, συνυπολογίζουμε ένα περιθώριο λάθους γύρω στο 2%», λέει η Sigrid Rossteuscher.
Βέβαια το περιθώριο του στατιστικού λάθους υπήρχε και παλαιότερα, αλλά αυτό δεν εμπόδιζε τους δημοσκόπους να δίνουν πιο ακριβείς προβλέψεις.
Τι έχει αλλάξει μέχρι σήμερα;
Εδώ υπεισέρχονται και άλλα κριτήρια, όπως η λιγότερο προβλέψιμη συμπεριφορά των ψηφοφόρων.
«Στις εκλογές του 2017 περίπου το 35% των ερωτηθέντων έλεγε ότι έχει αποφασίσει εδώ και έναν χρόνο ποιον θα ψηφίσει και αυτό φυσικά διευκολύνει την πρόβλεψη», λέει η γερμανίδα ειδικός.
«Την ίδια στιγμή όμως είχαμε ένα 20% των ερωτηθέντων να λέει ότι αποφάσισε πηγαίνοντας στην κάλπη, την ημέρα των εκλογών.
Αυτό ασφαλώς προκαλεί τεράστια αβεβαιότητα και για τις δημοσκοπήσεις».
Μεγαλύτερη η κινητικότητα των ψηφοφόρων: Οι ψηφοφόροι δεν ταυτίζονται πλέον τόσο πολύ με ένα συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα
Οι ψηφοφόροι γίνονται όλο και πιο απρόβλεπτοι και αυτό οφείλεται σε έναν συγκεκριμένο λόγο: «Λιγότεροι ψηφοφόροι, σε σύγκριση με το παρελθόν, ταυτίζονται τόσο πολύ με το κόμμα τους, ώστε να λένε ότι δεν μπορούν να φανταστούν τίποτε άλλο παρά μόνο ότι θα ψηφίσουν για παράδειγμα Σοσιαλδημοκράτες (SPD) ή Χριστιανοδημοκράτες (CDU) ή τους Πράσινους.
Είναι πιο ευέλικτοι, βλέπουν ποιος προηγείται, δίνουν την ψήφο τους με κριτήρια στρατηγικής σκέψης. Αυτό συμβαίνει πλέον σε όλη την Ευρώπη και σε όλες τις δημοκρατίες του κόσμου, οπότε σε κάθε εκλογική αναμέτρηση η αγωνία παραμένει μέχρι το τέλος».
Η παροχή ψήφου με ...στρατηγική σκέψη οδηγεί πολλές φορές σε απρόοπτα, με τις δημοσκοπήσεις να μην αποτυπώνουν μόνον τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος, αλλά και να την τροποποιούν μερικές φορές. Παράδειγμα οι τελευταίες τοπικές εκλογές στο γερμανικό κρατίδιο της Σαξονίας-Άνχαλτ: για μεγάλο χρονικό διάστημα οι δημοσκοπήσεις έδειχναν σχεδόν ισοψηφία ανάμεσα στους Xριστιανοδημοκράτες και στο εθνολαϊκιστικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD)».
Τελικά όμως ο χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός Reiner Haselhof επανεξελέγη με 37,1% έναντι μόλις 20,8% της AfD.
Τι είχε συμβεί;
«Οι προγνώσεις για ισοψηφία με την AfD οδήγησαν πολλούς ψηφοφόρους να αλλάξουν απόφαση, ενώ αρχικά είχαν επιλέξει ένα άλλο κόμμα, και να ψηφίσουν τελικά τον πρωθυπουργό, ακριβώς για να αποτρέψουν την άνοδο της AfD», λέει η Sandra Rossdeutscher.
Αβέβαιη η πρόβλεψη και για τις 26 Σεπτεμβρίου
Τι γίνεται όμως με τον φετινό προεκλογικό αγώνα;
Μπορούν οι σοσιαλδημοκράτες να επαναπαυθούν στο προβάδισμα των δημοσκοπήσεων ή έχει ακόμη πιθανότητες ο χριστιανοδημοκράτης Armin Laschet να κερδίσει την αναμέτρηση;
«Εδώ επανερχόμαστε στο στατιστικό λάθος», λέει η γερμανίδα ειδικός.
«Όταν λέμε ότι το SPD έχει 23%, αυτό σημαίνει ότι μπορεί το ποσοστό να γίνει 25% ή και 21%.
Αντιστοίχως για την CDU το 20% μπορεί να εξελιχθεί σε 22% ή και 18%.
Κατά συνέπεια οι χριστιανοδημοκράτες έχουν ακόμη κάποιες πιθανότητες για την πρωτιά...»
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών